Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Παναγιώτης Μελάς: Στον Νίκο Καββαδία

Άσμα για τον ποι­η­τή των ναυ­τι­κών και των γαλά­ζιων πόντων…

Ποιος είμ’ εγώ, που απο­τολ­μώ για σένα­νε να γράψω,
τον ποι­η­τή των ναυ­τι­κών και των γαλά­ζιων πόντων;
Εγώ είμ’ απλά ένας ναυ­τι­κός που θέλη­σα να κλάψω
πάνω απ’ τους τάφους τους υγρούς εκό­ντων και ακόντων.

Στη μέση του Ινδι­κού στε­ριά να ζαλι­στείς προσμένεις
δε φτά­νεις — βάστα, κάπου εδώ θα βρί­σκε­ται η Ιθάκη,
θα ‘ρθω κι εγώ — στον gangway ψηλά να περιμένεις·
θα βγω απ’ τη λάν­τζα με καπνό, τσι­μπού­κι και τσακμάκι.

New York, Μαντράς και Ρότ­τερ­νταμ, Λισμπόα, Γιβραλτάρ
μαζί τα ταξι­δέ­ψα­με, τα ζήσα­με παρέα
τρυ­γή­σα­με, μας τρύ­γη­σαν, σε κάποια ανή­λια μπαρ
μα ο νους σου στην Καλα­μα­ριά κι εμέ σε μια Αθηναία.

…και απο­κα­θή­λω­ση

Για όσα στι­χά­κια έγρα­ψες – τόσα κι αγαπημένα
κι όσα δεν έγρα­ψες, να δεις τι σου’ χω φυλαγμένα!
Εσύ δεν μπό­ρε­σες να δεις από κοντά, να ζήσεις
καυ­τά μηχα­νο­στά­σια, σφυ­ρί και βαριοπούλα
στου ασυρ­μά­του απ’ την αρχή μπή­κες την καμαρούλα
βαρ­διό­λα, χει­ρι­στή­ριο κι άστρα ν’ αντιστοιχίσεις.

Σαν ποι­η­τής πορεύ­τη­κες στης θάλασ­σας τα πλάτη
κι ως ναυ­τι­κός τρα­γού­δη­σες για τόπους μαγικούς.
Λίγα έγρα­ψες για βάσα­να του βιού του ναυτεργάτη·
μένει σε μας να γρά­ψου­με στί­χους ιαμβικούς.

Μας άφη­σες. Το βήμα μας να βρού­με πολεμάμε
πότε σε σπί­τι μας δικό, πότε σε ξένο σπίτι.
Κρα­τά­με, πορευό­μα­στε, μισού­με κι αγαπάμε
και ξανα­συ­να­ντιό­μα­στε στον «Τάφο του ΕΠΟΝίτη».

 

Απαραίτητο μικρό γλωσσάρι

 Gangway: Η κρε­μα­στή σκά­λα στην πλευ­ρά του βαπο­ριού, που χρη­σι­μο­ποιεί­ται για να ανέ­βει κανέ­νας στο βαπό­ρι ή να κατέ­βει από αυτό.

Μαντράς: (Madras) Λιμά­νι της Νοτιο­α­να­το­λι­κής Ινδί­ας, στον Κόλ­πο της Βεγ­γά­λης, ένα από τα μεγα­λύ­τε­ρα λιμά­νια της. Σήμε­ρα η πόλη είναι γνω­στή ως Τσεν­νάι (Chennai).

Λισμπόα: (Lisboa) Η ονο­μα­σία της Λισα­βώ­νας στα Πορτογαλικά.

Βαριο­πού­λα: Το βαρύ σφυ­ρί με το τετρά­γω­νο κεφά­λι, που μοιά­ζει με τη βαριά, αλλά είναι μικρό­τε­ρο σε μέγε­θος, ώστε να μπο­ρεί να χρη­σι­μο­ποιεί­ται και με το ένα χέρι.

Βαρ­διό­λα: Το φτε­ρό της γέφυ­ρας, το πλαϊ­νό ξεσκέ­πα­στο τμή­μα της, που επι­τρέ­πει στους ανθρώ­πους της γέφυ­ρας να παρα­τη­ρούν τα πλαϊ­νά του βαπο­ριού ή να έχουν καλύ­τε­ρη θέα του κατα­στρώ­μα­τος, της πλώ­ρης και της πρύ­μης του.

Χει­ρι­στή­ριο: Πρό­κει­ται για το χει­ρι­στή­ριο, με το οποίο ο ασυρ­μα­τι­στής έστελ­νε μηνύ­μα­τα σε άλλον ασύρ­μα­το σταθ­μό (στε­ρια­νό ή βαπο­ριού) με χρή­ση του κώδι­κα Μορς.

«Ο Τάφος του ΕΠΟ­Νί­τη»: Το ποί­η­μα του Καβ­βα­δία, αφιέ­ρω­ση στους νέους της ΕΠΟΝ, που έπε­σαν στον αγώ­να για την απε­λευ­θέ­ρω­ση της Ελλάδας.

https://ekdoseis-atexnos.gr/book/%cf%83%ce%ba%ce%bb%ce%b7%cf%81%cf%8c%cf%82-%ce%b1%cf%80%cf%81%ce%af%ce%bb%ce%b7%cf%82-%cf%84%ce%bf%cf%85–2020%ce%bc%cf%87/

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο