Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Πού καιρός και πού κεφάλι να στοχαστούνε, να βρούνε τη φύτρα και τη ρίζα του κακού»

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

«Πού και­ρός και πού κεφά­λι να στο­χα­στού­νε, να βρού­νε τη φύτρα και τη ρίζα του κακού»

Με αυτή τη φρά­ση από το κεί­με­νο του Αργύ­ρη Εφτα­λιώ­τη τελειώ­νει η θεα­τρι­κή παρά­στα­ση «Η Μαζώ­χτρα» κάνο­ντας επί­και­ρο ένα έργο γραμ­μέ­νο στα 1900.  Αρκεί μια φήμη, μια χαλ­κευ­μέ­νη είδη­ση για να συκο­φα­ντη­θούν — στο­χο­ποι­η­θούν άτο­μα, κοι­νω­νι­κές ομά­δες, εθνό­τη­τες.  Ίδια η αιτία χτες και σήμε­ρα. Η αμορ­φω­σιά, ο εγω­ι­σμός, η πρω­τό­γο­νη αντί­λη­ψη της τιμής στην κρη­τι­κή ιστο­ρία του Εφτα­λιώ­τη. Η αμορ­φω­σιά (μπο­ρεί να έχου­με γνώ­σεις όχι όμως κρι­τι­κή σκέ­ψη) που συνάρ­τη­σή του σήμε­ρα είναι ο εθι­σμός στην κατα­νά­λω­ση «δια­σκευα­σμέ­νων» πλη­ρο­φο­ριών και η δια­στρέ­βλω­ση εννοιών όπως πατρί­δα, ξένος κλπ. Πηγή της συκο­φα­ντί­ας στην ιστο­ρία του Εφτα­λιώ­τη  μια νέα προ­δο­μέ­νη που ζητά εκδί­κη­ση και με τη «θανά­σι­μη κατα­λα­λιά της» αφα­νί­ζει ένα ολό­κλη­ρο κεφα­λο­χώ­ρι στην επαρ­χία Σελί­νου της Κρή­της, «για­τί κανείς δεν κάθε­ται να σκε­φτεί τις πραγ­μα­τι­κές αιτί­ες του κακού. Δίχως δεύ­τε­ρη σκέ­ψη υιο­θε­τούν το ψέμα και στο­χο­ποιούν τον ξένο, τον δια­φο­ρε­τι­κό». Πηγή σήμε­ρα, κυρί­ως τα Μέσα Μαζι­κής Ενη­μέ­ρω­σης, υπη­ρέ­τες δια­φό­ρων σκο­πι­μο­τή­των που με τον τρό­πο που πλη­ρο­φο­ρούν ενη­με­ρώ­νουν καλ­λιερ­γούν εξαρ­τη­μέ­να αντα­να­κλα­στι­κά και οδη­γούν σε συναι­σθη­μα­τι­κές αντι­δρά­σεις και όχι σε κρι­τι­κούς ή λογι­κούς στο­χα­σμούς (Δίπλα στα ΜΜΕ και τα μέσα κοι­νω­νι­κής δικτύ­ω­σης που ανα­πα­ρά­γουν αυτό που ακούν και βλέ­πουν). Ετσι όλοι φρε­νια­σμέ­νοι τρέ­χου­με πίσω από την κυρί­αρ­χη ερμη­νεία των γεγο­νό­των, όπως οι κάτοι­κοι του κρη­τι­κού χωριού τρέ­χα­νε πίσω από τη φονι­κή κατα­λα­λιά της Ασήμως.

Σε μια επο­χή που οι πηγές πλη­ρο­φό­ρη­σης έχουν πολ­λα­πλα­σια­στεί και τα μέσα κοι­νω­νι­κής δικτύ­ω­σης κυριαρ­χούν στη ζωή μας, το ερώ­τη­μα, το θέμα που θέτει ένας ανό­η­τος μπο­ρεί να μπερ­δέ­ψει δέκα ξύπνιους και εκα­τό αφε­λείς. Έτσι όμως δια­κρί­νε­ται ο αμπερ­δού­κλω­τος. Και η επο­χή μας απαι­τεί αμπερδούκλωτους.

Δεν είμαι ειδι­κός επί της Τέχνης του θεά­τρου όμως αυτό που είδα στη σκη­νή με εντυ­πω­σί­α­σε. Τρία νέα παι­διά που κατά­φε­ραν (χωρίς τη βοή­θεια σκη­νι­κών, μου­σι­κής κλπ.) να απο­δώ­σουν την ατμό­σφαι­ρα της τόσο χαρα­κτη­ρι­στι­κής κρη­τι­κής κοι­νω­νί­ας και κάποιες στιγ­μές το κρη­τι­κό τοπίο. Κατά­φε­ραν να μας καθη­λώ­σουν επί 90 σχε­δόν λεπτά, χωρίς ούτε στιγ­μή να νιώ­σου­με την ανά­γκη δια­λείμ­μα­τος. Πότε στο ρόλο του αφη­γη­τή και πότε υπο­δυό­με­νοι κάποιο ρόλο, χωρίς το έργο να χάνει τίπο­τα από τη συνο­χή του και η παρά­στα­ση από τη θεα­τρι­κό­τη­τα της. Καλο­σκη­νο­θε­τη­μέ­νη και με τις ανα­γκαί­ες ανά­σες με τη δια­μόρ­φω­ση επί της σκη­νής της κατάλ­λη­λης περιρ­ρέ­ου­σας ατμό­σφαι­ρας, με έναν υπό­γειο σαρ­κα­σμό, για να μη μας ψυχο­πλα­κώ­σει το θανα­τι­κό.  Εξαι­ρε­τι­κή η Αγγε­λι­κή Μαρί­νου, πολύ καλοί οι Θοδω­ρής Θεο­δω­ρί­δης και Δημο­σθέ­νης Ξυλαρδιαστός.

Χαρή­κα­με και τη γλώσ­σα του κει­μέ­νου. Γλώσ­σα ζωντα­νή, γεμά­τη χρώ­μα και εικό­νες. Σα να βλέ­πω την Ασή­μω ξαπλω­μέ­νη κάτω από την καστα­νιά ανά­στη­θα και ξένοιαστα…

Υπεύ­θυ­νος αυτής της θεα­τρι­κής από­δο­σης της νου­βέ­λας του Αργύ­ρη Εφτα­λιώ­τη ο Κώστας Παπα­κων­στα­ντί­νου που με την επι­λο­γή και τον τρό­πο χει­ρι­σμού του υλι­κού δεί­χνει τη δια­φο­ρά ανά­με­σα στο «τα παι­δία παί­ζει» και στο κάνω Τέχνη. Η επι­λο­γή του κει­μέ­νου και η παρά­στα­ση είναι μια άλλη πρό­τα­ση, δια­φο­ρε­τι­κή από τα κρα­τι­κο­δί­αι­τα μετα­μο­ντέρ­να και «προ­χώ» θεα­τρι­κά εγχει­ρή­μα­τα. Μια ακό­μη από­δει­ξη ότι η Τέχνη απαι­τεί καλ­λιέρ­γεια, ταλέ­ντο και γνώ­ση. Η Τέχνη δεν έχει ανά­γκη το «πια­σά­ρι­κο» θέμα, γεγο­νός, όνομα.

Αυτή η ομά­δα έχει ένα μικρό παρελ­θόν. «Με αφορ­μή τους ‘’Χαλα­σο­χώ­ρη­δες’’ του Αλ. Παπα­δια­μά­ντη δημιουρ­γή­θη­κε μια παρέα και φτιά­ξα­με την πρώ­τη μας παρά­στα­ση. Τώρα ανε­βά­ζου­με τη ‘’Μαζώ­χτρα’’ του Αργύ­ρη Εφτα­λιώ­τη. Η αφε­τη­ρία μας είναι κοι­νω­νι­κή, πολι­τι­κή. Είμα­στε όμως θία­σος, όχι πολι­τι­κή ομάδα».

Δυστυ­χώς η παρά­στα­ση οδεύ­ει προς την ολο­κλή­ρω­ση του κύκλου της. Απο­μέ­νει η απο­ψι­νή (2 Φλε­βά­ρη) και άλλες δύο την επό­με­νη Δευ­τέ­ρα και Τρί­τη, 8–9 Φλε­βά­ρη, στο θέα­τρο Μικρό Γκλό­ρια (Ιππο­κρά­τους 7, Στά­ση Μετρό Πανε­πι­στή­μιο). Τιμή Εισι­τη­ρί­ου: 12 € (γενι­κή είσο­δος), 8 € (μειω­μέ­νο για φοι­τη­τές, μαθη­τές, άνω των 65, κατό­χους κάρ­τας ΟΑΕΔ). Ωρα έναρ­ξης 21.15.

mazoxtra3

Η υπό­θε­ση

Σ’ένα χωριό της Κρή­της, την «Παρα­μυ­θιά», ζού­σε μια πολύ όμορ­φη κοπέ­λα που ήταν φτω­χή και μάζευε ελιές στα χτή­μα­τα των άλλων, η Ασή­μω. Στην «Παρα­μυ­θιά» ζού­σε κι ένα όμορ­φο παλι­κά­ρι που ήταν αρχο­ντό­που­λο, ο Πανά­γος. Οι δύο νέοι ερω­τεύ­ο­νται και ανταλ­λά­σουν όρκους αγά­πης. Μα ένα αρχο­ντό­που­λο δεν μπο­ρεί να παντρευ­τεί μια μαζώχτρα.
Έτσι, ο Πανά­γος παίρ­νει τον λόγο του πίσω και η προ­δο­μέ­νη Ασή­μω αντι­με­τω­πί­ζει τον χλευα­σμό του χωριού. Σκέ­φτε­ται να πέσει στον γκρε­μό… Αλλά όχι, δεν συμ­βι­βά­ζε­ται με την κοι­νω­νι­κή αδι­κία κι απο­φα­σί­ζει να εκδι­κη­θεί. Με ένα ψέμα της που δια­δί­δε­ται σαν φήμη σε όλο το χωριό σπέρ­νει τη συμ­φο­ρά. Αλλε­πάλ­λη­λα φονι­κά ξεκι­νούν ανά­με­σα σε χρι­στια­νούς και μου­σουλ­μά­νους Παραμυθιώτες…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο