Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το πρωί «κυρ-Παντελής», το βράδυ μαστροπός και βιαστής

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

«Ευυ­πό­λη­πτος πολί­της», «θεο­σε­βού­με­νος», «καλός οικο­γε­νειάρ­χης» είναι ορι­σμέ­νοι από τους χαρα­κτη­ρι­σμούς για τον μαστρο­πό-βια­στή της 12χρονης μαθή­τριας, ο οποί­ος δια­τη­ρού­σε γνω­ρι­μί­ες σε όλο το φάσμα της «καλής κοι­νω­νί­ας» των Αθηνών.

Ο 53χρονος είναι ο ορι­σμός του σύγ­χρο­νου «κυρ-Παντε­λή». Ενός κυρ-Παντε­λή που πίσω από το προ­φίλ του «ήσυ­χου νοι­κο­κύ­ρη» και την έξω­θεν καλή μαρ­τυ­ρία κρύ­βει έναν κοι­νω­νι­κό Φράν­κεν­στάιν, ένα αδί­στα­κτο τέρας βγαλ­μέ­νο από τον βόρ­βο­ρο της καπι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας. Στο έδα­φος αυτής της κοι­νω­νί­ας – της καπι­τα­λι­στι­κής – γεν­νιού­νται και ανα­πα­ρά­γο­νται σάπιες αξί­ες, όπως ο ατο­μι­κι­σμός, η ιδιο­τέ­λεια, η περι­φρό­νη­ση για την ανθρώ­πι­νη ζωή και αξιο­πρέ­πεια, η ανύ­ψω­ση του ατο­μι­κού κέρ­δους σε ύψι­στο αγαθό.

Οι «κυρ-Παντε­λή­δες» ήταν πάντο­τε οι πιο γνή­σιοι εκφρα­στές του μικρο­α­στι­κού φασι­σμού και του κοι­νω­νι­κού εκβαρ­βα­ρι­σμού. Το πρωί καλοί χρι­στια­νοί και το βρά­δυ βια­στές και εκβια­στές. Την ημέ­ρα φιλή­συ­χοι πολί­τες και τη νύχτα εγκλη­μα­τί­ες σε βάρος των πιο αδύναμων.

Πίσω από τις ψευ­δε­πί­γρα­φες αξί­ες του «πατρίς, θρη­σκεία, οικο­γέ­νεια» των κυρ-Παντε­λή­δων κρύ­βε­ται η εκμε­τάλ­λευ­ση, ο ρατσι­σμός, ο μισο­γυ­νι­σμός, η παι­δε­ρα­στία, η εκπόρ­νευ­ση των συνειδήσεων.

Τα επι­ση­μαί­νου­με αυτά διό­τι η εύλο­γη κατα­δί­κη για τα όσα απο­κρου­στι­κά συμ­βαί­νουν δεν αρκεί. Η ουσία είναι να φωτι­στεί το υπό­βα­θρο που δια­μορ­φώ­νει δρά­στες τέτοιων ειδε­χθών εγκλη­μά­των. Διό­τι η υπό­θε­ση του Κολω­νού είναι ενδει­κτι­κό σύμ­πτω­μα ενός συστή­μα­τος όπου κυριαρ­χεί η κουλ­τού­ρα της ατι­μω­ρη­σί­ας, ο στιγ­μα­τι­σμός των θυμά­των αντί των θυτών, ο νόμος της σιω­πής, ο συστη­μα­τι­κός υπο­βι­βα­σμός της ζωής της γυναί­κας και των νέων ανθρώ­πων. Του ίδιου συστή­μα­τος στο οποίο οι αρχές και η «καλή κοι­νω­νία», με την αδια­φο­ρία και την ανο­χή τους, γίνο­νται επί της ουσί­ας συνερ­γοί και τέτοιου είδους κτηνωδίες.

Για πόσο ακό­μη θα ανε­χό­μα­στε την βρω­με­ρή ανά­σα ενός συστή­μα­τος που έχει σαπί­σει; Για πόσο ακό­μη θα γινό­μα­στε μάρ­τυ­ρες μιας βαρ­βα­ρό­τη­τας χωρίς τέλος; Αυτή η κοι­νω­νία των τερά­των, των «ευυ­πό­λη­πτων» Φράν­κεν­στάιν, του φασι­σμού της διπλα­νής πόρ­τας, πρέ­πει να γκρε­μι­στεί και τα συντρίμ­μια της να γίνουν ο τάφος των κυρ-Παντελήδων…

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο