Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Το κατεστραμμένο δωμάτιο», των Μάθιου Λέντον/Vanishing Point, παρουσιάζεται στην Αθήνα

Γρά­φει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης // //

«Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο» των Μάθιου Λέντον/Vanishing Point που ανέ­βη­κε για πρώ­τη φορά στην Ελλά­δα πέρυ­σι τον χει­μώ­να και με μεγά­λη επι­τυ­χία στο θέα­τρο Κυδω­νία των Χανί­ων και από την Εται­ρεία Θεά­τρου Μνή­μη, σε σκη­νο­θε­σία Μιχά­λη Βιρ­βι­δά­κη, θα παρου­σια­στεί στην Αθή­να, για 5 μόνον παρα­στά­σεις, από την Τετάρ­τη 10 έως και την Κυρια­κή 14 Οκτω­βρί­ου στις 9.00 μμ, στο θέα­τρο Σφενδόνη.

Ένα πολιτικό και κοινωνικό σχόλιο αιχμής

Είχα­με την αγα­θή τύχη να παρα­κο­λου­θή­σου­με πέρι­συ την παρά­στα­ση και πραγ­μα­τι­κά είδα­με και κατα­λά­βα­με πως όντως πρό­κει­ται για ένα πρω­το­πο­ρια­κό, γεμά­το έμπνευ­ση και όρα­μα κεί­με­νο-παρά­στα­ση που ο Λέντον έγρα­ψε και σκη­νο­θέ­τη­σε με τη συνερ­γα­σία της γνω­στής ανά τον κόσμο ομά­δας του, Vanishing Point, και το οποίο παρου­σιά­στη­κε μέχρι σήμε­ρα σε πολ­λές χώρες του κόσμου με τερά­στια επι­τυ­χία. Είναι ακό­μα ένα έργο κοι­νω­νι­κού, υπαρ­ξια­κού και ηθι­κού προ­βλη­μα­τι­σμού. Επί­σης είναι μια ασφυ­κτι­κή και εφιαλ­τι­κή μικρο­γρα­φία του σύγ­χρο­νου παρακ­μά­ζο­ντος κόσμου που δεν αφή­νει τον θεατή/παρατηρητή να πάρει ανά­σα, θέτο­ντας του διαρ­κώς ερω­τή­μα­τα τόσο για την φύση της κοι­νω­νί­ας και του ανθρώ­που, όσο και για την ουσία, την αξία της πλη­ρο­φο­ρί­ας καθώς και για τον τρό­πο διά­δο­σης της, για τις ιδέ­ες αλλά και τις για πρά­ξεις που δια­μορ­φώ­νουν τον τρό­πο ζωής του σύγ­χρο­νου πολί­τη και μέσα σε μια κοι­νω­νία που αντι­με­τω­πί­ζει ίσως την χει­ρό­τε­ρη κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κή κρί­ση της ιστο­ρί­ας της.

«Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο» δεν έχει σκο­πό να χαϊ­δέ­ψει αυτιά και συνει­δή­σεις αντί­θε­τα δεί­χνει στον θεα­τή, χωρίς να ανα­πα­ρά­γει μια στεί­ρα κι αδιά­φο­ρη πολι­τι­κο­λο­γία, ότι ως πρό­σω­πο αλλά και ως μέρος του κοι­νω­νι­κού συνό­λου χρειά­ζε­ται να ξεφύ­γει από την προ­κα­θο­ρι­σμέ­νη θέση του καταναλωτή/παθητικού απο­δέ­κτη καλώ­ντας τον παράλ­λη­λα και σχε­δόν εκβια­στι­κά αλλά εδώ αυτός ο «εκβια­σμός» είναι κάτι παρα­πά­νω από καλο­δε­χού­με­νος, να πάρει θέση σε όλα τα παρα­πά­νω, ανα­γνω­ρί­ζο­ντας ότι η αλή­θεια μπο­ρεί να μην είναι μία και από­λυ­τη αλλά αντί­θε­τα ότι μπο­ρεί να εμπε­ριέ­χε­ται μέσα σε διά­φο­ρες από­ψεις και θέσεις πάνω στα διά­φο­ρα ζητήματα.

«Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο» ως πρω­τό­τυ­πο έργο αλλά και μέσα από την συγκε­κρι­μέ­νη, εμπνευ­σμέ­νη θα λέγα­με, μετα­φο­ρά του από την ομά­δα της Εται­ρεί­ας Θεά­τρου Μνή­μη, προ­σπα­θεί να ανα­λύ­σει, με ποι­η­τι­κά ριζο­σπα­στι­κό λόγο και τρό­πο, τόσο στο κεί­με­νο, όσο και πάνω στην σκη­νή, την ηθι­κή διά­στα­ση και πλευ­ρά όλων όσων συζη­τά­με στην καθη­με­ρι­νό­τη­τα μας, επη­ρε­α­σμέ­νοι από τα κυρί­αρ­χα ΜΜΕ και μέσα από το Δια­δί­κτυο, που απο­τε­λεί βασι­κό μέσο ενη­μέ­ρω­σης και κοι­νω­νι­κής αλλη­λε­πί­δρα­σης της νεο­λαί­ας. Παράλ­λη­λα θέτει σε αντι­πα­ρά­θε­ση διά­φο­ρες οπτι­κές ξεκι­νώ­ντας από τον τρό­πο που ο σύγ­χρο­νος Δυτι­κός άνθρω­πος αντι­με­τω­πί­ζει (ή δεν αντι­με­τω­πί­ζει) τα ζητή­μα­τα της προ­σφυ­γιάς, της ισλα­μο­φο­βί­ας και του ρατσι­σμού, της τρο­μο­κρα­τί­ας αλλά και της φύσης του θεσμού της οικο­γέ­νειας, της φιλί­ας, των ανθρώ­πι­νων σχέ­σε­ων που όσο και αν επι­θυ­μούν να μεί­νουν ανε­πη­ρέ­α­στες από όλα όσα συμ­βαί­νουν γύρω τους, δεν παύ­ουν να δια­μορ­φώ­νο­νται και να δια­μορ­φώ­νουν ταυ­τό­χρο­να τις διά­φο­ρες καταστάσεις.

Ερωτήματα: Η αλήθεια και η ιδεολογία

Αιχ­μη­ρό, βίαιο, βαθειά πολι­τι­κό και υπαρ­ξια­κό, συγκι­νη­τι­κό και έντο­να συναι­σθη­μα­τι­κά φορ­τι­σμέ­νο, «Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο» δεν προ­σπα­θεί μόνο να ανα­λύ­σει τα διά­φο­ρα ζητή­μα­τα αλλά θέτει κι ερω­τή­μα­τα, πολ­λές φορές ακό­μα και πέρα από τις προ­θέ­σεις των δημιουρ­γών του. Είναι η αλή­θεια μία και μονα­δι­κή; Ποιος ορί­ζει τι είναι η αλή­θεια; Πως παρά­γε­ται η ιδε­ο­λο­γία; Πως μπο­ρού­με να δια­χει­ρι­στού­με την σύγ­χρο­νη κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κή κρί­ση αλλά και να επι­βιώ­σου­με από αυτή; Ποιες είναι οι δικές μας δυνα­τό­τη­τες, ως έλλο­γων όντων, να αντι­στρέ­ψου­με μία κατά­στα­ση που μοιά­ζει ορι­στι­κά χαμέ­νη; Και η τέχνη; Το θέα­τρο; Μπο­ρούν να μας δεί­ξουν ότι μια άλλη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι εφι­κτή ή απλά μένουν σε μια απλή παρά­θε­ση της ήδη γνω­στής, εφιαλ­τι­κής μα και ελπι­δο­φό­ρας, πραγματικότητας;

Πολ­λά τα ερω­τή­μα­τα, πολ­λές και οι πιθα­νές απα­ντή­σεις. Δεν θα επι­χει­ρή­σου­με, και ούτε πρέ­πει, να απα­ντή­σου­με εδώ. Χρειά­ζε­ται να δεί­τε το συγκε­κρι­μέ­νο έργο, απο­τε­λεί βασι­κή προ­ϋ­πό­θε­ση άλλω­στε, για να δώσε­τε τις δικές σας. Το βασι­κό­τε­ρο είναι όμως ότι «Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο» λει­τουρ­γεί κατα­λυ­τι­κά στην ψυχο­σύν­θε­ση του θεα­τή: με το τέλος της παρά­στα­σης οι εικό­νες απο­κά­λυ­ψης με τους πρό­σφυ­γες και τους μετα­νά­στες που ζητούν σωτη­ρία στην θαλάσ­σια οδό της Μεσο­γεί­ου με απο­τέ­λε­σμα τις περισ­σό­τε­ρες φορές τον θάνα­το – να πεθαί­νεις στην προ­σπά­θεια σου να μην πεθά­νεις, δεν υπάρ­χει τίπο­τα πιο ενο­χλη­τι­κό, τόσο ώσπου καμία λέξη δεν μπο­ρεί να περι­γρά­ψει αυτή την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα – δεν επι­τρέ­πει στον θεα­τή να φύγει ήσυ­χος κι ανα­παυ­μέ­νος για­τί γνω­ρί­ζει πολύ καλά ότι η αλή­θεια (ή έστω ένα μέρος της) είναι ακό­μα πιο εφιαλ­τι­κή από ότι δεί­χνει η οθό­νη του υπο­λο­γι­στή και της τηλε­ό­ρα­σης, κατα­φέρ­νο­ντας τόσο να συγκι­νή­σει, όσο και να προ­βλη­μα­τί­σει. Είναι μάλι­στα και κάτι παρα­πά­νω: κάλε­σμα σε δρά­ση, σε ενερ­γό παρέμ­βα­ση, όπως ήδη σημειώ­σα­με, ενά­ντια σε όλα τα παρα­πά­νω, αυτό είναι «Το κατε­στραμ­μέ­νο δωμά­τιο». Κι αν το τέλος της παρά­στα­σης μοιά­ζει απαι­σιό­δο­ξο, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα απο­τε­λεί μια προει­δο­ποί­η­ση για το που μπο­ρούν να οδη­γη­θούν τα πράγ­μα­τα, με αυτή ακρι­βώς την έλλει­ψη δρα­στι­κών πρωτοβουλιών.

Όμως όλα τα παρα­πά­νω δεν θα ήταν τίπο­τα, ίσως μόνο μια επί­δει­ξη ύφους, εάν η σκη­νο­θε­τι­κή ματιά, η μετά­φρα­ση του κει­μέ­νου και οι μαχη­τι­κές και αυθε­ντι­κές ερμη­νεί­ες των πρω­τα­γω­νι­στών δεν κατά­φερ­ναν μέσα από την ιδιαί­τε­ρα ενδια­φέ­ρου­σα αντι­πα­ρα­βο­λή των ζωντα­νών δια­λό­γων με την ψηφια­κή προ­βο­λή, να μας μετα­φέ­ρουν την αγω­νία του σύγ­χρο­νου ανθρώ­που, φτιά­χνο­ντας παράλ­λη­λα όμορ­φο, αλη­θι­νό θέα­τρο που τόσο έχου­με ανά­γκη και που τόσο μας λεί­πει σήμερα.

Όταν μάλι­στα αυτή η θεα­τρι­κή προ­σπά­θεια έρχε­ται από την επαρ­χία της χώρας τότε εύκο­λα και με ευχα­ρί­στη­ση μπο­ρού­με να επι­ση­μά­νου­με ότι κόντρα σε κάθε συνει­δη­τή προ­σπά­θεια υπο­τί­μη­σης του αγώ­να των ανθρώ­πων της τέχνης και του πολι­τι­σμού που επέ­λε­ξαν να δρα­στη­ριο­ποι­η­θούν μακριά από το υδρο­κέ­φα­λο πολι­τι­κό, εμπο­ρι­κό και πολι­τι­στι­κό κέντρο της Αθή­νας υψώ­νο­νται φωνές ελπί­δας και λαμπρά, εμπνευ­σμέ­να παρα­δείγ­μα­τα που αξί­ζει να ακο­λου­θή­σου­με και κυρί­ως να στηρίξουμε.

***

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΘΕΑΤΡΟΥ ΜΝΗΜΗ

Η Εται­ρεία Θεά­τρου Μνή­μη ιδρύ­θη­κε το 1991 από τον Μιχά­λη Βιρ­βι­δά­κη. Εμφα­νί­στη­κε για πρώ­τη φορά στην Αθή­να το Μάιο του 1992, με τέσ­σε­ρα θεα­τρι­κά έργα μικρής διάρ­κειας του Ουίλ­λιαμ Μπά­τλερ Γέητς, σε μία ενιαία παρά­στα­ση, στο Θέα­τρο στο παλιό τυπο­γρα­φείο του Εμπρός. Τα έργα ήταν: Τα Σκιε­ρά Νερά, Στην Παν­σέ­λη­νο του Μάρ­τη, Ο Γάτος και η Σελή­νη, Καθαρ­τή­ριο. Η παρά­στα­ση είχε το γενι­κό τίτλο: Ουίλ­λιαμ Μπά­τλερ Γέητς – Ένα Όρα­μα – . Το Μάιο του 1994, παρου­σί­α­σε το θεα­τρικό έργο του Φρανκ Βέντε­κιντ “Θάνα­τος και Διά­βο­λος” στον εξώ­στη του Θεά­τρου Αμό­ρε και τον Οκτώ­βριο του 1998, το θεα­τρι­κό έργο του Φερ­νά­ντο Πεσ­σόα “Ο Ναυ­τι­κός” στο Θέα­τρο της οδού Κυκλάδων.

Το 2000 η Εται­ρεία Θεά­τρου Μνή­μη σε συνερ­γα­σία με τον Πολι­τι­στι­κό Σύλ­λο­γο Λου­σα­κιών Κισ­σά­μου Χανί­ων ανέ­βα­σε την παρά­στα­ση “Ως ο λάβδα­νος του Μυλο­πο­τά­μου και της Ίδης ο δίκτα­μος”, έργο βασι­σμέ­νο σε παλιά κεί­με­να της κρη­τι­κής λογο­τε­χνί­ας και σε ριζί­τι­κα τρα­γού­δια, που παί­χτη­κε σε ανοι­χτά θέα­τρα του νομού Χανίων.

Το Μάιο του 2001, η Εται­ρεία Θεά­τρου Μνή­μη μετέ­φε­ρε τις καλ­λι­τε­χνι­κές της δρα­στη­ριό­τη­τες από την Αθή­να στα Χανιά και παρου­σί­α­σε με τους ηθο­ποιούς του Εργα­στη­ρί­ου Θεα­τρι­κής Παι­δεί­ας και Υπο­κρι­τι­κής Τέχνης του Μιχά­λη Βιρ­βι­δά­κη, το έργο του Χάρολντ Πίντερ Ο Ερα­στής, στο “Θέα­τρο απέ­να­ντι από το Μου­σείο”, Χάλη­δων 27, χώρο που δια­μορ­φώ­θη­κε ειδι­κά για την εγκα­τά­στα­ση της παρά­στα­σης και του κοι­νού της.

Το 2002 η Εται­ρεία Θεά­τρου Μνή­μη ανα­πα­λαί­ω­σε και τρο­πο­ποί­η­σε σε θέα­τρο δυνα­μι­κό­τη­τος 50 θέσε­ων, παλαιά αστι­κή οικία στο κέντρο της πόλε­ως των Χανί­ων, Υψη­λα­ντών 12, για να απο­τε­λέ­σει την έδρα των δρα­στηριοτήτων της. Το θέα­τρο ονο­μά­στη­κε «Θέα­τρο Κυδωνία».
***

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:

μετά­φρα­ση: Δημή­τρης Κιούσης

σκη­νο­θε­σία και αισθη­τι­κή της παρά­στα­σης: Μιχά­λης Βιρβιδάκης

σύν­θε­ση ήχων: Δημή­τρης Ιατρόπουλος

παρα­γω­γή εικό­νας: Πάρης Χαμουρίκος

φωτι­σμοί και δια­χεί­ρι­ση εικό­νας και ήχου: Γαλά­τεια Σαραντάκου

ενώ παί­ζουν επί σκη­νής οι ηθο­ποιοί: Ντία Κοσκι­νά, Στελ­λί­να Ιωαν­νί­δου, Μιχά­λης Βιρ­βι­δά­κης, Πάρης Χαμου­ρί­κος και Εμμα­νου­ήλ Στε­φα­νου­δά­κης, ο οποί­ος εκτε­λεί χρέη και βοη­θού σκηνοθέτη.

INFO:

θέα­τρο Σφενδόνη

Μακρή 4, Μακρυ­γιάν­νη — Ακρό­πο­λη Τηλ: 215 51 58 968

Εισι­τή­ρια: 15 ευρώ και 10 ευρώ φοιτητικό.

_______________________________________________________________________________________________________

Ο Ειρηναίος Μαράκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1986, απόφοιτος της τεχνικής εκπαίδευσης. Συμμετέχει με ποιήματα του στα συλλογικά έργα (e‑books) ενώ ποιήματα του έχουν δημοσιευτεί σε διάφορες λογοτεχνικές σελίδες. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα Αγώνας της Κρήτης καθώς και στο διαδικτυακό πολιτικό και πολιτιστικό περιοδικό Ατέχνως. Διατηρεί το ιστολόγιο Λογοτεχνία και Σκέψη.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο