Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //
Και σ’αυτές τις εκλογές πολύ συζήτηση γίνεται για τις δημοσκοπήσεις, τ’ αποτελέσματα τους, αλλά και τις σκοπιμότητες που συχνά «κρύβουν».
Φιλοξενούμε αποσπάσματα από άρθρο της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης (ΚΟΜΕΠ 1/1974) (Κυκλοφόρησε τον Νοέμβρη του 1974 και ήταν η πρώτη μετά από δεκαετίες παρανομίας) με την υπογραφή «Ι.Ζ» και τίτλο «ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ‘Η ΣΠΕΚΟΥΛΑΡΙΣΜΑ». Στο άρθρο αυτό υπάρχουν, παρά τα χρόνια που μας χωρίζουν, χρήσιμες επισημάνσεις, οξυδερκείς σχολιασμοί και παρατηρήσεις (οι υπογραμμίσεις δικές μας):
«…Στον αστικό τύπο δημοσιεύονται πληροφορίες για τις λεγόμενες σφυγμομετρήσεις ή μελέτες της κοινής γνώμης. Οι σφυγμομετρήσεις αυτές γίνονται για οποιοδήποτε ζήτημα, αρχίζοντας από την εκτίμηση της πολιτικής γραμμής μιας κυβέρνησης, το βαθμό δημοφιλίας διαφόρων κρατικών παραγόντων και φτάνοντας μέχρι τις γνώμες για το ποια ομάδα ποδοσφαίρου ή χόκεϋ θα κερδίσει το πρωτάθλημα…
Ο γάλλος κοινωνιολόγος Φ. Μπον σε μία εργασία του, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νεφ» γράφει: Από τη σκοπιά της στατιστικής η ανθρώπινη κοινωνία μπορεί να συγκριθεί με ένα σακί φασόλια όπου υπάρχουν σε ίσες ποσότητες μαύρα και άσπρα φασόλια. Για να διαπιστώσουμε αυτό πρέπει να χύσουμε από το σακί εκατό φασόλια. Η θεωρία των πιθανοτήτων δείχνει-και η πράξη επιβεβαιώνει- ότι αυτά τα 100 μαύρα κα άσπρα φασόλια κατανέμονται ως εξής; 45 και 55. Ο πραγματικός συσχετισμός της ποσότητας τους στο σακκί θα καθοριστεί κατά προσέγγιση και το λάθος στους υπολογισμούς δεν θα υπερβαίνει το 10%. Εάν χύσουμε 10.000 φασόλια, τότε τα όρια του λάθους θα περιοριστούν στο 1%, ενώ αν χύσουμε 100.000 φασόλια, το ποσοστό του λάθους θα είναι μόλις 0,1%.
Οι άνθρωποι φυσικά, δεν μοιάζουν με τα φασόλια. Ο καθένας του έχει το χαρακτήρα και τις αντιλήψεις του. Ωστόσο οι ειδικοί για τη μελέτη της κοινής γνώμης θεωρούν ότι μπορούν να χρησιμοποιηθεί στους υπολογισμούς τους η θεωρία για το «σακκί με τα φασόλια».
Μελετώντας τα στοιχεία της απογραφής, επεξεργάζονται ποσοτικούς δείκτες με τη βοήθεια των οποίων δημιουργούν ένα ιδιόμορφο μοντέλο κοινωνίας σε μικρογραφία, όπου υπάρχει ένας αριθμός εργατών, αγροτών, διανοουμένων, καπιταλιστών. Στις παραπάνω κατηγορίες τοποθετούνται και άλλοι δείκτες, όπως: ηλικία, φύλο, μόρφωση κλπ.
Συνήθως ένα τέτοιο «μοντέλο» περιλαμβάνει 1500–1800 άτομα. Όταν αυτό διατυπωθεί θεωρητικά, προσλαμβάνονται άνθρωποι οι οποίοι πρέπει να διενεργήσουν την έρευνα. Αποστέλλονται στα διάφορα σημεία της χώρας παίρνοντας μαζί τους και το σχετικό ερωτηματολόγιο. Αφού καταλάβουν τι σκέφτεται, τι κάνει και τι σκοπεύει να κάνει ο καθένας από αυτούς τους 1500–1800 ανθρώπους που περιλαμβάνονται στο μοντέλο, και συνοψίζοντας τα στοιχεία της απογραφής, οι οργανωτές της έρευνας καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ξέρουν πια τι κάνει, τι σκέφτεται και τι σκοπεύει να κάνει ο πληθυσμός όλης της χώρας…
Τώρα η σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης στη Δύση έχει γίνει μεγάλη μπίζνες, ενώ παραγγελιοδότες υπάρχουν με το τσουβάλι…
Φυσικά θα ήταν λάθος να υποτιμηθεί η σημασία των σφυγμομετρήσεων που πραγματοποιούν τα ινστιτούτα μελέτης της κοινής γνώμης. Ο Φρειδερίκος Μπόν γράφει ότι « η δημιουργία μεγάλων επιχειρήσεων, η οργάνωση της παραγωγής με τη μέθοδο της αλυσίδας και η μηχανή της μαζικής προπαγάνδας δημιούργησαν μια τυποποιημένη και, συνεπώς υποκείμενη σε μέτρηση κοινή γνώμη».
Πολλές από τις σφυγμομετρήσεις και συνήθως εκείνες των οποίων τα αποτελέσματα δεν ανακοινώνονται, αποτελούν ένα σοβαρό στήριγμα για τις κυρίαρχες τάξεις στις καπιταλιστικές χώρες. Ωστόσο, τελευταία στη Δύση, γίνεται ολοένα και πιο έντονα αισθητή η επιδίωξη για τη χρησιμοποίηση του μηχανισμού της σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης για προπαγανδιστικούς σκοπούς.
«Μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος- έγραφε στο περιοδικό «Νεφ» ο συνεργάτης του γαλλικού ραδιοφώνου και της τηλεόρασης Ρολάν Καϊρολ που ασχολείται με τη μελέτη των προεκλογικών εκστρατειών και τη σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης- όταν οι σφυγμομετρήσεις χρησιμοποιούνται εμφανώς για τα συμφέροντα μιας ορισμένης πολιτικής. Όλα τα ινστιτούτα σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης είναι ιδιωτικές οργανώσεις. Η διεξαγωγή των σφυγμομετρήσεων χρησιμοποιείται από τους πελάτες αυτών των επιχειρήσεων οι οποίοι καθορίζουν τους σκοπούς τους…Το ίδιος όπως και τα ΜΜΕ έτσι και η βιομηχανία των σφυγμομετρήσεων γίνεται ιδεολογικό και πολιτικό όπλο στα χέρια εκείνων που διαθέτουν τεράστια κεφάλαια.»
Εδώ ούτε καν μπορεί να γίνει λόγος για αντικειμενικό τρόπο αντιμετώπισης. Επειδή οι ανταγωνιστές είναι πολλοί, οι καθοδηγητές των ινστιτούτων σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης ποτές δεν διακινδυνεύουν να χάσουν τον πλούσιο πελάτη ο οποίος επιθυμεί να λάβει «καλές απαντήσεις» και γι’αυτό δέχονται όλους τους όρους του, διατυπώνοντας τις ερωτήσεις με τέτοιος τρόπο, ώστε να δημιουργήσουν την εικόνα της αρεσκείας του παραγγελειοδότη. Εδώ όπως και σε κάθε άλλον τομέα του εμπορίου ισχύει ο κανόνας « ο αγοραστής έχει πάντα δίκιο!»
Η κατασκευή «καλών απαντήσεων» από τις οποίες έχει ανάγκη ο παραγγελειοδότης αρχίζει με τη διατύπωση των ερωτήσεων στις οποίες επίκειται να απαντήσει ο ερωτώμενος….
Σε συνέχεια, στην αλλοίωση της κοινής γνώμης συμβάλλουν και αυτοί που διενεργούν τη σφυγμομέτρηση….
Οι διενεργούντες τη σφυγμομέτρηση, συχνά κάνουν πονηριές- υποβάλουν τις ερωτήσεις τους σε φίλους και γνωστούς ή αναμεταξύ τους, χωρίς να παίρνουν υπόψη τα κριτήρια του ινστιτούτου, σχετικά με το «κοινωνικό μοντέλο» ή απλώς επινοούν ότι τους κατέβει. Δύσκολα μπορείς κανείς να τους ελέγξει. Κάνουν πονηριές και εκείνοι που συνοψίζουν τα στοιχεία της σφυγμομέτρησης, δηλαδή προσαρμόζουν, στρογγυλεύουν τους αριθμούς, έτσι, που «ο υπολογισμός να μην είναι πολύ δύσκολος.»
Και καταλήγει το άρθρο: « Όλα αυτά φυσικά δεν σημαίνουν καθόλου ότι γενικά δεν υπάρχει κοινή γνώμη. Αντίθετα τα στοιχεία που παραθέτουν οι ίδιοι, επιβεβαιώνουν ότι ακριβώς επειδή υπάρχει κοινή γνώμη, που επιπλέον παίζει σοβαρό ρόλο στην κοινωνία, το σπεκουλάρισμα με τη βοήθεια των νόθων «σφυγμομετρήσεων» έχει αποτυχίες.
Η σοβαρή και πραγματική επιστημονική μελέτη της κοινής γνώμης είναι ένα από τα βασικά καθήκοντα της κοινωνιολογίας. Αλά η μελέτη αυτή πρέπει να είναι βαθειά και πολύπλευρη και να χρησιμοποιεί ολόκληρο το οπλοστάσιο των επιστημονικών μέσων, μεταξύ των οποίων οι ερωτοαπαντήσεις κάθε άλλο παρά είναι ο καθοριστικός παράγοντας.»