Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Καισαριανή 🚩εκδήλωση για τη 🚩μεγάλη μάχη του ΕΛΑΣ — Ιούνης 1944

Από τις αρχές της άνοι­ξης του 1944 οι συγκρού­σεις μετα­ξύ ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών και ΕΛΑ­Σι­τών έγι­ναν ένας κανο­νι­κός πόλε­μος πόλης. Μετά τη μάχη της Κοκ­κι­νιάς (6‑Μαρτ-1944) και τη «μάχη για τους πέντε κρε­μα­σμέ­νους» στα Ιλί­σια (5‑Α­πρ-1944) ξεκι­νά­ει η μεγά­λη μάχη της Και­σα­ρια­νής (το ισχυ­ρό­τε­ρο προ­πύρ­γιο του ΕΛΑΣ στην πρω­τεύ­ου­σα), καθώς ένας λόχος τσο­λιά­δων προ­σπά­θη­σε να εισβά­λει στο «μικρό Στά­λιν­γραντ», που όμως «κόλ­λη­σε» στις προ­φυ­λα­κές του ΙΙΙ/2 Τάγ­μα­τος Και­σα­ρια­νής του ΕΛΑΣ στο κάτω μέρος της συνοι­κί­ας (στην σημε­ρι­νής λεω­φό­ρο Υμητ­τού / Ούλωφ Πάλ­με / Παπά­γου) και δεν κατά­φε­ρε να προχωρήσει.

ΟΠΛΑ - ΕΛΑΣ Καισαριανής

Tη νύχτα της 20ης-Απρ-1944 η διοί­κη­ση του 2ου Συντάγ­μα­τος του ΕΛΑΣ πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε πως την επό­με­νη ημέ­ρα θα γινό­ταν εκτε­τα­μέ­νη επι­χεί­ρη­ση ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών και Γερ­μα­νών στις ανα­το­λι­κές συνοι­κί­ες με επί­κε­ντρο την Και­σα­ρια­νή. Στις εξο­πλι­σμέ­νες αντάρ­τι­κες δυνά­μεις συγκα­τα­λέ­γο­νταν 60 άνδρες του ΙΙΙ Τάγ­μα­τος Και­σα­ρια­νής-Ζωγρά­φου με καπε­τά­νιο τον Ορέ­στη Μακρή με τρεις λόχους — με αριθ­μη­τι­κή δύνα­μη κατά πολύ μικρό­τε­ρη από το κανο­νι­κό, επί­σης, συμ­με­τεί­χαν και 50 άνδρες του ΙΙ Τάγ­μα­τος Βύρω­να-Γού­βας με καπε­τά­νιο τον Γιάν­νη Κυρια­κί­δη, που παρά το αριθ­μη­τι­κό τους μειο­νέ­κτη­μα από­κρου­σαν την επί­θε­ση, ενώ προ­ω­θη­μέ­να φυλά­κια επαν­δρώ­θη­καν στο Άλσος Κου­πο­νί­ων και στον Άι Νικό­λα. Παράλ­λη­λα, εφε­δρεί­ες τάχθη­καν σε διά­φο­ρα σημεία όπως στο Γυμνα­στή­ριο της Νήαρ Ηστ, στις οδούς Φορ­μί­ω­νος — Κόνω­νος κα. για να κρα­τούν ανοι­κτή την οδό προς Βύρω­να-Νέα Ελβε­τία και Άνω Παγκρά­τι, τα δύο κύρια σημεία συγκέ­ντρω­σης σε περί­πτω­ση που η πίε­ση του εχθρού επέ­βα­λε υπο­χώ­ρη­ση. Λίγο μετά το μεση­μέ­ρι της επο­μέ­νης, οι άνδρες του 3ου Λόχου Ζωγρά­φου, άνοι­ξαν πυρ ενα­ντί­ον στρα­τιω­τι­κού φορ­τη­γού το οποίο βρι­σκό­ταν στην Παπα­δια­μα­ντο­πού­λου προς τη λεω­φό­ρο Ζωγρά­φου (σημε­ρι­νή Παπά­γου) και το γύρι­σαν πίσω. Μισή ώρα αργό­τε­ρα ισχυ­ρές δυνά­μεις τσο­λιά­δων (περισ­σό­τε­ροι από 400 άνδρες), υπο­στη­ρι­ζό­με­νες από μονά­δα «Μηχα­νο­κί­νη­του» της «Αστυ­νο­μί­ας Πόλε­ων» και από γερ­μα­νι­κή δύνα­μη 30 ανδρών, ξεκί­νη­σαν συντο­νι­σμέ­νη κυκλω­τι­κή επί­θε­ση από τρία σημεία: 1) Παπα­δια­μα­ντο­πού­λου με κατεύ­θυν­ση την Και­σα­ρια­νή, 2) Υμητ­τού με κατεύ­θυν­ση Βύρω­να-Νέα Ελβε­τία και λεω­φό­ρο Και­σα­ρια­νής (σημε­ρι­νή Εθνι­κής Αντι­στά­σε­ως) και 3) τα υψώ­μα­τα του Υμητ­τού με κατεύ­θυν­ση τη «Νεράι­δα» και το Σκο­πευ­τή­ριο. Ενε­πλά­κη το ΙΙ Τάγ­μα του ΕΛΑΣ, που τους καθή­λω­σε περιο­ρί­ζο­ντας τους στις συνοι­κί­ες του Βύρω­να και της Γού­βας και δεν τους επέ­τρε­ψε να μπουν στο Σκο­πευ­τή­ριο, με τη συνή­θη τακτι­κή που καθο­ρι­ζό­ταν από το άναρ­χο / δαι­δα­λώ­δες πολε­ο­δο­μι­κό συγκρό­τη­μα της προ­σφυ­γι­κής συνοι­κί­ας: Μικρές ευέ­λι­κτες ομά­δες των 5–10 ατό­μων εμφα­νί­ζο­νταν ξαφ­νι­κά πίσω από σπί­τια, μαντρό­τοι­χους αυλές, εξα­πο­λύ­ο­ντας θερι­στι­κά πυρά ως «τακτι­κή του σαλί­γκα­ρου» (άλλο­τε βγαί­νει από το κέλυ­φος του με τις κεραί­ες του εν δρά­σει και άλλο­τε μαζεύ­ε­ται πάλι μέσα) με τακτι­κά στοι­χεία ελιγ­μού, αιφ­νι­δια­σμού και ενέ­δρας, σύμ­πτυ­ξης και κάλυ­ψης. Οι συνε­χείς μετα­κι­νή­σεις των μικρών αυτών ομά­δων και οι ξαφ­νι­κές τους εμφα­νί­σεις στα νώτα των ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών δημιούρ­γη­σαν στους τελευ­ταί­ους την αίσθη­ση ότι είχαν να αντι­με­τω­πί­σουν έναν πολυά­ριθ­μο εχθρό. Η αίσθη­ση αυτή μεγά­λω­νε από τις παρα­πλα­νη­τι­κές δια­τα­γές των τηλε­βό­ων του ΕΛΑΣ, ώστε να κινη­θούν φαντα­στι­κές δυνά­μεις κατά των επι­τι­θέ­με­νων και από τις παρα­πλα­νη­τι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες των κατοί­κων, οι οποί­ες τους έστελ­ναν επά­νω σε καλο­στη­μέ­νες ενέ­δρες ή τους απέ­τρε­παν από την εξό­ντω­ση μιας ανταρ­τι­κής ομά­δας. Μετά από σφο­δρή σύγκρου­ση με τους άνδρες του 1ου Λόχου Κάτω Και­σα­ρια­νής στον Αι Νικό­λα και σε Φορ­μί­ω­νος / Κόνω­νος οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες προ­ω­θή­θη­καν στους παράλ­λη­λους δρό­μους της σημε­ρι­νής κεντρι­κής λεω­φό­ρου Εθν. Αντί­στα­σης, με στό­χο την κατά­λη­ψη του «Άλσους Κου­πο­νί­ων» (ΣΣ |> είναι το σημε­ρι­νό Άλσος Συγ­γρού, στα Ιλί­σια, δίπλα στην Πανε­πι­στη­μιού­πο­λη) και τη διά­σπα­ση των γραμ­μών των μαχη­τών του ΕΛΑΣ: κατά τη διάρ­κεια των συμπλο­κών οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες αιχ­μα­λώ­τι­σαν τέσ­σε­ρις ΕΛΑ­Σί­τες, μετα­ξύ των οποί­ων το «Βασί­λη», γραμ­μα­τέα της ΚΟΒ Και­σα­ρια­νής, που εκτε­λέ­στη­καν αργό­τε­ρα στο Γου­δί. Μετά από αυτή την «επι­τυ­χία» οι τσο­λιά­δες προ­σέγ­γι­σαν τον Σταθ­μό Διοί­κη­σης του 3ου Τάγ­μα­τος στη ρεμα­τιά (Ηρι­δα­νού) αλλά δέχθη­καν αιφ­νι­δια­στι­κή επί­θε­ση δύο ομά­δων του ΕΛΑΣ από τα νώτα και συμ­πτύ­χθη­καν πίσω στην κεντρι­κή λεωφόρο.

ΕΛΑΣ Καισαριανής

Η «χαρι­στι­κή βολή»

Το από­γευ­μα ο 2ος Λόχος Άνω Και­σα­ρια­νής και μια ομά­δα της ΟΠΛΑ (ΣΣ |> Οργά­νω­ση Προ­στα­σί­ας Λαϊ­κού Αγώ­να), που απο­τε­λού­σαν την εφε­δρεία, επι­τέ­θη­καν με συντο­νι­σμέ­να πυρά κατά των τσο­λιά­δων που είχαν προ­ω­θη­θεί στην πλα­τεία και μετά από σύντο­μη αλλά σκλη­ρή συμπλο­κή, ανα­γκά­στη­καν να συμ­πτυ­χθούν με τάξη. Κατά τη διάρ­κεια της σύμ­πτυ­ξης ο ομα­δάρ­χης Θεό­δω­ρος Κου­λί­τσος τραυ­μα­τί­στη­κε στο χέρι και στη συνέ­χεια δέχθη­κε «χαρι­στι­κή βολή» από έναν Γερ­μα­νό, αλλά ως εκ θαύ­μα­τος σώθη­κε αν και βαριά τραυ­μα­τι­σμέ­νος. Γύρω στις 5.30μμ και ενώ ο ΕΛΑΣ είχε φθά­σει στα όρια της αντο­χής του, οι δυνά­μεις των τσο­λιά­δων άρχι­σαν να απο­σύ­ρο­νται για­τί σε λίγο ο ήλιος και θα τα εύρι­σκαν σκού­ρα, μη γνω­ρί­ζο­ντας ότι είχαν φτά­σει πολύ κοντά στη νίκη, καθώς τα πυρο­μα­χι­κά των ΕΛΑ­Σι­τών είχαν σχε­δόν εξα­ντλη­θεί. Ο Ορέ­στης Μακρής είπε με ανα­κού­φι­ση: «Σε δέκα λεπτά δεν θα είχα­με να ρίξου­με ούτε σφαίρα…Το σού­ρου­πο που ερχό­ταν ήταν ο καλύ­τε­ρός μας σύμ­μα­χος. Μας έσω­σε και εμάς και τον λαό της Και­σα­ρια­νής από τη σφα­γή των γερ­μα­νο­τσο­λιά­δων». Οι ΕΛΑ­Σί­τες έχα­σαν επτά μαχη­τές. Ακό­μη έξι τραυ­μα­τί­στη­καν και ο Θεό­δω­ρος Κου­λί­τσας αιχ­μα­λω­τί­στη­κε, όντας βαριά τραυ­μα­τι­σμέ­νος. Η «κόκ­κι­νη συνοι­κία» είχε παρα­μεί­νει όρθια.… 

ΑΦΙΣΑ ΕΚΔΗΛΩΣΗ «Μνημείο των 7»

Η μεγάλη μάχη στην Καισαριανή (15–16 Ιούνη 1944)

10 Ιου­νί­ου, ώρα 9 το πρωί. Μια περί­πο­λος του ΕΛΑΣ στα Κου­πό­νια με επι­κε­φα­λής το διμοι­ρί­τη Νίκο Μαρα­μπό­τα πλη­σιά­ζει τρεις άγνω­στους άνδρες με πολι­τι­κά που περ­πα­τούν στο δρό­μο, για έλεγ­χο ταυ­το­τή­των. Εκεί­νοι τρά­πη­καν αμέ­σως σε φυγή και κατέ­φυ­γαν σε ένα παντο­πω­λείο τρα­βώ­ντας πιστό­λια. Μετά από ρίψη χει­ρο­βομ­βί­δας, οι δύο σκο­τώ­θη­καν και ο τρί­τος αιχ­μα­λω­τί­στη­κε. Στην ανά­κρι­ση απο­κά­λυ­ψε πως ήταν ταγ­μα­τα­σφα­λί­της, όπως και οι δύο άλλοι, και έδω­σε την πολύ­τι­μη πλη­ρο­φο­ρία πως στις 15 Ιου­νί­ου επρό­κει­το να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί μεγά­λη επί­θε­ση στην Και­σα­ρια­νή. Η πλη­ρο­φο­ρία ήταν… θετική.
Στις 15 Ιου­νί­ου το από­γευ­μα –και όχι το πρωί για λόγους αιφ­νι­δια­σμού–, η Και­σα­ρια­νή κυκλώ­θη­κε από τέσ­σε­ρις κατευ­θύν­σεις (Ιλί­σια-Ζωγρά­φου, υψώ­μα­τα Υμητ­τού, Παγκρά­τι και άλσος Κου­πο­νί­ων) από ισχυ­ρές δυνά­μεις τσο­λιά­δων και το Μηχα­νο­κί­νη­το. Εκεί­νες τις μέρες τα τάγ­μα­τα Και­σα­ρια­νής και Βύρω­να παρέ­τασ­σαν με υπερ­προ­σπά­θεια 200 μαχη­τές, ήταν όμως καλύ­τε­ρα εξο­πλι­σμέ­να σε αυτό­μα­τα όπλα λόγω ανα­νέ­ω­σης του οπλισμού.

ΕΛΑΣ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ
Κατα­νο­ώ­ντας την αξία του γοή­τρου, η ηγε­σία του ΕΛΑΣ έδι­νε σαφή δια­τα­γή «οι παρά­γκες της Και­σα­ρια­νής να γίνουν ένα και­νού­ριο κάστρο του Υμητ­τού». Η μάχη ξεκί­νη­σε στον Άγιο Νικό­λαο, στα πρώ­τα φυλάκια.
Οι επι­τι­θέ­με­νοι έφτα­σαν στα πρώ­τα σπί­τια στη Φορ­μί­ω­νος-Φιλο­λά­ου επι­χει­ρώ­ντας να εισβάλ­λουν στην Και­σα­ρια­νή και από το Παγκρά­τι αλλά καθη­λώ­θη­καν από τους εκεί αντάρ­τες. Αδυ­να­τώ­ντας να πλη­σιά­σουν τις παρά­γκες, οι Τσο­λιά­δες επι­χεί­ρη­σαν να κόψουν τη συνοι­κία στα δύο κατα­λαμ­βά­νο­ντας την κεντρι­κή λεω­φό­ρο σε όλο το μήκος της και χρειά­στη­καν πολ­λές ώρες μάχης με τη διλο­χία της Και­σα­ρια­νής για να επι­τευ­χθεί ο σκοπός.
Οι δυνά­μεις του ΕΛΑΣ χωρί­στη­καν· η διοί­κη­ση με 60 άνδρες απο­κλεί­στη­καν στη συνοι­κία και έκα­ναν «λού­φα» ενώ όσοι βρέ­θη­καν υπο­χω­ρώ­ντας πάνω από το νεκρο­τα­φείο διέρ­ρευ­σαν προς τον Καρέα και το «φυσι­κό οχυ­ρό» της Νέας Ελβε­τί­ας, ενώ μια ομά­δα με επι­κε­φα­λής τον νεα­ρό Γραμ­μα­τέα της ΚΟΒ Και­σα­ρια­νής, Άρη Δαυ­λά­κο (Απόλ­λω­να) στρά­φη­κε ευθεία προς τα υψώ­μα­τα παρά τη γενι­κή κατεύ­θυν­ση να μην χρη­σι­μο­ποιεί­ται ο Υμητ­τός που, λόγω της εκτε­τα­μέ­νης υλο­τό­μη­σης του 1941/2, δεν παρεί­χε αρκε­τή κάλυψη.
Τα πυρά είχαν στα­μα­τή­σει μετά τα μεσά­νυ­χτα, οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες όμως βρί­σκο­νταν ακό­μα στην Και­σα­ρια­νή. Τα ξημε­ρώ­μα­τα ακού­στη­καν παρα­τε­τα­μέ­νες ριπές από τα υψώ­μα­τα. Ήταν το τέλος της ομά­δας του Δαυλάκου.
Λίγη ώρα αργό­τε­ρα, μια ομά­δα ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών διέ­σχι­ζε τον κεντρι­κό δρό­μο μαζί με έναν τραυ­μα­τι­σμέ­νο ΕΛΑ­Σί­τη φωνά­ζο­ντας θριαμ­βευ­τι­κά πως είχαν εξο­ντω­θεί όλοι οι αντάρ­τες. Όταν οι επι­δρο­μείς απο­σύρ­θη­καν, οι κάτοι­κοι βρή­καν τους έξι μαχη­τές στο ύψω­μα «Αστέ­ρι» μέσα σε λίμνες αίμα­τος: Άρης Δαυ­λά­κος, Σωτή­ρης Βενιέ­ρης, Πρό­δρο­μος Αδρα­μί­το­γλου, Ανδρέ­ας Κρυ­σταλ­λά­κος, Μενε­γά­κης και Νικος Ντα­λιά­νης.
Ο τραυ­μα­τί­ας Στέ­φα­νος  (Στε­φα­νής) Τσά­φος εκτε­λέ­στη­κε αργό­τε­ρα στους στρα­τώ­νες του Γου­δή, ανε­βά­ζο­ντας το σύνο­λο των απω­λειών του Τάγ­μα­τος Και­σα­ρια­νής σε 10 αξιω­μα­τι­κούς και μαχητές.
Ο ομα­δι­κός θρή­νος για τους νεκρούς που μετα­φέρ­θη­καν στα χέρια και τάφη­καν με τιμές στο νεκρο­τα­φείο της Και­σα­ρια­νής, εξε­λί­χθη­κε σε δυνα­μι­κή συγκέ­ντρω­ση των κατοί­κων που έκλει­σαν τα μαγα­ζιά τους σε ένδει­ξη πέν­θους και αλλη­λεγ­γύ­ης στον ΕΛΑΣ.
Παρά την υπε­ρο­πλία και την αριθ­μη­τι­κή τους υπε­ρο­χή, οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες δεν τόλ­μη­σαν να συλ­λά­βουν ομή­ρους, αφού, τα αισθή­μα­τα του κόσμου δεν θα μπο­ρού­σε να είναι περισ­σό­τε­ρο εχθρικά.


Βασι­κή |>πηγή<| — ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ / ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (+ πλη­ρο­φο­ρί­ες από τη “μηχα­νή του χρό­νου”)


Εθνική Αντίσταση ΕΑΜ ΕΛΑΣ ΕΠΟΝ ΟΠΛΑ ΔΣΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο