Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
Η Ινδονησία, με γρήγορους καπιταλιστικούς ρυθμούς αναπτυσσόμενη οικονομία σήμερα, με μεγάλους δείκτες φτώχειας, ήταν αποικία της Ολλανδίας ήδη από τις αρχές του 17ου αιώνα. Έγινε ανεξάρτητη το 1945 με μια μονομερή διακήρυξη του Σουκάρνο, το καθεστώς του οποίου έληξε αιματηρά το 1965. Δεν χωράει αμφιβολία ότι η σφαγή που έγινε στην Ινδονησία το 1965 ήταν μία από τις μεγαλύτερες σφαγές στην παγκόσμια ιστορία. Οι ΗΠΑ τη θεώρησε «μεγαλειώδη νίκη πάνω στον κομμουνισμό», το «Time» τη χαρακτήρισε «μία από τις καλύτερες ειδήσεις για τη Δύση εδώ και χρόνια στην Ασία», το «New York Times» έβαλε τον τίτλο «Μια αχτίδα φωτός στην Ασία»[1], αλλά ούτε η Ολλανδία έκρυψε τη χαρά της διαδίδοντας, ότι είχε εμποδιστεί ένα «κομμουνιστικό πραξικόπημα». Το κομμουνιστικό κόμμα ήταν τότε το μεγαλύτερο στον κόσμο σε χώρα που δεν ήταν στην κυβέρνηση. Γρήγορα λοιπόν η διεθνής αντίδραση στήριξε το καθεστώς του Σουχάρτο με στρατιωτική, οικονομική και πολιτική βοήθεια, ο οποίος άνοιξε τη χώρα διάπλατα για τις ξένες επενδύσεις. Aς δούμε πιο αναλυτικά τα γεγονότα.
Η δολοφονία της λαϊκής θέλησης
Από το τέλος της δεκαετίας του ’50 είχαν ξεκινήσει στην Ινδονησία οι μυστικές επιχειρήσεις με αποκορύφωμα τα έτη 1965–66 με την ανατροπή της κυβέρνησης Σουκάρνο. Ο Σουκάρνο δεν είχε μόνο εθνικοποιήσει τις εταιρίες, αλλά επίσης αρνιόταν επίμονα να κάνει το ΚΚΙνδονησίας παράνομο. Οι αντίπαλοί του απόκτησαν περισσότερη δύναμη μέσω μιας στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας για τον ινδονησιακό στρατό συμπεριλαμβανομένων βομβαρδιστικών «Β‑26». Επίσης τους δόθηκε ένας κατάλογος με τουλάχιστον 5.000 «στόχους για εξόντωση». Δηλαδή μέλη και στελέχη του ΚΚΙ, που το 1958 μετρούσε 1,5 εκατομμύρια μέλη. Πήραν και χρήματα για να δημιουργηθούν βάσεις εκπαίδευσης «ανταρτών» στην περιοχή των νήσων Παλουάν και Μιντάουο στις Φιλιππίνες. Η επιχείρηση για την ανατροπή του Σουκάρνο και την εξόντωση του «κομμουνιστικού κινδύνου» στέφθηκε με επιτυχία το 1967 με φρικτά αποτελέσματα: ένα εκατομμύριο νεκροί, περίπου (υπάρχουν πολύ χειρότερες εκτιμήσεις), ανάμεσα στους οποίους τα μέλη του ΚΚΙ. Αυτό το λεγόμενο «μοντέλο Τζακάρτα» εφαρμόστηκε και στην Καμπότζη το 1970, αλλά και για να ανατραπεί η κυβέρνηση Αγιέντε στη Χιλή το 1973.
Λίγα ιστορικά
Το ριζοσπαστικό αστικό κίνημα στην Ολλανδία του 19ου αιώνα δεν ασχολήθηκε και πολύ με το ζήτημα των αποικιών. Ούτε με την εξέγερση του Ντίπο Νεγκόρο στην Ιάβα που κράτησε πέντε χρόνια (1825–1830) και είχε οδηγήσει την ολλανδική διοίκηση στο χείλος του γκρεμού. Λίγα χρόνια αργότερα (1874) άρχισε ο πόλεμος του Άτσε (Βόρεια Σουμάτρα, ένα από τα μεγαλύτερα νησιά του Ινδονησιακού αρχιπελάγου) ο οποίος θα κρατούσε χρόνια ολόκληρα. Μόνο το βιβλίο του Ολλανδού συγγραφέα Μουλτατούλι «Ο Μαξ Χάβελααρ ή οι δημοπρασίες του καφέ της Ολλανδικής Εμπορικής Εταιρίας» (είναι ο συγγραφέας που καθιέρωσε το διακοσμητικό επίθετο «ζώνη από σμαράγδι» για τον ινδονησιακό αρχιπέλαγο λόγω της καταπράσινης εξωτικής τροπικής ομορφιάς της χώρας) με τη σθεναρή καταγγελία των αποικιοκρατικών καταστάσεων στην Ινδονησία, ανάφερε την εξέγερση του Ντίπο Νεγκόρο και γενικά προκάλεσε μια ισχυρή αναταραχή στην ολλανδική κοινωνία του 19ου αιώνα κατηγορώντας την ολλανδική αποικιοκρατική, αλλά και τη φεουδαρχική εκμετάλλευση και καταπίεση από τους ντόπιους ηγεμόνες σε βάρος του ίδιου του λαού τους.
Με αφορμή τον πόλεμο του Άτσε ήρθε η πρώτη διαμαρτυρία από ριζοσπάστες και σοσιαλιστές διανοούμενους. Διαμαρτυρήθηκε ο Σοσιαλδημοκρατικός Σύνδεσμος, όμως δεν μπορούμε να μιλάμε για οργανωμένη δράση ενάντια στην αποικιοκρατία. Χρόνια αργότερα, το 1918, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Ολλανδίας, λίγο πριν αλλάξει το όνομά του σε Κομμουνιστικό Κόμμα, πήρε ισχυρά θέση ενάντια στον ολλανδικό αποικιοκρατικό σύστημα τοποθετούμενο στο πλευρό του ινδονησιακού λαού, ο οποίος με όλο και μεγαλύτερη έμφαση πρόβαλλε την επιθυμία του να είναι έθνος ανεξάρτητο. Τελικά το εργατικό κίνημα της Ολλανδίας, όταν πλέον είχε αποκτήσει πιο σταθερές οργανώσεις, ασχολήθηκε πιο εντατικά με το αποικιοκρατικό ζήτημα. Ωστόσο, στο σχέδιο προγράμματος για το Συνέδριο του 1901 του Εργατικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (που είχε ιδρυθεί το 1894) η αποικιοκρατία καθεαυτή δεν είχε απορριφθεί, αλλά «η διατήρηση των αποικιών μας δεν είναι δικαίωμα, αλλά έγινε υποχρέωση. Δεν είναι πια κάτι το ευχάριστο, αλλά ένα φορτίο βαρύ που η ιστορία έχει βάλει στους ώμους μας. Η Ολλανδία πρέπει να πληρώσει μέσα στην Ινδονησία ένα βαρύ χρέος και πρέπει σ’ αυτή την περίπτωση, όπως σε τόσες άλλες να εξιλεωθούμε για τα εγκλήματα της αστικής τάξης».
Πρόκειται για κείμενο γεμάτο αστικής υποκρισίας εκ μέρους των σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι στην ουσία στήριζαν εκείνους τους ριζοσπάστες αστούς που ήθελαν η Ολλανδία να πληρώσει ή να «εξιλεωθεί» το χρέος τιμής στην Ινδονησία, αλλά δεν ήθελαν να τερματίσουν την αποικιοκρατία. Το ίδιο σχέδιο προγράμματος μιλάει για την οικονομική σημασία της Ινδονησίας για την Ολλανδία: «Χωρίς τις αποικίες μας……στην Ολλανδία θα είχαμε περισσότερη φτώχεια και ανεργία με λιγότερο εμπόριο, λιγότερη ναυτιλία και λιγότερη βιομηχανία….Να θυμίσουμε μονάχα – κόντρα σε κάποιες απόψεις που συχνά ακούγονται – ότι η αποικιακή μας κτήση εξακολουθεί να μας δίνει, όπως πριν, μεγάλα πλεονεκτήματα και θα ήταν αχάριστο να το ξεχνάμε αυτό».
Η νοοτροπία ενός ταπεινωτικού πατερναλισμού και οπορτουνιστικής φιλανθρωπίας απέναντι στους λαούς αυτούς εκφράζεται καθαρά στα εξής λόγια στο ίδιο σχέδιο προγράμματος: «Να προστατεύουμε αυτούς τους φτωχούς, τους παραμελημένους, για αιώνες καταπιεσμένους και εκμεταλλευμένους από την αυθαιρεσία της ολλανδικής κυβέρνησης και από την πλεονεξία του ολλανδικού κεφαλαίου. Να κάνουμε αυτές τις φυλές προσιτές για μια ανώτερη ανάπτυξη και έναν ανώτερο πολιτισμό. Να προωθήσουμε στο μέτρο των δυνατοτήτων την ευημερία της χώρας και του λαού: να το κοινωνικό και ηθικό καθήκον της Ολλανδίας ως αποικιακή δύναμη».
Το 1900 στο Παρίσι πραγματοποιήθηκε ένα Συνέδριο της Δεύτερης Κομμουνιστικής Διεθνούς, το οποίο είχε περιλάβει στην ατζέντα του και το αποικιοκρατικό ζήτημα. Ομόφωνα υιοθέτησε ένα ψήφισμα στο οποίο αναφέρονται ανάμεσα σ’ άλλα και τα εξής: «Το οργανωμένο προλεταριάτο πρέπει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να παλέψει ενάντια στην καπιταλιστική αποικιοκρατική επέκταση και να καταδικάσει την αποικιοκρατική πολιτική της αστικής τάξης…….» Η Ολανδέζα αντιπρόσωπος Ανριέτε Ρόλαντ Χολστ έγραψε σχετικά με το ψήφισμα αυτό: «Η σοσιαλδημοκρατία γνωρίζει ότι η αποικιοκρατική επέκταση επιμηκύνει τη ζωή του καπιταλισμού, ότι εξασθενίζει τη δημοκρατία στη μητρόπολη και δεν μπορείς να την ξεχωρίσεις από τις βαναυσότητες και την πολιτική της καταπίεσης στην οποία πάντα αντιστέκεται η εργατική τάξη. Ισως σε κάθε χώρα να υπάρχουν σοσιαλιμπεριαλιστές, ………..αλλά δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρχει μια ιμπεριαλιστική μειοψηφία μέσα στη σοσιαλδημοκρατία.»
Θα ξεσπούσε μια οξεία αντιπαράθεση ανάμεσα στους επαναστάτες μαρξιστές και τους αναθεωρητές σχετικά με τη διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης των αποικιών, το δικαίωμα απόσχισής τους. Στην αντιπαράθεση αυτή οι μαρξιστές έπαιρναν καθαρά θέση κατά της αποικιοκρατίας υπερασπιζόμενοι την ανεξαρτησία των αποικιών.
Το ξύπνημα της συνείδησης
Ωστόσο, ουδέν κακό αμιγές καλού. Η δυναμική ιστορικών αλλαγών φανερώνεται πάντα, όταν υπάρχουν ριζικές αλλαγές στην οικονομική δομή μιας χώρας. Κατά το τέλος του 19ου αιώνα οι επενδύσεις ολλανδικού κεφαλαίου αυξήθηκαν γρήγορα στην Ινδονησία. Αυτές έφεραν τη δημιουργία και τη βελτίωση μιας σημαντικής υποδομής, όπως οι σιδηρόδρομοι, λιμάνια, η ανάπτυξη φυτειών ζάχαρης και καουτσούκ, κοιτασμάτων πετρελαίου και ορυχείων, αλλά και εργοστάσια ζάχαρης και εργοτάξια επισκευών. Με την ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού άρχισαν να μπαίνουν στην κλειστή φεουδαρχική ινδονησιακή κοινωνία καπιταλιστικά χαρακτηριστικά. Σίγουρα, η αποικιακή εξουσία και οι μεγαλογαιοκτήμονες προσπάθησαν να διατηρήσουν τις φεουδαρχικές σχέσεις στις αγροτικές περιοχές. Η ινδονησιακή κοινωνία παρέμεινε κυρίως αγροτική. Όμως, οι αποικιακές αρχές χρειάστηκαν ένα μηχανισμό υπαλλήλων και γι’αυτό έπρεπε να δημιουργηθεί η δυνατότητα εκπαίδευσης. Επιπλέον οι δυτικές επιχειρήσεις είχαν πια ανάγκη από εξειδικευμένους εργάτες. Έτσι γεννήθηκε μια εργατική τάξη, έστω πολύ μικρή ακόμα, καθώς και ένα στρώμα Ινδονήσιων διοικητικών υπαλλήλων και μαζί μ’αυτούς γεννήθηκε και το εθνικό και εργατικό κίνημα, που πάλεψε ενάντια στην ολλανδική αποικιοκρατία. Βλέπουμε λοιπόν, ότι στην περίπτωση της Ινδονησίας, όπως σε πολλές αποικίες σε όλο τον κόσμο, οι καπιταλιστικές σχέσεις τελικά, θέλοντας και μη, δημιούργησαν οι ίδιες τις αντίθετες προς το σύστημα δυνάμεις γινόμενες το «ασυνείδητο ιστορικό εργαλείο» για το επαναστατικό ξύπνημα. Και φυσικά, η αποικιοκρατική εξουσία θα προσπαθήσει και σ’αυτή την περίπτωση να εξουδετερώσει και να εξοντώσει με κάθε μέσο αυτό τον αντίπαλο, που ο ίδιος νομοτελειακά δημιουργεί με αποκορύφωμα το 1965 στην Ινδονησία αυτή τη φοβερή σφαγή, που αναφέραμε παραπάνω.
Η συνειδητοποίηση δεν έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία
Ήδη στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε μια ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού της Ινδονησίας. Οι αρχές στη Χάγη και στην πρωτεύουσα Μπατάβια (σήμερα Τζακάρτα) το είδαν και άρχισαν να φρενάρουν την τάση για ανεξάρτητο εθνικό κράτος. Έτσι εξόρισαν εθνικούς ηγέτες, απαγόρευσαν οργανώσεις, πχ το Ινδικό Κόμμα, ψάχνοντας μεθόδους να διοχετεύσουν το ινδονησιακό στοιχείο σε ακίνδυνες ατραπούς. Στα χρόνια που ακολούθησαν η οργανωμένη αντίσταση αυξανόταν παίρνοντας ένα χαρακτήρα πιο καθαρά ιδεολογικό προς τον κομμουνισμό, αλλά και η καταπίεση αυξανόταν με ανάλογους ρυθμούς. Το Μάη του 1920 ιδρύθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδονησίας, το οποίο θα εξελισσόταν σε ένα των μεγαλύτερων ΚΚ παγκοσμίως. Το κόμμα αυτό ήταν η βάση για την πάλη για την εθνική ανεξαρτησία και την κοινωνική πρόοδο. Από την αρχή το κόμμα αυτό δήλωσε, ότι ο άμεσος στόχος του ήταν να εγκαθιδρύσει μια σοσιαλιστική κοινωνία κάνοντας το λάθος συγκρίνοντας την ινδονησιακή κοινωνία με τις κοινωνίες στον αναπτυγμένο καπιταλισμό ή τουλάχιστον με τη ρώσικη κοινωνία του πριν από το 1917. Εξισώνοντας δηλαδή μια αποικιακή κοινωνία ή μια ημι-αποικιακή κοινωνία με μια καπιταλιστική. Αυτό είχε συνέπειες για το πώς έκριναν το χαρακτήρα της επανάστασης και τους συμμάχους της. Ωστόσο, η ίδρυση του ΚΚΙ έδωσε μια γερή ώθηση στο επαναστατικό-εθνικό κίνημα προκαλώντας μεγάλη ανησυχία στο ολλανδικό κεφάλαιο και τους εκπροσώπους του.
Η διεθνής αλληλεγγύη
H πρώτη ηγεσία του ΚΚΙνδονησίας περιλάμβανε Ινδονήσιους και Ολλανδούς. Επίσης το ΚΚΙ αποφάσισε να μπει στην Κομμουνιστική Διεθνή και επισκεπτόταν την Ολλανδία για επαφές με το ΚΚΟλλανδίας. Για να πάρουμε μια εντύπωση για το κλίμα που επικρατούσε θα παραθέσουμε τον αντιπρόεδρο Νταρσόνο στο Συνέδριο του ΚΚ της Ολλανδίας το Νοέμβρη του 1921: «Εδώ στέκομαι μπροστά σας σαν μέλος του λαού των 50 έως 60 εκατομμυρίων της Ινδονησίας, που η καπιταλιστική τάξη της Ολλανδίας τον θεωρεί και τον μεταχειρίζεται σαν κατώτερο ανθρώπινο είδος, ακόμα και σαν ζώο. Η ολλανδική αστική τάξη με όλα τα μέσα ωθεί τους Ολλανδούς εργάτες ενάντια στο μελαχρινό προλεταριάτο. Χρησιμοποιούν Ολλανδούς για να παλέψουν ενάντια στο μελαχρινό πληθυσμό».
Μιλώντας για το ρατσιστικό μίσος που ο ολλανδικός καπιταλισμός θέλει να δημιουργήσει, καθώς και για το γεγονός, ότι γι’αυτό ο φτωχός ιθαγενής βλέπει σε κάθε λευκό έναν εχθρό, εξέφρασε τη θέλησή του να κατοχυρώσει μια στενή συνεργασία ανάμεσα στο ΚΚΟλλανδίας και της Ινδονησίας για να αποκτηθεί μ’αυτό τον τρόπο ένας δεσμός ανάμεσα στο ινδονησιακό λαό και το ολλανδικό προλεταριάτο. Κι αυτό έγινε.
Από τότε υπήρξε μια κλιμάκωση στην Ινδονησία. Η καταπίεση του αποικιοκρατικού μηχανισμού προχώρησε τη δεκαετία του ’20 με αυξημένη σκληρότητα ενάντια στο εθνικό κίνημα, τα συνδικάτα κλπ. Το αποτέλεσμα ήταν ο ξεσηκωμός του 1926 που κατεστάλη με ακραία βαναυσότητα. Όλος ο αποικιοκρατικός μηχανισμός ήταν σε εγρήγορση, διότι επιπλέον το Γενάρη του 1927 ο πληθυσμός της Σουμάτρα εξεγέρθηκε επίσης. Ήταν ο πρώτος εθνικός ξεσηκωμός. Και μάλιστα ένοπλος. Οι αποικιοκράτες διοικητές για να τιμωρήσουν τους μαχητές της ελευθερίας έφτιαξαν ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ έγιναν μαζικές εκτελέσεις και βασανιστήρια. Επρόκειτο για μια αληθινή κρατική τρομοκρατία. Ανώτερος αξιωματούχος της ολλανδικής κυβέρνησης δήλωσε: «Είμαστε απόλυτα σύμφωνοι με τη θανατική ποινή. Ακόμα καλύτερα, όταν δρας ενεργητικά με τα όπλα ενάντια στην κομμουνιστική πανώλη, μην κάνεις τρύπες στον αέρα, αλλά φρόντισε οι σφαίρες να φτάσουν εκεί που ανήκουν. Στην περίπτωση αυτή ο κάθε δισταγμός είναι έγκλημα».
Το πραγματικό πρόσωπο της αστικής δημοκρατίας
Το πραγματικό πρόσωπο της αστικής δημοκρατίας φανερώθηκε αρκετές φορές ακόμα. Όταν ο Σουκάρνο, για παράδειγμα, στις 17 Αυγούστου του 1945, ανακήρυξε μονομερώς την ανεξάρτητη Δημοκρατία της Ινδονησίας. Κατ’ αρχάς η ολλανδική κυβέρνηση την αναγνώρισε, αλλά λίγο μετά η πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» εφαρμόστηκε με τα πολλά νησιά της ινδονησιακής αρχιπελάγους να γίνουν πολυάριθμα μικρά κρατίδια με απόφαση του υπεύθυνου υπουργού.
Έπειτα έπρεπε να φροντίσει για την απομάκρυνση των ολλανδικών στρατευμάτων από την Ιάβα, Σουμάτρα και Μαδούρα. Λόγω της διάστασης των απόψεων η Ολλανδία πρότεινε μια «κοινή πολιτική» για να φυλάξει την τάξη και την ασφάλεια. Αυτό ήταν απαράδεκτο για την Ινδονησία. Η κορυφή του στρατού άρχισε να πιέζει για μια στρατιωτική λύση. Τον Ιούλη του 1947 ξεκίνησε ο πρώτος αποικιοκρατικός πόλεμος για να εγκαθιδρυθεί η «ασφάλεια και το δίκαιο», αλλά στην πραγματικότητα για να αποκατασταθούν οι αποικιοκρατικές συνθήκες. Το ζήτημα συζητήθηκε στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ. Για πρώτη φορά οι ΗΠΑ ανακατεύτηκαν ανοιχτά και άμεσα με, όπως θα φαινόταν αργότερα, πολύ άσχημες συνέπειες για την Ινδονησία, αλλά και για την Ολλανδία. .
Το Δεκέμβρη του 1948 οι Ολλανδοί ιμπεριαλιστές ξεκίνησαν το δεύτερο αποικιοκρατικό πόλεμο ενάντια στη Δημοκρατία της Ινδονησίας προκαλώντας εκνευρισμό στις ΗΠΑ. Άρχισε μια περίοδος που κλιμακώθηκε στα τραγικά γεγονότα του 1965–66 και στην «πτώση» του Σουκάρνο. Ήδη το 1947 ο Ζντάνοφ, μέλος του ΠΓ του ΚΚΣΕ, είχε πει σε μια ομιλία του: «Η κρίση του αποικιακού συστήματος, οξυμένη με το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, εκφράζεται με το δυναμικό πέταγμα του κινήματος εθνικής απελευθέρωσης στις αποικίες και στις εξαρτημένες χώρες. Γι’αυτό το λόγο το hinterland του καπιταλιστικού κόσμου απειλείται. Οι λαοί στις αποικίες δεν θέλουν άλλο να ζήσουν όπως στο παρελθόν. Οι ιθύνουσες τάξεις των μητροπόλεων δεν μπορούν άλλο να κυβερνήσουν τις αποικίες όπως πριν. Οι προσπάθειες να κατασταλεί το κίνημα εθνικής απελευθέρωσης με τη στρατιωτική βία συγκρούεται με μια αυξημένη ένοπλη αντίσταση των λαών των αποικιών οδηγώντας σε χρόνιους αποικιακούς πολέμους: η Ολλανδία στην Ινδονησία, η Γαλλία στο Βιετνάμ. (…) οι ΗΠΑ έχουν ανοιχτά πια ανοίξει το νέο δρόμο των κατακτήσεων και της επέκτασης. Ο στόχος του νέου επεκτατικού δρόμου των ΗΠΑ είναι ανοιχτά πια η εγκαθίδρυση της παγκόσμιας κυριαρχίας του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού».
Τα μεγάλα κονσέρν ήταν πολύ ικανοποιημένα με το πραξικόπημα. Η Ολλανδία ήδη είχε προσανατολιστεί σε άλλες τροπικές περιοχές εξαιτίας των εθνικοποιήσεων των ολλανδικών επιχειρήσεων στην Ινδονησία το 1956 από τον Σουκάρνο. Επιπλέον η Ολλανδία μετατράπηκε σε μία από τις πιο εκβιομηχανισμένες χώρες εξαιτίας μιας ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης (χημεία, χάλυβα, φυσικό αέριο). Το ολλανδικό κεφάλαιο δεν έβγαζε μονάχα κέρδη από τις αποικίες, αλλά έκανε τεράστια κέρδη στην ίδια την Ολλανδία. Η ανάγκη εξαγωγής κεφαλαίου – βασικό χαρακτηριστικό του ιμπεριαλισμού – απόκτησε νέες δυνατότητες μετά το πραξικόπημα στην Ινδονησία. Μια κυβερνητική επιτροπή ήταν υπέρ μιας πολιτικής δανείων και εγγυήσεων πιστώσεων που να διευκολύνει τον Σουχάρτο, για να έχει «προοπτική» η υπόθεση.
«Σκοτώσαμε όλους τους κομμουνιστές»
Ο Joshua Oppenheimer, στo ντοκιμαντέρ του «The Act of Killing” (2012), δείχνει τους δολοφόνους της Ινδονησίας θριαμβεύοντας και διασκεδάζοντας με τα βασανιστήρια και τους φόνους που έπραξαν μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1965 ομολογώντας ρητά μπροστά στην κάμερα, ότι «σκοτώσαμε όλους τους κομμουνιστές». Σήμερα αυτά τα εκτελεστικά όργανα των πραγματικών δολοφόνων τα μεταχειρίζονται σαν εθνικούς ήρωες. Οι πραγματικοί δολοφόνοι μένουν έξω από το οπτικό πεδίο και φανερώνεται μονάχα «ο γιος της πλύστρας» που βασανίζει και δολοφονεί. Ο πραγματικός δολοφόνος, το μεγάλο κεφάλαιο, δεν περνάει ποτέ από δικαστήριο. Το σύστημα δεν τιμωρεί τον εαυτό του, αλλά καμιά φορά για τα μάτια του κόσμου τιμωρεί μόνο τα άθλια εκτελεστικά του όργανα. Στην Ινδονησία ούτε αυτά δεν τιμωρήθηκαν, αλλά παρουσιάζονται σαν ήρωες, όπως το δείχνει το ως άνω ντοκιμαντέρ. Δεν οδηγήθηκαν οι πρώην αποικίες σε μια πραγματική ανεξαρτησία, σε μια πραγματική απελευθέρωση, σε πραγματική χειραφέτηση. Για να γίνει αυτό πρέπει να ανατραπεί ο καπιταλισμος, που δεν έπεσε μαζί με τον παλαιό τύπο αποικιοκρατίας.
*Οι πληροφορίες και τα χωρία που παρατέθηκαν, πάρθηκαν από το εξαιρετικό βιβλίο του Ολλανδού Joop Morrien «Indonesie los van Holland” ( «Η Ινδονησία ανεξάρτητη από την Ολλανδία»), Εκδόσεις «Pegasus”, Αμστερντάμ 1982.
[1] Από το μπλογκ του Iroel Sánchez «La pupila insomne – WordPress.com», στο άρθρο «Matamos a todos los comunistas» («Σκοτώσαμε όλους τους κομμουνιστές»)
Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Διεθνής Αλληλεγγύη» που εκδίδει η ΕΕΔΔΑ