Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Άδολες συνεντεύξεις σε δόλιους καιρούς»: Ελένη Πολυγένη

Ο Χρή­στος Δημού­λας, μίλη­σε με την Ελέ­νη Πολυ­γέ­νη, στη στή­λη του Ατέ­χνως για νέους δημιουρ­γούς, «Άδο­λες συνε­ντεύ­ξεις σε δόλιους καιρούς».

polugeniΓεν­νη­θεί­σα το 1979.Σπούδασε ανώ­τε­ρα θεω­ρη­τι­κά στο πιά­νο και στην Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή του Δήμου Αγί­ας Βαρ­βά­ρας Αττι­κής ηθο­ποιός, ασχο­λού­με­νη με το θέα­τρο της επι­νό­η­σης και την περ­φόρ­μανς. Εξέ­δω­σε τις ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές: ‘’Γράμ­μα­τα σε μαυ­ρο­πί­να­κα” (Εκδό­σεις Δωδώ­νη-2009), ”Η θλί­ψη μου είναι μια γυναί­κα” (Εκδό­σεις Poema-2012), ” H χώρα των παρά­δο­ξων πραγμάτων”σ τις εκδό­σεις ”Το Κεντρί”(2014), ”Τα δευ­τε­ρό­λε­πτα των ζωντα­νών στιγ­μών” (εκδό­σεις Γαβρι­η­λί­δης-2017). Συμ­με­τέ­χει στα συλ­λο­γι­κά έργα: ”Μονό­λο­γοι συγ­γρα­φέ­ων” στις εκδό­σεις ”Βακχικόν”το 2015 και στην ”Ανθο­λο­γία ποι­η­τών 2015–2017’’ στις εκδό­σεις” 24 γράμ­μα­τα” το 2018.Έχει βιβλιο­πω­λείο στην Πάτρα στ’ οποίο κι εργάζεται.

***

– Το 2009 θεω­ρού­σες μετα­ξύ άλλων ότι ”αγγί­ζου­με δει­λά την χαρά μέσα σε γιορ­τές θολών παραι­σθή­σε­ων”. Ήμα­σταν τότε στα πρό­θυ­ρα της οικο­νο­μι­κής κρί­σης στη χώρα μας. Από μι’ άλλη πλευ­ρά ιδω­μέ­νη η φρά­ση-στί­χος σου, συγκέ­ντρω­νε την πιστό­τη­τα μιάς εικό­νας που όντως υπήρ­χε και πριν την έλευ­ση αυτής της κρί­σης. Τι λες δέκα χρό­νια μετά γι’αυ­τόν τον στί­χο, θα εξα­κο­λου­θεί να ισχύ­ει ή έπα­ψε η ισχύ του;

Η αλή­θεια είναι οτι ο στί­χος αυτός δεν εκφρά­ζει πλέ­ον τόσο τον σημε­ρι­νό εαυ­τό μου, δηλα­δή, αν ήθε­λα να πω κάτι ανά­λο­γο τώρα, θα το έλε­γα δια­φο­ρε­τι­κά. Ωστό­σο, αν επι­κε­ντρω­θώ μόνο στο περιε­χό­με­νό του, όντως υπάρ­χουν πάντα πράγ­μα­τα που λει­τουρ­γούν ως «παραι­σθη­σιο­γό­να», προ­σφέ­ρο­ντας μιαν επί­φα­ση χαράς σε μια κοι­νω­νία που υπο­φέ­ρει από ανι­σό­τη­τες, κατα­πί­ε­ση και άγχος επι­βί­ω­σης. Από αυτή τη σκο­πιά ίσως να έχει ακό­μα ισχύ ο στί­χος, αλλά αυτό θα πρέ­πει να το κρί­νουν οι αναγνώστες.

– Θέα­τρο επι­νο­ή­σης, περ­φόρ­μανς, μου­σι­κή, ποί­η­ση, κρι­τι­κά άρθρα… Απ’ όλα αυτά με τα οποία ασχο­λή­θη­κες, ποιο είδος τέχνης εκφρά­ζει ευκρι­νέ­στε­ρα την καλ­λι­τε­χνι­κή σου πλευ­ρά Έλενα; 

Καλώς ή κακώς έχω κάνει εδώ και κάποια χρό­νια την επι­λο­γή μου, διά­λε­ξα την ποί­η­ση, κι αυτό από μόνο του κάτι σημαί­νει. Αν και εξα­κο­λου­θώ να αγα­πώ το θέα­τρο και τη μου­σι­κή, η οικο­νο­μι­κή μου κατά­στα­ση δεν επι­τρέ­πει να ασχο­λού­μαι με όλα αυτά μαζί. Θα το έκα­να σίγου­ρα αν κατά­φερ­να να βιο­πο­ρί­ζο­μαι επαρ­κώς μέσω της τέχνης, πράγ­μα που για μένα, όπως και για πολ­λούς άλλους καλ­λι­τέ­χνες είναι αδύ­να­τον. Οσον αφο­ρά το κρι­τι­κό δοκί­μιο, δεν νομί­ζω ότι ευνο­εί ακρι­βώς την καλ­λι­τε­χνι­κή μου πλευ­ρά, αλλά μάλ­λον μια πιο λόγια πτυ­χή της, που δεν ξέρω αν μου ται­ριά­ζει τόσο πολύ.

– Λογο­τε­χνι­κό είδος στ’ οποίο θέλεις να ασκη­θείς περισ­σό­τε­ρο κι ως τώρα δεν το έχεις κατα­φέ­ρει όπως θέλεις, υπάρχει;

Θα με ενδιέ­φε­ρε πολύ να ασχο­λη­θώ με την πεζο­γρα­φία, χωρίς ακό­μα να έχω κατα­στα­λά­ξει στο είδος. Αν και πάντα με δυσκό­λευε, τον τελευ­ταίο και­ρό με ελκύ­ει ιδιαί­τε­ρα κι έχω στρα­φεί προς τα κει. Ιδα­νι­κά θα ήθε­λα να προ­κύ­ψει ένα υβρι­δι­κό είδος και ας μην κατα­τάσ­σε­ται εύκο­λα σε κατη­γο­ρί­ες, για­τί μου αρέ­σει πολύ ο πει­ρα­μα­τι­σμός με δια­φο­ρε­τι­κές φόρ­μες. Ακό­μα και αν δεν τα κατα­φέ­ρω πολύ καλά, μου αρκεί ότι θα το ‘χω προσπαθήσει.

– Ποια είναι τα δια­φο­ρο­ποιά στοι­χεία που συνη­γο­ρούν υπέρ της ένα­ντι άλλων γυναι­κών της λογο­τε­χνί­ας μας και σε τρα­βά­νε στην προ­τί­μη­ση της Γιο­λά­ντας Πέγκλη;

Αυτό που με τρά­βη­ξε εξαρ­χής στην ποί­η­ση της Πέγκλη ήταν η έντο­νη σωμα­τι­κό­τη­τα που προσ­δί­δει στο ποί­η­μα, ότι το κάνει να μοιά­ζει με ζωντα­νό οργα­νι­σμό. Πρό­κει­ται για μια αξιο­ση­μεί­ω­τη ικα­νό­τη­τα που στην περί­πτω­ση της Πέγκλη προ­κύ­πτει φυσι­κά και αβί­α­στα, είναι κάτι πηγαίο και μονα­δι­κό. Αυτό το στοι­χείο προσ­δί­δει επί­σης στα ποι­ή­μα­τά της θεα­τρι­κό­τη­τα με την πολύ μοντέρ­να έννοια, δηλα­δή μια θεα­τρι­κό­τη­τα που έχει να κάνει με το σώμα, τους ήχους, την εκφο­ρά των λέξε­ων, τις ανά­σες. Και είναι κάτι που με κάνει να συμ­με­τε­χω κι εγώ σωμα­τι­κά στην ανά­γνω­ση του ποι­ή­μα­τος, όχι μόνο δια­νοη­τι­κά, με προ­κα­λεί κατά κάποιον τρό­πο να το μιλή­σω, να το ζωντα­νέ­ψω. Η Πέγκλη ήταν στην ουσία ο λόγος που ασχο­λή­θη­κα με το δοκί­μιο και μια πραγ­μα­τι­κή έμπνευ­ση για μένα, και εύχο­μαι να πάρει στα ελλη­νι­κά γράμ­μα­τα τη θέση που της αξίζει.

– Η θλί­ψη ακό­μα είναι για σένα σαν μία όμορ­φη γυναί­κα έξυπνη,ψηλοτάκουνη,που στε­νο­χω­ριέ­ται πολύ εύκο­λα ή άλλα­ξες γνώμη;

Άλλα­ξα γνώ­μη, τώρα τη βλέ­πω περισ­σό­τε­ρο σαν μια γυναί­κα αρκε­τά κου­ρα­σμέ­νη, γύρω στα σαρά­ντα, μονα­χι­κή, που ζει μια μονό­το­νη ζωή σε μια επαρ­χια­κή πόλη.
6. Απά­νω στα έργα τέχνης,κρέμεται η γύμνια του δημιουρ­γού τους;

Ναι, αφού ο δημιουρ­γός πάντα εκτίθεται.

– Οι δημιουρ­γοί της τέχνης βοη­θά­νε να καλυ­φθεί η φυσι­κή γύμνια του πρόσφυγα,η οικο­νο­μι­κή της απο­λυ­μέ­νης εγκύ­ου, η ιστο­ρι­κή του μαθητή,η κοι­νω­νι­κή γύμνια της συνείδησης;

Ίσως περισ­σό­τε­ρο βοη­θά­νε να απο­κα­λυ­φθεί αυτή η γύμνια. Το πώς θα καλυ­φθεί είναι ένα πρα­κτι­κό ζήτη­μα. Δεν είμαι τόσο ρομα­ντι­κή ώστε να πιστεύω ότι κάνο­ντας τέχνη αυτο­μά­τως αλλά­ζεις την κοι­νω­νία. Θεω­ρώ πως, για παρά­δειγ­μα, στην περί­πτω­ση του πρό­σφυ­γα είναι ίσως πιο απο­τε­λε­σμα­τι­κό να του πας ρού­χα αντί να γρά­ψεις ένα ποί­η­μα. Δεν υπο­βαθ­μί­ζω τη σημα­σία της τέχνης, έχει σίγου­ρα τη δύνα­μη να επη­ρε­ά­ζει συνει­δή­σεις, αλλά αυτό μπο­ρούν να το κάνουν μόνο έργα που δια­θέ­τουν ένα πολύ ξεχω­ρι­στό χάρι­σμα επι­κοι­νω­νί­ας και επι­δρα­στι­κό­τη­τας. Η τέχνη δεν αντι­κα­θι­στά σε καμία περί­πτω­ση τον κοι­νω­νι­κό αγώ­να, μπο­ρεί να τον συμπλη­ρώ­σει, μπο­ρεί ίσως και να τον εμπνεύ­σει, όμως μόνο όταν είναι πραγ­μα­τι­κά χαρισματική.

– Πώς πρέ­πει ν’α­πο­φευ­χθεί στην σύγ­χρο­νη πραγματικότητα,το να μη γίνο­νται τα ”εσώ­τε­ρα κομ­μά­τια πολ­λών παι­διών, γυα­λί που κόβει αργά ή γρή­γο­ρα το λαι­μό των γονιών τους”;

Είναι γνώ­ρι­σμα της ελλη­νι­κής πραγ­μα­τι­κό­τη­τας τα παι­διά να μεγα­λώ­νουν με τρό­πο που να γίνο­νται γυά­λι­να, δηλα­δή πολύ εύθραυ­στα. Σαν να μην τους επι­τρέ­πε­ται να ενη­λι­κιω­θούν. Οι γονείς κατά βάση επι­λέ­γουν τα υλι­κά από τα οποία θα δημιουρ­γη­θεί ο νέος άνθρω­πος. Πρέ­πει να είναι ανθε­κτι­κά, και φυσι­κά δεν εννοώ να σκλη­ρα­γω­γεί­ται, αλλά να πατά­ει στα δικά του πόδια, να νιώ­θει σιγου­ριά, ασφά­λεια και ότι μπο­ρεί να αντε­πε­ξέλ­θει στις καταστάσεις.

Υπάρ­χει τερά­στιο θέμα με την ελλη­νι­κή οικο­γέ­νεια, την υπερ­προ­στα­τευ­τι­κό­τη­τα, την απο­φυ­γή πρω­το­βου­λιών στο παι­δί, τη συνε­χή καθο­δή­γη­ση έτσι που τελι­κά να νιώ­θει τον εαυ­τό του ανύ­παρ­κτο. Μια ολό­κλη­ρη γενιά, η γενιά μου γαλου­χή­θη­κε έτσι, και το απο­τέ­λε­σμα είναι μια γενιά καθη­λω­μέ­νη σε διά­φο­ρες αγκυ­λώ­σεις, που αδυ­να­τεί να διεκ­δι­κή­σει το οτι­δή­πο­τε. Η επα­νά­στα­ση ξεκι­νά πρώ­τα μέσα από την οικο­γέ­νεια, αν σκε­φτού­με ότι είναι μια μικρο­γρα­φία της κοινωνίας.

- Πώς κρί­νεις την διά­θε­ση και τις προ­τι­μή­σεις των επι­σκε­πτών στο βιβλιο­πω­λείο σου γι’α­γο­ρά βιβλίων;

Για να είμαι ειλι­κρι­νής δεν δου­λεύω τόσο με το βιβλίο όσο με τις φωτο­τυ­πί­ες και τα ανα­λώ­σι­μα, λόγω του ότι το μαγα­ζί είναι συνοι­κια­κό και απευ­θύ­νε­ται κυρί­ως σε φοι­τη­τές. Ωστό­σο, βλέ­πω με χαρά ότι στους νέους ανθρώ­πους αρχί­ζει να ανα­πτύσ­σε­ται ένα ενδια­φέ­ρον για την ποί­η­ση. Αυτό που δεν με χαρο­ποιεί και τόσο, οφεί­λω να το πω, είναι η εμμο­νή με τη μόδα της αυτο­βελ­τί­ω­σης και με όλα αυτά τα βιβλία που δυσφη­μούν, κατά τη γνώ­μη μου, την επι­στή­μη της ψυχο­λο­γί­ας. Αλλά αυτή είναι απλώς η γνώ­μη μου.

– Τα επό­με­να καλ­λι­τε­χνι­κά σου σχέ­δια ποια είναι;

Έχω ολο­κλη­ρώ­σει το επό­με­νο βιβλίο μου, που είναι μια συλ­λο­γή από λυρι­κές πρό­ζες και απο­τε­λεί για μένα μια γέφυ­ρα προς το πεζό. Λέγε­ται «Ανά­γλυ­φη» και ασχο­λεί­ται με την έμφυ­λη ταυ­τό­τη­τα, ένα θέμα που με ενδια­φέ­ρει πολύ. Καλώς εχό­ντων των πραγ­μά­των, θα κυκλο­φο­ρή­σει μέσα στην επό­με­νη χρονιά.

_______________________________________________________________________________

xristos dimoulas

Χρήστος Δημούλας: Εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες κι Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο καθώς και Δημοσιογραφία στο Επαγγελματικό Εργαστήρι Δημοσιογραφίας. Συνδημιουργός του Φωτογραφικού Εργαστηρίου ”Φώτο-Προλετάριοι”. Έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές.”Με λάδι του παρόντος ανάβουν του μέλλοντος καντήλια”(2013),”Ο ι λαϊκατζήδες”(2014) και”Γιώργος Φαρσακίδης,ο ζωγράφος του Λαού”(2015).
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο