Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Εξι χαρακτικά του Γ. Φαρσακίδη για το Πολυτεχνείο

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Από τους πρώ­τους δημιουρ­γούς που απα­θα­νά­τι­σαν τον αγώ­να και το πνεύ­μα του Πολυ­τε­χνεί­ου ο εικα­στι­κός Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης, της γενιάς της Αντί­στα­σης. Με δεκα­ε­ξί­μι­σι χρό­νια εξο­ρί­ας. Τα τρει­σή­μι­σι από αυτά την περί­ο­δο της χού­ντας. Συνε­λή­φθη την πρώ­τη μέρα του πρα­ξι­κο­πή­μα­τος. Με τη σύλ­λη­ψή του μετα­φέ­ρε­ται στον Ιππό­δρο­μο όπου η Χού­ντα συγκέ­ντρω­νε όλους τους συλ­λη­φθέ­ντες προ­κει­μέ­νου μετά να τους στεί­λει στους τόπους εξο­ρί­ας. Εκεί, στον Ιππό­δρο­μο τη δεύ­τε­ρη μέρα σκό­τω­σαν τον Πανα­γιώ­τη Ελή, το πρώ­το θύμα της δικτα­το­ρί­ας. Την τρί­τη μέρα πήγαν τον Γιάν­νη Ρίτσο και άλλους και άλλους κατό­πιν άλλων…

Από τον Ιππό­δρο­μο ο Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης βρέ­θη­κε στη Γυά­ρο και μετά στο Λακ­κί της Λέρου. Μέχρι το 1970 που απο­λύ­θη­κε. Όπως και στους προη­γού­με­νους τόπους εξο­ρί­ας έτσι και στη Γυά­ρο η Τέχνη γίνε­ται μέσο αντί­στα­σης. Λέει ο ίδιος: «Ζωγρα­φί­ζα­με, χαρά­ζα­με, τυπώ­να­με κάρ­τες στον Αϊ-Στρά­τη, και επί Χού­ντας αργό­τε­ρα στη Γυά­ρο και Λέρο. Να μάθουν οι έξω ότι ζού­με και κρα­τά­με άπαρ­το το αγω­νι­στι­κό μας χαράκωμα».

Με την απε­λευ­θέ­ρω­σή του συμ­με­τέ­χει στην αντι­δι­κτα­το­ρι­κή πάλη. Είναι σύν­δε­σμος Αθή­νας – Θεσ­σα­λο­νί­κης του παρά­νο­μου μηχα­νι­σμού του ΚΚΕ. Τα γεγο­νό­τα του Πολυ­τε­χνείο τα ζει από κοντά και συμ­με­τέ­χει καθη­με­ρι­νά. Το εργα­στή­ρι του λίγο πιο κάτω, στην πλα­τεία Αττι­κής. Πέντε από τις έξι κοπέ­λες του εργα­στη­ρί­ου τις ημέ­ρες της εξέ­γερ­σης είναι κλει­σμέ­νες στο Πολυ­τε­χνείο. Τη μεθε­πό­με­νη της εισβο­λής στο Πολυ­τε­χνείο τον συνέ­λα­βαν μαζί με τα μέλη του συνερ­γεί­ου στο εργα­στή­ρι. Εξι άτο­μα. Τον ίδιο τον κρά­τη­σαν για τρεις ημέ­ρες. Με το που βρέ­θη­κε ελεύ­θε­ρος απο­τυ­πώ­νει σκέ­ψεις, συναι­σθή­μα­τα, γεγο­νό­τα στο χαρ­τί. Και αμέ­σως τα πρώ­τα σχέ­δια. Έξι σχέ­δια με χρώ­μα, εμπνευ­σμέ­να από τον αγώ­να των φοι­τη­τών. Με τη μετα­πο­λί­τευ­ση τυπώ­θη­καν ως αφί­σες ξεχω­ρι­στά το καθέ­να (στό­λι­σαν τότε πολ­λά εφη­βι­κά δωμά­τια) και σε λεύ­κω­μα και κυκλο­φό­ρη­σαν ευρέ­ως. Κάθε φύλ­λο έχε ως τίτλο στί­χους ποι­η­τών: Καβά­φη («Θερ­μο­πύ­λες»), Παλα­μά («Δωδε­κά­λο­γος του γύφτου»), Βάρ­να­λη («Καμπά­να»), Σικε­λια­νού («Ο θάνα­τος του Διγε­νή Ακρί­τα»), Σολω­μού («Υμνος εις την Ελευ­θε­ρί­αν») και Αγγου­λέ («Στην ιστο­ρία»). Και το εξώ­φυλ­λο, ένα έβδο­μο σχέ­διο με στί­χους του Γ. Ρίτσου («Εδώ το φως»).

Δυστυ­χώς το λεύ­κω­μα σήμε­ρα δεν κυκλο­φο­ρεί. Τη φωτο­γρά­φη­ση του λευ­κώ­μα­τος για τις ανά­γκες παλαιό­τε­ρης δημο­σί­ευ­σης έκα­νε ο Μάρ­κος Δολόπικος.

politexnio1a

 

politexnio2a

 

politexnio3a

 

politexnio4a

 

politexnio5a

 

politexnio7a

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο