Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Υπερπροσφορά από πρεμιέρες και Spiderman

Με τον και­ρό να επι­μέ­νει φθι­νο­πω­ρι­νά αν και μπή­κα­με στον Ιού­νιο, τα γρα­φεία δια­νο­μής επι­μέ­νουν στην τακτι­κή της υπερ­προ­σφο­ράς ται­νιών, παρό­τι αυτή φαί­νε­ται να μην απο­δί­δει. Πόσο δε μάλ­λον όταν από τις έντε­κα ται­νί­ες που βγαί­νουν από­ψε στους κινη­μα­το­γρά­φους, οι περισ­σό­τε­ρες είναι αδιά­φο­ρες επιει­κώς, καθώς ξεχω­ρί­ζουν μόνο η γαλ­λι­κή κωμω­δία μυστη­ρί­ου «Το Έγκλη­μά μου» του Φραν­σουά Οζόν και η βρε­τα­νι­κή ρομα­ντι­κή κομε­ντί «Ευτυ­χι­σμέ­νοι Μαζί» του Σέι­καρ Καπούρ. Το παι­δι­κό και νεα­νι­κό κοι­νό ανα­μέ­νε­ται να προ­σελ­κύ­σει η τελευ­ταία καλο­δου­λε­μέ­νη animation περι­πέ­τεια «Spider-Man: Ακρο­βα­τώ­ντας στο Αραχνο-Σύμπαν».

Ευτυ­χι­σμέ­νοι Μαζί

(“What’s Love got to Do with it”) Ρομα­ντι­κή κομε­ντί, βρε­τα­νι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Σέι­καρ Καπούρ, με τους Λίλι Τζέιμς, Σαζάντ Λατίφ, Έμα Τόμ­σον, Σατζάρ Αλί κα.

Απ’ αυτές τις συγκυ­ρί­ες που σε βάζουν σε σκέ­ψεις, απο­τε­λεί η έξο­δος στους κινη­μα­το­γρά­φους της ανά­λα­φρης ρομα­ντι­κής βρε­τα­νι­κής κομε­ντί, που έχει ως αυθε­ντι­κό τίτλο («What’s love got to do with it») την τερά­στια επι­τυ­χία του τρα­γου­διού της θρυ­λι­κής Τίνα Τέρ­νερ, η οποία πέθα­νε την προη­γού­με­νη εβδο­μά­δα, σε ηλι­κία 83 ετών.

Πέρα, όμως, απ’ αυτή τη σύμ­πτω­ση, υπάρ­χει και η ται­νία του ινδι­κής κατα­γω­γής Σέι­καρ Καπούρ («Elizabeth: Η Χρυ­σή Επο­χή»), ενός πλέ­ον βετε­ρά­νου σκη­νο­θέ­τη που γυρί­ζει ται­νί­ες στην πατρί­δα του και στο Ηνω­μέ­νο Βασί­λειο και που για μια ακό­μη φορά συν­θέ­τει δια­φο­ρε­τι­κές κουλ­τού­ρες με τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, το αίσθη­μα και την κοι­νω­νι­κή ματιά του.

Στο Λον­δί­νο, μια βρα­βευ­μέ­νη κινη­μα­το­γρα­φί­στρια ντο­κι­μα­ντέρ κατα­γρά­φει το ταξί­δι του καλύ­τε­ρου φίλου της σε έναν γάμο από προ­ξε­νιό, σύμ­φω­να με τα πακι­στα­νι­κά ήθη και έθι­μα της οικο­γέ­νειάς του. Η ίδια ψάχνει τον ιδα­νι­κό άντρα μέσω γνω­ρι­μιών από τα κοι­νω­νι­κά δίκτυα, κάτι που εξορ­γί­ζει την εκκε­ντρι­κή μητέ­ρα της, ενώ γρή­γο­ρα θα αρχί­σει να ανα­θε­ω­ρεί τις από­ψεις της για τις σχέσεις.

Πολύ­χρω­μη, ευχά­ρι­στη ρομα­ντι­κή κομε­ντί, που ανα­δει­κνύ­ει τη σύγκρου­ση δυο δια­φο­ρε­τι­κών κόσμων, αλλά και την αντι­πα­ρά­θε­ση μετα­ξύ των ηθών και του έρω­τα, των οικο­γε­νεια­κών και πολι­τι­σμι­κών κατα­πιέ­σε­ων με το ριψο­κίν­δυ­νο άνοιγ­μα σε έναν κόσμο χωρίς σύνορα.

Οι ξεκαρ­δι­στι­κές σκη­νές σαφώς λιγό­τε­ρες από τα χλια­ρά μέρη της ται­νί­ας, η οποία όμως προ­σφέ­ρει ένα ξένοια­στο σκάρ­το διω­ρά­κι, παρό­τι το τελευ­ταίο 20λεπτο γίνε­ται ιδιαί­τε­ρα γλυ­κε­ρό, πασπα­λι­σμέ­νο με μπα­χά­ρια και ζάχα­ρες, θυμί­ζο­ντας ελλη­νι­κή ται­νία του ’60.

Κεφά­τες ερμη­νεί­ες από τους πρω­τα­γω­νι­στές, ενώ η Έμα Τόμ­σον εύκο­λα παίρ­νει όλη την κρέ­μα των ερμη­νειών, με τη χαλα­ρή αντι­με­τώ­πι­ση του εκκε­ντρι­κού χαρα­κτή­ρα που υποδύεται.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Πώς βρί­σκει κανείς την παντο­τι­νή αγά­πη στις μέρες μας; Για την Ζόι, η απά­ντη­ση βρί­σκε­ται στις εφαρ­μο­γές γνω­ρι­μιών που για την ώρα της έχουν προ­σφέ­ρει μόνο γνω­ρι­μί­ες με ακα­τάλ­λη­λους άντρες, πράγ­μα που εξορ­γί­ζει την εκκε­ντρι­κή μητέ­ρα της. Αντί­θε­τα, ο παι­δι­κός της φίλος και γεί­το­νας Καζ, πιστεύ­ει ότι η απά­ντη­ση για αυτόν βρί­σκε­ται στο παρά­δειγ­μα των γονιών του και ανα­ζη­τά σύντρο­φο μέσω προξενιού.

Το Έγκλη­μά μου

(“Mon Crime”) Κωμω­δία μυστη­ρί­ου, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Φραν­σουά Οζόν, με τους Νάντια Τερε­σκί­ε­βιτς, Ρεμπέ­κα Μάρ­ντερ, Ιζα­μπέλ Ιπέρ, Ντά­νι Μπουμ, Φαμπρίς Λου­κι­νί, Αντρέ Ντι­σο­λιέ κα.

Επι­τέ­λους μια λαϊ­κή πνευ­μα­τώ­δης κωμω­δία εγκλή­μα­τος και μυστη­ρί­ου, γαλ­λι­κής φινέ­τσας και έξο­χων ερμη­νειών, που μας ταξι­δεύ­ει στο Παρί­σι της δεκα­ε­τί­ας του ’30, από τον ικα­νό­τα­το αλλά και άνι­σο Φραν­σουά Οζόν, που έχει βασι­στεί στο θεα­τρι­κό των Λουί Βερ­νέιγ και Ζορζ Μπερ. Ένα έργο που έχει μετα­φερ­θεί στη μεγά­λη οθό­νη, από τους Αμε­ρι­κά­νους δυο φορές, με σημα­ντι­κό­τε­ρη εκεί­νη του 1937 («Αλη­θι­νή Εξο­μο­λό­γη­ση»), με την Κάρολ Λομπάρντ και Φρεντ ΜακΜάρεϊ.

Μετά από το περ­σι­νό όχι και τόσο πετυ­χη­μέ­νο φιλμ «Τα Πικρά Δάκρυα της Πέτρα φον Καντ», ο Γάλ­λος πολυ­γρα­φό­τα­τος σκη­νο­θέ­της κατα­πιά­νε­ται με την ανά­λα­φρη κωμω­δία επο­χής, κάτι που μπο­ρεί να χει­ρι­στεί απ’ ότι φαί­νε­ται με άνε­ση. Ακο­λου­θώ­ντας τα χνά­ρια των Ρενουάρ και Τρι­φό, αλλά και τον θαυ­μα­σμό του για την σκρού­μπολ αμε­ρι­κά­νι­κη κωμω­δία της δεκα­ε­τί­ας του ’30 και τον Έρνστ Λιού­μπιτς, θα θίξει ταυ­τό­χρο­να και με μία γερή στρώ­ση νεω­τε­ρι­κό­τη­τας τη γυναι­κεία χει­ρα­φέ­τη­ση, την ανα­ζή­τη­ση για ανε­ξαρ­τη­σία και τη μάχη ενά­ντια στην πατριαρχία.

Μια όμορ­φη, άφρα­γκη και ατά­λα­ντη ηθο­ποιός θα κατη­γο­ρη­θεί για τον φόνο ενός μεγά­λου παρα­γω­γού, όταν αυτός θα ζητή­σει σεξουα­λι­κά ανταλ­λάγ­μα­τα για να της δώσει ένα μικρό ρόλο. Με τη βοή­θεια της καλύ­τε­ρης φίλης της, μίας άπει­ρης και άνερ­γης δικη­γό­ρου, θα αθω­ω­θεί, για αυτο­ά­μυ­να και θα γνω­ρί­σει τη φήμη και ευτυ­χι­σμέ­νες στιγ­μές, μέχρι που θα εμφα­νι­στεί μία έκπτω­τη σταρ που θα ανα­λά­βει την ευθύ­νη του εγκλήματος.

Κρα­τώ­ντας το πολι­τι­κό κοι­νω­νι­κό πλαί­σιο και ανα­συν­θέ­το­ντας εξαι­ρε­τι­κά την επο­χή, ο Οζόν στή­νει μια σπιν­θη­ρο­βό­λα κωμω­δία, που συμ­βα­δί­ζει με τα σύγ­χρο­να προ­βλή­μα­τα, αυτά της εξου­σί­ας και της πολι­τι­κής για την ισό­τη­τα των δυο φύλων.

Παρό­τι χρη­σι­μο­ποιεί παρω­χη­μέ­να υλι­κά, οι γρή­γο­ροι ρυθ­μοί, οι έξυ­πνοι και ζωντα­νοί διά­λο­γοι, το αιχ­μη­ρό πνεύ­μα του σενα­ρί­ου και το καλο­κουρ­δι­σμέ­νο μοντάζ, δίνουν μια ξεχω­ρι­στή ισορ­ρο­πία και φρε­σκά­δα στην ται­νία, ανα­γεν­νώ­ντας τη μεγά­λη παρά­δο­ση της μπουρ­λέσκ κωμωδίας.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Στο Παρί­σι της δεκα­ε­τί­ας του ’30, μια όμορ­φη, νέα, άφρα­γκη κι ατά­λα­ντη ηθο­ποιός, κατη­γο­ρεί­ται για τη δολο­φο­νία ενός διά­ση­μου παρα­γω­γού. Με τη βοή­θεια της καλύ­τε­ρης της φίλης, μιας νεα­ρής άνερ­γης δικη­γό­ρου, αθω­ώ­νε­ται λόγω αυτο­ά­μυ­νας. Μία νέα ζωή με δόξα και φήμη ξεκι­νά­ει, μέχρι την στιγ­μή που η αλή­θεια αποκαλύπτεται.

* Η ται­νία ήταν προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νη για τις 12 Μαΐ­ου αλλά η προ­βο­λή της ματαιώ­θη­κε τελευ­ταία στιγμή.

Αγά­πη και Μίσος

(“Frère et soeur”) Δρα­μα­τι­κή ται­νία, γαλ­λι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Αρνό Ντε­πλε­σάν, με τους Μάριον Κοτι­γιάρ, Μελ­βίλ Που­πό, Μπέν­ζα­μιν Σικ­σού, Γκολ­σι­φτέ Φαρα­χα­νί κα.

Ξεκι­νώ­ντας με έντα­ση και αφή­νο­ντας υπο­σχέ­σεις για ένα, αν μη τι άλλο, ενδια­φέ­ρον οικο­γε­νεια­κό ψυχο­λο­γι­κό δρά­μα, ο μάλ­λον υπε­ρε­κτι­μη­μέ­νος Αρνό Ντε­μπλε­σάν («Μια Νύχτα Χρι­στου­γέν­νων», «Τα Φαντά­σμα­τα του Ισμα­ήλ»), κατα­φέρ­νει πολύ γρή­γο­ρα να δια­ψεύ­σει κάθε προσ­δο­κία, παρα­δί­δο­ντας μία από τις πιο βαρε­τές γαλ­λι­κές ται­νί­ες που έχου­με δει τα τελευ­ταία χρόνια.

Η αρχι­κή ελκυ­στι­κή ιδέα του αθε­ρά­πευ­του μίσους που έχουν δυο αδέλ­φια, μετα­τρέ­πε­ται σε μία καρι­κα­τού­ρα ενός ξεπε­ρα­σμέ­νου σινε­μά και χαρα­κτή­ρων, όπου όλα μοιά­ζουν εξω­πραγ­μα­τι­κά, υστε­ρι­κά, ψεύ­τι­κα και εν τέλει αδιάφορα.

Ανε­ξή­γη­τα ο Ντε­μπλε­σάν θα βρε­θεί στο φεστι­βάλ Καν­νών, για να διεκ­δι­κή­σει τον περ­σι­νό Χρυ­σό Φοί­νι­κα, αλλά ακό­μη και οι δυο κατα­ξιω­μέ­νοι πρω­τα­γω­νι­στές του, η Μάριον Κοτι­γιάρ και ο Μελ­βίλ Που­πό, μάλ­λον θα από­ρη­σαν για­τί τελι­κά δέχθη­καν να παί­ξουν στην ται­νία του, κάτι που δια­κρί­νεις και στις υπερ­βο­λι­κές ερμη­νεί­ες τους, όσο προ­χω­ρά η ταινία.

Δυο αδέλ­φια, η Αλίς, μία πετυ­χη­μέ­νη ηθο­ποιός και ο Λουί, ένας συγ­γρα­φέ­ας, για περισ­σό­τε­ρα από 20 χρό­νια είναι σκο­τω­μέ­νοι μετα­ξύ τους και έχουν ξεκό­ψει κάθε σχέ­ση. Ένα τρο­χαίο ατύ­χη­μα των γονιών τους, θα τους φέρει κοντά, αλλά το μίσος παρα­μέ­νει αθάνατο.

Ο Ντε­πλε­σάν, έχο­ντας χάσει κάθε ειρ­μό, θα στή­σει ένα αψυ­χο­λό­γη­το και αδι­καιο­λό­γη­τα φλύ­α­ρο αυτο­α­να­φο­ρι­κό δρά­μα για τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις, μια ρομε­ρι­κή γελοιο­γρα­φία, κατά την οποία ανε­ξή­γη­τες κατα­στά­σεις, παράλ­λη­λες ιστο­ρί­ες, δια­λύ­ουν το δρά­μα και την αρχι­κή ιδέα της ιστο­ρί­ας του, μετα­μορ­φώ­νουν τους κεντρι­κούς ήρω­ες, που προ­τι­μούν να πεθά­νουν παρά να συγ­χω­ρέ­σουν, σε έωλες, σχε­δόν λαστι­χέ­νιες λογο­τε­χνι­κές φιγού­ρες. Και δεν στα­μα­τά εκεί, καθώς δοκι­μά­ζει τις αντο­χές ακό­μη και του πιο υπο­μο­νε­τι­κού θεα­τή, με αναί­τια φλας μπακ, ανθρώ­πους που πετά­νε, ανε­ξή­γη­τα voice over, ψυχο­λο­γι­κές εκρή­ξεις και υπο­νο­μεύ­ο­ντας κάθε τι ουσιώ­δες, αφή­νο­ντας την ιστο­ρία του έρμαιο ενός παραληρήματος.

Χαρα­κτη­ρι­στι­κό της περι­φρό­νη­σης προς τον θεα­τή απο­τε­λεί και η μη εξή­γη­ση των βαθύ­τε­ρων αιτιών του άκρα­του μίσους μετα­ξύ των δυο αδελ­φών, αλλά και η στά­ση των γονιών, του περί­γυ­ρου, των φίλων και συγ­γε­νών, ακό­μη και η απί­στευ­τη σύν­δε­ση της ηθο­ποιού με μία θαυ­μά­στριά της, μίας νεα­ρής μετα­νά­στριας από τη Ρου­μα­νία, που ζει μέσα στην ανέχεια.

Η Κοτι­γιάρ και ο Που­πό δεν μπο­ρούν να σώσουν την κατά­στα­ση ότι και να κάνουν, ενώ η ολι­γό­λε­πτη παρου­σία της Γκολ­σι­φτέ Φαρα­χα­νί μοιά­ζει με όαση, που όμως δεν αρκεί για να δρο­σί­σει τα πυρα­κτω­μέ­να νεύ­ρα του θεατή.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Αλίς και ο Λουί είναι αδέλ­φια. Αυτή είναι ηθο­ποιός, εκεί­νος ένας δάσκα­λος και ποι­η­τής. Για περισ­σό­τε­ρα από 20 χρό­νια η Αλίς μισεί τον αδελ­φό της. Σε όλο αυτό το διά­στη­μα δεν έχουν ιδω­θεί ποτέ. Η είδη­ση όμως του θανά­του των γονιών τους φέρ­νει τα αδέλ­φια ξανά πρό­σω­πο με πρόσωπο.

Πρό­σκλη­ση σε Φόνο

(“Invitation to a Murder”) Ται­νία μυστη­ρί­ου, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Στί­βεν Σίμεκ, με τους Μίσα Μπάρ­τον, Μπιάν­κα Α. Σάντος, Κρις Μπρά­ου­νινγκ κα.

Ται­νία μυστη­ρί­ου, βασι­σμέ­νη πάνω στο πνεύ­μα του γνω­στού μυθι­στο­ρή­μα­τος της Αγκά­θα Κρί­στι «Δέκα μικροί νέγροι», αλλά περισ­σό­τε­ρο ένα απο­τυ­χη­μέ­νο ριμέικ της συμπα­θέ­στα­της παρω­δί­ας του είδους «Πρό­σκλη­ση σε Γεύ­μα από Έναν Υπο­ψή­φιο Δολο­φό­νο», που γύρι­σε το 1976 ο Ρόμπερτ Μουρ, σε σενά­ριο του Νίλ Σάι­μον και πρω­τα­γω­νι­στού­σε μια πλειά­δα εξαι­ρε­τι­κών ηθοποιών.

Εδώ, ο αδιά­φο­ρος σκη­νο­θέ­της Στί­βεν Σίμεκ, έχει αφαι­ρέ­σει την παρω­δία και τις οποιεσ­δή­πο­τε κωμι­κές πινε­λιές, αλλά και την ύπαρ­ξη των πέντε διά­ση­μων ντε­τέ­κτιβ της ται­νί­ας του ’76, για να επι­κε­ντρω­θεί στο μυστή­ριο και τα φονι­κά που γίνο­νται σε ένα απο­μο­νω­μέ­νο νησί της Βρε­τα­νί­ας το 1934, που προ­σπα­θούν να λύσουν έξι άγνω­στοι μετα­ξύ τους, καλε­σμέ­νοι ενός απο­μο­νω­μέ­νου εκκε­ντρι­κού δισεκατομμυριούχου.

Το φιλμ, που μοιά­ζει με πιλό­το για τηλε­ο­πτι­κή σει­ρά, εμφα­νί­ζει όλα τα κλι­σέ του είδους άμε­σα, αλλά παρά ταύ­τα δίνει ορι­σμέ­νες μικρές υπο­σχέ­σεις για ένα αν μη τι άλλο δια­σκε­δα­στι­κό 90λεπτο.

Ωστό­σο, το μονα­δι­κό ατού της ται­νί­ας είναι η μικρή της διάρ­κεια, καθώς όσο προ­χω­ρά η ται­νία τόσο απο­γοη­τεύ­ει με το ρηχό και στο γόνα­το γραμ­μέ­νο σενά­ριο, ενώ η σκη­νο­θε­σία αφή­νε­ται στον αυτό­μα­το πιλό­το, που μάλ­λον έχει προ­βλή­μα­τα και φτά­νει στα όρια του βρα­χυ­κυ­κλώ­μα­τος. Η ίντρι­γκα και η αγω­νία απου­σιά­ζουν ή σωστό­τε­ρα προ­κα­λούν ένα νευ­ρι­κό γέλιο, όπως και οι μονο­διά­στα­τοι χαρα­κτή­ρες, ενώ το στό­ρι έχει τόση σχέ­ση με το πνεύ­μα της Αγκά­θα Κρί­στι, όση σχέ­ση είχαν τα μυθι­στο­ρή­μα­τα της αξέ­χα­στης συγ­γρα­φέ­ως με τα βιβλια­ρά­κια τσέ­πης Βίπερ.

Για γέλια και οι ερμη­νεί­ες των πρω­τα­γω­νι­στών, που δεν πεί­θουν ούτε στιγ­μή και ακο­λου­θούν με προ­σή­λω­ση την ανύ­παρ­κτη σκη­νο­θε­σία και την προ­χει­ρο­δου­λειά της παρα­γω­γής, καθώς σκη­νι­κά, κοστού­μια, φωτι­σμοί κλπ βγά­ζουν μάτι.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… 1934. Νότια Αγγλία. Όταν ένας απο­μο­νω­μέ­νος δισε­κα­τομ­μυ­ριού­χος προ­σκα­λεί έξι φαι­νο­με­νι­κά τυχαί­ους αγνώ­στους στο νησιώ­τι­κο κτή­μα του, ανά­με­σά τους και την ντε­τέ­κτιβ Μιρά­ντα Γκριν, η τελευ­ταία βρί­σκει τη μυστη­ριώ­δη πρό­σκλη­ση πολύ δελε­α­στι­κή για να την προσπεράσει.

Ο Μεγα­λό­δο­ντας

(“The Black Demon”) Περι­πέ­τεια, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Άντριαν Γκρούν­μπεργκ, με τους Τζος Λού­κας, Μπό­λι­βαρ Σάν­τζεζ, Βίνους Άριελ κα.

Ακό­μη μία ται­νία με θανα­τη­φό­ρο καρ­χαρ­χία, που τα δόντια του μοιά­ζουν με προ­πέ­λες σε δεξα­με­νό­πλοια, άγριες θάλασ­σες και πολύ αίμα, απ’ αυτές που ρίχνο­νται σωρη­δόν στην αγο­ρά, σε διά­φο­ρες παραλλαγές.

Μία περι­πέ­τεια, που φλερ­τά­ρει ματαί­ως με το θρί­λερ και τον τρό­μο, από τον Άντριαν Γκρούν­μπεργκ («Οι Καλο­και­ρι­νές μου Δια­κο­πές», «Rambo: Το Τελευ­ταίο Αίμα») και τελι­κά κατα­λή­γει σχε­δόν ως παρω­δία του είδους. Με δυο κου­βέ­ντες, αν «Τα Σαγό­νια του Καρ­χα­ρία» του Σπίλ­μπεργκ είναι το αρι­στούρ­γη­μα και βρί­σκε­ται στην κορυ­φή του είδους, η ται­νία του Γκρούν­μπεργκ τοπο­θε­τεί­ται κάπου κοντά στον πάτο.

Μια οικο­γέ­νεια βρί­σκε­ται καθη­λω­μέ­νη σε μία εξέ­δρα άντλη­σης πετρε­λαί­ου στην Μπά­για του Μεξι­κού, καθώς τους πολιορ­κεί ένας εκδι­κη­τι­κός μεγα­λό­δο­ντας καρ­χα­ρί­ας. Ένα υπερ­φυ­σι­κό πλά­σμα, που θυμί­ζει λαστι­χέ­νιο τερα­τά­κι και γίνε­ται η εκδί­κη­ση της φύσης, στέλ­νο­ντας και ένα απα­ραί­τη­το οικο­λο­γι­κό μήνυ­μα, να το δουν τα χρυ­σό­ψα­ρα και να τρομάξουν.

Εκτός, όμως, από τον καρ­του­νί­στι­κο τρό­μο, το σενά­ριο της πλά­κας και την αφό­ρη­τη φλυα­ρία, υπάρ­χουν και οι χάρ­τι­νοι χαρα­κτή­ρες, τους οποί­ους υπο­δύ­ο­νται ανή­μπο­ροι πρωταγωνιστές.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Πολ παίρ­νει την οικο­γέ­νειά του σε ένα ταξί­δι στο Μεξι­κό για να επι­θε­ω­ρή­σει μια εξέ­δρα πετρε­λαί­ου. Όταν φτά­νει εκεί, βρί­σκει το μέρος σχε­δόν εγκα­τα­λε­λειμ­μέ­νο με λίγους τρο­μαγ­μέ­νους εργά­τες να υπο­στη­ρί­ζουν ότι η εξέ­δρα έχει δεχθεί επα­νει­λημ­μέ­να επί­θε­ση από έναν μεγα­λό­δο­ντα καρχαρία.

Επί­δο­ξοι Κληρονόμοι

(“The Estate”) Κωμω­δία, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Ντιν Κρεγκ, με τους Τόνι Κολέτ, Άννα Φάρις, Κάθλιν Τέρ­νερ, Ντέι­βιντ Ντου­κόβ­νι, Ρον Λίβιν­γκ­στον κα.

Αν δεν ήταν ορι­σμέ­νες φορές τόσο χοντρο­κομ­μέ­νη, θα ήταν μία δια­σκε­δα­στι­κή μαύ­ρη κωμω­δία για την αμε­ρι­κά­νι­κη οικο­γέ­νεια, που πλέ­ον το μόνο που μπο­ρεί να την ενώ­σει είναι το χρή­μα. Και συγκε­κρι­μέ­να, η γερή κλη­ρο­νο­μιά μιας πλού­σιας ετοι­μο­θά­να­της θεί­ας, την οποία προ­σεγ­γί­ζουν δυο μακρι­νές ανι­ψιές της με σκο­πό να τα κονο­μή­σουν και να βγουν από το οικο­νο­μι­κό αδιέ­ξο­δο. Μόνο που την ίδια ιδέα θα έχουν κι άλλα ανί­ψια, που συν­θέ­τουν την από­λυ­τα δυσαρ­μο­νι­κή οικογένεια.

Ο Άγγλος σενα­ριο­γρά­φος και σκη­νο­θέ­της Ντιν Κρεγκ, έχει μία καλή ιδέα και στη διά­θε­σή του ένα αξιό­λο­γο καστ, αλλά μάλ­λον αδυ­να­τεί να μπει στα χνά­ρια μίας πνευ­μα­τώ­δους μαύ­ρης κωμω­δί­ας και επι­λέ­γει τον εύκο­λο δρό­μο της μπα­λα­φά­ρας, με την υπερ­βο­λή, την πολυ­λο­γία και τη φαι­δρό­τη­τα να κάνουν παρέλαση.

Θα υπάρ­ξουν στιγ­μές που θα πιά­σει ο θεα­τής τον εαυ­τό του να χαχα­νί­ζει, ίσως και με μια ενο­χή, αλλά ακό­μη περισ­σό­τε­ρες φορές θα έχει την εντύ­πω­ση ότι το γέλιο πηγά­ζει από τα ταπει­νό­τε­ρα ένστι­κτά του. Οι απο­τρό­παιοι χαρα­κτή­ρες, δεν μπο­ρούν στιγ­μή να κερ­δί­σουν τη συμπά­θειά και οι εξω­φρε­νι­κές κατα­στά­σεις δεν πεί­θουν ποτέ. Όλα μοιά­ζουν σαν ένα μεγα­λο­ποι­η­μέ­νο ανέκ­δο­το, μια καρι­κα­τού­ρα ενός κόσμου, που πιθα­νό­τα­τα υπάρ­χει, βρί­σκε­ται δίπλα μας, αλλά δεν είναι μόνο για να γελάς αλλά και να κλαις και αυτό το καθο­ρι­στι­κό σημείο το χάνει εντε­λώς ο Κρεγκ.

Το ικα­νό καστ, του οποί­ου ηγού­νται οι Τόνι Κολέτ και Άννα Φάρις, κάνει ό,τι μπο­ρεί, αλλά τις περισ­σό­τε­ρες φορές ανα­γκά­ζε­ται να συμ­βι­βα­στεί με το σενά­ριο και το άτσα­λο γκρο­τέ­σκο, ενώ ξεχω­ρί­ζουν εμφα­νώς ο Ντέι­βιντ Ντου­κόβ­νι και η Κάθλιν Τέρ­νερ, που υπο­δύ­ε­ται την τζα­να­μπέ­τισ­σα ετοι­μο­θά­να­τη θεία.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Μέρ­σι και η Σαβά­να μπο­ρεί να μην έχουν πολ­λά, αλλά έχουν το τέλειο σχέ­διο. Με πολ­λά οικο­νο­μι­κά προ­βλή­μα­τα και τις ζωές τους στά­σι­μες, οι δύο αδερ­φές συνω­μο­τούν ενά­ντια στην ετοι­μο­θά­να­τη, πλού­σια θεία τους με την ελπί­δα να πάρουν την κλη­ρο­νο­μιά της. Αλλά, όπως θα δια­πι­στώ­σουν σύντο­μα, δεν είναι οι μόνες στην οικο­γέ­νεια με παρό­μοιο σχέδιο.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Spider-Man: Ακρο­βα­τώ­ντας στο Αραχνο-Σύμπαν

(“Spider-Man: Across the Spider-Verse”) Οι περι­πέ­τειες του πιο οικεί­ου υπε­ρή­ρωα στο φυσι­κό τους χώρο, το ψηφια­κό χαρ­τί, επι­στρέ­φουν σε αυτή την αρκού­ντως ενδια­φέ­ρου­σα ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, σε συμπα­ρα­γω­γή της Marvel με την Columbia και σε σκη­νο­θε­σία των Χοα­κίμ Ντος Σάντονς, Κεμπ Πάου­ερς και Τζά­στιν Τόμπ­σον. Πρό­κει­ται για το σίκου­ελ του animation «Spider-Man: Μέσα στο Αρα­χνο-σύμπαν», που κέρ­δι­σε το Όσκαρ καλύ­τε­ρης ται­νί­ας κινου­μέ­νων σχε­δί­ων το 2018 και συνε­χί­ζει αξιο­πρε­πέ­στα­τα στον ίδιο δρό­μο. Με ξεχω­ρι­στές σινε­φι­λι­κές ανα­φο­ρές, ενδια­φέ­ρου­σα προ­βλη­μα­τι­κή — ο Άνθρω­πος Αρά­χνη για να σώσει αυτούς που αγα­πά πρέ­πει να επα­να­προσ­διο­ρί­σει τι σημαί­νει να είσαι ήρω­ας — και εξαι­ρε­τι­κά γρα­φι­κά, στα όρια της ψυχε­δέ­λειας, το φιλμ θα χαρί­σει πάνω από δυο ώρες δια­σκέ­δα­σης στους μικρούς και όχι μόνο φίλους του.

Ο Μπα­μπού­λας

(“The Boogeyman”) Καλο­γυ­ρι­σμέ­νη, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής 2023, ται­νία τρό­μου, αν και χωρίς κάτι το ιδιαί­τε­ρο, βασι­σμέ­νη στο γνω­στό ομό­τι­τλο μυθι­στό­ρη­μα του Στί­βεν Κινγκ, από τους σενα­ριο­γρά­φους του «Ένα Ήσυ­χο Μέρος» και σκη­νο­θε­σία του ανερ­χό­με­νου νεα­ρού Βρε­τα­νού Ρομπ Σάβατζ. Θια­σώ­της του κινη­μα­το­γρα­φι­κού horror ο Σάβατζ, θα ανα­δεί­ξει τις παι­δι­κές φοβί­ες, βάζο­ντας στο επί­κε­ντρο της ιστο­ρί­ας του τη μικρό­τε­ρη αδελ­φή μιας οικο­γέ­νειας, που έχει χάσει τη μητέ­ρα της και θα πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σει μία υπερ­φυ­σι­κή οντό­τη­τα που τρέ­φε­ται από τον πόνο των θυμά­των του. Παί­ζουν οι Σόφι Θάτσερ, Κρις Μεσί­να, Μαρίν Άιρ­λαντ, Μάντι­σον Χου κα.

Τα Άνθη στα Άνθη

Το τρυ­φε­ρό μινι­μα­λι­στι­κό πρω­τό­λειο του Γιώρ­γου Αθα­να­σί­ου, ο οποί­ος στο ντε­μπού­το του αφή­νει ελπί­δες για το μέλ­λον. Αν και ορι­σμέ­νες στιγ­μές θυμί­ζει ερα­σι­τε­χνι­κό οικο­γε­νεια­κό φιλ­μά­κι, με ανε­πε­ξέρ­γα­στο σενά­ριο και αυθε­ντι­κές αλλά αδού­λευ­τες ερμη­νεί­ες, το δρά­μα του Αθα­να­σί­ου αφου­γκρά­ζε­ται τους νεα­νι­κούς προ­βλη­μα­τι­σμούς και απευ­θύ­νε­ται στο κοι­νό με πρα­ό­τη­τα, απο­φεύ­γο­ντας τους διδα­κτι­σμούς και την υπερ­βο­λή. Ένας νέος, που φεύ­γει για το εξω­τε­ρι­κό, θα συνα­ντη­θεί σε ένα πάρ­κο με μια νέα και θα μοι­ρα­στούν τις ανη­συ­χί­ες τους, τις πεποι­θή­σεις τους και τα μυστι­κά τους. Με την Σοφία Ιωάν­νου και τον Κων­στα­ντί­νο Κωνιό.

Το Αγό­ρι

(“Shonen”) Μία από τις σημα­ντι­κό­τε­ρες ται­νί­ες (1969) του Ναγκί­σα Όσι­μα, ενός από τους πλέ­ον αντι­συμ­βα­τι­κούς δημιουρ­γούς του παγκό­σμιου κινη­μα­το­γρά­φου, σε νέες ψηφια­κά επε­ξερ­γα­σμέ­νες κόπιες. Ο Όσι­μα («Η Αυτο­κρα­το­ρία των Αισθή­σε­ων») εμπνε­ό­με­νος από τα αλη­θι­νά περι­στα­τι­κά μιας οικο­γέ­νειας που περι­πλα­νιό­ταν από πόλη σε πόλη, βάζο­ντας το δεκά­χρο­νο γιο της να πέφτει πάνω σε αυτο­κί­νη­τα για να ζητά απο­ζη­μί­ω­ση, θα φτιά­ξει μία έξο­χη ται­νία πάνω στην αντί­ξοη ενη­λι­κί­ω­ση και του τέλους της αθω­ό­τη­τας, αλλά και ένα στο­χα­στι­κό δρά­μα για την ηθι­κή πτώ­ση, τη φθο­ρά των αρχε­τυ­πι­κών θεσμών στη μετα­πο­λε­μι­κή ιαπω­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Υπέ­ρο­χα έγχρω­μα πλά­να, συγκρα­τη­μέ­να αισθη­τι­κά, αλλά γεμά­τα συναί­σθη­μα και πάντα αρμο­νι­κά με το ριζο­σπα­στι­κό πνεύ­μα του σκηνοθέτη.

Ο Μελισ­σο­κό­μος

Η έβδο­μη ται­νία (1986) του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου που γύρι­σε με πρω­τα­γω­νι­στή έναν ζωντα­νό θρύ­λο της υπο­κρι­τι­κής, τον Μαρ­τσέ­λο Μαστρο­γιά­νι, ο οποί­ος όμως έμει­νε ανα­ξιο­ποί­η­τος σε μεγά­λο βαθ­μό, καθώς ο Έλλη­νας σκη­νο­θέ­της έδω­σε υπερ­βο­λι­κό βάρος, για μια ακό­μη φορά, στους περι­βό­η­τους συμ­βο­λι­σμούς του, που εδώ λαμ­βά­νουν δια­στά­σεις ταλαι­πω­ρη­μέ­νης μανιέ­ρας. Ένας μελισ­σο­κό­μος παρα­τά την οικο­γέ­νειά του και παρέα με τα μελίσ­σια του, θα δια­σχί­σει όλη τη χώρα, όπως και ο πατέ­ρας του, σε ένα ταξί­δι αυτο­γνω­σί­ας. Ο Μαστρο­γιά­νι δεί­χνει έξω από τα νερά του, αλλά και ο Αγγε­λό­που­λος μάλ­λον ανα­πο­φά­σι­στος για το τι θέλει να πει, για τη ζωή, τον έρω­τα και τον θάνατο.

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο