Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σαν σήμερα 24 Οκτωβρίου 1963 απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ στον Γ. Σεφέρη

«Για το υπέ­ρο­χο λυρι­κό ύφος του, που είναι εμπνευ­σμέ­νο από ένα βαθύ αίσθη­μα για το ελλη­νι­κό πολι­τι­στι­κό ιδε­ώ­δες», η Σου­η­δι­κή Ακα­δη­μία τιμά τον Γιώρ­γο Σεφέ­ρη με το Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας. Ηταν σαν σήμε­ρα, 24 Οκτω­βρί­ου 1963

Μ3 αυτή την αφορ­μή ανα­δη­μο­σιεύ­ου­με την ομι­λία του Γ. Σεφέ­ρη κατά την απο­νο­μή του Νόμπελ στη Στοκχόλμη

***

Να αναζητούμε τον άνθρωπο όπου και αν βρίσκεται

Τού­τη την ώρα αισθά­νο­μαι πως είμαι ο ίδιος μια αντί­φα­ση. Αλή­θεια, η Σου­η­δι­κή Ακα­δη­μία έκρι­νε πως η προ­σπά­θειά μου σε μια γλώσ­σα περι­λά­λη­τη επί αιώ­νες, αλλά στην παρού­σα μορ­φή της περιο­ρι­σμέ­νη, άξι­ζε αυτή την υψη­λή διά­κρι­ση. Θέλη­σε να τιμή­σει τη γλώσ­σα μου, και να – εκφρά­ζω τώρα τις ευχα­ρι­στί­ες μου σε ξένη γλώσ­σα[1]. Σας παρα­κα­λώ να μου δώσε­τε τη συγ­γνώ­μη που ζητώ πρώ­τα- πρώ­τα από τον εαυ­τό μου.

Ανή­κω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρι­νο ακρω­τή­ρι στη Μεσό­γειο, που δεν έχει άλλο αγα­θό παρά τον αγώ­να του λαού του, τη θάλασ­σα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παρά­δο­σή του είναι τερά­στια και το πράγ­μα που τη χαρα­κτη­ρί­ζει είναι ότι μας παρα­δό­θη­κε χωρίς δια­κο­πή. Η ελλη­νι­κή γλώσ­σα δεν έπα­ψε ποτέ της να μιλιέ­ται. Δέχτη­κε τις αλλοιώ­σεις που δέχε­ται καθε­τί ζωντα­νό, αλλά δεν παρου­σιά­ζει κανέ­να χάσμα. Άλλο χαρα­κτη­ρι­στι­κό αυτής της παρά­δο­σης είναι η αγά­πη της για την ανθρω­πιά· κανό­νας της είναι η δικαιο­σύ­νη. Στην αρχαία τρα­γω­δία, την οργα­νω­μέ­νη με τόση ακρί­βεια, ο άνθρω­πος που ξεπερ­νά το μέτρο πρέ­πει να τιμω­ρη­θεί από τις Ερι­νύ­ες. O ίδιος νόμος ισχύ­ει και όταν ακό­μη πρό­κει­ται για φυσι­κά φαι­νό­με­να: «Ήλιος ουχ υπερ­βή­σε­ται μέτρα» λέει ο Ηρά­κλει­τος· «ει δε μη, Ερι­νύ­ες μιν Δίκης επί­κου­ροι εξευ­ρή­σου­σιν»[2].

Συλ­λο­γί­ζο­μαι πως δεν απο­κλεί­ε­ται ολωσ­διό­λου να ωφε­λη­θεί ένας σύγ­χρο­νος επι­στή­μων, αν στο­χα­στεί τού­το το από­φθεγ­μα του Ίωνα φιλο­σό­φου. Όσο για μένα συγκι­νού­μαι παρα­τη­ρώ­ντας πως η συνεί­δη­ση της δικαιο­σύ­νης είχε τόσο πολύ δια­πο­τί­σει την ελλη­νι­κή ψυχή, ώστε να γίνει κανό­νας και του φυσι­κού κόσμου. Και ένας από τους διδα­σκά­λους μου, των αρχών του περα­σμέ­νου αιώ­να, γρά­φει: «…θα χαθού­με, για­τί αδι­κή­σα­με…»[3]. Αυτός ο άνθρω­πος ήταν αγράμ­μα­τος· είχε μάθει να γρά­φει στα τριά­ντα πέντε χρό­νια της ηλι­κί­ας του. Αλλά στην Ελλά­δα των ημε­ρών μας, η προ­φο­ρι­κή παρά­δο­ση πηγαί­νει μακριά στα περα­σμέ­να όσο και η γρα­πτή. Το ίδιο και η ποί­η­ση. Είναι για μένα σημα­ντι­κό το γεγο­νός ότι η Σου­η­δία θέλη­σε να τιμή­σει και τού­τη την ποί­η­ση και όλη την ποί­η­ση γενι­κά, ακό­μη και όταν ανα­βρύ­ζει ανά­με­σα σ’ ένα λαό περιο­ρι­σμέ­νο. Για­τί πιστεύω πως τού­τος ο σύγ­χρο­νος κόσμος όπου ζού­με, ο τυραν­νι­σμέ­νος από το φόβο και την ανη­συ­χία, τη χρειά­ζε­ται την ποί­η­ση. Η ποί­η­ση έχει τις ρίζες της στην ανθρώ­πι­νη ανά­σα – και τι θα γινό­μα­σταν, αν η πνοή μας λιγό­στευε; Είναι μια πρά­ξη εμπι­στο­σύ­νης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δει­νά μας δεν τα χρω­στά­με στη στέ­ρη­ση εμπιστοσύνης.

Παρα­τή­ρη­σαν, τον περα­σμέ­νο χρό­νο, γύρω από τού­το το τρα­πέ­ζι, την πολύ μεγά­λη δια­φο­ρά ανά­με­σα στις ανα­κα­λύ­ψεις της σύγ­χρο­νης επι­στή­μης και στη λογο­τε­χνία· παρα­τή­ρη­σαν πως ανά­με­σα σ’ ένα αρχαίο ελλη­νι­κό δρά­μα και ένα σημε­ρι­νό η δια­φο­ρά είναι λίγη. Ναι, η συμπε­ρι­φο­ρά του ανθρώ­που δε μοιά­ζει να έχει αλλά­ξει βασι­κά. Και πρέ­πει να προ­σθέ­σω πως νιώ­θει πάντα την ανά­γκη ν’ ακού­ει τού­τη την ανθρώ­πι­νη φωνή που ονο­μά­ζου­με ποί­η­ση. Αυτή τη φωνή που κιν­δυ­νεύ­ει να σβή­σει κάθε στιγ­μή από στέ­ρη­ση αγά­πης και ολο­έ­να ξανα­γεν­νιέ­ται. Κυνη­γη­μέ­νη, ξέρει πού να ‘βρει κατα­φύ­γιο· απαρ­νη­μέ­νη, έχει το ένστι­κτο να πάει να ριζώ­σει στους πιο απροσ­δό­κη­τους τόπους. Γι’ αυτή δεν υπάρ­χουν μεγά­λα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασί­λειό της είναι στις καρ­διές όλων των ανθρώ­πων της γης. Έχει τη χάρη ν’ απο­φεύ­γει πάντα τη συνή­θεια, αυτή τη βιο­μη­χα­νία. Χρω­στώ την ευγνω­μο­σύ­νη μου στη Σου­η­δι­κή Ακα­δη­μία, που ένιω­σε αυτά τα πράγ­μα­τα· που ένιω­σε πως οι γλώσ­σες, οι λεγό­με­νες περιο­ρι­σμέ­νης χρή­σης, δεν πρέ­πει να κατα­ντούν φρά­χτες, όπου πνί­γε­ται ο παλ­μός της ανθρώ­πι­νης καρ­διάς· που έγι­νε ένας Άρειος Πάγος ικανός:

να κρί­νει με αλή­θεια επί­ση­μη την άδι­κη μοί­ρα της ζωής,

για να θυμη­θώ το Σέλ­λεϋ, τον εμπνευ­στή, καθώς μας λένε, του Αλφρέ­δου Νομπέλ, αυτού του ανθρώ­που που μπό­ρε­σε να εξα­γο­ρά­σει την ανα­πό­φευ­κτη βία με τη μεγα­λο­σύ­νη της καρ­διάς του.

Σ’ αυτό τον κόσμο, που ολο­έ­να στε­νεύ­ει, ο καθέ­νας μας χρειά­ζε­ται όλους τους άλλους. Πρέ­πει ν’ ανα­ζη­τή­σου­με τον άνθρω­πο, όπου και να βρίσκεται.

Όταν, στο δρό­μο της Θήβας, ο Oιδί­πους συνά­ντη­σε τη Σφίγ­γα κι αυτή του έθε­σε το αίνιγ­μά της, η από­κρι­σή του ήταν: ο άνθρω­πος. Τού­τη η απλή λέξη χάλα­σε το τέρας. Έχου­με πολ­λά τέρα­τα να κατα­στρέ­ψου­με. Ας συλ­λο­γι­στού­με την από­κρι­ση του Oιδίποδα.

[1] Η ομι­λία γρά­φτη­κε και δόθη­κε στα γαλλικά

[2] «δεν πρέ­πει ο Ήλιος να ξεπερ­νά­ει το μέτρο· δια­φο­ρε­τι­κά, οι ίδιες οι Ερι­νύ­ες θα προ­σφερ­θούν ως βοη­θοί της Δικαιοσύνης»

[3]Ο Σεφέ­ρης ανα­φέ­ρε­ται στο Μακρυ­γιάν­νη, ο οποί­ος όμως απο­δί­δει τη συγκε­κρι­μέ­νη φρά­ση σε έναν Τούρ­κο μπέη

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

«Όργα­νο του διε­θνούς κομ­μου­νι­σμού» ο Σεφέρης…

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ: Η Ελλά­δα δεν τον πλή­γω­σε μόνο…. τον αγά­πη­σε και πολύ …!!

Σαν σήμε­ρα 18 Οκτω­βρί­ου 1979 η Σου­η­δι­κή Ακα­δη­μία αναγ­γέλ­λει την απο­νο­μή του Βρα­βείο Νόμπελ Λογο­τε­χνί­ας στον Οδυσ­σέα Ελύτη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο