Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Τότε», όπως και πάντα: Το αστικό κράτος δολοφονεί

Επι­μέ­λεια: Ομά­δα ¡H.lV.S! //

Πριν από 50 χρό­νια (το ημε­ρο­λό­γιο έγρα­φε 2‑Δεκ-1968): Στο χωριό Avola της ΝΑ Σικε­λί­ας, κοντά στις Συρα­κού­σες, μια κινη­το­ποί­η­ση στή­ρι­ξης του αγώ­να των εργα­τών γης για συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις βάφε­ται με αίμα: η αστυ­νο­μία χτυ­πά­ει στο ψαχνό  και οι Giuseppe Scibilia, 47 χρό­νων και Angelo Sigona 25, σκο­τώ­νο­νται (δολο­φο­νού­νται εν ψυχρώ), ενώ 48 είναι οι τραυματίες

Ιστο­ρι­κά απο­τε­λεί την αυλαία ενός αγώ­να, που ξεκί­νη­σε τη 10ετία του ΄50 (Portella della Ginestra, Melissa, Montescaglioso) και την απαρ­χή μιας νέας φάσης κατα­στο­λής με στό­χο να εγκλω­βί­σει και να κατα­πνί­ξει ένα κύμα αγω­νι­στι­κών κινη­το­ποι­ή­σε­ων με κορύ­φω­ση το «καυ­τό φθι­νό­πω­ρο» [autunno caldo]του 1969, παράλ­λη­λα με τη λεγό­με­νη «strategia della tensione» (στρα­τη­γι­κή της έντα­σης), που κρα­τά­ει «επί­ση­μα» μέχρι το 1982

Ο Δεκέμ­βρης του 1968 υπήρ­ξε η κορύ­φω­ση μεγά­λων εργα­τι­κών κινη­το­ποι­ή­σε­ων από τα συν­δι­κά­τα παράλ­λη­λα με την κεντρο­α­ρι­στε­ρή κυβέρ­νη­ση του Mariano Rumor (με υπουρ­γός εργα­σί­ας το «σοσια­λι­στή» Giacomo Brodolini) ‑σημειω­τέ­ον ότι στην Ιτα­λία εκεί­νο τον και­ρό ίσχυε ακό­μη το καθε­στώς των “gabbie salariali” [1]

astiko kratos

Το Espresso της επο­χής δημο­σιεύ­ει ένα άρθρο του  Mauro De Mauro (ΣΣ |> δύο χρό­νια μετά ο De Mauro θα απα­χθεί , από τη μαφία και τις «μαφί­ες» του κεφα­λαί­ου και το σώμα του δεν θα βρε­θεί ποτέ…)

Τίτλος: Οι δολο­φο­νη­μέ­νοι αγρό­τες της Avola, ζητού­σαν μόνο τρια­κό­σιες λιρέ­τες παρα­πά­νω (ΣΣ |> η αντι­στοι­χία σε δολά­ρια εκεί­νη την επο­χή ήταν 1:950, δηλ 300 λιρέ­τες = 1/3$…)

Δολο­φο­νή­θη­καν δύο. Τους πυρο­βό­λη­σαν με αυτό­μα­τα όπλα. Δια­μαρ­τυ­ρή­θη­καν για μια αμοι­βή -ψίχου­λα …του­λά­χι­στον στα ίδια επί­πε­δα με τα γύρω χωριά. 

Avola — Στο 20ό χιλιό­με­τρο του 115, σχε­δόν στην είσο­δο του χωριού, δεν περ­νάς πλέ­ον. Πρέ­πει να κατε­βείς από το αυτο­κί­νη­το και να συνε­χί­σεις με τα πόδια λίγο πιο πέρα από τη στρο­φή, σχε­δόν μπρο­στά στη θάλασ­σα. Δύσκο­λα δια­τη­ρείς την ισορ­ρο­πία σου ανά­με­σα στις πέτρες… έχο­ντας την αίσθη­ση της άγριας μάχης, που για αρκε­τές ώρες έγι­νε εδώ ‑στο βάθος δύο Στην άσφαλ­το, εδώ και εκεί, βλέ­πεις παντού κηλί­δες από ξερό αίμα, ακό­μα και ένα βαγό­νι — οδό­φραγ­μα είναι διά­τρη­το από σφαί­ρες, όπως ακρι­βώς και ένα «Quatrelle-άκι» (ΣΣ |> εννο­εί το Renault 4l) και κάπου δώδε­κα μοτο­σι­κλέ­τες των αγρο­τών εργα­τών με πυρο­βο­λη­μέ­να ντε­πό­ζι­τα από την αστυ­νο­μία για να εμπο­δι­στεί η διαφυγή

Είναι πια 10 το βρά­δυ της Δευ­τέ­ρας 2 Δεκεμ­βρί­ου και δημο­σιο­γρά­φοι μαζί με φωτο­γρά­φους, από όλη την Ιτα­λία, φτά­νουν σε ένα ασή­μα­ντο χωριό που το όνο­μα της θα παρα­μεί­νει για πάντα στην ιστο­ρία των κοι­νω­νι­κών και συν­δι­κα­λι­στι­κών αγώνων.

Πρό­κει­ται για μια ευη­με­ρού­σα πολι­τειού­λα, λίγα χιλιό­με­τρα από τις Συρα­κού­σες, στη μέση μιας πολύ πλού­σιας περιο­χής οπω­ρώ­νων και εσπε­ρι­δοει­δών. Μέχρι χθες ήταν γνω­στή ως “τόπος αμυ­γδά­λων”, τα καλά, γλυ­κά, τρυ­φε­ρά αμύ­γδα­λα της Avola. Από σήμε­ρα αυτό δεν θα είναι πλέ­ον δυνα­τόν …παρα­μέ­νει μόνο μια αίσθη­ση βαθιά πικρί­ας και απογοήτευσης.

(Δύο κιλά «κοχύ­λια» ‑εννο­εί τους κάλυ­κες από τις σφαί­ρες)

Ο Giuseppe Scibilia, 47 ετών, γεν­νή­θη­κε εδώ, ο Angelo Sigona, (μόνο) 29 χρό­νων, γεν­νή­θη­κε λίγα χιλιό­με­τρα μακριά, στο Cassibile, εκεί όπου, τον Σεπτέμ­βριο του ’43, ο στρα­τη­γός Castellano υπέ­γρα­ψε την ανακωχή.

Τώρα βρί­σκο­νται και οι δύο στην αίθου­σα του νεκρο­το­μεί­ου, στο νεκρο­θά­λα­μο του νοσο­κο­μεί­ου των Συρα­κου­σών. Τους πυρο­βό­λη­σαν αστυ­νο­μι­κοί όλων των βαθ­μών που ανή­κουν στο battaglione mobile (άμε­ση δρά­ση) με κάθε είδους όπλα: κοντό­κα­να αυτό­μα­τα και πολυ­βό­λα που χρη­σι­μο­ποιούν οι πρά­κτο­ρες, πιστό­λια δια­με­τρή­μα­τος 9, 7.65 & 6,35 που έχουν οι υπα­ξιω­μα­τι­κοί, αξιω­μα­τι­κοί και τα στε­λέ­χη της Αστυ­νο­μί­ας. Ένα μέρος των εκα­το­ντά­δων, των χιλιά­δων «κοχυ­λιών» που συλ­λέ­χθη­καν πριν λίγο στο πεδίο της μάχης τα έχει στην κατο­χή της η Ομο­σπον­δία Εργα­τών Γης (Federbraccianti). Ο βου­λευ­τής Piscitello, που ήταν επί τόπου κατά τη διάρ­κεια της σφα­γής, τους ζύγι­ζε κιό­λας: ήταν παρα­πά­νω από δύο κιλά.

Τέσ­σε­ρις ακό­μη εργά­τες — γεωρ­γοί είναι ετοι­μο­θά­να­τοι από το καυ­τό μολύ­βι της αστυ­νο­μί­ας… Ένας από αυτούς, ο Giorgio Garofalo, που γεν­νή­θη­κε στην Avola πριν από τριά­ντα επτά χρό­νια, έχει δεκα­τρείς σφαί­ρες στην κοι­λιά του.

Κάνει κρύο. Ο αυτο­κι­νη­τό­δρο­μος 115 είναι εν μέρει παγω­μέ­νος, αλλά δίνει αίσθη­ση ακό­μη περισ­σό­τε­ρου  κρύ­ου όταν σκε­φτό­μα­στε πως και πάλι, μετά από είκο­σι πέντε χρό­νια συν­δι­κα­λι­στι­κών και κοι­νω­νι­κών αγώ­νων, εργά­τες δολο­φο­νού­νται από τις ριπές των αυτο­μά­των της αστυ­νο­μί­ας. Απερ­γού­σαν για να υπε­ρα­σπι­στούν τα βασι­κά δικαιώ­μα­τα και (ΣΣ |> ταξι­κά) συμ­φέ­ρο­ντα. Ο πρό­ε­δρος της Confagricoltura (ΣΣ |> σύν­δε­σμος των αφε­ντι­κών γης), ο Κόντες Alfonso Gaetani, έφτα­σε στη Συρα­κού­σα για να δια­μαρ­τυ­ρη­θεί για­τί αυτοί οι απλοί άνθρω­ποι ζητά­νε τη βελ­τί­ω­ση της ζωής του, αλλά δεν τα κατά­φε­ρε …η μάχη του 20ού χιλιό­με­τρου διέ­κο­ψε το ταξί­δι του.

Όλα ξεκί­νη­σαν πριν από δέκα ημέ­ρες, όταν εργά­τες γης που ανή­κουν στις τρεις μεγά­λες συν­δι­κα­λι­στι­κές οργα­νώ­σεις (CGIL, CISL και UIL) απο­φά­σι­σαν να ξεκι­νή­σουν ένα κοι­νό αγώ­να για μια αύξη­ση της τάξης του 10%, αλλά πάνω απ όλα για την ανα­γνώ­ρι­ση ενός βασι­κού δικαιώ­μα­τος που τους το αρνού­νται μέχρι σήμε­ρα: την ισό­τη­τα των αμοι­βών μετα­ξύ εργα­ζο­μέ­νων στήν ίδια δου­λειά, σε δύο δια­φο­ρε­τι­κές περιο­χές της ίδιας περι­φέ­ρειας. Ζού­με σε μια χώρα όπου μπο­ρείς και να πεθά­νεις παλεύ­ο­ντας όχι για την εξί­σω­ση του μισθού Avola — Μιλά­νου, αλλά για να πάρει ο εργά­της της Avola τον ίδιο μισθό με τον εργά­τη του Lentini. Επει­δή η επαρ­χία των Συρα­κου­σών χωρί­ζε­ται σε δύο ζώνες: Ζώνη Α, η οποία περι­λαμ­βά­νει τα εργά­τες της Lentini, Carlentini και Francoforte, όπου το μερο­κά­μα­το είναι 3.480£ και τη ζώνη Β, 3.110 λιρέτες.

Όλα αυτά, παρά το γεγο­νός ότι η επαρ­χία των Συρα­κου­σών είναι μια από τις πιο ευη­με­ρού­σες στη Σικε­λία — ευη­με­ρού­σα για τους ιδιο­κτή­τες γης, αφού από κάθε εκτά­ριο εσπε­ρι­δοει­δών έχουν ετή­σιο καθα­ρό εισό­δη­μα που κυμαί­νε­ται μετα­ξύ 600 και 800.000£ (λιρών). Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, το μέσο κατά κεφα­λήν εργα­τι­κό εισό­δη­μα εδώ είναι από τα χαμη­λό­τε­ρα στην Ιτα­λία. Και ο στα­τι­στι­κός μέσος όρος είναι σε αυτές στα επί­πε­δα  ενός υπα­νά­πτυ­κτου κόσμου, για­τί οι συν­θή­κες δια­βί­ω­σης των εργα­τών γης βρί­σκο­νται σε τέτοιο χάλι: πριν από δύο χρό­νια δόθη­καν πάλι μάχες, για ΣΣΕ κλπ ‑στη Lentini με σοβα­ρά περι­στα­τι­κά βίας αστυ­νο­μι­κών και καρα­μπι­νιέ­ρων, αλλά μόνο με (σοβα­ρούς) τραυματισμούς.

Σήμερα θρηνούμε νεκρούς

Μπρο­στά στην άρνη­ση των ιδιο­κτη­τών γης να κάτσουν στο τρα­πέ­ζι, στις 25 Νοεμ­βρί­ου, 32.000 εργα­ζό­με­νοι στη γεωρ­γία «σταυ­ρώ­νουν τα χέρια» εγκα­τα­λεί­πο­ντας τους «κήπους», εκεί που αυτές τις μέρες ωρι­μά­ζουν τα πορ­το­κά­λια. Ακό­μη και οι δήμαρ­χοι των πέριξ χωριών συμ­με­τέ­χουν στη δρά­ση, έχο­ντας επί­γνω­ση της σημα­σί­ας του προ­βλή­μα­τος. Αλλά οι ιδιο­κτή­τες γης δεν υπο­χω­ρούν, δεν παραι­τού­νται, αρνού­νται κάθε συνά­ντη­ση και δια­πραγ­μά­τευ­ση, προ­σπα­θούν να κερ­δί­σουν χρό­νο. Έτσι, από τις πλα­τεί­ες των χωριών οι εργά­τες — απερ­γοί πλημ­μυ­ρί­ζουν τους δρό­μους, δημιουρ­γώ­ντας και οδο­φράγ­μα­τα με την ελπί­δα ότι η δια­κο­πή της κυκλο­φο­ρί­ας προ­σελ­κύ­σει την προ­σο­χή της κυβέρ­νη­σης. Ο νομάρ­χης καλεί τον σοσια­λι­στή δήμαρ­χο της Avola να παρέμ­βει … «Είσαι ο πρώ­τος πολί­της αυτής της πολι­τεί­ας χώρας», λέει ο νομάρ­χης, «και το καθή­κον σου είναι, επο­μέ­νως, να φορέ­σεις τη “fascia tricolore” (ΣΣ |> τρί­χρω­μη χια­στί δια­κρι­τι­κή επί­ση­μη κορ­δέ­λα σαν σημαία) να πας στους απερ­γούς για να τους πεί­σεις να δια­λυ­θούν». Αλλά ο δήμαρ­χος Danaro δεν συμ­φω­νεί καθό­λου: «Θα φορέ­σω τη “fascia tricolore”  ‑λέει, «και θα συντα­χτώ με τους απερ­γούς καλώ­ντας την αστυ­νο­μία να φύγει από το χωριό μας»

Αυτό συμ­βαί­νει και στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα: νωρίς το από­γευ­μα της Δευ­τέ­ρας, ενώ εκα­τό και πάνω εργά­τες βρί­σκο­νται γύρω από ένα οδό­φραγ­μα λίγο πριν τη δια­σταύ­ρω­ση για Lido di Avola, εννέα κλού­βες και φορ­τη­γά με  ενε­νή­ντα οπλι­σμέ­νους αστυ­νο­μι­κούς κατα­φθά­νουν, ζητώ­ντας τη διά­λυ­ση των συγκεντρωμένων.

Ενε­νή­ντα άνδρες με το αυτό­μα­τα στα χέρια τους, τα χημι­κά, τα δακρυ­γό­να, το χαλύ­βδι­νο κρά­νος και τις ασπί­δες μέχρι το σαγό­νι. Αυτό από μόνο του είναι αρκε­τό …οι απερ­γοί αγα­να­κτι­σμέ­νοι αντι­δρούν με το μόνο όπλο που έχουν τις πέτρες, οι αστυ­νο­μι­κοί ξεκι­νά­νε με δακρυ­γό­να και χημι­κά …ένα πυκνό σύν­νε­φο λευ­κού καπνού καλύ­πτει τα πάντα, που όμως λόγω της κατεύ­θυν­σης του αέρα,  αντί να δηλη­τη­ριά­ζει τους εργά­τες, γυρί­ζει στους ίδιους τους αστυ­νο­μι­κούς και τότε τα σχέ­δια επί χάρ­του, μετα­τρέ­πο­νται σε πραγ­μα­τι­κά σχέ­δια μάχης. Αρχι­κά σώμα με σώμα στο δρό­μο και κυνη­γη­τό των απερ­γών στα χωράφια.

Στο μετα­ξύ από γύρω και από τις αγροι­κί­ες ο λαός βγαί­νει στο δρό­μο …οι αστυ­νο­μι­κοί τα χάνουν με την απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα του κόσμου.

Πέφτει ο πρώ­τος πυρο­βο­λι­σμός, η πρώ­τη ριπή

Μέσα σε δευ­τε­ρό­λε­πτα οι κραυ­γές που μέχρι τότε είχαν κυριαρ­χή­σει το πεδίο της μάχης καλύ­πτο­νται από τις αστα­μά­τη­τες συνε­χείς ριπές και την κλαγ­γή των όπλων, μια πραγ­μα­τι­κή κόλα­ση που σκε­πά­ζει τα βογ­γη­τά των πρώ­των τραυ­μα­τιών.

Οι εργά­τες υπο­χω­ρούν ‑τρέ­πο­νται σε φυγή και η αστυ­νο­μία γίνε­ται κυρί­αρ­χος του πεδί­ου της μάχης, του στρα­το­πέ­δου. Αλλά είναι μια τόσο πικρή και τρα­γι­κή «νίκη» που ακό­μη και οι αστυ­νο­μι­κοί μετά από μια ντου­ζί­να συλ­λή­ψεις και καθά­ρι­σμα των οδο­φραγ­μά­των εγκα­τα­λεί­πουν την περιο­χή και το ίδιο το κέντρο της Avola, έχο­ντας επί­γνω­ση ότι η παρου­σία τους μπο­ρεί να οδη­γή­σει στα χειρότερα.

Από τις ογκώδεις διαδηλώσεις που ακολούθησαν εδώ το πανό -που το κρατάνε γυναίκες, επί κεφαλής στην πορεία γράφει «αφοπλισμός της αστυνομίας στους διεκδικητικούς αγώνες για τη δουλειά»

Από τις ογκώ­δεις δια­δη­λώ­σεις που ακο­λού­θη­σαν εδώ το πανό ‑που το κρα­τά­νε γυναί­κες, επί κεφα­λής στην πορεία γρά­φει «αφο­πλι­σμός της αστυ­νο­μί­ας στους διεκ­δι­κη­τι­κούς αγώ­νες για τη δουλειά»

Στις 11:00 το βρά­δυ, η Avola είναι μια πόλη φάντα­σμα. Από τις δύο το μεση­μέ­ρι η ζωή στα­μά­τη­σε, τα κατα­στή­μα­τα κατέ­βα­σαν ρολά & παρα­θυ­ρό­φυλ­λα σε ένδει­ξη δια­μαρ­τυ­ρί­ας και πέν­θους, οι δύο κινη­μα­το­γρά­φοι έκλει­σαν. Ένα ακί­νη­το και σιω­πη­λό πλή­θος παρα­μέ­νει στην κεντρι­κή πλα­τεία, όπου ο συν­δι­κα­λι­στής Agosta μιλά­ει εκ μέρους της Ομο­σπον­δί­ας τους. Γύρω ούτε μια στο­λή, σαν ολό­κλη­ρη η χώρα να περι­μέ­νει να ξανα­κερ­δί­σει την επα­φή της με μια πραγ­μα­τι­κό­τη­τα που εξα­κο­λου­θεί να φαί­νε­ται απίστευτη.

Τα συλ­λυ­πη­τή­ρια, καθώς και η από­λυ­ση (καθαί­ρε­ση) του επι­κε­φα­λής της αστυ­νο­μί­ας ή οι «επί­ση­μοι» θρή­νοι και κρο­κο­δεί­λια δάκρυα, προ­φα­νώς δεν έχουν καμιά αξία.

________________________________________

[1] Ο θεσμός των “gabbie salariali” κατά λέξη «κυψέ­λες / περιο­χές αμοι­βής» που καθιε­ρώ­θη­κε το Δεκ-1945, μετά από συμ­φω­νία μετα­ξύ βιο­μη­χά­νων και συν­δι­κά­των, για την παρα­με­τρο­ποί­η­ση των μισθών βάσει του κόστους ζωής σε δια­φο­ρε­τι­κά μέρη. Αρχι­κά σχε­διά­στη­κε μόνο για το βορ­ρά και αργό­τε­ρα επε­κτά­θη­κε σε ολό­κλη­ρη τη χώρα. Αρχι­κά, η διαί­ρε­ση ήταν σε τέσ­σε­ρις ζώνες, καμιά με δια­φο­ρε­τι­κό υπο­λο­γι­σμό μισθών. Το 1954 ολό­κλη­ρη η χώρα διαι­ρεί­ται σε 14 περιο­χές στις οποί­ες εφαρ­μό­ζο­νται δια­φο­ρε­τι­κοί μισθοί ανά­λο­γα με το κόστος ζωής. Μετα­ξύ της περιο­χής όπου ο μισθός ήταν μεγα­λύ­τε­ρος και εκεί­νος στον οποίο ο μισθός ήταν μικρό­τε­ρος, η δια­φο­ρά άγγι­ζε το 29%. Το 1961 ο αριθ­μός των περιο­χών μειώ­θη­κε στο ήμι­συ από 14 σε 7 και το χάσμα μετα­ξύ των μισθών μειώ­θη­κε από 29% σε 20%. Αυτό το σύστη­μα (προ­φα­νώς ανι­σό­τι­μο και διαι­ρε­τι­κό βρέ­θη­κε στο στό­χα­στρο των συν­δι­κά­των και καταρ­γή­θη­κε στα­δια­κά από το 1969 ως το 1972, μετά από μεγά­λες  κινητοποιήσεις.

Να συμπλη­ρώ­σου­με πως το 1970 μπή­κε σε εφαρ­μο­γή ο Ν. 300 γνω­στός και ως «κατα­στα­τι­κό εργα­σί­ας» «Norme sulla tutela della libertà e dignità dei lavoratori, della libertà sindacale e nell’attività sindacale nei luoghi di lavoro e norme sul collocamento» [Κανό­νες σχε­τι­κά με την προ­στα­σία της ελευ­θε­ρί­ας και της αξιο­πρέ­πειας των εργα­ζο­μέ­νων, τις συν­δι­κα­λι­στι­κές ελευ­θε­ρί­ες, τη συν­δι­κα­λι­στι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα στο χώρο εργα­σί­ας και τους κανό­νες των γρα­φεί­ων απα­σχό­λη­σης & ευρέ­σε­ως εργα­σί­ας] ένας από τους κύριες κανο­νι­στι­κές δια­τά­ξεις που διέ­πουν το εργα­τι­κό δίκαιο (εισή­γα­γε σημα­ντι­κές αλλα­γές τόσο όσον αφο­ρά τις συν­θή­κες εργα­σί­ας όσο και στις σχέ­σεις εργο­δο­τών — εργα­ζο­μέ­νων, τα μέτρα προ­στα­σί­ας και τη συν­δι­κα­λι­στι­κή εκπρο­σώ­πη­ση. Ακό­μη και σήμε­ρα «επι­και­ρο­ποι­η­μέ­νο» απο­τε­λεί τη ραχο­κο­κα­λιά του εργα­τι­κού δίκαιου.

Omada

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο