Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Μη χάσετε την παράσταση «Νίκος Πλουμπίδης» στη σκηνή «Θέατρο της Ημέρας»

Το θεα­τρι­κό έργο «Νίκος Πλου­μπί­δης», που ανα­φέ­ρε­ται στη ζωή και την αγω­νι­στι­κή δρά­ση του στε­λέ­χους του ΚΚΕ, έκα­νε πρε­μιέ­ρα στις 23-Νοε-2019 στο «Θέα­τρο της Ημέ­ρας» (Γεν­νη­μα­τά 20, Αμπε­λό­κη­ποι, μετρό «Πανόρ­μου»).
Η παρά­στα­ση ανε­βαί­νει κάθε Σάβ­βα­το στις 9.00μμ και Κυρια­κή στις 8.00μμ
Πλη­ροφορί­ες - κρα­τή­σεις στα τηλέ­φω­να 210.6929.090 — 210.6995.777
Για γκρουπ στο 6944.750.329.

Βασίλης Κολοβός Πλουμπίδης

Το οφεί­λου­με σ’ έναν μεγά­λο ηθο­ποιό, τον Βασί­λη Κολο­βό, που με την τέχνη του υπη­ρέ­τη­σε, όλα αυτά τα χρό­νια, το δίκιο του λαού μας. Δύσκο­λο ‑πού δύσκο­λο εγχεί­ρη­μα. Το «έστη­σε» μέσα από πολύ­μη­νη -«πάνω από ένα χρό­νο σβή­να­με και γρά­φα­με» λέει …σχε­δόν μέχρι τη μέρα της παρά­στα­σης (μάλι­στα στο πρό­γραμ­μα υπάρ­χει ένα ένθε­το ||φυλ­λο, που δεν πρό­λα­βαν να ενσω­μα­τώ­σουν). Κοπια­στι­κή δου­λειά μυρ­μη­γκιού με τη βοή­θεια του συγ­γρα­φέα και ερευ­νη­τή Γρη­γό­ρη Χαλια­κό­που­λου που έψα­ξε και συγκέ­ντρω­σε υλι­κό της περιό­δου που ανα­φέ­ρε­ται η παρά­στα­ση (εφη­με­ρί­δες, περιο­δι­κά, βιβλία) και μαζί με στοι­χεία που έδω­σε το ΚΚΕ ετοί­μα­σε την πρώ­τη γρα­φή του έργου.

Βασίλης Κολοβός

🔻 Ο Βασί­λης Κολο­βός έχει 50 χρό­νια συνε­χούς παρου­σί­ας στα πολιτιστι­κά δρώ­με­να της χώρας μας.
▪️ Πήρε μέρος σε 100 παρα­στά­σεις ερμηνεύ­οντας ρόλους από το κλα­σι­κό και σύγ­χρο­νο δρα­μα­το­λό­γιο, στην Επί­δαυρο, στην Αθή­να και σχε­δόν σ’ όλες τις πόλεις της Ελλά­δας και στο εξωτερικό.
▪️Έπαι­ξε σε 10άδες τηλε­ο­πτι­κές και ραδιο­φω­νι­κές θεα­τρι­κές παραστάσεις.
▪️ Σκη­νο­θέ­τη­σε 8 θεα­τρι­κά έργα.
▪️Πήρε μέρος σε 15 κινη­ματογραφικές ται­νί­ες, σε 12 τηλε­ο­πτι­κά σήριαλ και πολ­λές μεταγλωτ­τισμένες σει­ρές κυρί­ως παιδικές.

🔻 Έγρα­ψε 6 μυθι­στο­ρή­μα­τα (όλα από τις εκδό­σεις Καστανιώτη)

  • «Θυμά­σαι πατέ­ρα» που διδά­χτη­κε στο Πανε­πι­στή­μιο του Σίδνεϋ για 4 χρό­νια στην έδρα της Νεο­ελ­λη­νι­κής Λογοτεχνίας,
  • «Η αυλή με τα σπα­σμέ­να όνειρα»,
  • « Οι Άγιες των ημε­ρών τους»,
  • «Το καλο­καί­ρι μας προσπέρασε»,
  • «Μη φοβά­σαι εγώ είμαι εδώ», και
  • «Το δώρο του χιονιού».

 

🔻 Έγρα­ψε τις μελέ­τες «Από τις ρίζες της δημο­τικής μας ποί­η­σης ως τη γενιά του μεσο­πο­λέ­μου» που ακού­στη­καν σε 60 ωριαί­ες εκπο­μπές στο ραδιό­φω­νο, «Γιάν­νης Ρίτσος, ο ποι­η­τής της εργα­τι­κής τάξης», «Κώστας Βάρ­να­λης, ο οδη­γη­τής του λαού μας», «Ο στρα­τη­γός Μακρυ­γιάν­νης και ο ταξι­κός χαρα­κτή­ρας της επα­νά­στα­σης του 1821», «Φώτης Αγγου­λές», «Η ποί­η­ση πίσω απ’ το συρ­μα­τό­πλεγ­μα και το οδόφραγμα».

  • Υπήρ­ξε για 5 χρό­νια καλ­λι­τε­χνι­κός διευ­θυ­ντής του Φεστι­βάλ Βρά­χων στο Βύρωνα.
  • Είναι δάσκα­λος υπο­κρι­τι­κής σε δραμα­τικές σχολές.
  • Ασχο­λή­θη­κε με τα συν­δι­κα­λι­στι­κά και συγ­γε­νι­κά δικαιώ­ματα των ηθο­ποιών και εκλε­γό­ταν για 45 χρόνια.
  • Υπήρ­ξε Γεν. Γραμμα­τέας, Αντι­πρό­ε­δρος και Πρό­ε­δρος του Σωμα­τεί­ου Ελλή­νων Ηθο­ποιών και για 16 χρό­νια Πρό­ε­δρος της Πανελ­λή­νιας Ομο­σπον­δί­ας Θεά­μα­τος-Ακρό­α­μα (ΠΟΘΑ).

🔻 Με το εργα­τι­κό και μαζι­κό κίνη­μα ασχο­λεί­ται από το 1964 μέχρι και σήμε­ρα (ήταν εργά­της σε εργο­στά­σιο και οικοδόμος).

🔻 Τελευ­ταία του δου­λειά ήταν «Το Φως που “ΠΑΝΤΑ” καί­ει» του Κώστα Βάρ­να­λη που δια­σκεύ­α­σε, σκη­νο­θέ­τη­σε και έπαι­ξε το βασι­κό ρόλο του Μώμου. Παί­χτη­κε δύο χρό­νια στην Αθή­να, σε 15 πόλεις της Ελλά­δας και Σίδνεϋ και Μελ­βούρ­νη στην Αυστραλία.

Νίκος Πλουμπίδης Βασίλης Κολοβός σημείωμα σκηνοθέτη

[γρά­φει ο Βασί­λης] «Είναι αλή­θεια ότι για πρώ­τη φορά ανε­βαί­νει στη θεα­τρι­κή σκη­νή ένα τέτοιο έργο.
Ο Νίκος Πλου­μπί­δης δεν είναι μόνο η ηρω­ι­κή μορ­φή ενός στε­λέ­χους του ΚΚΕ και κομ­μου­νι­στή μάρ­τυ­ρα, αλλά και μια σπου­δαία προ­σω­πι­κό­τη­τα που δίδα­ξε τις γενιές που ακο­λού­θη­σαν με το ήθος του και την πίστη στην ιδε­ο­λο­γία του.
Ηταν δια­κα­ής μου πόθος να ανε­βά­σω στη σκη­νή ένα μέρος από τη ζωή και την αγω­νι­στι­κή δρά­ση του κομ­μου­νι­στή Νίκου Πλουμπίδη.
Προ­σπά­θη­σα με σεβα­σμό να προ­σεγ­γί­σω τη ζωή και την αγω­νι­στι­κή του δρά­ση. Μέσα από τη ροή της παρά­στα­σης παρα­κο­λου­θού­με τη δρά­ση του και ιδιαί­τε­ρα τα τελευ­ταία δρα­μα­τι­κά χρό­νια, τόσο τα δικά του όσο και του κινή­μα­τος, ο δε κύκλος κλεί­νει με την εκτέ­λε­σή του.
Ο Νίκος Πλου­μπί­δης απέ­δει­ξε ότι η ανι­διο­τέ­λεια, ο σεβα­σμός και η πίστη στην ιδε­ο­λο­γία και τα ιδα­νι­κά ενός κομ­μου­νι­στή αγω­νι­στή δεν είναι λόγια, αλλά στά­ση ζωής. Το περι­γρά­φει άλλω­στε σε ένα από τα γράμ­μα­τά του: 

«Κρατιέμαι με τα δόντια στη ζωή για να δώσω ακόμα δυο μάχες, τη μάχη της δίκης και τη μάχη του εκτελεστικού αποσπάσματος»

Εννο­εί­ται ότι η λιτή και αφαι­ρε­τι­κή σκη­νο­θε­τι­κή ματιά ήταν απα­ραί­τη­τη για να δημιουρ­γή­σω στον θεα­τή την αίσθη­ση εκεί­νης της μαύ­ρης επο­χής, κατά την οποία οι κυβερ­νή­σεις, με τη στή­ρι­ξη και καθο­δή­γη­ση του αμε­ρι­κα­νι­κού παρά­γο­ντα, είχαν φέρει το λαό μας σε απόγνωση.
Κυρί­ως ανα­δει­κνύ­ει τον χαρα­κτή­ρα του ήρωα μέσα από μια σει­ρά πολι­τι­κών γεγο­νό­των και συμ­βά­ντων που έπαι­ξαν καθο­ρι­στι­κό ρόλο στην τότε δια­μόρ­φω­ση ενός αντι­κομ­μου­νι­στι­κού κλίματος.
Επί­σης, και τα λάθη που προ­έ­κυ­ψαν από το ίδιο το Κόμ­μα εξαι­τί­ας της παρα­πλη­ρο­φό­ρη­σης και των προ­βλη­μά­των μιας χρο­νι­κής περιό­δου με σκλη­ρή παρανομία. 

Νίκος Πλουμπίδης

Κι εδώ βρί­σκε­ται το μεγα­λείο του Νίκου Πλουμπίδη.
Ούτε για μια φορά δεν στρά­φη­κε ενα­ντί­ον του Κόμ­μα­τός του. Απε­να­ντί­ας, θυσιά­στη­κε δια­τη­ρώ­ντας μέχρι την τελευ­ταία στιγ­μή της ζωής του την πίστη του στον Άνθρω­πο, στην ιδε­ο­λο­γία του, στο Κόμ­μα του.
Αρκ
εί να δια­βά­σει κάποιος την παρα­κά­τω φρά­ση από την απο­λο­γία του ενώ­πιον του Στρα­το­δι­κεί­ου για να αντι­λη­φθεί το μέγε­θος του χαρα­κτή­ρα του και της προ­σω­πι­κό­τη­τάς του: «Τιμή εγώ έχω πάνω απ’ όλα την τιμή του Κόμ­μα­τός μου».

Η γεν­ναιό­τη­τά του και το θάρ­ρος του απο­τε­λούν το φωτει­νό φάρο για κάθε νέο άνθρω­πο που ονει­ρεύ­ε­ται έναν καλύ­τε­ρο και δικαιό­τε­ρο κόσμο. Η περή­φα­νη στά­ση του ενώ­πιον του Στρα­το­δι­κεί­ου καθώς και η μετέ­πει­τα λίγο πριν από την εκτέ­λε­σή του κατα­γρά­φη­καν στην πολι­τι­κή και κοι­νω­νι­κή Ιστο­ρία του τόπου μας ως το πλέ­ον δια­χρο­νι­κό παρά­δειγ­μα δια­παι­δα­γώ­γη­σης, ιδιαί­τε­ρα σήμε­ρα που η παγκό­σμια κοι­νω­νία, ο λαός μας και η νεο­λαία αντι­με­τω­πί­ζουν σοβα­ρά προ­βλή­μα­τα, από το αδη­φά­γο καπι­τα­λι­στι­κό σύστη­μα που κατα­δυ­να­στεύ­ει τους λαούς.

Περισ­σό­τε­ρες πλη­ρο­φο­ρί­ες για το έργο και τους συντε­λε­στές του
στη σχε­τι­κή συνέ­ντευ­ξη του Βασί­λη Κολο­βού στο Ριζοσπάστη

Ο Νίκος Πλου­μπί­δης γεν­νή­θη­κε στα Λαγκά­δια Αρκα­δί­ας στις 31-Δεκ-1902 από φτω­χή αγρο­τι­κή οικο­γέ­νεια — ο πατέ­ρας του και τα μεγα­λύ­τε­ρα αδέρ­φια του, μη μπο­ρώ­ντας να ζήσουν την οικο­γέ­νεια τους με τα λίγα κτή­μα­τα που είχαν, νοί­κια­ζαν νερό­μυ­λους και το Νίκο ήθε­λαν να τον σπου­δά­σουν για ν’ απο­χτή­σουν κάποιο στήριγμα.
Ονει­ρεύ­ο­νταν να γινό­ταν δάσκα­λος, έτσι μετά το Δημο­τι­κό του χωριού τον έστει­λαν στο Γυμνά­σιο της Δημη­τσά­νας: Ένα καρ­βέ­λι ψωμί και 5 δραχ­μές τη βδο­μά­δα για φαγη­τό, βιβλία, τετρά­δια, μολύ­βια ήταν ό,τι μπο­ρού­σε να του στέλ­νει η οικο­γέ­νεια τους. Με τέτοιες στε­ρή­σεις τελεί­ω­σε το 1922 το Γυμνάσιο.
Το Σεπτέμ­βρη του ίδιου χρό­νου κλή­θη­κε στο στρα­τό, τη στιγ­μή ακρι­βώς της Μικρα­σια­τι­κής κατάρ­ρευ­σης και καταστροφής.
Το 1923 απο­λύ­ε­ται, εγγρά­φε­ται στο διδα­σκα­λείο Πύρ­γου, από όπου βγαί­νει ο «κόκ­κι­νος δάσκα­λος» τον Ιού­νη του 1924. Το Σεπτέμ­βρη του ίδιου χρό­νου διο­ρί­ζε­ται στη Βούρ­μπα της Ελασ­σό­νας. Πριν ακό­μη ορκι­στεί και φτά­σει στην έδρα του, παίρ­νει μέρος στην κίνη­ση της διδα­σκα­λι­κής ομο­σπον­δί­ας για αύξη­ση των μισθών. Εκεί, γνω­ρί­ζε­ται καλύ­τε­ρα με τη σκλη­ρή ζωή της αγρο­τιάς, τη βιο­πά­λη και την επα­να­στα­τι­κή ιδε­ο­λο­γία, που με φορέα το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμ­μα Ελλά­δας, αρχί­ζει να ξαπλώ­νει από τις πόλεις, τα εργο­στά­σια, τα γρα­φεία και στην ύπαιθρο.
Γνω­ρί­ζε­ται με τους πρώ­τους κομ­μου­νι­στές της περιο­χής και δια­βά­ζει επα­να­στα­τι­κά βιβλία. Παίρ­νει μέρος στη δημιουρ­γία των πρώ­των οργα­νώ­σε­ων και πρω­το­στα­τεί στις κινη­το­ποι­ή­σεις των αγρο­τών της περιο­χής, που διεκ­δι­κούν γη και ανθρώ­πι­νη ζωή. Γίνε­ται δρα­στή­ριο στέ­λε­χος του διδα­σκα­λι­κού συλλόγου.
Το 1926 γίνε­ται μέλος του ΚΚΕ. Κατε­βαί­νει στην Αθή­να για μετεκ­παί­δευ­ση, παίρ­νει μέρος στη μεγά­λη φοι­τη­τι­κή απερ­γία του 1929 όπου πιά­νε­ται και ξυλο­κο­πιέ­ται άγρια. Οι για­τροί δια­πι­στώ­νουν ότι θα πεθά­νει αν δεν μπει αμέ­σως σε σανα­τό­ριο. Είναι φυμα­τι­κός! Δεν του δίνουν ζωή περισ­σό­τε­ρη από έξι μήνες. Αλλά η απά­ντη­ση του είναι «αφού πρό­κει­ται να πεθά­νω σε έξι μήνες, ας τους ζήσω όσο μπο­ρώ πιο έντο­να, πιο αγωνιστικά!».
.….
Συνε­χί­ζει τη δρά­ση του, οργα­νώ­νει και καθο­δη­γεί απερ­για­κούς αγώ­νες του κλά­δου, έτσι στα τέλη του ίδιου χρό­νου απο­λύ­ε­ται από δάσκα­λος και αφιε­ρώ­νε­ται απο­κλει­στι­κά πια στην κομ­μα­τι­κή δου­λειά: Η δύσκο­λη και γεμά­τη στε­ρή­σεις ζωή του γίνε­ται από δω και μπρος ακό­μη δυσκο­λό­τε­ρη. Αν και βαριά άρρω­στος, δεν μπαί­νει σε νοσο­κο­μείο. Μένει σε φτω­χά δωμά­τια ή σε σπί­τια φίλων του Κόμ­μα­τος και συνε­χί­ζει, άρρω­στος, νηστι­κός και άγρυ­πνος, πολ­λές φορές, τη δρά­ση του. Οργα­νώ­νει και καθο­δη­γεί σει­ρά από απερ­για­κούς και πολι­τι­κούς αγώ­νες και εκδη­λώ­σεις της εργα­τι­κής τάξης.
Το 1935 παίρ­νει μέρος στο 7ο Συνέ­δριο της Κομ­μου­νι­στι­κής Διε­θνούς, παίρ­νει μέρος στο 6ο Συνέ­δριο του ΚΚΕ και εκλέ­γε­ται ανα­πλη­ρω­μα­τι­κό μέλος της Κ.Ε. του.
Δου­λεύ­ει ακά­μα­τα στην επαρ­χία, κατε­βαί­νει στην Αθή­να το 1939 ‑μετά από εντο­λή του Κόμ­μα­τος, όπου πιά­νε­ται και βασα­νί­ζε­ται απάν­θρω­πα στην Ασφά­λεια, αν και βαριά άρρω­στος, για να μαρ­τυ­ρή­σει τους συνερ­γά­τες του, να προ­δώ­σει το Κόμ­μα του, την ιδε­ο­λο­γία του, τον εαυ­τό του. Του προ­τεί­νουν να κάνει μια “μικρή υπο­χώ­ρη­ση” χάρη της ζωής του: Να δώσει μόνο το «λόγο τιμής» του ότι δεν θα δρα­πε­τεύ­σει για να τον στεί­λουν σε σανα­τό­ριο για θερα­πεία: «Τους απά­ντη­σα — κι αυτό το θεω­ρώ υπο­χώ­ρη­ση από τις αρχές μου — και ότι εγώ, αν μπο­ρέ­σω, θα δρα­πε­τεύ­σω και θα βγω να δου­λέ­ψω για την υπό­θε­ση του λαού, για την οποία είμαι απο­φα­σι­σμέ­νος και να πεθάνω».
Επει­δή ωστό­σο η κατά­στα­ση του ήταν κρί­σι­μη (ο για­τρός της φυλα­κής προ­βλέ­πει θάνα­το σε 20–30 μέρες) και για να μην πεθά­νει στα κρα­τη­τή­ρια της Ασφά­λειας, τον έστει­λαν στη φυλα­κή-σανα­τό­ριο «Σωτη­ρία», σε αυστη­ρό­τα­τη απο­μό­νω­ση ως την κήρυ­ξη του πολέ­μου. Δεν τον έβγα­ζαν στο προ­αύ­λιο, δεν του επέ­τρε­παν να μιλά με κανέ­να, δεν άφη­ναν επι­σκε­πτή­ριο παρά μόνο με ειδι­κή άδεια του υπουρ­γεί­ου Ασφαλείας.

Έρχε­ται ο πόλε­μος και εξα­κο­λου­θεί να κρα­τεί­ται έχο­ντας, μαζί με εκα­το­ντά­δες άλλους αγω­νι­στές-στε­λέ­χη και μέλη του ΚΚΕ, παρα­δο­θεί από τις «ελλη­νι­κές» αρχές στους φασί­στες κατα­χτη­τές: το 1942 τελειώ­νει η φυλά­κι­ση και στέλ­νε­ται για τα δύο χρό­νια εξο­ρία στο Σανα­τό­ριο της Τρί­πο­λης. Εκεί συν­δέ­ε­ται αμέ­σως με την οργά­νω­ση. Παίρ­νει δρα­στή­ριο μέρος στην ίδρυ­ση Επι­τρο­πής του ΕΑΜ και την έκδο­ση ΕΑΜι­κής εφη­με­ρί­δας. Στις 26 του Φλε­βά­ρη δρα­πε­τεύ­ει, με εντο­λή του Κόμ­μα­τος. Ανε­βαί­νει Αθή­να και ανα­λα­βαί­νει την καθο­δή­γη­ση του Εργα­τι­κού ΕΑΜ και τον Ιού­νη την καθο­δή­γη­ση της Κ.Ο. Αθήνας.
Το Δεκέμ­βρη του ίδιου χρό­νου παίρ­νει μέρος στην Πανελ­λα­δι­κή Συν­διά­σκε­ψη του Κόμ­μα­τος, στην οποία εκλέ­γε­ται μέλος της Κ.Ε. και σε συνέ­χεια από την Ολο­μέ­λεια της, μέλος του Π.Γ. της.
Το 1943 οργά­νω­σε και καθο­δή­γη­σε τη μεγά­λη δια­δή­λω­ση στην Αθή­να με σύν­θη­μα «ΚΑΤΩ Η ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ».
Μένει στην Αθή­να σ’ όλη τη διάρ­κεια του εμφύ­λιου πολέ­μου, σαν ένα από τα μέλη του κλι­μα­κί­ου της Κ.Ε. και αργό­τε­ρα επι­κε­φα­λής του ως το 1951–52. Δου­λεύ­ει ακού­ρα­στα, με όλες του τις δυνά­μεις, για να περι­σώ­σει ό,τι μπο­ρεί από τα απα­νω­τά χτυ­πή­μα­τα της Ασφά­λειας και να κάνει αισθη­τή την παρου­σία του Κόμ­μα­τος παντού, κάτω και από τις πιο δύσκο­λες συν­θή­κες. Οι σύντρο­φοι και συνερ­γά­τες του διαρ­κώς αραιώ­νουν γύρω του και ο εχθρι­κός κλοιός που τον απει­λεί γίνε­ται ολο­έ­να στε­νό­τε­ρος. Αλλά δεν υπο­χω­ρεί ούτε στιγ­μή. Τον έλε­γαν και ήταν δογ­μα­τι­κός, άτεγ­κτος στην κομ­μα­τι­κή γραμμή.
Η ήττα του ΔΣΕ τον Αύγου­στο του 1949 απο­τε­λεί και γι’ αυτόν — όπως και για όλο το δημο­κρα­τι­κό κίνη­μα — σκλη­ρή δοκι­μα­σία και ταυ­τό­χρο­να αρχή νέας περιό­δου στην πάλη για την εθνι­κή ανε­ξαρ­τη­σία και τη δημο­κρα­τία. Προ­σπα­θεί να προ­βλη­μα­τι­στεί πάνω στις αιτί­ες της ήττας μας και να βγά­λει απ’ αυτήν τα απα­ραί­τη­τα συμπε­ρά­σμα­τα και διδάγματα.

Και μετά  σύλ­λη­ψη και κατα­δί­κη σε θάνα­το του Ν. Μπε­λο­γιάν­νη και ακο­λου­θούν τα τρα­γι­κά γεγο­νό­τα |> ανοι­χτό γράμ­μα του Πλου­μπί­δη, που ο Ζαχα­ριά­δης σπεύ­δει να το χαρα­κτη­ρί­σει πλα­στό και κατα­σκεύ­α­σμα της Ασφά­λειας, σύλ­λη­ψη το 1952 και παρα­πο­μπή σε δίκη με την ίδια κατη­γο­ρία της «κατα­σκο­πί­ας», η απο­κή­ρυ­ξή του από το Κόμ­μα: αυτός ατά­ρα­χος δίνει τη μάχη με τον ταξι­κό εχθρό στην Ασφά­λεια και στο στρα­το­δι­κείο σαν μέλος και στέ­λε­χος του ΚΚΕ, αδια­φο­ρώ­ντας για τις συκο­φα­ντι­κές καταγ­γε­λί­ες της ηγε­σί­ας του σε βάρος του. Θα δώσει και τη ζωή του, με ήσυ­χη συνεί­δη­ση ότι μια μέρα, αργά ή γρή­γο­ρα, η αλή­θεια θα λάμψει.

Στην απο­λο­γία του στο στρα­το­δι­κείο τονίζει:
«Η δικα­ζό­με­νη υπό­θε­σις δεν είναι υπό­θε­σις κατα­σκο­πί­ας, αλλά πολι­τι­κή. Δεν δικά­ζε­τε τον Πλου­μπί­δη σαν δρά­ση εγκλή­μα­τος, αλλά σαν κομ­μου­νι­στή ηγέ­τη (…), τη δίκη αυτή προ­ε­τοί­μα­σαν οι εχθροί του λαού για να δυσφη­μή­σουν το ΚΚΕ και τους ηγέ­τες του. Είναι συνέ­χεια της σκη­νο­θε­τη­μέ­νης δίκης του Μπε­λο­γιάν­νη, με τη δια­φο­ρά ότι εκεί­νη έγι­νε σε επο­χή ψυχρού πολέ­μου, ενώ αυτή διε­ξά­γε­ται τη στιγ­μή που αρχί­ζει η διε­θνή ειρή­νευ­ση να κάνει τα πρώ­τα βήματα.
Ανα­λαμ­βά­νω πλή­ρως την ευθύ­νη για την πολι­τι­κή γραμ­μή του Κόμ­μα­τος μου, παρ’ όλο ότι σήμε­ρα δεν έχω την τιμή να εκπρο­σω­πώ το Κόμ­μα μου, αλλά έχω την πολε­μι­κή του ενα­ντί­ον μου».
Το στρα­το­δι­κείο τον κατα­δί­κα­σε δυο φορές σε θάνα­το. Ο Ν. Πλου­μπί­δης άκου­σε ψύχραι­μα την κατα­δι­κα­στι­κή από­φα­ση και στους δημο­σιο­γρά­φους που τον ρώτη­σαν σχε­τι­κά απάντησε:
«Θα πεθά­νω ήσυ­χος και για­τί αρκε­τό σπό­ρο έσπει­ρα και για­τί χιλιά­δες νέοι Έλλη­νες θα πάρουν τη θέση μου μέχρι τη νίκη του λαού».
Στις 14 Αυγού­στου 1954 ο Νίκος Πλου­μπί­δης έπε­φτε νεκρός από τις σφαί­ρες του εκτε­λε­στι­κού απο­σπά­σμα­τος στο Δαφ­νί. Λίγες στιγ­μές πριν την εκτέ­λε­ση του δήλω­σε στον επι­κε­φα­λής του απο­σπά­σμα­τος και στον ιερέα που βρι­σκό­ταν στον τόπο της εκτέλεσης:
«Δεν έχω κανέ­να βάρος στη συνεί­δη­ση μου και πιστεύω πως φεύ­γο­ντας αφή­νω στο παι­δί μου ένα όνο­μα τίμιο. Έχω όμως να εκφρά­σω την τελευ­ταία επι­θυ­μία μου που μου ζητά­τε: «Να πεί­τε στο παι­δί μου πως ο πατέ­ρας του ήτα­νε ένας τίμιος αγω­νι­στής. Ζήτω το ΚΚΕ!».
Με τα λόγια αυτά ο πραγ­μα­τι­κά τίμιος αγω­νι­στής Νίκος Πλου­μπί­δης σφρά­γι­σε τη ζωή του, μια ζωή αφιε­ρω­μέ­νη ολο­κλη­ρω­τι­κά στην υπό­θε­ση της εργα­τι­κής τάξης και του ελλη­νι­κού λαού.
Τον Νίκο Πλου­μπί­δη τον τιμά σήμε­ρα το Κόμ­μα μας όπως του αξί­ζει, μαζί με τους άλλους αγω­νι­στές του που έδω­σαν τη ζωή τους για το λαό, για τα μεγά­λα ιδα­νι­κά της ειρή­νης, της ελευ­θε­ρί­ας, της δημο­κρα­τί­ας, του κομ­μου­νι­σμού. Άφη­σε με τη ζωή του, τη δρά­ση του και τον ηρω­ι­κό, αλλά και τρα­γι­κό θάνα­το του μια ιερή παρα­κα­τα­θή­κη στην εργα­τι­κή τάξη, στους εργα­ζό­με­νους, τη νεο­λαία, στο Κόμ­μα: Να συνε­χί­σουν την πάλη τους με όλες τους τις δυνά­μεις ως την τελι­κή νίκη του λαού, των ιδα­νι­κών του κομμουνισμού.

Ατέχνως Ντοκουμέντο Doc

  Νίκος Πλουμπίδης

Πλουμπίδης 4

Πλουμπίδης 2

ΣΣ |>

Το φωτο­γρα­φι­κό υλι­κό και μεγά­λο μέρος των κειμένων
προ­έρ­χο­νται από το καλαί­σθη­το πρό­γραμ­μα της παράστασης.

«ΝΙΚΟΣ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ»

  • Ιστο­ρι­κή έρευ­να –Κεί­με­να: Γρη­γό­ρης Χαλιακόπουλος
  • Δρα­μα­τουρ­γι­κή Επε­ξερ­γα­σία: Βασί­λης Κολοβός
  • Σκη­νο­θε­σία: Βασί­λης Κολοβός
  • Σκη­νι­κά – Κοστού­μια: Στρά­τος Σαραντίδης
  • Μου­σι­κή: Φίλιπ­πος Περιστέρης
  • Φωτι­σμοί: Άκης Απο­στο­λί­δης
  • Ήχος – Φως (Χει­ρι­στής): Γιώρ­γος Σηφάκης
  • Φωτο­γρα­φί­ες: Στέλ­λα Λεβε­ντά­κη – Αιμί­λιος Πέτρου
  • Βίντεο: Αιμί­λιος Πέτρου
  • Γρα­φι­στι­κός σχε­δια­σμός: Αριά­δνη Μιχαηλάρη
  • Τρα­γού­δι: «Τη νύχτα που δικά­ζουν τον Πλου­μπί­δη» του Θάνου Μικρού­τσι­κου

Θάνος Μικρού­τσι­κος — Μαρία Δημη­τριά­δη — Νίκος Πλουμπίδης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο