Εκείνο το βράδυ παραμέρισε όλους τους φόβους
ελεύθερη, χωρίς τη θλίψη τού δειλινού
ώρα που άνθιζε η θάλασσα πανσέδες
κι ο αέρας έπαιζε με τη μυρωδιά τού πεύκου,
μαστίχα η ανάσα όπως την πρώτη φορά,
εκείνο το βράδυ η προδομένη νιότη γύρισε
χωρίς εξήγηση.
Σαν έκλεισαν τα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα
άνοιγε καινούριο ημερολόγιο,
στην άλλη πλευρά τού Αιγαίου
σιωπηλές ματιές κι ύστερα χειρονομίες
φέγγει το άσπρο σου πουκάμισο στη νύχτα.
Δική σου ζωή, επιτέλους,
πρώτα έκλαψες
μετά θυμήθηκες
κι ύστερα γέλασες δυνατά
σαν παιδί που ξαναβρίσκει
στο ξεφτισμένο χρυσόχαρτο
διπλωμένο το χαμένο σημείωμα.
Κιτρινισμένες οι παλιές σελίδες,
γυμνές σιωπές οι λέξεις διεκδικούν αυτό που μένει
χρόνια διπλωμένες οι φτερούγες
στην αθάνατη μελαγχολία υψώθηκαν,
χρόνια ο καθρέφτης φυλάκιζε τα είδωλα
και να που όλα ερμηνεύονται
χωρίς τις ζωές τών άλλων
και χωρίς βαρετές αποσκευές
γυρίζει στον αληθινό κόσμο η αγάπη.
Λογαριάζεις τ‘ αβάφτιστα νερά
και τα κρίματα
απλώνεις την αδιάβαστη παλάμη στον ήλιο
με τ’ αλάτι στη χούφτα
τα φύκια στα σγουρά σου μαλλιά,
έργα ανθρώπων, ψηλές δίφυλλες πόρτες, παράθυρα
στα παλιά σπίτια τρίζουν οι πέτρες
τα δάχτυλα μυρίζουν γιασεμί
με τεντωμένες τις φλέβες του λαιμού περιμένεις
πριν φύγουν και τούτες οι μέρες άλλη μια φορά.
Φυσά στην αντίπερα ακτή το μαϊστράλι
ίδιο όπως κι εδώ,
κι εσύ, ίδια στην εύνοια τής φύσης
θαρρείς και οι ώρες τρέχουν μόνο στα ρολόγια
σπουδή απογύμνωσης ο κοραλλένιος βυθός.
Στην εξορία τής Μοίρας χωρίς αναστολές,
φιλί αλμύρα
πατρίδα θάλασσα,
όταν θέλεις, ανάβεις το σκοτάδι μ’ ένα βλέμμα
όταν θέλεις, βρίσκεις εισιτήριο νοσταλγίας
όταν θέλεις, πίσω από τις σπασμένες γρίλιες
όλα είναι παράδεισος..
Κως, αλήστευτη η ομορφιά τού πεύκου
και τής φοινικιάς στην προκυμαία
μουσκεύει ο νους στην αλμύρα,
ήπιος ο μεταλλικός φθόγγος μιας άγκυρας
διακόπτει την αναπόληση.
Ύστερα από πόσα κύματα το φιλί
πριν γίνει δάκρυ,
πριν σε καθηλώσει η εικόνα τής πόλης,
πριν εξαντλήσεις την όραση στα ασήμαντα,
ύστερα από πόσα χρόνια
το ταξίδι γίνεται αιτία..
Νιώθεις τη μαγεία,
στο φως που χαμηλώνει τρυφερότερο
κι ύστερα,
αφήνεις τη σκέψη
να ορίσει τη ζωή ως την ψίχα της,
να μετουσιωθεί σε τέχνη, σε φωνή,
σε μια κορδέλα όνειρο χρυσό,
αύριο ο Έρωτας…
Προσκυνώ τον ήλιο, ποιητή,
εκείνον τού μεσημεριού
όταν γητεύει τις αμαρυλλίδες στην άμμο,
εκείνον που κάνει τον ορίζοντα να πλαταίνει,
να φτάνει μέχρι την παλιά Αλικαρνασσό
κι ύστερα ρίχνει κάθετες αχτίνες
τεντωμένα σκοινιά,
πάνω στην ψυχή
και πάνω στις αρχαίες κολώνες
να μετρήσει ο νους απ‘ την αρχή
μπλε σκούρο, βαθύ,
θαύματα κι όνειρα …
Αύριο, θα σε ξυπνήσει ο ήχος του ρόπτρου
Αύριο, θα με κρατάς απ’ το χέρι,
Αύριο… ο έρωτας θα επιστρέψει στα νησιά.
Αύριο, εν ονόματι της αγάπης
Ζωή Δικταίου
Κέρκυρα 28 Ιουλίου 2019

Γεννήθηκα στην Κρήτη το 1962. Στο Τζερμιάδων μεγάλωσα, εκεί έμαθα και τα πρώτα γράμματα. Δεν έγινα δασκάλα όπως ονειρευόμουν. Με κέρδισε η Τουριστική Εκπαίδευση. Ζω στην Κέρκυρα.
Πιστεύω στην αγάπη. Με γοητεύουν φεγγάρια, γιασεμιά, κιτρινισμένα χαρτάκια της θύμησης, όσο και οι ξεφτισμένες δαντέλες του παλιού καιρού. Καινούρια ανάγνωση πάντα η βροχή. Όχημα μαγείας οι λέξεις. Δεν αναρωτιέμαι πια γιατί γράφω. Όπως αναπνέω, μιλάω, ονειρεύομαι, συμφιλιώνομαι με τη ζωή και τον θάνατο, έτσι και η ανάγκη μου να γράφω. Ακουμπώ στο παρελθόν, όμως η λέξη που με καθορίζει είναι το «Αύριο». Με το μολύβι του έρωτα σπασμένο στο χέρι και την προοπτική του ονείρου στ‘ ανοικτά της ψυχής, αύριο, ακριβή η άνθηση της άνοιξης μέσα στην αλήθεια του φθινοπώρου.Στίχοι μου έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Νικολάου, τον Νίκο Ανδρουλάκη, τον Γιώργη Κοντογιάννη και τον Αλέξανδρο Χατζηνικολιδάκη.
Εργογραφία
Ιστορίες για φεγγάρια, παιδική λογοτεχνία
Αύριο, νυχτώνει φθινόπωρο, μυθιστόρημα
Μια κούρσα για τη Χαριγένεια, μυθιστόρημα
Οι άλλες ν’ απλώνουν ρούχα κι εσύ τριαντάφυλλα, διηγήματα
Αύριο, στάχυα οι λέξεις, ποιητική συλλογή
Αθιβολή γαρύφαλλο και θύμηση κανέλλα, διηγήματα
Λασίθι, Τόπος Μέγας, αφήγημα
Συμμετοχές
Μονόλογοι, ποιητική ανθολογία
Γράμματα της ποίησης, ποιητική ανθολογία