Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Άδολες συνεντεύξεις σε δόλιους καιρούς»: Παναγιώτης Μηλιώτης

Ο Χρή­στος Δημού­λας, μίλη­σε με τον Πανα­γιώ­τη Μηλιώ­τη, έναν εργα­ζό­με­νο με παρου­σία στο χώρο της ποί­η­σης. Στη νέα στή­λη του Ατέ­χνως για νέους δημιουρ­γούς, «Άδο­λες συνε­ντεύ­ξεις σε δόλιους καιρούς».

Ο Πανα­γιώ­της Μηλιώ­της, γεν­νή­θη­κε το 1983 στην Αθή­να. Σπού­δα­σε Ηλε­κτρο­νι­κός κι εργά­ζε­ται στο κλά­δο των τηλε­πι­κοι­νω­νιών. Έχει εκδώ­σει δύο ποι­η­τι­κές συλ­λο­γές. Η πρώ­τη το 2013 από τις εκδό­σεις Ars Nοcturna με τίτλο: “Mιά ανά­σα δρό­μος’’ η οποία βρα­βεύ­τη­κε με το βρα­βείο πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νου ποι­η­τή “ Γιάν­νης Βαρ­βέ­ρης’’. Επί­σης “Το Σκί­τσο στην ντου­λά­πα’’ το 2017 στις εκδό­σεις ΘΡΑΚΑ.

***

Από στί­χους σου όπως αυτόν: ’’Να ξέρεις μιά τέχνη και να σφουγ­γα­ρί­ζουν τα ίχνη σου’ ‘ή από τίτλους όπως:’’ Για τους κατα­τρεγ­μέ­νους’’, γεν­νιού­νται πολ­λές ερω­τή­σεις. Από τους Κατα­τρεγ­μέ­νους η πρώ­τη ερώ­τη­ση. Ποια είναι αυτά που ”παφλά­ζουν οδυρ­μούς” στις μέρες μας Παναγιώτη; 

Έτσι όπως τοπο­θέ­τη­σες δίπλα-δίπλα και τους δύο στί­χους παρα­τη­ρώ ότι δημιουρ­γεί­ται ένα αμφί­δρο­μο δίπο­λο αιτί­ου-απο­τε­λέ­σμα­τος. Εξ αφορ­μής λοι­πόν ετού­του του συνειρ­μού ν’ απο­κα­λύ­ψω το εξής: Το τρί­το μου ποι­η­τι­κό βιβλίο θα τιτλο­φο­ρεί­ται ως «η τέχνη να σφουγ­γα­ρί­ζουν τα ίχνη σου». Πιστεύω ότι ως ένα βαθ­μό θα ξεσκε­πά­ζε­ται η πολύ­μορ­φη τέχνη του συστή­μα­τος να σφουγ­γα­ρί­ζει τα ίχνη του παρα­γω­γού απ’ το ίδιο του το προ­ϊ­όν με απο­τέ­λε­σμα την παρα­γω­γή ορμη­τι­κών οδυρ­μών. Μπο­ρώ ν’ απα­ριθ­μή­σω ως «σφουγ­γα­ρί­στρες» την εκμε­τάλ­λευ­ση, την ανερ­γία, τη μετα­νά­στευ­ση και την αποξένωση.

Ο κόσμος της δου­λειάς με αυτόν της λογο­τε­χνί­ας που δια­φο­ρο­ποιεί­ται και που ενώνεται;

Θα ’λεγα ότι ταυ­τό­χρο­να οι δυο κόσμοι ενώ­νο­νται και δια­φο­ρο­ποιού­νται. Κυριο­λε­κτι­κά είμαι με το ένα πόδι στον ένα και με το άλλο στον άλλο κόσμο. Πιστεύω ότι ο ανα­γνώ­στης το κατα­λα­βαί­νει πρω­τί­στως από τις λέξεις αλλά κι από τους ήχους των λέξε­ων. Υπάρ­χουν λέξεις πιο ποι­η­τι­κές κι άλλες που είναι πιο αντι-ποι­η­τι­κές. Θα προ­σέ­ξει ότι χρη­σι­μο­ποιώ δύο γλωσ­σι­κούς τρό­πους. Ο πρώ­τος είναι πιο ορα­μα­τι­κός κι ο δεύ­τε­ρος πιο καθη­με­ρι­νός. Παρου­σιά­ζω καθη­με­ρι­νές σκη­νές και μέσω των ορα­μα­τι­κών εικό­νων φωτί­ζω τις καθη­με­ρι­νές σκηνές.

Συμ­βά­σεις εργα­σί­ας-λάστι­χο, η απερ­γία κρί­νε­ται και δια νόμου παρά­νο­μη… Πόσο η ποί­η­ση συμπα­ρί­στα­ται σε όσους-ες βιώ­νου­νε σήμε­ρα τέτοιες κατα­στά­σεις όπως κι εσύ άλλω­στε στο κλά­δο εργα­σί­ας σου;

Υπάρ­χουν ποι­η­τές που συμπα­ρί­στα­ται και μάλι­στα δια­βά­ζο­ντας τα ποι­ή­μα­τα τους μένω ικα­νο­ποι­η­μέ­νος με το αισθη­τι­κό τους κατόρ­θω­μα, Δεν είναι κι εύκο­λο να αισθη­τι­κο­ποιείς τέτοιες κατα­στά­σεις άλλα δεν είναι κι ακα­τόρ­θω­το. Είναι συν­δυα­σμός πολ­λών παρα­γό­ντων. Η πεί­ρα έχει δεί­ξει ότι είναι λίγοι οι ποι­η­τές που παίρ­νουν με τον ένα ή τον άλλο τρό­πο τέτοια από­φα­ση. Ποι­η­τές όπως ο Γιώρ­γος Γωνια­νά­κης, η Ράνια Καρα­χά­λιου, ο Νικό­λας Κου­τσο­δό­ντης, ο Γιάν­νης Στί­γκας έχουν κατα­φέ­ρει να αισθη­τι­κο­ποι­ή­σουν τέτοιες κατα­στά­σεις. Υπάρ­χουν κι άλλοι αλλά ανα­φέ­ρω όσους έχω δια­βά­σει σε μεγα­λό βαθ­μό το έργο τους.

Όταν γρά­φεις ποι­ή­μα­τα για την Ηλέ­κτρα Αποστόλου,τον Νίκο Πλουμπίδη,τον Νίκο Ζαχαριάδη,τι προσ­δο­κείς απ’ όσους-ες τα διαβάσουν; 

Το κύριο που προσ­δο­κώ είναι ν’ ακούω ότι είναι καλο­γραμ­μέ­να. Και, ναι, πιστεύω ότι είναι. Έτσι μου λένε και οι ανα­γνώ­στες. Όταν τα έγρα­φα είχα προ­βλη­μα­τι­στεί αρκε­τά, ανα­με­τρή­θη­κα και με τις εκφρα­στι­κές αλλά και με τις θεμα­τι­κές δυσκο­λί­ες. Είναι ποι­ή­μα­τα ιστο­ρι­κά και δρα­μα­τι­κά, συν­δέ­ουν το παρελ­θόν με το παρόν. Και τα τέσ­σε­ρα ποι­ή­μα­τα είναι μια συν­δε­τι­κή συμπύ­κνω­ση ιστο­ρι­κών γεγο­νό­των και συμπε­ρα­σμά­των πάνω σε τού­τα τα γεγο­νό­τα. Και οι τέσ­σε­ρις ήταν μέλη του ΚΚΕ. Δεν είναι μονά­χα ποι­ή­μα­τα φόρου τιμής. Είναι ποι­ή­μα­τα υπε­ρά­σπι­σης της επα­να­στα­τι­κής στά­σης σε μια αντε­πα­να­στα­τι­κή επο­χή. Γρά­φτη­καν και για το λόγο ότι το ΚΚΕ μελε­τά τις επα­να­στα­τι­κές πρά­ξεις των τεσ­σά­ρων αλύ­γι­στων μελών του, κι όχι μόνο, κι απο­χτά χρή­σι­μα και τολ­μη­ρά συμπε­ρά­σμα­τα για να αφυ­πνί­ζε­ται η ταξι­κή, επα­να­στα­τι­κή συνεί­δη­ση μέσω της καθη­με­ρι­νής ιδε­ο­λο­γι­κο-πολι­τι­κής παρέμ­βα­σης στην εργα­τι­κή τάξη και στα μικρο­με­σαία στρώ­μα­τα. Δια­βά­ζο­ντας τα τέσ­σε­ρα ποι­ή­μα­τα ελπί­ζω να κατα­λα­βαί­νουν πως ακό­μη και τώρα που οι γύρες φαί­νο­νται ίδιες και στα­τι­κές, δεν είναι.

Λαμ­βά­νεις συχνά μέρος σε λογο­τε­χνι­κές θεμα­τι­κές συζητήσεις,όπως τον Οκτώ­βριο σε μιά για τον Μαγιακόφσκι.Τι απο­κο­μί­ζεις ως συμπέ­ρα­σμα απ’την ως τώρα παρου­σία σου σε αυτές;

Από την τελευ­ταία συζή­τη­ση για το Μαγια­κόφ­σκι απο­κό­μι­σα ικα­νο­ποί­η­ση. Διά­βα­σα ποι­ή­μα­τα του, μίλη­σα γι’ αυτόν, ήταν ευκαι­ρία να ξεδι­πλώ­σω κάποια συμπε­ρά­σμα­τα για ετού­τον τον μεγά­λο επα­να­στά­τη ποι­η­τή. Οι φίλοι μεί­ναν εξί­σου ικανοποιημένοι.

Κατά την γνώ­μη σου τι λεί­πει ως κυρί­αρ­χο στοι­χείο στην σημε­ρι­νή λογοτεχνία;

Πιστεύω ότι οι και­ροί που δια­νύ­ου­με είναι δύσκο­λοι για τη σημε­ρι­νή καλή λογο­τε­χνία και ακό­μα δυσκο­λό­τε­ρα για την ποί­η­ση. Το ίδιο το μέσο έχει απα­ξιω­θεί ολο­κλη­ρω­τι­κά από τον καπι­τα­λι­σμό και οι άνθρω­ποι έχουν απο­μα­κρυν­θεί αρκε­τά χιλιό­με­τρα από το ίδιο το μέσο. Σε μικρό­τε­ρη ηλι­κία άκου­γα ότι μια λέξη χίλιες εικό­νες, τώρα σου λένε μια εικό­να χίλιες λέξεις. Η ανά­γνω­ση ενός καλού λογο­τε­χνι­κού βιβλί­ου έχει αντι­κα­τα­στα­θεί σε μεγά­λο βαθ­μό από την πιο εύπε­πτη παρα­κο­λού­θη­ση εμπο­ρι­κών σει­ρών και ται­νιών. Πιστεύω όμως ότι η παρα­πά­νω απα­ξί­ω­ση έχει και τη θετι­κή της πλευ­ρά. Ένα πρω­τό­τυ­πο, ποι­η­τι­κό έργο δεν μπο­ρεί να υπο­κύ­ψει εύκο­λα στην αγο­ρά. Δεν ανα­πα­ρά­γε­ται σε πολ­λά αντί­τυ­πα άρα το μέγε­θος της αξί­ας του είναι ελά­χι­στο. Ότι δεν έχει αξία απο­τε­λεί αντί­φα­ση με την εμπο­ρευ­μα­τι­κή παρα­γω­γή. Υπό αυτή την έννοια ο ποι­η­τής απο­λαμ­βά­νει την ανε­ξαρ­τη­σία του. Αλλά για την ώρα ως εκεί. Υπάρ­χουν ποι­η­τές που εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται ετού­τη την από­κρη­μνη ανε­ξαρ­τη­σία με σκο­πό να μας εκπλήσ­σουν και να μας ανα­στα­τώ­νουν. Ίσως αυτό είναι και το κυρί­αρ­χο στοι­χείο που λεί­πει σήμε­ρα. Ποι­η­τές σαν το Ρεμπώ, το Βάρ­να­λη, το Μπρεχτ, το Ρίτσο, τον Καρού­ζο, το Σαχτού­ρη και τον Ελύ­τη έχουν ως σκο­πό να ανα­μορ­φώ­σουν τη σχέ­ση μας με τον κόσμο. Μέσω της γρα­φής τους κατα­στρέ­φουν τη συνήθεια.

Το υψη­λό οικο­νο­μι­κό κόστος στον χώρο των εκδό­σε­ων είναι ένα απ’ τα θέμα­τα για τα οποία είναι γνω­στή η ενα­ντί­ω­σή και η ευαι­σθη­σία σου. Ποιο είναι το κλί­μα στις συζη­τή­σεις που κάνεις γι’ αυτό το ζήτη­μα με τους ομό­τε­χνούς σου;

Συμ­φω­νούν με το ότι οι περισ­σό­τε­ροι εκδο­τι­κοί οίκοι ζητά­νε αρκε­τά από τους ομό­τε­χνους. Έχει ανα­πτυ­χθεί μία αγο­ρά, όχι μικρή θα έλεγα.

Την κατά­στα­ση της ελλη­νι­κής εργα­τι­κής τάξης με ποιο ποί­η­μα δικό σου ή αλλου­νού θα την εξέφραζες;

Με τού­το το ολι­γό­στι­χο ποί­η­μα πιστεύω ότι εκφρά­ζε­ται η συνεί­δη­ση της ελλη­νι­κής εργα­τι­κής τάξης και ίσως όχι μόνο της ελλη­νι­κής. Τιτλο­φο­ρεί­ται ως «Ίσως ήταν λίγοι» Μόλις η κυβέρ­νη­ση ανακοίνωσε/ ότι θα περι­κό­ψει τους μισθούς και τις συντάξεις/είδα την αγα­νά­κτη­ση να συρ­ρέ­ει έξω απ’ τη βουλή,/ολόκληρη σ’ ένα κάτο­πτρο είχε μεταμορφωθεί/ κι ίσως ήταν λίγοι, όλοι αυτοί, που καταλάβαιναν/ της μούν­τζας την κατά­λη­ξη και της βλαστήμιας.

Ερώ­τη­μα μέσα πάλι από ποί­η­μα σου, τον ”Ήχο του χρή­μα­τος”. Τελι­κά, πόσο ηχη­ρός είναι σήμε­ρα στην επο­χή των μνη­μο­νί­ων που θα μεί­νουν πολύ ακό­μα, ο από­η­χος της άρνη­σης του Νικη­τα­ρά στη χρη­μα­τι­κή προ­σφο­ρά-υπο­δού­λω­ση των ”μεγά­λων” δυνάμεων;

Ελπί­ζω αρκε­τά ηχη­ρός. Ο δικός μου Νικη­τα­ράς αρνιέ­ται και σαρ­κά­ζει ηχη­ρά, όχι μόνο την προ­σφο­ρά του πρε­σβευ­τή των μεγά­λων δυνά­με­ων αλλά και το χρή­μα εν γένει ως ιστο­ρι­κά ξεπε­ρα­σμέ­νο μέσο ανταλ­λα­γής των προϊόντων.

Αφού μέσω των ποι­η­τι­κών συλ­λο­γών σου, μας είπες πώς η ζωή μοιά­ζει αφε­νός σαν μια ανά­σα δρό­μος, αφε­τέ­ρου σαν πολ­λά σκί­τσα κρυμ­μέ­να σε ντου­λά­πα, τι άλλο έχεις να εκδώ­σεις και να μας προ­τεί­νεις σε μια νέα λογο­τε­χνι­κή σου δουλειά;

Το τρί­το μου βιβλίο θα ’ναι μια συνέ­χεια των δύο προη­γού­με­νων βιβλί­ων. Όμως θα ’ναι και το βιβλίο με τη μεγα­λύ­τε­ρη δια­κο­πτό­με­νη συνέ­χεια αλλά και με τη μεγα­λύ­τε­ρη ποι­κι­λία σε μορ­φές. Ο ίδιος ο αγώ­νας για το μετα­σχη­μα­τι­σμό της πραγ­μα­τι­κό­τη­τας με οδή­γη­σε να ανα­κα­λύ­ψω κι άλλους εκφρα­στι­κούς τρό­πους, ώστε να επι­τρέ­πε­ται στον ανα­γνώ­στη, όταν δια­βά­ζει ταυ­τό­χρο­να να αισθά­νε­ται και να σκέ­φτε­ται με σκο­πό την κρι­τι­κή και τη δρά­ση κόντρα στην τέχνη του να σφουγ­γα­ρί­ζουν τα ίχνη του.

 

 

_______________________________________________________________________________

xristos dimoulas

Χρήστος Δημούλας: Εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες κι Ιστορία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο καθώς και Δημοσιογραφία στο Επαγγελματικό Εργαστήρι Δημοσιογραφίας. Συνδημιουργός του Φωτογραφικού Εργαστηρίου ”Φώτο-Προλετάριοι”. Έχει εκδώσει 3 ποιητικές συλλογές.”Με λάδι του παρόντος ανάβουν του μέλλοντος καντήλια”(2013),”Ο ι λαϊκατζήδες”(2014) και”Γιώργος Φαρσακίδης,ο ζωγράφος του Λαού”(2015).
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο