Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Όταν ο Λουί Αραγκόν επισκέφτηκε την Ελλάδα (Με αφορμή την επέτειο θανάτου του, 24/12/1982)

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Σαν σήμε­ρα, 24 Δεκέμ­βρη 1982 πεθαί­νει ο  κομ­μου­νι­στής ποι­η­τής και συγ­γρα­φέ­ας, Λουί Αρα­γκόν (Γεν­νή­θη­κε στις 3 Οκτω­βρί­ου 1897. 

Στα πρώ­τα βήμα­τα της λογο­τε­χνι­κής του πορεί­ας και δημιουρ­γί­ας ακο­λού­θη­σε το ρεύ­μα του υπερ­ρε­α­λι­σμού, με έντο­νο πνεύ­μα κρι­τι­κής στις αστι­κές αντι­λή­ψεις.  Το ποί­η­μα του «Το κόκ­κι­νο μέτω­πο», το 1931, σημα­το­δό­τη­σε τη στρο­φή του στο ρεα­λι­σμό. Στα μυθι­στο­ρή­μα­τα του ανα­πα­ρι­στά την την εργα­τι­κή τάξη ως την ανερ­χό­με­νη δύνα­μη. Το σημα­ντι­κό­τε­ρο, ίσως, έργο του, ο κύκλος μυθι­στο­ρη­μά­των με τίτλο «Ο πραγ­μα­τι­κός κόσμος», ολο­κλη­ρώ­νε­ται το 1951 με το μυθι­στό­ρη­μα «Οι κομ­μου­νι­στές». Ο Λουί Αρα­γκόν βρα­βεύ­τη­κε με το Βρα­βείο Λένιν το 1957.

Ο Αρα­γκόν ήταν μέλος του Γαλ­λι­κού Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος από το 1927 και της Κεντρι­κής του Επι­τρο­πής απ’ το 1954. Συμ­με­τεί­χε στην οργά­νω­ση της γαλ­λι­κής Αντί­στα­σης κατά των χιτλε­ρι­κών

Με αφορ­μή την επέ­τειο θανά­του του μεγά­λου κομ­μου­νι­στής ποι­η­τή και πεζο­γρά­φους Λουί Αρα­γκόν, παρου­σιά­ζου­με στιγ­μιό­τυ­πα από την επί­σκε­ψη του στην Αθή­να (για μία εβδο­μά­δα στις 12/10/1980) όπως τα κατέ­γρα­ψε ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ της εποχής:

aragon21.Την Τρί­τη 14/10 γρά­φει ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ για την επί­σκε­ψή του στην Αθή­να με τίτλο: «Ένα άγρυ­πνο και προ­ο­δευ­τι­κό ποι­η­τι­κό πνεύ­μα». Ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Ακό­μη πετάω. Είναι βλέ­πε­τε η δεύ­τε­ρη φορά που από το σκο­τά­δι θα πατή­σω τού­τη τη γη και σκέ­φτο­μαι το άγγιγ­μά της..Ο αέρας των βου­νών, οι αγροί που πλημ­μύ­ρι­σαν απ’ τον ιδρώ­τα του αλε­τριού του δου­λευ­τή κι ύστε­ρα θάφτη­καν μέσα στα όπλα του πολέ­μου και της ξεδια­ντρο­πί­ας της αντίδρασης..Το φως κεί­νο το ατέ­λειω­το τρα­γού­δι σιμά στη θάλασ­σα. Ολα μου τα πλή­γω­σαν όταν φυλά­κι­ζαν, όταν εξό­ρι­ζαν και μόλυ­ναν με την παρου­σία τους τού­το το χώμα,που τόσες  φορές επι­σκέ­φτη­κα και χάι­δε­ψα… Όταν κατά­τρε­ξαν το φίλο μου, τον ακρι­βό μου φίλο τον Ρωμιό της «Ρωμιο­σύ­νης». Τον μεγά­λο ης γης! Ποτέ δεν έπα­ψα να τον σκέ­φτο­μαι: Κάθε ώρα, κάθε στιγ­μή, ήμουν κοντά του! Σιχαί­νο­μαι όσους προ­σπά­θη­σαν να βεβη­λώ­σουν την τελε­τουρ­γία του Ρίτσου, παρ’ όλο που μάτω­ναν τον θαυ­μα­σμό και την απέ­ρα­ντη αγά­πη μου για  τον Ιερέα της Ποί­η­σης. Και’ έκα­ναν προ­σκυ­νη­τή στη απε­λευ­θέ­ρω­ση του. Φίλε μου, είμαι κοντά σου, είμαι ευτυ­χι­σμέ­νος γι’αυτό..»

2.Την Παρα­σκευή 17/10  γρά­φει πρω­το­σέ­λι­δα ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ για την επί­σκε­ψη αντι­προ­σω­πεί­ας του ΚΚΕ (Ρού­λα Κου­κού­λου, μέλος του Π.Γ και Γιώρ­γος Μωραϊ­της μέλος της Κ.Ε) και τις σχε­τι­κές του δηλώ­σεις:  σχε­τι­κά: «Νιώ­θω μεγά­λη συγκί­νη­ση για­τί αυτή τη στιγ­μή είμαι μαζί σας. Οταν επι­σκέ­πτο­μαι τις διά­φο­ρες χώρες δέχο­μαι εθι­μο­τυ­πι­κές επι­σκέ­ψεις. Η δική σας όμως δεν είναι τέτοια. Ημουν και θα είμαι πάντα στο πλευ­ρό του ΚΚΕ». Και όταν η αντι­προ­σω­πεία της ΚΕ τον ευχα­ρί­στη­σε γι’ αυτή τη συμπα­ρά­στα­ση στους εξό­ρι­στους αγω­νι­στές, ενώ του προ­σέ­φε­ρε και έναν αμφο­ρέα αντί­γρα­φο του Αρχαιο­λο­γι­κού Μου­σεί­ου και ένα άλμπουμ του κόμ­μα­τος. Ο Αρα­γκόν απά­ντη­σε: «Είστε οι σύντρο­φοί μου. Αυτό ήταν το ελά­χι­στο που μπο­ρού­σα να κάνω απέ­να­ντί σας. Ήταν χρέ­ος τιμής».

aragon1

  1. Στη σελί­δα 4 φιλο­ξε­νεί και συνέ­ντευ­ξη-συζή­τη­ση με τον ποι­η­τή με τίτλο: « ΛΟΥΙ ΑΡΑΓΚΟΝ: «Μ’ ανοι­χτά χαρ­τιά». Ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά την απά­ντη­σή του, για τον σοσια­λι­στι­κό ρεα­λι­σμό: «Υπάρ­χει μια θεμε­λιώ­δης δια­φο­ρά ανά­με­σα στην ανά­πτυ­ξη του σοσια­λι­στι­κού ρεα­λι­σμού και την ανά­πτυ­ξη των παλιό­τε­ρων λογο­τε­χνι­κών σχο­λών. Εκεί­νες δεν μπο­ρού­σαν να ζήσουν παρά μόνο σε μιαν απο­κλει­στι­κή πολε­μι­κή, κατα­δι­κά­ζο­ντας κάθε τι που δεν ήταν αυτές οι ίδιες. Η πάλη του σ.ρ. είναι άλλου είδους. Διε­ξά­γε­ται αλλού. Και γι’ αυτό το λόγο ο σ.ρ. μπο­ρεί να επω­φε­λη­θεί απ’ ό,τι γεν­νιέ­ται έξω από αυτόν, μπο­ρεί πάντο­τε να ερμη­νεύ­ει, να προ­σα­να­το­λί­ζει προς τη δική του κατεύ­θυν­ση ακό­μα και στοι­χεία που είναι αντί­θε­τα. Για­τί ο τελι­κός σκο­πός του δεν είναι να οδη­γή­σει στο θρί­αμ­βο ενός στιλ, αλλά στο θρί­αμ­βο μιας αντί­λη­ψης για τον κόσμο. Το να θεω­ρού­με το σ.ρ. σαν μια συγκρο­τη­μέ­νη τέχνη που αντι­τί­θε­ται σε άλλες που την αντα­γω­νί­ζο­νται, μου φαί­νε­ται ελά­χι­στα σοβα­ρό. Εχω, από τη μεριά μου – για το σ.ρ. – μιαν αντί­λη­ψη ανοι­χτή, που επι­τρέ­πει στον καλ­λι­τέ­χνη που την ασπά­ζε­ται να πλου­τί­ζει ο ίδιος και η τέχνη του, όχι μόνο σε ένα κλει­στό λιβά­δι, αλλά παντού όπου θα βρει τη βοσκή του, δια­τη­ρώ­ντας πάντα την κρι­τι­κή επι­φύ­λα­ξη των αντι­λή­ψε­ών του. Ο σ.ρ. είναι η εμπρο­σθο­φυ­λα­κή της πρω­το­πό­ρας λογο­τε­χνί­ας. Αυτό όμως προ­ϋ­πο­θέ­τει πως η λογο­τε­χνία υπάρ­χει πέρα απ’ αυτή την εμπροσθοφυλακή».
  2. Μετα­ξύ των αγω­νι­στών υπέρ των οποί­ων πρω­το­στά­τη­σε για την απε­λευ­θέ­ρω­σή τους ο Αρα­γκόν, ήταν και ο Γιάν­νης Ρίτσος.«Ο Ρίτσος είναι ο άνθρω­πος με τον οποίο συν­δε­ό­μουν μέσα από τα ποι­ή­μα­τά του χωρίς ακό­μα να τον έχω γνω­ρί­σει προ­σω­πι­κά, την επο­χή που τον κατα­δί­ω­καν. Ο Ρίτσος είναι αναμ­φι­σβή­τη­τα ένας μεγά­λος Έλλη­νας». Οι δύο ποι­η­τές συνα­ντή­θη­καν την ίδια μέρα που μίλη­σε ο Αρα­γκόν στο «Ρ».
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο