Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η «αγία» Ελένη μήτε το σταυρό βρήκε μήτε το μύθο της ωραίας Ελένης εκθεμελίωσε

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Για να μπο­ρέ­σει να εδραιω­θεί ο Χρι­στια­νι­σμός έπρε­πε με κάθε τρό­πο να σβή­σει τα «ίχνη» του παλαιού ειδω­λο­λα­τρι­κού κόσμου γι’ αυτό και η νέα θρη­σκεία έχτι­σε χρι­στια­νι­κούς ναούς στα ερεί­πια των ειδω­λο­λα­τρι­κών, και εκχρι­στιά­νι­σε τις γιορ­τές. Όμως η αίγλη του παλαιού κόσμου μετα­φε­ρό­ταν με τα ονόματα.

Γι’ αυτό ο χρι­στια­νι­σμός, προ­κει­μέ­νου να εξου­δε­τε­ρώ­σει τον ειδω­λο­λα­τρι­κό πολι­τι­σμό και να διευ­κο­λυν­θεί στην εξά­πλω­σή του, ενσω­μά­τω­σε στο τελε­τουρ­γι­κό του τα περισ­σό­τε­ρα αρχαιο­ελ­λη­νι­κά ονόματα.

Στην αρχή της εξά­πλω­σης του Χρι­στια­νι­σμού δεν υπήρ­χαν ακό­μη αμι­γώς χρι­στια­νι­κά ονό­μα­τα. Η Εκκλη­σία είτε απο­δε­χό­ταν τα εθνι­κά ονό­μα­τα όσων εθνι­κών βαφτί­ζο­νταν Χρι­στια­νοί και δεν έφερ­νε αντίρ­ρη­ση είτε η εκλο­γή γίνε­ται κατά προ­τί­μη­ση από ονό­μα­τα της Παλαιάς και Και­νής Δια­θή­κης, ονό­μα­τα εορ­τών, αγί­ων και μαρ­τύ­ρων της εκκλη­σί­ας και κυρί­ως της Πανα­γί­ας. Σιγά σιγά «συσ­σω­ρεύ­τη­κε» ικα­νός αριθ­μός «αμι­γώς» χρι­στια­νι­κών ονο­μά­των (έστω κι αν αυτά είχαν προ­έ­λευ­ση ειδω­λο­λα­τρι­κή), όπως Νικό­λα­ος, Δημή­τριος, Βασί­λειος κλπ που έγι­ναν χρι­στια­νι­κά αφού τα έφε­ραν άνθρω­πο που μαρ­τύ­ρη­σαν για την πίστη τους. πλή­θος είναι οι άγιοι, όσιοι, μάρ­τυ­ρες που φέρουν αρχαιο­ελ­λη­νι­κά ονό­μα­τα. Ακό­μη και ονό­μα­τα αρχαί­ων θεών, π.χ. Ερμής, Απόλ­λων, Βάκ­χος. Δημιουρ­γή­θη­καν και κάποια νέα όπως Κων­στα­ντί­νος. Οπό­τε υπήρ­χαν πλέ­ον υπήρ­χε μια πλού­σια δεξα­με­νή με χρι­στια­νι­κά ονό­μα­τα, από τα οποία μπο­ρού­σε να δια­λέ­ξει κανείς. Δεν χρεια­ζό­ταν πλέ­ον η προ­σφυ­γή σε μη χρι­στια­νι­κά ονό­μα­τα. Γι’ αυτό οι Ιεράρ­χες προ­έ­τρε­παν τους (Χρι­στια­νούς, άλλω­στε) πιστούς να εκλέ­γουν ονό­μα­τα χρι­στια­νι­κά, δηλα­δή ονό­μα­τα αγί­ων, κι όχι ονό­μα­τα που δεν συν­δέ­ο­νταν με αγί­ους. Αν αυτά τα χρι­στια­νι­κά ονό­μα­τα ήταν ελλη­νι­κής ή άλλης προ­έ­λευ­σης, αυτό ήταν δευ­τε­ρεύ­ον. Η Εκκλη­σία δηλα­δή δεν είχε πρό­βλη­μα με την ελλη­νι­κή κατα­γω­γή καθε­αυ­τή ενός ονό­μα­τος. Αν το ελλη­νι­κό όνο­μα ήταν και όνο­μα αγί­ου, δεν υπήρ­χε πρόβλημα.

Βέβαια, οι διωγ­μοί κατά τους πρώ­τους χρι­στια­νι­κούς αιώ­νες συνέ­βα­λαν στη δια­τή­ρη­ση ειδω­λο­λα­τρι­κών ονο­μά­των, ελλη­νι­κών και λατι­νι­κών όπως π.χ. Ηρα­κλής, Επα­μει­νών­δας κλπ. Επί­σης κάποιες μυθο­λο­γι­κές και ιστο­ρι­κές παρα­δό­σεις ήταν ισχυ­ρές, και έτσι ονό­μα­τα όπως π.χ Ορέ­στης ή Αλέ­ξαν­δρος ήταν διαδεδομένα.

Αντί­στοι­χα και το όνο­μα Ελέ­νη που χρη­σι­μο­ποιεί­ται από την αρχαιό­τη­τα στον ελλη­νι­κό χώρο, είναι όνο­μα ντυ­μέ­νο με την αίγλη του μύθου, και έχει ισχυ­ρή παρου­σία στους μ.Χ αιώνες.

Στους πρώ­τους χρι­στια­νι­κούς αιώ­νες το όνο­μα συν­δέ­θη­κε και με μητέ­ρα του «Μέγα» Κων­στα­ντί­νου που περι­γρά­φε­ται ως φιλό­δο­ξη και ραδιούρ­γα προ­κει­μέ­νου να ανέ­βει ο γιος της στο θρό­νο (κατ’ άλλους αγία με πλού­σιο φιλαν­θρω­πι­κό έργο).

Ο Κων­στά­ντιος Χλω­ρός, ερω­τεύ­τη­κε μια σερ­βι­τό­ρα σε ένα καπη­λειό στο Δρέ­πα­νο Βιθυ­νί­ας με το όνο­μα Ελέ­νη.  «Stabularia» την απο­κα­λεί ο Αμβρό­σιος Μεδιο­λά­νων, δηλα­δή κορί­τσι που εργά­ζε­ται σε πανδοχείο.

Το 270 παντρεύ­τη­κε τον Ρωμαίο αξιω­μα­τι­κό Κων­στά­ντιο Χλω­ρό (250–306) και δύο χρό­νια αργό­τε­ρα γέν­νη­σε τον Κων­στα­ντί­νο. Κατ’ άλλη εκδο­χή, η Ελέ­νη ήταν παλ­λα­κί­δα του Κων­στά­ντιου, την οποία αυτός ουδέ­πο­τε νυμφεύτηκε.

Μετά το γάμο τους, η Ελέ­νη ακο­λού­θη­σε το σύζυ­γό της στις εκστρα­τεί­ες και το 274, στη σημε­ρι­νή πόλη Νις της Σερ­βί­ας, η Ελέ­νη γέν­νη­σε το γιο τους, Κωνσταντίνο.

Την ίδια χρο­νιά που ο Χλω­ρός έγι­νε Καί­σα­ρας στο δυτι­κό τμή­μα, και λίγο αργό­τε­ρα, το 293 μ.Χ., χώρι­σε την Ελέ­νη (με τη συναί­νε­σή της), μιας και ο γάμος αυτός δεν ταί­ρια­ζε σε έναν Καί­σα­ρα. Με την παρό­τρυν­ση του Διο­κλη­τια­νού παντρεύ­τη­κε την Θεο­δώ­ρα, αδερ­φή του Αυγού­στου της δυτι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας, Μαξιμιανού.

Από αυτή την περί­ο­δο αρχί­ζουν οι ραδιουρ­γί­ες της προ­κει­μέ­νου να ανα­δει­χτεί ο γιος της Κων­στα­ντί­νος αυτο­κρά­το­ρας. Ο Κων­στα­ντί­νος τής απέ­νει­με τον τίτλο της Αυγού­στας, εξέ­δω­σε νομί­σμα­τα με τη μορ­φή της και μετο­νό­μα­σε τη γενέ­τει­ρά της σε Ελενόπολη.

Όταν ο Κων­στα­ντί­νος έγι­νε αυτο­κρά­το­ρας, η Ελέ­νη απο­φά­σι­σε να κάνει έρευ­νες για την ανεύ­ρε­ση του τάφου και του σταυ­ρού του Χριστού.

Έτσι η πρώ­ην παλ­λα­κί­δα και νυν Αυγού­στα Ελέ­νη ταξί­δε­ψε στα Ιερο­σό­λυ­μα για να εκθε­με­λιώ­σει το ναό της Αφρο­δί­της και να βρει τον τίμιο Σταυ­ρό και έτσι με το θάνα­τό της (σε ηλι­κία περί­που 80 ετών)  έγι­νε ισα­πό­στο­λος (Τι σύμ­πτω­ση! Στην Αφρο­δί­τη, που του έτα­ξε την ομορ­φό­τε­ρη γυναί­κα του κόσμου, έδω­σε ο Πάρης το «μήλο της Ερι­δος» και έτσι ξεκί­νη­σαν όλα).

Όμως η «αγία» Ελέ­νη μήτε το Σταυ­ρό βρή­κε μήτε το μύθο της ωραί­ας Ελέ­νης εκθεμελίωσε.

Σύμ­φω­να με τους νόμους των Ιου­δαί­ων, όλοι ανε­ξαι­ρέ­τως οι σταυ­ροί των εκτε­λε­σμέ­νων ρίχνο­νταν στην πυρά. Πιθα­νά για χάρη της μετέ­πει­τα αγί­ας, και με το αζη­μί­ω­το, οι Εβραί­οι ραβί­νοι να ανα­κά­λυ­ψαν, άθι­κτο(!), και θα της πρό­σφε­ραν τον Τίμιο Σταυρό…

 

Πώς ο «μικρού­λης και πει­σμα­τά­ρης» Κων­στα­ντί­νος έγι­νε Μέγας και άγιος

Ποιος ήταν ο Μέγας Κωνσταντίνος;

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο