Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο Ούγκο Τσάβες για τον Φιντέλ Κάστρο

Επι­μέ­λεια — μετά­φρα­ση: Bαγ­γέ­λης Γονα­τάς //

Αβά­να, Κούβα

Oύγκο Τσά­βες, Ιστο­ρί­ες του Arañero”
εκδό­σεις Vadell Hermanos Editores  C.A, 2012
,
(υπό έκδο­ση στα ελληνικά)

ΕΝΑΣ ΣΟΦΟΣ

Ο Φιντέλ, ο οποί­ος τα βλέ­πει όλα, κάθε μέρα γίνε­ται πιο σοφός. Εγώ του είπα: ”Άκου Φιντέλ, μακά­ρι να ζήσεις περισ­σό­τε­ρο από μένα, να ζήσεις περισ­σό­τε­ρο από εμάς”. Τότε εκεί­νος μου απά­ντη­σε: ”Κοί­τα, oι πιθα­νό­τη­τες δεί­χνουν ότι μπο­ρεί, ποιος ξέρει”.

Τώρα πια αφιε­ρώ­νε­ται στον στο­χα­σμό, στη σκέ­ψη, τώρα δεν βρί­σκε­ται πια άμε­σα στο δρό­μο. Είναι παρών γρά­φο­ντας, μελε­τώ­ντας, σκε­πτό­με­νος. Η σοφία του έχει ανα­πτυ­χθεί όπως η άσπρη γενειά­δα του. Μια φορά τον άκου­γα πάνω από έξι ώρες, σχε­δόν χωρίς δια­κο­πή, μόνο που και που έκα­να κάποια ερώ­τη­ση, ένα σχό­λιο. Ένας σοφός. Ξέρεις τι μου είπε ο Φιντέλ; Θα σας το πω αυτό για­τί απο­τε­λεί κρι­τι­κή, αλλά έχει δίκιο και αισθά­νο­μαι υπο­χρε­ω­μέ­νος να το πω δημό­σια. Μου το είπε με πολύ σεβα­σμό: ”Tσά­βες, μου επι­τρέ­πεις να σου πω δυο ‑τρία πράγ­μα­τα στα ίσια;”. Του απά­ντη­σα: ”Εσύ έχεις την άδεια να μου πεις ό,τι θέλεις”. Και μου είπε: ”Αρχι­κά δύο πράγ­μα­τα”. Και ξέρε­τε, κρα­τά­ει σημειώ­σεις, κάθε φορά που πηγαί­νω εκεί, ο Φιντέλ κρα­τά­ει σημειώ­σεις, δου­λεύ­ει τρεις, τέσ­σε­ρις μέρες πριν, περι­μέ­νο­ντάς με και όταν πάω βγά­ζει το χαρ­τά­κι του. Μου είπε λοι­πόν: ”Άκου, ένα συμπέ­ρα­σμα που έβγα­λα, είπες σε μια ομι­λία…“. Και άρχι­σε να ανα­φέ­ρε­ται στην ομι­λία, είχε ολό­κλη­ρη την ομι­λία μου και μια περί­λη­ψή της και είχε κάνει ανά­λυ­ση ιδιο­χεί­ρως, με σημειώ­σεις και αριθμούς.

Μου είπε:

”Εσύ ανέ­φε­ρες στην ομι­λία σου μία φρά­ση, ένα  νού­με­ρο, ότι πριν δέκα χρό­νια στην Βενε­ζου­έ­λα υπήρ­χαν εξα­κό­σιες χιλιά­δες φοι­τη­τές πανε­πι­στη­μί­ου, ενώ σήμε­ρα υπάρ­χουν δύο εκα­τομ­μύ­ρια τετρα­κό­σιες χιλιά­δες”. Αυτό είναι αλή­θεια, υπήρ­ξε μια αύξη­ση 400%. Όμως εκεί­νος είχε και μια μακριά λίστα των επι­τευγ­μά­των της εκπαί­δευ­σης, της υγεί­ας, όλων όσων έχου­με επι­τύ­χει, όλα τα κοι­νω­νι­κά επι­τεύγ­μα­τα σε αυτά τα δέκα χρό­νια.  Και μου είπε: ”Έβγα­λα ένα συμπέ­ρα­σμα Τσά­βες. Καμία Επα­νά­στα­ση που γνω­ρί­ζω, ούτε η κου­βα­νι­κή, έχει πετύ­χει τόσα πράγ­μα­τα για το λαό της στον κοι­νω­νι­κό τομέα, κυρί­ως σε τόσο λίγο διά­στη­μα, όπως η Μπο­λι­βα­ρια­νή Επα­νά­στα­ση”. Ξέρε­τε ποιο ήταν το δεύ­τε­ρο που μου είπε; Έτσι  ακρι­βώς μου το είπε: ”Έχω κατα­λή­ξει στο συμπέ­ρα­σμα ότι εσείς δεν θέλε­τε να επω­φε­λη­θεί­τε πολι­τι­κά από αυτά τα κοι­νω­νι­κά επιτεύγματα”.

Η δια­τύ­πω­ση ακού­γε­ται σκλη­ρή “δεν θέλε­τε”. Ο καθέ­νας μπο­ρεί να σκε­φτεί ότι πιθα­νόν δεν μπο­ρού­με. Δηλα­δή, το να μετα­τρέ­ψεις με την ίδια έντα­ση το κοι­νω­νι­κό όφε­λος, όλα όσα έχου­με επι­τύ­χει, σε πολι­τι­κό κεφά­λαιο. Επο­μέ­νως, το συμπέ­ρα­σμα είναι σκλη­ρό: Ότι δεν θέλου­με, βλέ­πεις; Και υπάρ­χει και κάτι άλλο επί­σης, έχει μεγά­λη σχέ­ση με το ότι κάποιοι δεν γνω­ρί­ζουν. Πρέ­πει να μάθουν, πρέ­πει ο κόσμος να λαμ­βά­νει όλα όσα η Επα­νά­στα­ση προ­χω­ρώ­ντας μετα­δί­δει στο λαό και να κάνει τη σύγκρι­ση με το παρελ­θόν. Και κάτι ακό­μα πιο σημα­ντι­κό, τι θα συνέ­βαι­νε εάν η αντε­πα­νά­στα­ση επέ­στρε­φε στην δια­κυ­βέρ­νη­ση της Βενεζουέλας;

[…]

ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΕΞΟΔΟ ΔΙΑΦΥΓΗΣ

Ο Φιντέλ είναι ένας από εκεί­νους που μου έχει ανα­φέ­ρει τις περισ­σό­τε­ρες φορές αυτό το θέμα όλα αυτά τα χρό­νια, ακό­μα και τώρα, μετά από επτά ώρες, που του είπα: ”Φιντέλ, άντε ξεκου­ρά­σου, κι εγώ θα ξεκου­ρα­στώ επί­σης”. Επτά ώρες.  Μου απά­ντη­σε: ”Oχι, όχι, κάτσε λίγο ακό­μα”.  Λίγο ακό­μα θα πει δύο ώρες ακό­μα. “Λίγο ακό­μα, φέρε του καφέ”. “Φέρε μου καφέ”. “Θεέ μου! Κι άλλο”. Και το δικαιο­λο­γεί κιό­λας, το δικαιο­λο­γεί κατ’ αυτόν τον τρό­πο, βγά­ζει χαρ­τιά, μια ώρα, κι άλλη ώρα και η επό­με­νη ώρα. Μου είπε: ”Τσά­βες, εσύ δεν έχεις έξο­δο δια­φυ­γής, όπως δεν είχα κι εγώ”, γι αυτό και γι αυτό. Ο Φιντέλ δηλώ­νει, σήμε­ρα πιο πολύ απ’ ότι χθές, ότι αν ο Ούγκο Τσά­βες εξα­φα­νι­στεί, θα είναι πολύ σκλη­ρά τα πράγ­μα­τα, μιλώ­ντας σαν να ήμουν κάποιος πολύ μεγά­λος. Αλλά όχι, εγώ δεν είμαι, δεν είμαι τίπο­τα παρα­πά­νω από τόσο δα μικρούλης.

Όμως υπάρ­χει μια σει­ρά σκέ­ψε­ων, τις οποί­ες εκφρά­ζει και με τις οποί­ες εγώ κατα­λή­γω να συμ­φω­νώ τελι­κά, που με υπο­χρε­ώ­νουν να βρί­σκο­μαι εδώ, δεν ξέρω για πόσο και­ρό ακό­μα. Ο Θεός το ξέρει και ο λαός θα το πει, έτσι δεν είναι; O Φιντέλ, ο οποί­ος βλέ­πει τον εχθρό να μάχε­ται ακού­ρα­στα, τις επτά στρα­τιω­τι­κές βάσεις, την επί­θε­ση των παρα­στρα­τιω­τι­κών, τα θέμα­τα που μας επη­ρε­ά­ζουν, την ανα­σφά­λεια, αυτά τα θέμα­τα της ηλε­κτρι­κής ενέρ­γειας, το θέμα του νερού κλπ, μου λέει:

”Τσά­βες, ο δικός σου πόλε­μος είναι πολύ δια­φο­ρε­τι­κός από τον δικό μου. Εδώ, οι πιο ορκι­σμέ­νοι εχθροί μου έφυ­γαν. Βρί­σκο­νται στο Μαιά­μι. Εσύ τους έχεις κάτω από τη μύτη σου. Το δικό σου Μαϊ­ά­μι βρί­σκε­ται εκεί Τσά­βες”.    “Εδώ και και­ρό – μου λέει – τον έβα­λα σε από­στα­ση τον εχθρό, υπάρ­χει μια από­στα­ση. Εσύ όχι, εσύ τον έχεις εκεί δίπλα, ζεις μαζί του”.

“Το να κοι­μά­σαι με τον εχθρό”, υπάρ­χει μια ται­νία, σωστά; “Ο εχθρός βρί­σκε­ται εκεί, επο­μέ­νως πρό­κει­ται για έναν πόλε­μο πολύ δια­φο­ρε­τι­κό”. Και συνε­χί­ζει: “Eγώ δεν ξέρω πώς θα είχα πρά­ξει, εάν μου είχε τύχει η δική σου περί­πτω­ση. Εδώ κάνα­με το δικό μας, όμως το δικό σου είναι πιο δύσκο­λο ακρι­βώς γι αυτό το λόγο”.

Μου είπε επί­σης και το παρα­κά­τω: ”Kαλό είναι Τσά­βες, να πεις  στα στε­λέ­χη σου, στο κόμ­μα, στο Κον­γρέ­σο, ένα πράγ­μα, σε περί­πτω­ση που δεν το έχουν αντι­λη­φθεί, κυρί­ως  σε κάποιους που θα μπο­ρού­σαν να επη­ρε­α­στούν από ιδέες”.

Και είπε το παρα­κά­τω, κάτι το οποίο το αξιο­λο­γώ κι εγώ εδώ και η ιστο­ρία το απο­δει­κνύ­ει: ”Δες την περί­πτω­ση του Πινο­σέτ, εκεί δεν συγ­χώ­ρη­σαν κανέναν”.

Και συνέ­χι­σε: ”Κοί­τα, εάν η αντε­πα­νά­στα­ση πετύ­χει να σε απο­σπά­σει, να σε βγά­λει από εκεί και να αρπά­ξει από τον λαό την εξου­σία, η κατα­δί­ω­ξη και η ισο­πέ­δω­ση θα είναι γενι­κή. Εκεί δεν πρό­κει­ται να συγ­χω­ρή­σουν κανέναν”.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο