Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το καλοκαίρι θα θερίσουμε» (Μία κριτική θεάτρου από τον Νίκο Ζαχαριάδη)

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Ο Νίκος Ζαχα­ριά­δης, Γ.Γ της Κ.Ε του ΚΚΕ ήταν μία πολύ­πλευ­ρη προ­σω­πι­κό­τη­τα. Ένας πραγ­μα­τι­κός επα­να­στά­της που έκα­νε πρά­ξη την περί­φη­μη προ­τρο­πή του Μάρξ ότι «τίπο­τε το ανθρώ­πι­νο δεν μου είναι ξένο».

Η θεω­ρη­τι­κή του ενα­σχό­λη­ση του περιε­λάμ­βα­νε- ακό­μη και στις πιο δύσκο­λες συν­θή­κες- ζητή­μα­τα λογο­τε­χνί­ας, θεά­τρου και γενι­κό­τε­ρα Τέχνης. 

Μα αφορ­μή την επέ­τειο του τρα­γι­κού του θανά­του (1/8/1973), παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα ένα μικρό του άρθρο που δημο­σιεύ­τη­κε στον (δισέ­λι­δο) ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ (6/12/1945) με τον χαρα­κτη­ρι­στι­κό τίτλο: «ΜΙΑ ΕΞΩΚΡΙΤΙΚΗ ΓΝΩΜΗ-ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ  ΘΑ ΘΕΡΙΣΟΥΜΕ».

Δια­κρί­νε­ται για την ευστο­χία της, για την βαθειά γνώ­ση (και) της θεα­τρι­κής Τέχνης καθώς και για την λιτή και σωστή χρή­ση της γλώσ­σας, ενώ με λίγες λέξεις δίνει και τις στο­χεύ­σεις που θα πρέ­πει να έχει η Τέχνη για τον λαό και τον αγώ­να του.

«Ο Αλέ­ξης Δαμια­νός εγκαι­νιά­ζει τη θεα­τρι­κή συγ­γρα­φι­κή του στα­διο­δρο­μία του με το έργο του, που παί­ζε­ται στη «Βρε­τά­νια» απ’ τους Ενω­μέ­νους Καλλιτέχνες.

Εκεί­νο που αμέ­σως χτυ­πά στο μάτι είναι ότι το έργο αυτό έχει ζωντά­νια, ελλη­νι­κό χρώ­μα και εμπνέ­ε­ται απ’  τον αντι­στα­σια­κό ρεα­λι­σμό. Το κυβερ­νά το πνεύ­μα που συγκί­νη­σε και ξεσή­κω­σε το λαό μας ενά­ντια στον κατα­κτη­τή ‚και που αυτό που πραγ­μα­το­ποί­η­σε με  την εθνι­κή λευ­τε­ριά, όση από­κτη­σε, εννο­εί να το συνε­χί­σει και να το ολο­κλη­ρώ­σει και στον κοι­νω­νι­κό τομέα. Σκη­νι­κή ενό­τη­τα ίσως δεν έχει το έργο όση χρειά­ζε­ται, μα έχει εσω­τε­ρι­κή γραμ­μή, που το κρα­τά δεμέ­νο απ’ την αρχή ως το τέλος, έχει παλ­μό και νόη­μα που σε συγκι­νεί, σε παρα­δειγ­μα­τί­ζει, σε κεντά για κάτι ανώ­τε­ρο, καλύ­τε­ρο.  Και αυτό είναι εκεί­νο που μας χρειά­ζε­ται. Αυτό ζητά ο λαός απ’ την τέχνη, να τον ανυ­ψώ­σει, να τον φωτί­σει στη ζωή, στην πάλη του. 

Η προ­σπά­θεια του Αλέ­ξη Δαμια­νού είναι, χωρίς αμφι­βο­λία άξια να υπο­στη­ρι­χθεί και ενθαρ­ρυν­θεί. Απο­ρεί μονά­χα κανέ­νας για την αρρω­στιά­ρι­κη γκρί­νια ορι­σμέ­νων κρι­τι­κών που η σκιά όπου στέ­κουν δεν τους αφή­νει να δού­νε το  φως, την ουσία, τη δημιουρ­γία. Παλιά ρωμέι­κη αρρώστια.

Ν.Ζ»

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο