Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σπύρος Χαλβατζής για το βιβλίο «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ» (της Ρένας Λευκαδίτου)

Αγα­πη­τοί φίλοι και φίλες Θα ήθε­λα να ευχα­ρι­στή­σω τη συγ­γρα­φέα, φίλη και συντρό­φισ­σα Ρένα Λευ­κα­δί­του που μου έκα­νε την τιμή να είμαι ένας από αυτούς που θα μιλή­σουν για το έργο της. ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Καθώς επί­σης και τον εκδο­τι­κό οίκο ΕΝΤΟΣ.

Ασφα­λώς, οι συνο­μι­λη­τές μας με ειδί­κευ­ση σε θέμα­τα Ιστο­ρί­ας θα μιλή­σουν, πιστεύω για πτυ­χές του βιβλί­ου. Το πολι­τι­κό πλαί­σιο στη χώρα στην επο­χή που δημιουρ­γή­θη­κε το κολα­στή­ριο της Μακρο­νή­σου τον Απρί­λη του 1947, παρό­τι είναι γνω­στό, έχει αξία να ανα­φερ­θεί. Ο ΔΣΕ ανα­πτύσ­σο­νταν και οι επι­τυ­χί­ες του στα πεδία των μαχών ήταν πολ­λές. Την περί­ο­δο αυτή στρα­τιώ­τες του αστι­κού στρα­τού, συχνά, προ­σχω­ρού­σαν στις γραμ­μές του. Η κυβέρ­νη­ση, κάτω και από τις υπο­δεί­ξεις των Αγγλων, προ­χώ­ρη­σε στο άνοιγ­μα του στρα­το­πέ­δου συγκέ­ντρω­σης για να περιο­ρί­σει από τη μια τις απώ­λειες και από την άλλη, να “ανα­μορ­φώ­σει” αυτούς τους νέους, πολ­λοί από τους οποί­ους, τρία χρό­νια πριν, με το όπλο στο χέρι πολέ­μη­σαν τους Γερ­μα­νούς κατα­κτη­τές και τους συνερ­γά­τες τους και απε­λευ­θέ­ρω­σαν την πατρίδα.

Η Αγγλία που είχε μεγά­λα συμ­φέ­ρο­ντα στην Ελλά­δα, στην ευρύ­τε­ρη περιο­χή, έβλε­πε καλύ­τε­ρα από όλους τον κίν­δυ­νο να τα χάσει όλα. Γι΄ αυτό στή­ρι­ζε την αστι­κή τάξη στην χώρα μας. Πολ­λά έχουν γρα­φτεί, μέχρι σήμε­ρα για τη Μακρό­νη­σο. Το “πρω­τό­τυ­πο” βιβλίο γρά­φτη­κε, όχι με μελά­νι, αλλά με το κόκ­κι­νο αίμα των βασα­νι­σθέ­ντων και των νεκρών αγω­νι­στών εκεί. Ανα­φέ­ρο­νται σε πολ­λά αξιό­λο­γα βιβλία και στο σημα­ντι­κό τρί­το­μο συλ­λο­γι­κό έργο του ΚΚΕ, τα φρι­χτά βασα­νι­στή­ρια που υπέ­στη­σαν αγω­νι­στές κομ­μου­νι­στές, αντι­στα­σια­κοί, του ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, μαχη­τές του ΔΣΕ, στρα­τιώ­τες, αξιω­μα­τι­κοί και προ­ο­δευ­τι­κοί πολί­τες στα δύσκο­λα και σκλη­ρά χρόνια.

Από τις συμπλη­γά­δες πέρα­σαν δεκά­δες χιλιά­δες φαντά­ροι. Πόσοι σκο­τώ­θη­καν, δολο­φο­νή­θη­καν. Πάνω από 350 ήταν οι νεκροί από την βάρ­βα­ρη επί­θε­ση που έγι­νε στις 29 Φλε­βά­ρη και 1η Μάρ­τη 1948, όταν από την Ακταιω­ρό ο στρα­το­πε­δάρ­χης Μπαϊ­ρα­κτά­ρης έδω­σε το σύν­θη­μα πολυ­βο­λι­σμού, ουσια­στι­κά βομ­βάρ­δι­σε τους άοπλους κρα­τού­με­νους στρα­τιώ­τες. Πολ­λοί άλλοι δολο­φο­νή­θη­καν πριν από αυτούς. Πολ­λοί νεο­λαί­οι, ανή­λι­κοι μη αντέ­χο­ντας τα σκλη­ρά βασα­νι­στή­ρια απο­πει­ρά­θη­καν να αυτοκτονήσουν.

Πόσοι τρε­λά­θη­καν από τα βασανιστήρια.

Πόσοι έφτα­σαν στη Μακρό­νη­σο αρτι­με­λείς, ενώ είχαν πολε­μή­σει με το όπλο στο χέρι τους Γερ­μα­νούς κατα­χτη­τές και τους ντό­πιους συνερ­γά­τες τους και έφυ­γαν από τη Μακρό­νη­σο, με ένα πόδι λιγό­τε­ρο, άλλος με ένα μάτι, άλλος να του λεί­πει το χέρι. Κι΄ έμει­ναν σακά­τη­δες από “Ελλη­νι­κά” χέρια. Αλλά και πολ­λοί ήταν αυτοί που άντε­ξαν στα απάν­θρω­πα βασα­νι­στή­ρια, στο Σύρ­μα, στους κλω­βούς, στην απο­μό­νω­ση. Και ήταν νέοι και μεγα­λύ­τε­ροι σε ηλι­κία αγω­νι­στές. ΕΠΟ­Νί­τες και ΕΠΟ­Νί­τισ­σες, τιμη­μέ­νοι αξιω­μα­τι­κοί του ΕΛΑΣ που ορι­σμέ­νοι προ­έρ­χο­νταν από τους μόνι­μους αξιω­μα­τι­κούς του αστι­κού στρα­τού. Εργά­τες αγρό­τες, ποι­η­τές, ζωγρά­φοι, ηθο­ποιοί, συγ­γρα­φείς. Εργά­τες του χεριού και του πνεύ­μα­τος, άφη­σαν σημά­δι ανε­ξί­τη­λο στο πέρα­σμά τους από το κολα­στή­ριο. Το τσα­ντή­ρι τους το μετέ­τρε­ψαν σε κάστρο άπαρ­το της λευ­τε­ριάς του νου και της ψυχής.

Οχι μόνον 6264 άντρες και 1107 γυναί­κες που ανα­φέ­ρο­νται ονο­μα­στι­κά στο βιβλίο, αλλά και χιλιά­δες άλλοι που μαρ­τύ­ρη­σαν εκεί, ανά­με­σά τους μια κορυ­φαία και θρυ­λι­κή μορ­φή, αυτή του Δημή­τρη ΤΑΤΑΚΗ,

Άφη­σαν μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ για τους μετα­γε­νέ­στε­ρους, για όλους όσοι θέλουν να λέγο­νται Άνθρωποι.

Και το έργο της Ρένας Λευ­κα­δί­του Παπα­ντω­νί­ου, με σεμνό­τη­τα παρου­σιά­ζει τους σταυ­ρα­ε­τούς της λευ­τε­ριάς. Για­τί αυτοί, μέσα στη μεγα­λο­σύ­νη τους, παρέ­μει­ναν σεμνοί. Και υπο­γραμ­μί­ζει τη λέξη ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Ναι, για­τί όλοι πρέ­πει να μην ξεχνά­με, να θυμό­μα­στε. Έχει μια ιδιαι­τε­ρό­τη­τα αυτό το βιβλίο, από άλλα που έχουν γρα­φτεί για τη Μακρό­νη­σο. Όχι σε αντι­πα­ρά­θε­ση με αυτά. Απλά συμπλη­ρώ­νει πολ­λά από αυτά που δεν έχουν κατα­γρα­φεί. Η Ρένα, σε μια κοπιώ­δη προ­σπά­θεια, με έρευ­νες σε αρχεία και με προ­σω­πι­κή επι­κοι­νω­νία με αγω­νι­στές που βίω­σαν αυτή τη βαρ­βα­ρό­τη­τα της αστι­κής τάξης, κατά­φε­ρε να βρει στοι­χεία και ανα­φέ­ρει πολ­λά ονό­μα­τα βασα­νι­σθέ­ντων, κρα­του­μέ­νων και νεκρών αγω­νι­στών. Πέρα από αυτά, με το βιβλίο της, δίνει τη δυνα­τό­τη­τα στον σημε­ρι­νό ανα­γνώ­στη να τοπο­θε­τή­σει στον ατι­μω­τι­κό πάσα­λο της ιστο­ρί­ας τους βασα­νι­στές. Ανα­φέ­ρει πολ­λά ονό­μα­τα βασα­νι­στών. Για­τί ήταν πολ­λοί οι εγκλη­μα­τί­ες, οι μισάν­θρω­ποι. Ηταν και κάποιοι, που, δυστυ­χώς, πέρα­σαν απέ­να­ντι και βασά­νι­ζαν πρώ­ην συνα­γω­νι­στές τους για να γλι­τώ­σουν οι ίδιοι τα βασα­νι­στή­ρια. Τρια­κό­σια δέκα εννέα (319) ονό­μα­τα βασα­νι­στών και δολο­φό­νων ανα­φέ­ρο­νται στις σελί­δες του Βιβλί­ου. Και χρειά­στη­κε μεγά­λη προ­σπά­θεια για να εντοπιστούν.

Δεν βαραί­νουν τα ονό­μα­τα αυτά τους απο­γό­νους τους. Αλλά η τοπο­θέ­τη­σή τους πρέ­πει να παρα­μεί­νει εκεί εσα­εί. Ηταν και είναι ατι­μα­σμέ­νοι και τίπο­τα δεν μπο­ρεί να τους ξεπλύνει.

Θα ανα­ρω­τη­θεί κάποιος. Καλά εσύ Ρένα Αρχι­τέ­κτο­νας, τι σχέ­ση έχεις με τη Μακρό­νη­σο; Κι όμως, έχει σχέ­ση αίμα­τος. Για­τί εκεί βρέ­θη­καν άμε­σοι συγ­γε­νείς της που μαρ­τύ­ρη­σαν. Η σεμνό­τη­τά της, την εμπο­δί­ζει να ανα­φέ­ρει, ότι για πολ­λές δεκα­ε­τί­ες ασχο­λή­θη­κε και ασχο­λεί­ται με τη Μακρό­νη­σο.  Οχι μόνον για να συμ­βάλ­λει στη δια­τή­ρη­ση αυτού του νησιού ως έναν Τόπο Ιστο­ρι­κής Μνή­μης, αλλά και στον αγώ­να κατα­γρα­φής της πραγ­μα­τι­κής Ιστο­ρί­ας. Οπως επί­σης και στην συνε­χή προ­σπά­θεια της, μαζί με άλλους συντρό­φους και συνα­γω­νι­στές, για να απο­κα­θαρ­θεί ο μαρ­τυ­ρι­κός αυτός τόπος από τα ανο­σιουρ­γή­μα­τα που συντε­λέ­στη­καν τα προη­γού­με­να χρό­νια και από αυτά που και σήμε­ρα συνε­χί­ζο­νται με τις κατα­πα­τή­σεις με τη δημιουρ­γία όλο και νέων αυθαί­ρε­των κτι­σμά­των. Ενά­ντια στην προ­σπά­θεια, που έγι­νε και γίνε­ται για την αλλα­γή του χαρα­κτή­ρα του Ιστο­ρι­κού αυτού Τόπου. Εργά­στη­κε και εργά­ζε­ται ακού­ρα­στα στην κατεύ­θυν­ση αυτή. Πάνω απ΄ όλα εργά­ζε­ται αθό­ρυ­βα. Χρό­νια και χρό­νια. Θεώ­ρη­σα απα­ραί­τη­το να ανα­φερ­θώ στα παρα­πά­νω, για­τί υπάρ­χουν άνθρω­ποι, αγω­νι­στές που πράτ­τουν πολ­λά και μιλά­νε λίγο. Ενώ άλλοι πράτ­τουν ελά­χι­στα και λένε υπέρ­με­τρα. Η Ρένα ανή­κει στους πρώτους.

Εχει ξεχω­ρι­στή αξία αυτό που τονί­ζε­ται στο βιβλίο. Οτι, δηλα­δή, τα εγκλή­μα­τα στη Μακρό­νη­σο είχαν την ολό­πλευ­ρη στή­ρι­ξη της ηγε­σί­ας του αστι­κού καθε­στώ­τος. ΄Ολων των αστι­κών δυνά­με­ων. Και των σκλη­ρών ακρο­δε­ξιών, φασι­στών που προ­έρ­χο­νταν από τη βασι­λο­με­τα­ξι­κή δικτα­το­ρία, αλλά και κεντρώ­ων αστών πολι­τι­κών, Βενι­ζε­λι­κών κά. Και αυτών που εγκα­τέ­λει­ψαν τη χώρα όταν μπή­καν οι Γερ­μα­νοί κατα­κτη­τές, αλλά και των άλλων που συνερ­γά­στη­καν μαζί τους, στα τάγ­μα­τα ασφα­λεί­ας, άλλων που φόρε­σαν την κου­κού­λα του κατα­δό­τη των αγω­νι­στών στους κατα­κτη­τές, που τους οδη­γού­σαν στο θάνα­το.  Ολοι αυτοί ήθε­λαν, εκτός των άλλων, να εκδι­κη­θούν αυτούς που στα σκλη­ρά χρό­νια της κατο­χής, έκα­ναν την έφο­δο στο ουρα­νό. Τους αντι­στα­σια­κούς ΕΑΜί­τες αγω­νι­στές, τους κομ­μου­νι­στές, άλλους πρωτοπόρους.

Ετσι, την επι­σκέ­φτη­καν, κατά και­ρούς και πρό­βαλ­λαν το “θεά­ρε­στο” έργο της Μακρο­νή­σου, από τον Παύ­λο και τη Φρει­δε­ρί­κη, που ο λαός την απο­κα­λού­σε φρί­κη, μέχρι τον Παν. Κανελ­λό­που­λο, τον Κων­στα­ντί­νο Τσά­τσο και όλη την πνευ­μα­τι­κή ηγε­σία της αστι­κής τάξης. Καρα­ντώ­νης, Σκί­πης, Μυρι­βή­λης, η Κοτο­πού­λη, ο Χρι­στό­φο­ρος Νέζερ και άλλοι, όπως ανώ­τε­ρα στε­λέ­χη της Ιερα­χί­ας, Δεσπο­τά­δες κ.ά. Η προ­πα­γάν­δα τους, ο βομ­βαρ­δι­σμός με ψέμα­τα, ο αντι­κομ­μου­νι­σμός έλαμ­ψε στο μεγα­λείο του, για πολ­λά χρό­νια. Κι΄ αυτό για­τί έπρε­πε να στε­ριώ­σει η αστι­κή τάξη. Να καθιε­ρω­θεί η εξου­σία της πάνω στα λαβω­μέ­νο σώμα της πατρί­δας. Κι΄ αυτό μπο­ρού­σε να γίνει μόνο με φωτιά και σίδε­ρο.  Ετσι στη­ριγ­μέ­νη στην αρχή στους  Αγγλους ιμπε­ρια­λι­στές και στη συνέ­χεια στους Αμε­ρι­κα­νούς, ήθε­λε να συντρί­ψει τον αδού­λω­το, αγω­νι­στή λαό. Αυτοί οι δια­νο­ού­με­νοι, μετά τις επι­σκέ­ψεις τους, έγρα­φαν άρθρα και επι­φυλ­λί­δες στον αστι­κό τύπο, μιλού­σαν στο κρα­τι­κό ραδιό­φω­νο και παρου­σί­α­ζαν στο κοι­νό μια εικό­να για τη Μακρό­νη­σο ολό­τε­λα αντε­στραμ­μέ­νη με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Την πέν­να τους την υπό­τα­ξαν στην υπη­ρε­σία της αστι­κής τάξης με τον χει­ρό­τε­ρο τρό­πο. Δεν ξεχνού­με, άλλω­στε, ότι ο Παν. Κανελ­λό­που­λος χαρα­κτή­ρι­σε το κολα­στή­ριο της Μακρο­νή­σου “Νέο Παρ­θε­νώ­να”. Ο Κων­στα­ντί­νος Τσά­τσος έλε­γε ότι ήταν “η εθνι­κή κολυμ­βή­θρα”. Ισχυ­ρί­ζο­νταν ότι εκεί “ανα­μορ­φώ­νο­νταν” τα παρα­συρ­μέ­να Ελλη­νό­που­λα. Ανα­μορ­φώ­νο­νταν με βασα­νι­στή­ρια και σφα­γές. Η συγ­γρα­φέ­ας μας λέει ότι από τη Μακρό­νη­σο πέρα­σαν συνο­λι­κά πάνω από 100.000 άνθρω­ποι. Η αστι­κή τάξη ήθε­λε ναι, με φωτιά και σίδε­ρο να συντρί­ψει την αγω­νι­στι­κή συνεί­δη­ση των μαχη­τών του ΕΛΑΣ της ΕΠΟΝ, του Δ.Σ.Ε. των μαχη­τών εκεί­νων που όταν τους χρειά­στη­κε η πατρί­δα, έπρα­ξαν το χρέ­ος τους. Θέλη­σε να εξα­λεί­ψει την επο­ποι­ΐα της ΕΑΜι­κής αντίστασης.

Στη Μακρό­νη­σο, στη Γυά­ρο στους άλλους τόπους εξο­ρί­ας, φυλα­κών, αξιο­ποί­η­σαν την πεί­ρα των Αγγλων αποι­κιο­κρα­τών. Και ήταν τερά­στια αυτή η εμπει­ρία τους από τις χώρες που είχαν κατα­κτή­σει για πολ­λά χρό­νια. Και αυτή την πεί­ρα τους την εφάρ­μο­σαν στο κορ­μί της λαβω­μέ­νης Ελλά­δας. Αξιο­ποί­η­σαν και την πεί­ρα από τα Γερ­μα­νι­κά στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης. Τίπο­τα δεν άφη­σαν ανα­ξιο­ποί­η­το στην επι­χεί­ρη­ση υπο­δού­λω­σης, υπο­τα­γής εκεί­νων των ανυ­πό­τα­κτων. Οι κρα­τού­με­νοι, άντρες και γυναί­κες έκα­ναν το χρέ­ος τους. Ειδι­κά οι γυναί­κες, νέες και μεγα­λύ­τε­ρες, έμει­ναν όρθιες, ατα­λά­ντευ­τες, αλύ­γι­στες μπρο­στά στην ωμή βία. Δια­βά­ζο­ντας το βιβλίο, βλέ­που­με και μια άλλη παρά­με­τρο. Και αυτή είναι ο λεπτο­με­ρής σχε­δια­σμός της Μακρο­νή­σου. Ο ανα­γνώ­στης βλέ­πει μέσα από σχε­δια­γράμ­μα­τα, εικό­νες και φωτο­γρα­φί­ες, που ήταν το κάθε τι. Ποιος ή ποιοι ήταν εκεί. Τι χρη­σι­μο­ποιού­σε ο κάθε χώρος. Ποιες οι λει­τουρ­γί­ες του. Μέσα από σχή­μα­τα και σχέ­δια ο νους ταξι­δεύ­ει στα σκλη­ρά χρό­νια. Θα δει πως χρη­σι­μο­ποί­η­σαν οι κυρί­αρ­χοι όλα τα μέσα που είχαν, στην επι­δί­ω­ξή τους να υπο­τά­ξουν τους κρα­τού­με­νους αγω­νι­στές. Μέσα από αυτές τις εικό­νες, ο ανα­γνώ­στης θα δει με τα μάτια της ψυχής του το δρά­μα των αγω­νι­στών, κομ­μου­νι­στών, αντι­στα­σια­κών, αλλά κυρί­ως θα ανα­γνω­ρί­σει τον άφτα­στο ηρω­ι­σμό ανδρών και γυναι­κών πολι­τι­κών κρατουμένων.

Στη σελί­δα 30 θα δει τους διοι­κη­τές, βασα­νι­στές, άλλους φασί­στες συνερ­γά­τες των Γερ­μα­νών κατα­κτη­τών, απο­βρά­σμα­τα της κοι­νω­νί­ας, που βρή­καν πεδίο δόξης λαμπρό, να βασα­νί­ζουν, να δολο­φο­νούν άοπλους και δεμέ­νους. Βασι­λό­που­λος, Μπαϊ­ρα­κτά­ρης, Σού­λης, Σκα­λού­μπα­κας, Τζα­νε­τά­τος, και άλλοι αιμα­το­βαμ­μέ­νοι διοι­κη­τές του ΑΕΤΟ και ΒΕΤΟ, των Στρα­τιω­τι­κών Φυλα­κών Αθη­νών. Και ήσαν πολ­λοί τέτοιοι. Το 1949 υπο­διοι­κη­τής στο ΒΕΤΟ, ήταν ο Δημ. Ιωαν­νί­δης, ο πρα­ξι­κο­πη­μα­τί­ας, μετέ­πει­τα δικτά­το­ρας, μετά τον Παπα­δό­που­λο από τις 25 Νοέμ­βρη 1973.  Ηταν αυτός που οργά­νω­σε και καθο­δή­γη­σε το πρα­ξι­κό­πη­μα στην Κύπρο. Πρα­ξι­κό­πη­μα, που έδω­σε το πάτη­μα στους Τούρ­κους να κάνουν την επέμ­βα­ση, να δολο­φο­νή­σουν Κύπριους και Ελλη­νες στρα­τιώ­τες, πολί­τες και που οδή­γη­σε στην προ­δο­σία και στην από­σπα­ση του 40% περί­που από τους Τούρ­κους τον Ιού­λη του 1974. Όλα έχουν την εξή­γη­σή τους.

Ξεχω­ρι­στή αξία έχει, το ξανα­λέω, κατά τη γνώ­μη μου, η ανα­φο­ρά στους βασα­νι­στές. Είναι επώ­νυ­μη, τεκ­μη­ριω­μέ­νη. Για­τί, αυτοί που βασα­νί­ζουν δεμέ­νους ανθρώ­πους, είναι πιο βάρ­βα­ροι κι από τα άγρια θεριά. Κι έτσι θα μεί­νουν και για ιστο­ρι­κούς λόγους. Για να μην ξεχνά κανείς.

Τέλος, η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι ότι όσα και να γρα­φτούν για τη Μακρό­νη­σο δεν θα κατα­φέ­ρουν να απο­τυ­πώ­σουν στο χαρ­τί με πλη­ρό­τη­τα το που μπο­ρεί να φτά­σει η αστι­κή τάξη, όταν απει­λη­θεί η εξου­σία της, μέσα σε συγκε­κρι­μέ­νες πολι­τι­κές και κοι­νω­νι­κές συν­θή­κες, αλλά και ποια είναι η μεγα­λω­σύ­νη του αγω­νι­στή, του κομ­μου­νι­στή, στην ανα­μέ­τρη­σή του με την τυραν­νία, στην πάλη του για την κατάρ­γη­ση της εκμε­τάλ­λευ­σης ανθρώ­που από άνθρω­πο, για μια άλλη κοι­νω­νία, λεύ­τε­ρη, σοσιαλιστική.

Πιστεύω ότι όποιος δια­βά­σει το βιβλίο θα ωφε­λη­θεί πολ­λα­πλά. Καλο­τά­ξι­δο. Σας ευχαριστώ.

η ομι­λία του Σπύ­ρου Χαλ­βα­τζή στην παρου­σί­α­ση του βιβλί­ου της Ρένας Λευκαδίτου«ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ» (19/11/2019).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο