Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σωτήρης Πέτρουλας: Μικρό δοξαστικό ελεγείο…

Στις 21 Ιου­λί­ου, εν μέσω μεγά­λων λαϊ­κών κινη­το­ποι­ή­σε­ων κατά των ανα­κτό­ρων (Ιου­λια­νά), η αστυ­νο­μία δολο­φο­νεί τον φοι­τη­τή Σωτή­ρη Πέτρου­λα, ηγε­τι­κό στέ­λε­χος του φοι­τη­τι­κού κινή­μα­τος και της Δημο­κρα­τι­κής Νεο­λαί­ας Λαμπράκη.

Το όνο­μα του γίνε­ται τρα­γού­δι. Η μνή­μη του τιμά­ται μέχρι σήμε­ρα μαζί με άλλους αγω­νι­στές που πότι­σαν με το αίμα τους το δέν­δρο της λευτεριάς.

Τη μοι­ραία νύχτα της 21ης Ιου­λί­ου χτυ­πη μένος συλ­λαμ­βά­νε­ται από αστυ­νο­μι­κούς στις 10:00 το βρά­δυ στη συμ­βο­λή των οδών Στα­δί­ου και Χρή­στου Λαδά. Η πρώ­τη κατα­γρα­φή του χτυ­πη­μέ­νου Πέτρου­λα ανα­φέ­ρε­ται στις 03:00 το πρωί της 22ας Ιου­λί­ου στο Σταθ­μό Α’ Βοη­θειών στην Γ’ Σεπτεμ­βρί­ου όπου και δια­πι­στώ­νε­ται ο θάνα­τός του. Αυτό­μα­τα εκτυ­λίσ­σε­ται μια λυσ­σα­λέα προ­σπά­θεια γρή­γο­ρης ταφής ‑πριν καν ανα­τεί­λει ο ήλιος- και από­κρυ­ψης της αλή­θειας. Ωστό­σο τα ερω­τή­μα­τα γύρω από τις συν­θή­κες θανά­του του παρα­μέ­νουν ανα­πά­ντη­τα μέχρι σήμερα:

•Πού βρι­σκό­ταν ο Πέτρου­λας από τις 10:00 μ.μ. που τον παρα­λαμ­βά­νει η κλού­βα μέχρι τις 3:00 π.μ. που δηλώ­νε­ται στο Σταθ­μό Α’ Βοηθειών;

•Είναι τυχαίο ότι αστυ­νο­μι­κοί με στο­λές για­τρών δια­πί­στω­σαν το θάνα­τό του;

•Για­τί επι­δί­ω­ξαν την ταφή του κρυ­φά από τους δικούς του και πριν ανα­τεί­λει ο ήλιος;

•Για­τί δεν επέ­τρε­ψαν σε για­τρούς της οικο­γέ­νειας Πέτρου­λα να κάνουν νεκροψία;

Μικρό δοξα­στι­κό ελε­γείο, στο Σωτή­ρη Πέτρουλα

Είχες το κάλ­λος  και το φως, το δίκιο και τα νιάτα
κι ορθός τη στρά­τα τρά­βα­γες κι ας σου ‘κρα­ζαν «στα­μά­τα».
Σπα­θά­κι- λεϊ­μο­νό­φυλ­λο στο χέρι σου όλο κι όλο,
μπρος στη δαγκά­να του σκορ­πιού και της οχιάς το δόλο.
Μα η λεβε­ντιά σου βρό­ντα­γε ψηλά στα χρυσαλώνια
χίλια κανό­νια κι άλλα δυο- της λευ­τε­ριάς κανόνια.
Κι αγάλ­λο­νταν οι κορα­σιές στα ρόδι­να περγιάλια
και μες στις σκο­τει­νές μονιές λου­φά­ζαν τα τσακάλια.
Αχ, πώς σε βρή­κε το κακό με το καυ­τό μολύβι
και τ’ ανθι­σμέ­νο θώρι σου μ’ ωχρόν αχνό μας κρύβει;
Για δες, καλέ μας, γύρω σου τι γήλιος και τι μύρα
και τι σημαί­ες και τι καρ­διές- τη νίκη­σες τη μοίρα.
Για­τί όποιος πράτ­τει το καλό κι όποιος γι αυτό πεθαίνει,
πίνει τ’ αθά­να­το νερό και στο καλό απομένει.
Και με τα νιά­τα η νιό­τη σου ζυμώ­νε­ται κι αντρειεύει,
σπα­θί- δαφ­νό­φυλ­λο από φως που κατα­λύ­ει τα ερέβη.

Γιάν­νης Ρίτσος

Ποιος ήταν ο Σωτήρης Πέτρουλας;

Γεν­νή­θη­κε το 1942, στην Οίτυ­λο της Μάνης, αλλά μεγά­λω­σε στην Αθή­να. Η οικο­γέ­νειά του ήταν οικο­γέ­νεια αντι­στα­σια­κών. Ο Σωτή­ρης ήταν πάντα πρώ­τος στο σχο­λείο, στη δου­λιά και στον αγώ­να. Συν­δυά­ζο­ντας εργα­σία και μόρ­φω­ση, υπήρ­ξε άρι­στος μαθη­τής και φοι­τη­τής. Από πολύ νωρίς, οργα­νώ­νε­ται στο προ­ο­δευ­τι­κό κίνη­μα και ανα­δει­κνύ­ε­ται σε βασι­κό του στέλεχος.

Ηταν το καμά­ρι του σχο­λεί­ου. Πήγε σε νυχτε­ρι­νή σχο­λή και συγ­χρό­νως εργα­ζό­ταν. Κάθε χρό­νο βρα­βεύ­ο­νταν τρεις σπου­δα­στές και πάντα έπαιρ­νε το πρώ­το βρα­βείο. Μια χρο­νιά, όμως, το έχα­σε. Αιτία, ένα θέμα έκθε­σης. Του ζήτη­σαν να γρά­ψει ενά­ντια στους αντάρ­τες. Πήρε την πρω­το­βου­λία να μην γρά­ψει και, μάλι­στα, ξεσή­κω­σε τους υπό­λοι­πους μαθη­τές να μην γρά­ψουν. Αυτό εξα­γρί­ω­σε τον καθη­γη­τή, ο οποί­ος στο τέλος της χρο­νιάς τού είπε: “Αν και είσαι πρώ­τος, θα πάρεις φέτος το δεύ­τε­ρο βρα­βείο, για­τί μου έκα­νες ανταρ­σία”. Και ο Σωτή­ρης απά­ντη­σε: “Δε χρειά­ζο­μαι το βρα­βείο. Θέλω να ζήσου­με όλοι αδελ­φω­μέ­νοι σε μια πιο δίκαιη κοι­νω­νία. Ετσι θα προ­χω­ρή­σω”. Και έτσι προχώρησε…

Δού­λευε βοη­θός λογι­στή. Πήγε στην Ανώ­τα­τη Εμπο­ρι­κή χωρίς φρο­ντι­στή­ριο, με υπο­τρο­φία και συνέ­χι­σε να φοι­τά με υπο­τρο­φία. Είχε ζήλο για τη μόρ­φω­ση. Μελε­τού­σε κάθε τι που έπε­φτε στα χέρια του. Τον ίδιο ζήλο είχε και για τον αγώ­να. Η ζωή του Σωτή­ρη ήταν άρρη­κτα δεμέ­νη με τον αγώ­να και με αυτόν ακό­μα και οι προ­σω­πι­κές επι­θυ­μί­ες: “Δεν υπάρ­χει για τον αγω­νι­στή διά­κρι­ση μετα­ξύ υπο­κει­με­νι­κής και αντι­κει­με­νι­κής ζωής. Δεν μπο­ρού­με συνε­πώς να λέμε: Αυτές τις ώρες αφιε­ρώ­νω στο άτο­μό μου, αυτές στον αγώ­να. Ατο­μο και αγώ­νας έγι­νε αδιά­σπα­στη ενό­τη­τα, τόσο που αφαί­ρε­ση του αγώ­να σημαί­νει αφαί­ρε­ση της ζωής μας”,έγραψε κάπο­τε. Στη διάρ­κεια της λιγό­χρο­νης ζωής του, φρό­ντι­ζε πάντο­τε να εφαρ­μό­ζει αυτόν τον κανόνα.

Από πολύ νωρίς, ήταν στο στό­χα­στρο της Ασφά­λειας. “Κάθε φορά που ερχό­ταν σπί­τι, ερχό­ταν από δια­φο­ρε­τι­κό δρό­μο”, είχε πει, σε συνέ­ντευ­ξή της στο “Ρ”, στις 22/07/77, η μητέ­ρα του.

 

Πηγές: Ριζο­σπά­στης, tvx.gr

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο