Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η νίκη στο Ντιεν Μπιεν Φου στο Βιετνάμ: Μία ιστορική νίκη ενάντια στην αποικιοκρατία!

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Η πτώ­ση του φρου­ρί­ου Ντιεν Μπιεν Φου στις 7 Μαΐ­ου 1954 επι­σφρά­γι­σε την ήττα σ’ έναν αποι­κια­κό πόλε­μο που διήρ­κε­σε οκτώ χρό­νια, τον οποίο ξεκί­νη­σε η Γαλ­λία το φθι­νό­πω­ρο του 1946 για να εκμη­δε­νί­σει τη Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία Βιετνάμ.

Η μάχη

Στις 20 Νοεμ­βρί­ου 1953, η επι­χεί­ρη­ση «Κάστο­ρας» εγκαι­νί­α­σε μια νέα φάση στον πόλε­μο που η Γαλ­λία διε­ξή­γε στην αποι­κια­κή Ινδο­κί­να από το 1946 ένα­ντι των δυνά­με­ων του βιετ­να­μέ­ζι­κου εθνι­κού κινή­μα­τος (Βιέτ Μιν) υπό την ηγε­σία του Χο Τσι Μινχ. Στο πλαί­σιο της επι­χεί­ρη­σης ολο­κλη­ρώ­θη­κε επι­τυ­χώς μέσα σε τέσ­σε­ρις μέρες η πτώ­ση έξι μοι­ρών αλε­ξι­πτω­τι­στών δια­φό­ρων ειδι­κο­τή­των, λοι­πών βοη­θη­τι­κών δυνά­με­ων και των επι­τε­λεί­ων τους (περί­που 4.000 άνδρες συνο­λι­κά) στην κοι­λά­δα της Ντιεν Μπιεν Φου, στο Τον­κίν, τετρα­κό­σια χιλιό­με­τρα από το Ανόι και κοντά στα σύνο­ρα με το Λάος.

vietnam2

Στρα­τη­γι­κά, η επι­χεί­ρη­ση είχε στό­χο να αξιο­ποι­ή­σει παλαιό­τε­ρες στρα­τιω­τι­κές εγκα­τα­στά­σεις και να εξα­σφα­λί­σει μία βάση για τις γαλ­λι­κές δυνά­μεις, ώστε να απο­τρα­πεί η προ­έ­λα­ση των δυνά­με­ων του Βιέτ Μιν προς το Λάος, δεδο­μέ­νου ότι αυτές είχαν θέσει υπό τον έλεγ­χό τους το μεγα­λύ­τε­ρο τμή­μα του δέλ­τα του Ερυ­θρού Ποταμού.

Η Μάχη του Ντιέν Μπιέν Φου διε­ξή­χθει από τις 13 Μαρ­τί­ου ως τις 7 Μαΐ­ου του 1954, στο ομώ­νυ­μο χωριό του Βιετ­νάμ. Το Ντιεν Μπιεν Φου ήταν ένα φρού­ριο των Γάλ­λων στο βόρειο τμή­μα του Βιετ­νάμ, κοντά στα σύνο­ρα με το Λάος και την Κίνα, σε θέση κλει­δί, που έλεγ­χε τη δίο­δο για το Λάος αλλά και το δέλ­τα του Ερυ­θρού ποτα­μού από όπου γινό­ταν ο κύριος ανε­φο­δια­σμός σε όπλα και πυρο­μα­χι­κά των Βιετ­να­μέ­ζων ανταρ­τών από την λαϊ­κή Κίνα. Ήταν μια περιο­χή 100 τετρ. χιλιο­μέ­τρων, περι­τρι­γυ­ρι­σμέ­νη από ψηλά βου­νά στην οποία βρι­σκό­ταν και ένα στρα­τιω­τι­κό αερο­δρό­μιο το οποίο είχε κατα­σκευά­σει την επο­χή του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου ο ιαπω­νι­κός στρα­τός κατο­χής. Το γαλ­λι­κό επι­τε­λείο σχε­δί­α­ζε να γίνει το Ντιεν Μπιεν Φου σημείο εξόρ­μη­σης του Γαλ­λι­κού στρα­τού ενα­ντί­ον των ανταρτών.

Στο εκεί διοι­κη­τι­κό κέντρο ήταν συγκε­ντρω­μέ­νες πάνω σ’ ένα λόφο έξι αυτό­νο­μες βάσεις και ένα αερο­δρό­μιο με 170 μαχη­τι­κά αερο­σκά­φη. Διοι­κη­τής στο φρού­ριο ήταν ο συνταγ­μα­τάρ­χης των τεθω­ρα­κι­σμέ­νων μονά­δων Ferdinand de la Croix de Castries. Αυτός είχε στη διά­θε­σή του πάνω από 16.000 άντρες, τάγ­μα­τα που είχαν απο­κτή­σει εμπει­ρί­ες από πολέ­μους σε αποι­κί­ες, μετα­ξύ αυτών οι μισοί ήταν αλε­ξι­πτω­τι­στές και πολ­λοί ξένοι λεγε­ω­νά­ριοι, από τους οποί­ους όχι λίγοι κατά τη διάρ­κεια του Δευ­τέ­ρου Παγκο­σμί­ου πολέ­μου ανή­καν στη γερ­μα­νι­κή μεραρ­χία των Βάφεν SS (SS υπό τα όπλα) «Charlemagne» ή της μονά­δας εθε­λο­ντών «Legiondes volontaires français contrele bolchevisme».

Ο de Castries ήθε­λε να παρα­σύ­ρει τον Λαϊ­κό Στρα­τό στο φρού­ριό του, ώστε να του προ­κα­λέ­σει απώ­λειες μετά από πολ­λές επι­θέ­σεις που θα εξα­σθε­νού­σαν τις δυνά­μεις του και στη συνέ­χεια να τον κατα­στρέ­ψει μπρο­στά στο σπί­τι του σε μια μάχη. Το σχέ­διο αγνο­ού­σε εντε­λώς τις αυξα­νό­με­νες στρα­τιω­τι­κές δυνα­τό­τη­τες της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας Βιετ­νάμ. Ο υπουρ­γός Άμυ­νας, στρα­τη­γός Βο Νγκου­γιέν Γκιαπ, ο οποί­ος διεύ­θυ­νε τη μάχη, διέ­θε­τε στο μετα­ξύ ένα μεγά­λο αριθ­μό από βαριά πυρο­βό­λα όπλα, οβι­δο­βό­λα και κανό­νια, αντια­ε­ρο­πο­ρι­κά πυρο­βό­λα της επο­χής εκεί­νης και πυρο­βό­λα ελεύ­θε­ρης ανα­στρο­φής κίνη­σης. Οι Βιετ­να­μέ­ζοι μετέ­φε­ραν τα βαριά πυρο­βό­λα –καθέ­να ζύγι­ζε πάνω από δύο τόνους- απο­συ­ναρ­μο­λο­γη­μέ­να σε ξεχω­ρι­στά εξαρ­τή­μα­τα, χωρίς μέσα ελκυ­σμού, μέσα από βρα­χώ­δη βου­νά και τα τοπο­θέ­τη­σαν σε θέσεις βολής μέσα σε σπη­λιές απέ­να­ντι από το φρού­ριο. Στην τελι­κή φάση της μάχης το περι­κυ­κλω­μέ­νο φρού­ριο δεν μπο­ρού­σε πλέ­ον να τρο­φο­δο­τη­θεί από το Ανόι ούτε με έναν ελά­χι­στο ανε­φο­δια­σμό. Τα βιετ­να­μέ­ζι­κα αντια­ε­ρο­πο­ρι­κά πυρο­βό­λα κατέρ­ρι­πταν τα περισ­σό­τε­ρα μετα­γω­γι­κά αερο­πλά­να. Και αυτό, παρό­λο που πολ­λά από τα αμε­ρι­κα­νι­κά αερο­πλά­να Β26 πετού­σαν με πιλό­τους της πολε­μι­κής αερο­πο­ρί­ας που είχαν απο­κτή­σει εμπει­ρί­ες στον πόλε­μο της Κορέ­ας. Ο Λαϊ­κός Στρα­τός κατα­κτού­σε τις ξεχω­ρι­στές πολε­μι­κές βάσεις τη μια μετά την άλλη. Η πρώ­τη, η Beatrice, ονο­μα­ζό­με­νη και ως φρού­ριο, κατα­κτή­θη­κε μετά από μια θυελ­λώ­δη επί­θε­ση μετά από βαρύ βομ­βαρ­δι­σμό του πυρο­βο­λι­κού, μόνο μέσα σε μια μέρα και μια νύχτα.

Την 1η Μαΐ­ου ο Λαϊ­κός Στρα­τός κατέ­λα­βε τις δύο τελευ­ταί­ες βάσεις «Claudin» και «Junon». Για να δια­τη­ρη­θεί ο μύθος περί ηρω­ι­κά μαχό­με­νων στρα­τιω­τι­κών στε­λε­χών στο Ντιεν Μπιεν Φου, ο συνταγ­μα­τάρ­χης de Castries προ­ή­χθη σε ταξί­αρ­χο. Ο ίδιος και οι στρα­τιώ­τες του σε μια ημε­ρή­σια δια­τα­γή ονο­μά­στη­καν «φωτει­νά παρα­δείγ­μα­τα» που υπε­ρα­σπί­ζο­νται την «τιμή της Γαλ­λί­ας». Ταυ­τό­χρο­να πάνω στις τελευ­ταί­ες θέσεις του φρου­ρί­ου στή­θη­καν λευ­κές σημαίες.

Ξημέ­ρω­νε 7 Μαΐ­ου, στο Ντιέν Μπιέν Φου. Οι Γάλ­λοι περί­με­ναν τον ήλιο για ν’ ανα­σά­νουν. Όμως, την ημέ­ρα εκεί­νη, ο στρα­τη­γός Γκιάπ δε στα­μά­τη­σε την επί­θε­ση με το πρώ­το φως, όπως γινό­ταν το προη­γού­με­νο διάστημα.

Με το πρώ­το φως, χάθη­κε το κου­ρά­γιο. Τα κύμα­τα των Βιε­τμίνχ του στρα­τη­γού Γκιάπ πλή­θαι­ναν, αντί να υπο­χω­ρή­σουν, όπως κάθε προη­γού­με­νο ξημέ­ρω­μα. Η ορμή των επι­θέ­σε­ων δυνά­μω­νε. Οι Γάλ­λοι υπε­ρα­σπι­στές μάχο­νταν ηρω­ι­κά κι απε­γνω­σμέ­να, καθώς βάραι­ναν επά­νω τους τα βλέμ­μα­τα όλου του «δυτι­κού κόσμου». Υπο­χω­ρού­σαν όμως συνε­χώς, τσα­κι­σμέ­νοι. Τα χαρα­κώ­μα­τα έπε­φταν το ένα μετά το άλλο. Στις 5 το από­γευ­μα, όσοι εξα­κο­λου­θού­σαν να μένουν ζωντα­νοί, παρα­δό­θη­καν. Το Ντιέν Μπιέν Φου έπε­σε!. Στη συνέ­χεια οι Βιετ­να­μέ­ζοι εισέ­βα­λαν στο κατα­φύ­γιο του de Castries χωρίς να συνα­ντή­σουν αντί­στα­ση, βρί­σκο­ντάς τον ξαπλω­μέ­νο πάνω σε ένα λευ­κό σεντό­νι. Ένας βιετ­να­μέ­ζος διμοι­ρί­της συνέ­λα­βε αυτόν και τους αξιω­μα­τι­κούς του. Στο κατα­φύ­γιο τοπο­θε­τή­θη­κε η κόκ­κι­νη σημαία με ένα κίτρι­νο αστέρι.

Τι προηγήθηκε

Η λήξη του Α’ Παγκο­σμί­ου πολέ­μου είχε σημά­νει την πτώ­ση των αυτο­κρα­τό­ρων της Ευρώ­πης. Η απο­σύν­θε­ση, όμως, των αυτο­κρα­το­ριών ήρθε με το τέλος του Β’ Παγκο­σμί­ου πολέ­μου. Γονα­τι­σμέ­νες από τα δει­νά, η Αγγλία και η Γαλ­λία έχα­σαν μέσα σε λιγό­τε­ρο από είκο­σι χρό­νια, όσα χρειά­στη­καν αιώ­νες για να κτί­σουν στην Ασία και την Αφρι­κή. Για την Αγγλία, το ηχη­ρό τέλος της αυτο­κρα­το­ρί­ας στην Ασία ήρθε με το χάσι­μο της χερ­σο­νή­σου των Ινδιών. Για τη Γαλ­λία, με το χάσι­μο της άλλης μεγά­λης χερ­σο­νή­σου: Της Ινδοκίνας.

Το κρά­τος του Βιετ­νάμ γεν­νή­θη­κε στη Νοτιο­α­να­το­λι­κή Ασία σχε­δόν ταυ­τό­χρο­να με την οργά­νω­ση του κρά­τους της Γαλ­λί­ας στη Νοτιο­δυ­τι­κή Ευρώ­πη, από τους δια­δό­χους του Καρ­λο­μά­γνου. Ζού­σαν στις περιο­χές του Τον­γκί­νο, του Ανάμ και της Κοχιν­κί­νας, στη μεγά­λη χερ­σό­νη­σο της Ινδο­κί­νας, και γνώ­ρι­ζαν τους κυρί­αρ­χους Κινέ­ζους, από τους οποί­ους απε­λευ­θε­ρώ­θη­καν τον Ι’ αιώνα.

Το βασί­λειο του Βιετ­νάμ απλώ­θη­κε, λίγο — λίγο, ως την Κοχιν­κί­να, που ήταν τμή­μα του Βασι­λεί­ου των Χμερ (στα όρια της σημε­ρι­νής Καμπό­τζης). Ανά­με­σα στα δυο βασί­λεια άρχι­σε αντα­γω­νι­σμός, στον οποίο μετεί­χε κι ένας τρί­τος γεί­το­νας: Το βασί­λειο του Σιάμ (Ταϊ­λάν­δη, σήμερα).

Οι Γάλ­λοι φάνη­καν στην περιο­χή στα 1802, όταν βοή­θη­σαν τον Βιετ­να­μέ­ζο Γκιά Λονγκ να δημιουρ­γή­σει συγκε­ντρω­τι­κή αυτο­κρα­το­ρία. Οι πόλε­μοι όμως ξεκί­νη­σαν το 1858, όταν ο Ναπο­λέ­ο­ντας Γ’ ενδια­φέρ­θη­κε για την τύχη των εκεί καθο­λι­κών χρι­στια­νών. Ήταν ο ίδιος που, ελά­χι­στα χρό­νια πριν, είχε δημιουρ­γή­σει τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις για τη γαλ­λι­κή ανά­μει­ξη στη Μέση Ανα­το­λή, που οδή­γη­σε στον Κρι­μαϊ­κό πόλε­μο, πάλι με πρό­σχη­μα την προ­στα­σία των καθολικών.

Στα 1863, η Καμπό­τζη έγι­νε γαλ­λι­κό προ­τε­κτο­ρά­το. Στα 1867, προ­σαρ­τή­θη­κε και η Κοχιν­κί­να. Ως τα 1885, έγι­ναν γαλ­λι­κά προ­τε­κτο­ρά­τα το Λάος και ολό­κλη­ρο το Βιετ­νάμ (Ανάμ και Τον­κί­νο). Και, στα 1887, όλες αυτές οι περιο­χές απο­τέ­λε­σαν τη Γαλ­λι­κή Ένω­ση της Ινδο­κί­νας. Το Σιάμ είχε γλιτώσει.

Με τις ευλο­γί­ες της Γαλ­λί­ας, ανα­βί­ω­σε η αυτο­κρα­το­ρία του Ανάμ με αυτο­κρά­το­ρα τον Κάι Ντιν. Τον δια­δέ­χτη­κε ο γιος του, Μπάο Ντάι, που γεν­νή­θη­κε το 1913 κι ανέ­βη­κε στον θρό­νο το 1925

Για μισόν αιώ­να, οι Γάλ­λοι κυριαρ­χού­σαν. Όμως, το 1940 οι Ιάπω­νες κατέ­λα­βαν τις ναυ­τι­κές τους βάσεις και το 1945 ολό­κλη­ρο το Βιετ­νάμ, από το οποίο ανα­γκά­στη­καν να φύγουν, την ίδια χρο­νιά. Όποια περιο­χή εκκέ­νω­ναν, την κατα­λάμ­βα­ναν οι Βιετμίνχ.

Η πτώ­ση του φρου­ρί­ου Ντιεν Μπιεν Φου στις 7 Μαΐ­ου 1954 επι­σφρά­γι­σε την ήττα σ’ έναν αποι­κια­κό πόλε­μο που διήρ­κε­σε οκτώ χρό­νια, τον οποίο ξεκί­νη­σε η Γαλ­λία το φθι­νό­πω­ρο του 1946 για να εκμη­δε­νί­σει τη Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία Βιετ­νάμ, η οποία προ­κη­ρύ­χτη­κε με τη νίκη της επα­νά­στα­σης του Αυγού­στου και να επα­νε­γκα­θι­δρύ­σει το αποι­κια­κό καθε­στώς της, αυτό τού 1884. Κατά τη διάρ­κεια του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου η περιο­χή του Βιτε­νάμ κατα­κτή­θη­κε από τους Ιάπω­νες, αλλά εξα­κο­λου­θού­σε να βρί­σκε­ται υπό γαλ­λι­κή διοί­κη­ση. Η δια­κή­ρυ­ξη της ανε­ξαρ­τη­σί­ας την οποία διά­βα­σε ο Χο Τσι Μινχ στις 2 Σεπτεμ­βρί­ου 1945 στο Ανόι, στο πρώ­ην παλά­τι του κυβερ­νή­τη, μπρο­στά σε μισό εκα­τομ­μύ­ριο κατοί­κους, τέλειω­νε με τις λέξεις: «Ο βιετ­να­μέ­ζι­κος λαός είναι απο­φα­σι­σμέ­νος να κινη­το­ποι­ή­σει όλες τις πνευ­μα­τι­κές και υλι­κές του δυνά­μεις, να θυσιά­σει τη ζωή και την περιου­σία του για να υπε­ρα­σπι­στεί το δικαί­ω­μα στην ελευ­θε­ρία και την ανε­ξαρ­τη­σία του». Οι λέξεις αυτές τα επό­με­να χρό­νια παρα­κί­νη­σαν πραγ­μα­τι­κά τη μεγά­λη πλειο­ψη­φία των Βιετ­να­μέ­ζων να υπε­ρα­σπι­στούν την εθνι­κή τους αυτο­νο­μία από σε μια νέα εισβο­λή των αποικιοκρατών.

Μετά από επι­δρο­μές στο νότιο Βιετ­νάμ, το Παρί­σι, στις 23 Νοεμ­βρί­ου 1946, προ­κά­λε­σε ένο­πλες συγκρού­σεις στην Χαι­φόγκ και απαί­τη­σε την απο­χώ­ρη­ση του Λαϊ­κού Στρα­τού από την παρα­λια­κή πόλη.Όταν η Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία Βιετ­νάμ απέρ­ρι­ψε την αξί­ω­ση, το γαλ­λι­κό πυρο­βο­λι­κό κανο­νιο­βό­λη­σε την Χαι­φόγκ. Κατά τους κανο­νιο­βο­λι­σμούς σκο­τώ­θη­καν περί­που 6.000πολίτες. Στη συνέ­χεια οι γαλ­λι­κές στρα­τιω­τι­κές μονά­δες εισήλ­θαν στην πόλη, προ­χώ­ρη­σαν μέχρι το Ανόι και του επι­τέ­θη­καν στις 19 Δεκεμ­βρί­ου. Ο Χο Τσι Μινχ κάλε­σε σε ένο­πλη πάλη: «Ας είμα­στε θαρ­ρα­λέ­οι, αγα­πη­τοί συμπα­τριώ­τες. Όποιοι κι αν είστε, άνδρες, γυναί­κες, παι­διά, γέροι, νέοι, σε όποια θρη­σκεία και εθνι­κό­τη­τα κι αν ανή­κε­τε, αν είστε Βιετ­να­μέ­ζοι, ξεση­κω­θεί­τε στον αγώ­να ενά­ντια στους γάλ­λους αποι­κιο­κρά­τες για τη σωτη­ρία της πατρί­δας». Η πρω­τεύ­ου­σα αμύν­θη­κε μέχρι τις 7 Φεβρουα­ρί­ου 1947 ενά­ντια στην κατα­πιε­στι­κή υπερ­δύ­να­μη, η οποία έκα­νε επί­θε­ση με βαριά όπλα, τεθω­ρα­κι­σμέ­να και πυρο­βο­λι­κό. Κατά τη διάρ­κεια των μαχών εκκε­νώ­θη­καν εργο­στά­σια και οι κεντρι­κές κυβερ­νη­τι­κές θέσεις στις βορειο­δυ­τι­κές ορει­νές επαρ­χί­ες του Βιετ Μπακ.

Τον Οκτώ­βριο ο Λαϊ­κός Στρα­τός 100 χιλιό­με­τρα βορειο­δυ­τι­κά του Ανόι απώ­θη­σε την επί­θε­ση των γαλ­λι­κών στρα­τιω­τι­κών μονά­δων. Η αυτα­πά­τη για μια κεραυ­νο­βό­λα νίκη απέ­τυ­χε. Για την συγκά­λυ­ψη της αποι­κια­κής του κατά­κτη­σης το Παρί­σι, στις 8 Μαρ­τί­ου 1949, έβα­λε ξανά στο θρό­νο τον ανα­τρα­πέ­ντα κάι­ζερ Μπάο Ντάι στην κορυ­φή ενός καθεστώτος-μαριονέτας.

Το φθι­νό­πω­ρο του 1950 ο Λαϊ­κός Στρα­τός απε­λευ­θέ­ρω­σε τις περιο­χές που συνό­ρευαν με την Κίνα, η οποία την 1η Οκτω­βρί­ου του 1949 ανα­κη­ρύ­χτη­κε σε Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία. Η Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία Βιετ­νάμ λάμ­βα­νε τώρα στρα­τιω­τι­κή υπο­στή­ρι­ξη από την λαϊ­κή κυβέρ­νη­ση του Πεκί­νου και μέσω του εδά­φους της επί­σης σοβιε­τι­κή βοή­θεια μεγα­λύ­τε­ρη απ’ ό,τι μέχρι τώρα.

Στις 30 Ιανουα­ρί­ου 1950, η ΕΣΣΔ ανα­γνώ­ρι­σε επί­ση­μα την κυβέρ­νη­ση Χο Τσι Μινχ, γεγο­νός που ώθη­σε τις ΗΠΑ και το Ηνω­μέ­νο Βασί­λειο να ανα­γνω­ρί­σουν με τη σει­ρά τους, στις 7 Φεβρουα­ρί­ου, τα συν­δε­ό­με­να κρά­τη της Καμπό­τζης, του Βιετ­νάμ και του Λάος ως μέλη της Γαλ­λι­κής Ένωσης

Στις 8 Μαρ­τί­ου 1950 η Ουά­σιγ­κτον έκλει­σε με το Παρί­σι μια συμ­φω­νία για στρα­τιω­τι­κή βοή­θεια ανα­φο­ρι­κά με το Βιετ­νάμ. Από τότε οι ΗΠΑ υπο­στή­ρι­ζαν τον αποι­κια­κό πόλε­μο της Γαλ­λί­ας με μεγά­λες μετα­φο­ρές όπλων. Στα μέσα Μαρ­τί­ου ο γάλ­λος αρχη­γός του Γενι­κού Επι­τε­λεί­ου Paul Ely, ζήτη­σε από τον αρχη­γό των ενό­πλων δυνά­με­ων των ΗΠΑ στην Ουά­σιγ­κτον ναύ­αρ­χο Arthur W.Radford, μια «απο­φα­σι­στι­κή αύξη­ση» βοή­θειας από τις ΗΠΑ. Ο Ely πρό­τει­νε ακό­μη και την «ρίψη της ατο­μι­κής βόμ­βας στις καθυ­στε­ρη­μέ­νες περιο­χές Χο Τσι Μινχ». Ακό­μη και ο Radfordή­ταν υπέρ στο να χρη­σι­μο­ποι­η­θεί το «μεγά­λο ρόπα­λο» (η ατο­μι­κή βόμ­βα). Ήδη μετά την επέμ­βα­ση της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας Κίνας στην Κορέα, ήθε­λε να ρίξει μερι­κές ατο­μι­κές βόμ­βες πάνω από την Μαν­τζου­ρία. Ο πρό­ε­δρος Αϊζεν­χά­ου­ερ δεν ήθε­λε όμως αυτή τη φορά να πάρει ένα τέτοιου είδους ρίσκο, στο οποίο θα μπο­ρού­σε να απα­ντή­σει η Μόσχα, έγκρι­νε όμως την ρίψη βομ­βών ναπάλμ από τα αερο­σκά­φη C 119,και επι­πρό­σθε­τα την ενί­σχυ­ση των ήδη χρη­σι­μο­ποιού­με­νων Β 26 με πιλό­τους των ΗΠΑ, καθώς και παρα­δό­σεις σε όπλα και ανε­φο­δια­σμό. Ο Αϊζεν­χά­ου­ερ στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα περί­με­νε την ήττα των Γάλ­λων ώστε να μπο­ρούν να πάρουν τη θέση τους οι ΗΠΑ.

Το Νοέμ­βριο του 1953 η Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία Βιετ­νάμ καθιέ­ρω­σε την γενι­κή υπο­χρε­ω­τι­κή στρα­τιω­τι­κή θητεία. Ο Λαϊ­κός Στρα­τός αριθ­μού­σε έξι μεραρ­χί­ες πεζι­κού, μια λεγό­με­νη βαριά μεραρ­χία καθώς και πολ­λά αυτό­νο­μα συντάγ­μα­τα. 350.000 στρα­τιώ­τες βρί­σκο­νταν υπό τα όπλα. Ένα μήνα αργό­τε­ρα η Εθνο­συ­νέ­λευ­ση θέσπι­σε το διά­ταγ­μα για μια αγρο­τι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση. Οι αγρο­τι­κές εκτά­σεις των γάλ­λων αποι­κιο­κρα­τών καθώς και αυτές των βιετ­να­μέ­ζων μεγα­λο­γαιο­κτη­μό­νων, οι οποί­οι απο­δεί­χτη­καν ως εχθροί της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας Βιετ­νάμ, απαλ­λο­τριώ­θη­καν χωρίς απο­ζη­μί­ω­ση και μοι­ρά­στη­καν σε πέντε εκα­τομ­μύ­ρια φτω­χούς αγρό­τες. Μεγα­λο­γαιο­κτή­μο­νες, οι οποί­οι υπο­στή­ρι­ξαν τον απε­λευ­θε­ρω­τι­κό αγώ­να και τη λαϊ­κή εξου­σία ή συμπε­ρι­φέρ­θη­καν απλά έντι­μα, απο­ζη­μιώ­θη­καν για τις εκτά­σεις, τα ζώα και την τεχνι­κή (τεχνι­κά μηχα­νή­μα­τα) και τους επι­τρά­πη­κε να κρα­τή­σουν την υπό­λοι­πη ιδιο­κτη­σία τους. Η αγρο­τι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση δεν στα­θε­ρο­ποί­η­σε τη λαϊ­κή εξου­σία μόνο πολι­τι­κά και οικο­νο­μι­κά, αλλά και στρα­τιω­τι­κά. Έθε­σε τη συμ­μα­χία εργα­τών και αγρο­τών, οι οποί­οι έφε­ραν το κύριο βάρος του αγώ­να, σε στα­θε­ρές πολι­τι­κές και οικο­νο­μι­κές βάσεις.

Έτσι, ο εξο­πλι­σμέ­νος Λαϊ­κός Στρα­τός στις 10 Δεκεμ­βρί­ου 1953 περ­νά σε επί­θε­ση ενά­ντια στο στα­θε­ρά οπλι­σμέ­νο γαλ­λι­κό φρού­ριο στη ζού­γκλα, στο Ντιεν Μπιεν Φου, στα βου­νά του βορειο­δυ­τι­κού Βιετ­νάμ. Στο εκεί διοι­κη­τι­κό κέντρο ήταν συγκε­ντρω­μέ­νες πάνω σ’ ένα λόφο έξι αυτό­νο­μες βάσεις και ένα αερο­δρό­μιο με 170 μαχη­τι­κά αερο­σκά­φη. Διοι­κη­τής στο φρού­ριο ήταν ο συνταγ­μα­τάρ­χης των τεθω­ρα­κι­σμέ­νων μονά­δων Ferdinand de la Croix de Castries. Αυτός είχε στη διά­θε­σή του πάνω από 16.000 άντρες, τάγ­μα­τα που είχαν απο­κτή­σει εμπει­ρί­ες από πολέ­μους σε αποι­κί­ες, μετα­ξύ αυτών οι μισοί ήταν αλε­ξι­πτω­τι­στές και πολ­λοί ξένοι λεγε­ω­νά­ριοι, από τους οποί­ους όχι λίγοι κατά τη διάρ­κεια του Δευ­τέ­ρου Παγκο­σμί­ου πολέ­μου ανή­καν στη γερ­μα­νι­κή μεραρ­χία των Βάφεν SS (SS υπό τα όπλα) «Charlemagne» ή της μονά­δας εθε­λο­ντών «Legiondes volontaires français contrele bolchevisme».

Κατά τη διάρ­κεια του αποι­κια­κού πολέ­μου σκο­τώ­θη­καν περί­που 92.000 γάλ­λοι στρα­τιώ­τες. Αν συνυ­πο­λο­γι­στούν οι τραυ­μα­τί­ες και οι αιχ­μά­λω­τοι, οι απώ­λειες του στρα­τού, απο­τε­λού­με­νος από μαριο­νέ­τες, έφθα­ναν τους 466.172 άντρες. Από τη μεριά της Λαϊ­κής Δημο­κρα­τί­ας Βιετ­νάμ σκο­τώ­θη­καν πάνω από 800.000 άνθρω­ποι, ένα μεγά­λο μέρος από αυτούς ήταν πολί­τες που έπε­σαν θύμα­τα μέτρων εκδί­κη­σης και βομ­βαρ­δι­σμών. Ερω­τώ­με­νος ανα­φο­ρι­κά με τις αιτί­ες της νίκης ο Γκιαπ, απά­ντη­σε στη Le Monde: «Ανα­κα­λέ­στε στη μνή­μη την γαλ­λι­κή επα­νά­στα­ση, θυμη­θεί­τε το Βαλ­μύ και τους δικούς σας άσχη­μα εξο­πλι­σμέ­νους στρα­τιώ­τες σε σχέ­ση με τον πρω­σι­κό επαγ­γελ­μα­τι­κό στρα­τό. Παρό­λα αυτά οι στρα­τιώ­τες σας νίκη­σαν. Για να μας κατα­νο­ή­σε­τε σκε­φτεί­τε αυτές τις ιστο­ρι­κές στιγ­μές του λαού σας. Ψάξ­τε την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ένας λαός που πολε­μά για την ανε­ξαρ­τη­σία του κατορ­θώ­νει θρυ­λι­κές ηρω­ι­κές πράξεις».

Τι ακολούθησε

Τα γεγο­νό­τα πήραν πιο γρή­γο­ρους ρυθ­μούς. Στις 7 Οκτω­βρί­ου, ο Χο Τσι Μινχ έμπαι­νε στο Ανόι, πρω­τεύ­ου­σα του Βιετ­νάμ. Στις 31 του μήνα, οι τελευ­ταί­οι Γάλ­λοι απο­χω­ρού­σαν από τη χώρα. Είχαν απο­χω­ρή­σει και από την Καμπό­τζη, της οποί­ας την ανε­ξαρ­τη­σία ανα­γνώ­ρι­σαν στις 9 Νοεμ­βρί­ου του 1953.

Στη Γενεύη, δημιουρ­γή­θη­καν δύο κρά­τη: Το Βόρειο Βιετ­νάμ (Λαϊ­κή Δημο­κρα­τία) και το Νότιο Βιετ­νάμ (βασί­λειο). Όμως, ο αυτο­κρά­το­ρας δεν χρεια­ζό­ταν πια. Στα 1955, το Νότιο Βιετ­νάμ έγι­νε δημο­κρα­τία, με την υπο­στή­ρι­ξη των Αμε­ρι­κα­νών που δια­δέ­χτη­καν τις αποι­κια­κές αυτο­κρα­το­ρί­ες στην περιο­χή. Ο Μπο Ντάι έφυ­γε ορι­στι­κά και το Νότιο Βιετ­νάμ απο­χώ­ρη­σε από τη Γαλ­λι­κή Ένω­ση. Είχε, όμως, αρχί­σει ο αγώ­νας του Λαϊ­κού Μετώ­που Απε­λευ­θέ­ρω­σης που ενι­σχυό­ταν από το Βόρειο Βιετ­νάμ. Οι Αμε­ρι­κα­νοί το βάφτι­σαν Βιετ­κόνγκ (από τις λέξεις Βιετ­νάμ και Κον­γκ­σάν, που σημαί­νει κομμουνιστής).

Βου­δι­στές, εθνι­κι­στές και Βιετ­κόνγκ πολέ­μη­σαν τον εκλε­κτό των ΗΠΑ, Ντγκο Ντιν Ντιέμ, που ανα­τρά­πη­κε το 1963. Η ένο­πλη αμε­ρι­κα­νι­κή επέμ­βα­ση κορυ­φώ­θη­κε. Κορυ­φώ­θη­κε όμως και η αντί­στα­ση των Βιετ­κόνγκ, καθώς και η εσω­τε­ρι­κή αντί­δρα­ση στις Ηνω­μέ­νες Πολι­τεί­ες, όπου το ειρη­νι­στι­κό κίνη­μα βρή­κε πρό­σφο­ρο έδα­φος ν’ ανα­πτυ­χθεί. Ο ρεπου­μπλι­κά­νος Ρίτσαρντ Νίξον εκλέ­χτη­κε πρό­ε­δρος το 1968 με σύν­θη­μα την αμε­ρι­κα­νι­κή απε­μπλο­κή από την Ινδο­κί­να. Η απο­χώ­ρη­ση των Αμε­ρι­κα­νών ξεκί­νη­σε στα 1969, χρο­νιά που πέθα­νε ο Χο Τσι Μινχ.

Στις 10 Μαρ­τί­ου του 1975, ξεκί­νη­σε η τελι­κή επί­θε­ση των Βορειο­βιετ­να­μέ­ζων και των Βιετ­κόγκ. Στις 30, πήραν τη Σαϊ­γκόν. Στις 29 Απρι­λί­ου, οι τελευ­ταί­οι Αμε­ρι­κα­νοί στρα­τιώ­τες εγκα­τέ­λει­παν την πρω­τεύ­ου­σα του Ν. Βιετ­νάμ, ενώ στην πρε­σβεία και στο λιμά­νι δια­δρα­μα­τί­ζο­νταν σκη­νές αλλο­φρο­σύ­νης, καθώς χιλιά­δες ντό­πιοι προ­σπα­θού­σαν να εγκα­τα­λεί­ψουν την πόλη, πριν να τους προ­λά­βουν οι Βιετ­κόνγκ. Την επο­μέ­νη, 30 Απρι­λί­ου του 1975, ο πρό­ε­δρος Χο Τσι Μινx ανα­κοί­νω­νε την άνευ όρων παρά­δο­ση της χώρας στους Βιετ­κόνγκ. Η ένω­ση του Νότιου με το Βόρειο Βιετ­νάμ απο­τε­λού­σε πια μια τυπι­κή δια­δι­κα­σία. Η Σαϊ­γκόν, πρώ­ην πρω­τεύ­ου­σα του Νότιου Βιετ­νάμ, μετο­νο­μά­στη­κε σε πόλη του Χο Τσι Μινχ, προς τιμή του ηγέ­τη, που πέθα­νε την ίδια χρονιά.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο