Επιμέλεια Ομάδα ¡H.lV.S! //
Το 66% των Ρώσων πολιτών νοσταλγούν τη Σοβιετική Ένωση ! Το μεγαλύτερο ποσοστό την τελευταία 10ετία ! Ηλικίας και 18 – 24 χρονών που δεν γνώρισαν ποτέ τη χώρα των Σοβιέτ! ‑αυτοί είναι κάποιοι από τους τίτλους που ‑με αναλύσεις και συμπεράσματα κατά το δοκούν, ΜΜΕ, αναπαρήγαγαν ρεπορτάζ του ΑΠΕ – ΜΠΕ (τα ΝΕΑ πχ. όπως και άλλα, επισήμαναν πως «πρόκειται κυρίως για πολίτες άνω των 55 ετών, αν και…» το ίδιο το liberal.gr και ασχολίαστα το kerdos.gr κλπ)
Το «Ατέχνως» με τίτλο «ο καπιταλιστικός “παράδεισος” αποδείχθηκε απάτη», είδε την ουσία ‑διαβάζοντας την πολιτικο-ταξική σκοπιά του θέματος.
Τα παραπάνω αφορούν δημοσκόπηση από το «ανεξάρτητο» ερευνητικό κέντρο Levada-Centr που δείχνει πως «στη Ρωσία, η «νοσταλγία» για την Σοβιετική Ένωση, ενισχύθηκε το τελευταίο διάστημα, όπως έδειξε, η οποία διαπίστωσε ότι το ποσοστό των Ρώσων που λυπούνται για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, φθάνει σήμερα το 66%, και είναι το μεγαλύτερο που καταγράφηκε την τελευταία δεκαετία. Το 2017 το ποσοστό των Ρώσων που εξέφραζαν την λύπη τους για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έφθανε το 58% , ενώ επί δέκα συνεχή χρόνια δεν είχε υπερβεί το 61%. Το μεγαλύτερο ρεκόρ είχε καταγραφεί το 2000, όταν το 75% των Ρώσων εξέφραζε την λύπη του για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης»
Η πρόσφατη αυτή δημοσκόπηση του Levada-Centr έδειξε επίσης ότι «το 60% των Ρώσων, πιστεύουν ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί (αυτό το ποσοστό είναι το μεγαλύτερο των τελευταίων 13 ετών). Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι η πλειοψηφία αυτών που νοσταλγούν την Σοβιετική Ένωση είναι άτομα ηλικίας 55 ετών και άνω, παρότι τα τελευταία δύο χρόνια αυξάνονται αυτού του τύπου οι διαθέσεις και μεταξύ των νέων ηλικίας 18–24 ετών»
Οι βασικοί λόγοι που εκτρέφουν αυτή την νοσταλγία, την έλλειψη της Σοβιετικής Ένωσης που νοιώθουν οι Ρώσοι, είναι ‑όπως πιστεύει το 52% «η καταστροφή του ενιαίου οικονομικού συστήματος» και ακόμη «η απώλεια τους αισθήματος ότι είναι πολίτες μιας μεγάλης δύναμης» (36%).
Επίσης «ένας στους τρεις Ρώσους (31%) νοσταλγεί το Σοβιετικό Σύστημα Εξουσίας, εξαιτίας της αύξησης της αμοιβαίας δυσπιστίας και της σκληρότητας που επικρατεί στην σημερινή Ρωσική κοινωνία (31%). Η αγριότητα του καπιταλιστικού συστήματος, φαίνεται ότι αφυπνίζει συνειδήσεις στη Ρωσία»
Όπως επισημαίνεται η τάση είναι όλο και πιο αισθητή, «μετά τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που ανακοίνωσε πέρυσι η ρωσική κυβέρνηση και η οποία προβλέπει την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης».
Η δημοσκόπηση έγινε για λογαριασμό της εφημερίδας vedomosti |> Ведомости και δημοσιεύτηκε εκεί με τίτλο |> Число сожалеющих о распаде СССР достигло максимума за десятилетие … Ностальгию по Союзу подстегнула пенсионная реформа, поясняют эксперты <| (ο αριθμός των «λυπημένων» για την κατάρρευση της ΕΣΣΔ κορυφώθηκε σε μια δεκαετία — Τη νοσταλγία για την ΕΣΣΔ ώθησε η συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, εξηγούν οι ειδικοί) ‑βλ αναλυτικά στο τέλος του σημειώματος

Αυθεντικός τίτλος & φωτογραφία του πρωτότυπου
|> ΣΣ.
Πέρα από το αδιαμφισβήτητο, δηλ την έλξη που ασκεί το πρώτο στην ιστορία σοσιαλιστικό κράτος και μάλιστα μέσα στο στόμα του λύκου και ενώ το ξαναγράψιμο της ιστορίας, με την εξίσωση κομμουνισμού φασισμού κλπ. καλά κρατεί, έχει σημασία να δει κανείς το πρωτότυπο, με την έννοια, της αντιμετώπισης του φαινόμενου από την άρχουσα (αστική) τάξη στη μετασοβιετική Ρωσία του Πούτιν … «Να εφαρμόσει διαφορετική κοινωνική πολιτική; Δεν υπάρχουν τα χρήματα», «Ο κόσμος εξηγεί την νοσταλγία του για την Σοβιετική Ένωση επικαλούμενος κυρίως ανορθολογικές αντιλήψεις που έχει για την ισχυρή οικονομία και την ευημερία της εποχής εκείνης, ξεχνώντας τις ελλείψεις και τα κουπόνια που υπήρχαν», «οι ρομαντικές διαθέσεις για κάθε τι το σοβιετικό, ιδιαίτερα μεταξύ της νεολαίας, η οποία δεν γνωρίζει την ιστορία, μπορεί να οδηγήσει στην επανεκτίμηση είτε στην αποκατάσταση ζητημάτων, όπως η δικαίωση των σταλινικών διώξεων, το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, η πλήρης υποτίμηση των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων της δεκαετίας του 1990» κλπ.
Σε ότι μας αφορά τι μένει; τίποτε περισσότερο από το μεγάλο μάθημα και σε λίγες μέρες «χρονικά» επίκαιρο…
«Η σοβιετική κόκκινη σημαία δεν κυματίζει πλέον στους τρούλους του Κρεμλίνου. Η υποστολή της σφράγισε με δραματικό και ταυτόχρονα συμβολικό τρόπο το τέλος της 74χρονης πορείας του πρώτου στον κόσμο σοσιαλιστικού κράτους. Για μια στιγμή οι δείχτες των ρολογιών έμειναν ακίνητοι, σημαδεύοντας την κρίσιμη στιγμή. Οι καρδιές πολλών εκατομμυρίων εργατών σ’ όλο τον κόσμο σταμάτησαν να χτυπούν, αναμετρώντας το μέγεθος των απωλειών»
(Ριζοσπάστης 28 Δεκέμβρη 1991)
Στις 22 Δεκέμβρη 1991 οι ηγεσίες τριών από τις μεγαλύτερες Σοβιετικές Δημοκρατίες αποφάσισαν τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Είχε προηγηθεί το καλοκαίρι του ’91 η απαγόρευση του ΚΚΣΕ.
Στις 25 Δεκέμβρη του ’91 ο Γκορμπατσόφ ανακοίνωσε την παραίτησή του από Πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης. Το βράδυ της 26 Δεκέμβρη 1991 η κόκκινη σημαία έπαψε να κυματίζει στο Κρεμλίνο.
Μια πορεία, που επίσημα ξεκίνησε το 1985 ως περεστρόικα και κορυφώθηκε το ’89 ως ανατροπή του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, έληξε το 1991 με την ολοκληρωτική επικράτηση της αντεπανάστασης.
Οι «The New York Times» έγραψαν: «Έχοντας συλληφθεί μέσα σε μια ουτοπική υπόσχεση και γεννηθεί μέσα στις βίαιες εξεγέρσεις της “Μεγάλης Οχτωβριανής Επανάστασης”, η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών εξέπνευσε μέσα στο τρομακτικό σκοτάδι μιας από τις τελευταίες μέρες ενός Δεκέμβρη».
Το ντόπιο «Βήμα» αφιέρωσε μια ολόκληρη σελίδα για να πει ότι το ΚΚΕ «είναι μια πεθαμένη υπόθεση», ενώ ο τότε «Συνασπισμός», σε αναφορά του για τον Γκορμπατσόφ, σημείωνε ότι «θεωρεί χρέος του να εξάρει το ρόλο και τη συμβολή του (…) στη διάδοση καινούργιων ιδεών, που σχετίζονται με μια νέα σκέψη για την πορεία της Ευρώπης και της ανθρωπότητας».
Αυτές οι καινούργιες ιδέες που εξασφάλισαν πείνα και δυστυχία σε δισεκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη…
Ήταν 25η Δεκέμβρη, εκείνες τις κρύες μέρες του 1991, όταν η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο υποστέλλονταν από την κορυφή του Κρεμλίνου όταν το πρώτο εργατικό κράτος στον κόσμο – η ταξική πατρίδα κάθε εργάτη – λύγιζε κάτω από το βάρος της αντεπανάστασης.
Ήταν εκείνες τις μέρες που έβγαζε «βρώμα η ιστορία ότι ξοφλήσαμε», πως ο σοσιαλισμός ήταν «το παρατράγουδο στα ωραία (ιμπεριαλιστικά) άσματα» και οι κάθε λογής Φουκουγιάμα διατυμπάνιζαν το τέλος της ιστορίας και την οριστική επικράτηση του καπιταλισμού.
Η πατρίδα που έχτισαν οι ηρωικοί μπολσεβίκοι, η πατρίδα του Λένιν, του Στάλιν, του Σταχάνοφ, του Ζούκωφ, του Γκαγκάριν, του Σοστακόβιτς, η πατρίδα του σοβιετικού λαού μετατρέπονταν σε λάφυρο της νέας, αστικής Ρωσίας που αναδύονταν από το βούρκο της περεστρόικα.
Όπως και οι εκατοντάδες χιλιάδες, τα εκατομμύρια Πάβελ Κορτσάγιν που «έδεναν το ατσάλι» μαζί με το τιτάνιο ιστορικό οικοδόμημα που “γέννησε” τον άνθρωπο της νέας κοινωνίας του πρώιμου και ανολοκλήρωτου σοσιαλισμού.
Οι μυλόπετρες της αντεπανάστασης, υποστηριζόμενες από τα γρανάζια του διεθνούς ιμπεριαλισμού, συνέτριβαν τα πάντα, στην πραγματικότητα όμως ο θάνατος των παραπάνω είναι κατά βάση μόνο βιολογικός. Γιατί ακόμα σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα της κρίσης, αλλά και σ΄ όλο τον κόσμο συνεχίζουν να εμπνέουν αυριανούς επαναστάτες για το τσάκισμα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, την απελευθέρωση της ανθρωπότητας και την κομμουνιστική προοπτική.
Πριν πάμε στο (με την ευκαιρία της δημοσκόπησης) στο πρωτότυπο δημοσίευμα, κάποια στοιχεία για την εφημερίδα:
Από τον καιρό της μεγάλης σοσιαλιστικής επανάστασης, μέχρι τις ανατροπές (1917–1991) η Ведомости — πάντα στο Λένινγκραντ ήταν η θρυλική Ленинградская Правда (Leningradskaya Pravda). Η Pravda του Λένιγκραντ, (μέχρι τις 30-Ιαν-1924 Petrogradskaya Pravda), άρχισε να δημοσιεύει από τα τέλη Μαρτίου 1918, μετά τον εκδοτικό της διαχωρισμό, για πρακτικούς λόγους και σταδιακά από την «κεντρική» Правда, μετά τη μεταφορά της τελευταίας στη Μόσχα. Αρχικά, ήταν μόνο τοπική κομματική έκδοση και στη συνέχεια έγινε μια εφημερίδα της σοβιετικής εξουσίας(των τοπικών και περιφερειακών επιτροπών του ΚΚΣΕ, του περιφερειακού συμβουλίου κλπ) με παραγωγή και άλλων περιοδικών και μη περιοδικών εκδόσεων
Σε όλη την περίοδο του αποκλεισμού (πολιορκία των 900 ημερών) του Λένινγκραντ, από τους χιτλερικούς μόνο μια μέρα δεν κυκλοφόρησε: την 25η Ιανουαρίου 1942, που αν και έτοιμη (|> ΣΣ δηλ. στοιχειοθετημένη με το χέρι από τις λινοτυπικές μηχανές της εποχής) δεν στάθηκε δυνατό να τυπωθεί λόγω γενικής διακοπής ρεύματος.
Στις 21-Ιουν-1957, με το διάταγμα του Προεδρείου του Ανώτατου Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης, υπογεγραμμένο από τους K. Voroshilov και M. Georgadze, απονεμήθηκε στην εφημερίδα ‑στα 250 χρόνια της πόλης, το Βραβείο Λένιν για την για την «επαναστατική της αξία και την επιτυχή επίπονη δουλειά στην κινητοποίηση των εργαζομένων για επιτεύγματα στην πολυεθνική οικονομία».
Το 1963, η σύνταξη γραφείο της εφημερίδας στεγάστηκε σε ένα νέο κτίριο στην περιοχή Fontanka Embankment, μαζί με τα εκδοτικά των εφημερίδων Vecherny Leningrad , Smena , «Строительный рабочий» (|> ΣΣ «Οικοδόμος»), «Ленинские искры» (|> «Σπίθες του Λένιν») κά
Η ιστορική και ηρωική αυτή περίοδος κλείνει με τις ανατροπές στην ΕΣΣΔ -
Εδώ ένα από τα τελευταία φύλλα της σοβιετικής Πράβδα του Λένιγκραντ, της Ленинградская Правда 1991, Νο. 190 (Φ.23232,19-Αυγ). Στην πρώτη σελίδα, ανταπόκριση του TASS ανέφερει: «Προσφυγή στο σοβιετικό λαό της κρατικής επιτροπής για την κατάσταση της έκτακτης ανάγκης στην ΕΣΣΔ — Δήλωση του Προέδρου του Ανώτατου Σοβιέτ -. Δήλωση της σοβιετικής ηγεσίας (υπογεγραμμένη από τους Γ. Γιαναέφ, Β. Παβλόφ, Ο. Μπακλάνοφ) — Ψήφισμα του Προέδρου του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ “Σχετικά με τη σύγκληση έκτακτης συνόδου” …» κλπ. ‑είναι η αρχή του τέλους
Στον αντίποδα, η «σύγχρονη» καπιταλιστική Vedomosti μια καθημερινή (5 φύλλα τη βδομάδα), βασικά επιχειρηματική εφημερίδα της Ρωσίας, που «παρέχει πληροφορίες για οικονομικά, και πολιτικά γεγονότα, αναλύσεις και προβλέψεις για την κατάσταση», με δημιουργό και μέντορα τον ολλανδό μεγιστάνα των ΜΜΕ και μεγαλοεκδότη Derk Sauer (ιδρυτή & ιδιοκτήτη της Independent Media, γενικού διευθυντή της RBC holding, σύμφωνα με το περιοδικό Career και το εβδομαδιαίο Novy Vzglyad «από τους πέντε πιο σημαντικούς διαχειριστές μέσων μαζικής ενημέρωσης της μετασοβιετικής Ρωσίας». Ο Sauer είναι παράλληλα αντιπρόεδρος του ομίλου Onexim — Gruppa ONEKSIM, του ρωσικού ιδιωτικού επενδυτικού κολοσσού που ανήκει στον επιχειρηματία Mikhail Prokhorov, με έδρα τη Μόσχα και δραστηριότητες … «χρηματοδότηση», μεταλλουργία, παραδοσιακή και μη ενέργεια, ανάπτυξη, μέσα ενημέρωσης, καινοτόμα έργα, νανοτεχνολογία κλπ κλπ. περισσότερα εδώ εδώ & FaceBook
Ο πρώτος επικεφαλής συντάκτης του Vedomosti (1999–2002) ήταν ο «πολύς» και από «το πουθενά» (όπως και πολλοί άλλοι μετά τις ανατροπές) Leonid Bershidsky, με βασικές αρχές το δόγμα (sic!!) «ανεξαρτησία, ειλικρίνεια, αντικειμενικότητα».
Από μια στιγμή και μετά και ως το 2015, λειτουργεί σε συγχώνευση (33% ο καθένας) με τη «Sanoma Independent Media» τους (αγγλικούς) «Financial Times» και (την αμερικανική) «Wall Street Journal» (…παράρτημα της «News Corporation», που ελέγχεται από το μεγιστάνα Rupert Murdoch), όταν παρεμβαίνουν νομοθετικά οι λεγόμενοι «φίλοι του Πούτιν» που ενδιαφέρονταν επιχειρηματικά για τους αδελφούς Kovalchuk και τη «Gazprom-media holding» και γίνεται αναδιανομή και οι ιδιοκτήτες του Vedomosti ανακοίνωσαν την πώληση του 100% των μετοχών στον Demyan Kudryavtsev.
Τον Σεπ-2015, ο επικεφαλής του πρακτορείου PR Denis Terekhov, στη σελίδα του στο Facebook, δήλωσε ότι «η Vedomosti φέρεται να πλήρωσε 100.000 δολάρια έτσι ώστε να μην δημοσιεύει «ευαίσθητο» υλικό σχετικά με μια συγκεκριμένη εταιρεία και πρόσωπο», τον Ιουλ-2016, δημοσιεύθηκε ένα άρθρο (στη Vedomosti), σύμφωνα με το οποίο «ο επικεφαλής της Rosneft, Igor Sechin, οικοδομεί ένα σπίτι στη Barvikha σε «οικόπεδο» αξίας 60.000.000$», τον Απρ-2017, ο συνιδιοκτήτης του ομίλου Alfa και του LetterOne, Μιχαήλ Φρίντμαν, κατέθεσαν αγωγή εναντίον της, «ζητώντας να ανακαλέσει τις πληροφορίες σε άρθρο πως “η σχέση του Mikhail Fridman με ισπανικό πρότζεκτ εμπλέκεται στην περίπτωση της ρωσικής μαφίας”» και η εφημερίδα παραδέχτηκε το λάθος της και δημοσίευσε μια «νότα μεταμέλειας»…
(ακολουθεί το σχετικό με την έρευνα πρωτότυπο κείμενο):
Στην Ρωσία, η νοσταλγία για την Σοβιετική Ένωση, ενισχύθηκε το τελευταίο διάστημα, όπως έδειξε δημοσκόπηση που διενήργησε το ανεξάρτητο ερευνητικό κέντρο Levada-Centr, η οποία διαπίστωσε ότι το ποσοστό των Ρώσων που λυπούνται για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, φθάνει σήμερα το 66%, και είναι το μεγαλύτερο που καταγράφηκε την τελευταία δεκαετία. Το 2017 το ποσοστό των Ρώσων που εξέφραζαν την λύπη τους για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έφθανε το 58%, ενώ επί δέκα συνεχή χρόνια δεν είχε υπερβεί το 61%. Το μεγαλύτερο ρεκόρ είχε καταγραφεί το 2000, όταν το 75% των Ρώσων εξέφραζε την λύπη του για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν ακριβώς η χρονιά που ανελάμβανε τα ηνία της εξουσίας ο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η πρόσφατη αυτή δημοσκόπηση του Levada-Centr έδειξε επίσης ότι το 60% των Ρώσων, πιστεύουν ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί (αυτό το ποσοστό είναι το μεγαλύτερο των τελευταίων 13 ετών). Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι η πλειοψηφία αυτών που νοσταλγούν την Σοβιετική Ένωση είναι άτομα ηλικίας 55 ετών και άνω, παρότι τα τελευταία δύο χρόνια αυξάνονται αυτού του τύπου οι διαθέσεις και μεταξύ των νέων ηλικίας 18–24 ετών.
Οι βασικοί λόγοι που εκτρέφουν αυτή την νοσταλγία, την έλλειψη της Σοβιετικής Ένωσης που νοιώθουν οι Ρώσοι, είναι όπως πιστεύει το 52% η καταστροφή του ενιαίου οικονομικού συστήματος, η απώλεια τους αισθήματος ότι είναι πολίτες μιας μεγάλης δύναμης (36%) και η αύξηση της αμοιβαίας δυσπιστίας και της σκληρότητας που επικρατεί στην κοινωνία (31%) .
Η τάση της αυξανόμενης νοσταλγίας για την Σοβιετική Ένωση είναι όλο και πιο αισθητή, δηλώνει η κοινωνιολόγος Καρίνα Πιπία του Levada-Centr, η οποία επισημαίνει ότι αφορμή για την ενίσχυση αυτών των διαθέσεων, υπήρξε η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που ανακοίνωσε πέρυσι η ρωσική κυβέρνηση και η οποία προβλέπει την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης. «Ο κόσμος εξηγεί την νοσταλγία του για την Σοβιετική Ένωση επικαλούμενος κυρίως ανορθολογικές αντιλήψεις που έχει για την ισχυρή οικονομία και την ευημερία της εποχής εκείνης, ξεχνώντας τις ελλείψεις και τα κουπόνια που υπήρχαν, και με βάση τις αυξανόμενες ανησυχίες που έχει σήμερα για τα ζητήματα της ευημερίας» λέει η Καρίνα Πιπία.
Η ίδια επισημαίνει ότι μετά την κρίση της Κριμαίας (προσάρτηση της Κριμαίας) οι νοσταλγικές διαθέσεις για την Σοβιετική Ένωση και για μεγάλη δύναμη, είναι λιγότερο έντονες επειδή η Κριμαία και η αντιπαράθεση με την Δύση υποκατέστησαν σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη για την ύπαρξη μιας μεγάλης δύναμης όπως η Σοβιετική Ένωση. «Η ενίσχυση των συναισθημάτων λύπης για την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, οι ρομαντικές διαθέσεις για κάθε τι το σοβιετικό, ιδιαίτερα μεταξύ της νεολαίας, η οποία δεν γνωρίζει καλά την ιστορία, μπορεί να οδηγήσει στην επανεκτίμηση είτε στην αποκατάσταση ζητημάτων που ήταν ανεκτά ή μη αποδεκτά στη μετασοβιετική Ρωσία, όπως η δικαίωση των σταλινικών διώξεων, το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, η πλήρης υποτίμηση των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων της δεκαετίας του 1990 κτλ», επισημαίνει η Ρωσίδα κοινωνιολόγος.
Ο πολιτειολόγος Αλεξέι Μακάρκιν, δηλώνει ότι όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση, πίστευαν ότι η οικονομία θα έπαιζε με την μία ή την άλλη μορφή σημαντικό ρόλο στην ανασυγκρότηση της, γι αυτό και αντιμετώπιζαν την διάλυση της με ηρεμία, «αλλά τώρα έχουν πεισθεί ότι αυτό δεν θα συμβεί»
Ο Μακάρκιν εντοπίζει δύο παράγοντες, που συνέβαλλαν στην ενίσχυση των νοσταλγικών διαθέσεων για την Σοβιετική Ένωση και των συναισθημάτων λύπης για την διάλυση της. «Αρχικά υπήρξε η αίσθηση ότι οι διαμαρτυρίες στην πλατεία Μαϊντάν είναι ένα προσωρινό φαινόμενο, μετά εμφανίσθηκαν τα γεγονότα της Νοβορωσίας (ανατολική Ουκρανία), αλλά τώρα έχουν αντιληφθεί ότι η Ουκρανία δεν θα επιστρέψει και αφού δεν θα επιτρέψει, δεν θα υπάρξει επιστροφή και για τα υπόλοιπα. Όλα αυτά εκτρέφουν τις νοσταλγικές διαθέσεις για την Σοβιετική Ένωση. Ο δεύτερος παράγοντας εμφανίστηκε φέτος. Εξαιτίας τη μεταρρύθμισης στο συνταξιοδοτικό, ο κόσμος άρχισε και πάλι να εξιδανικεύει την Σοβιετική Ένωση όπου έβγαιναν νωρίς σε σύνταξη και με τα λεφτά εκείνα μπορούσαν κάπως να ζήσουν».
Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος δεν ήταν τόσο ένα σοκ για τον κόσμο, όσο μια ένδειξη αποσύνθεσης του κοινωνικού κράτους, με το οποίο συνδέεται η ύπαρξη της Σοβιετικής Ένωσης, επισημαίνει ο Μακάρκιν, ο οποίος συμπεραίνει ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί με κανένα τρόπο να αξιοποιήσει αυτές τις διαθέσεις.
Τι να κάνει διερωτάται: «Να εφαρμόσει διαφορετική κοινωνική πολιτική; Δεν υπάρχουν τα χρήματα. Να ενισχύσει την καταστολή; Έτσι λοιπόν μέσα σ’ αυτά τα μυθολογήματα η Σοβιετική Ένωση εκλαμβάνεται ως η χώρα στην οποία όλα ήταν καλά».