Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ένας Έλληνας κομμουνιστής στην Κούβα

Ήταν σχε­δόν νύχτα στη πόλη Holguin της Κού­βας. Τα φώτα ήταν χαμη­λά και οι δρό­μοι είχαν λίγο κόσμο. Ένα δρο­σε­ρό αερά­κι με χτυ­πού­σε στο πρό­σω­πο ενώ γύρω μου τα παλιά πανέ­μορ­φα κτί­ρια της πόλης με εκα­ναν να νομί­ζω οτι ήμουν σε ται­νία επο­χής. Δεν υπάρ­χουν πολ­λά να κάνεις στις κου­βα­νέ­ζι­κες πόλεις, του­λά­χι­στον όπως το εννο­ού­με εμείς. Η ζωή είναι ήρε­μη, πολύ­χρω­μη, ζωντα­νή και απλή, χωρίς δια­φη­μί­σεις, εμπο­ρι­κά κέντρα και άλλα τέτοια χαρα­κτη­ρι­στι­κά του δυτι­κού τρό­που ζωής. Σε κάθε πόλη λοι­πόν υπάρ­χει ένα δημό­σιο κτί­ριο που λέγε­τε “casa de cultura”, το σπί­τι του πολιτισμού.

Εκεί­νο το βρά­δυ λοι­πόν ενώ τρι­γυρ­νού­σα έτυ­χε να περά­σω απ’εξω και αμέ­σως μια όμορ­φη βαλς μου­σι­κή με τρά­βη­ξε από τα αυτιά και με πέρα­σε από την πόρ­τα της casa de cultura. Ο αυθορ­μη­τι­σμός μου λοι­πόν με έφε­ρε αντι­μέ­τω­πο με μια εκπλη­κτι­κή εικόνα.

Χόρευαν Βαλς υπό τους ήχους ζωντα­νής ορχή­στρας! Οι άντρες ήταν ντυ­μέ­νοι με τα καλά τους κου­στού­μια που από το χρό­νο είχαν σκι­στεί σε σημεία. Ο καθέ­νας είχε το δικό του καπέ­λο το οποίο και έβγα­ζε κάθε φορά που προ­σκα­λού­σε μια ντά­μα για χορό, δεί­χνο­ντας σεβα­σμό. Οι γυναί­κες ντυ­μέ­νες με φορέ­μα­τα που προ­σω­πι­κά μόνο σε ται­νί­ες επο­χής έχω δει και με τις βεντά­λιες τους να ανε­μί­ζουν, περί­με­ναν τον καβα­λιέ­ρο να τις σηκώ­σει για χορό Όλοι τους ήταν πάνω από 65! Ξαφ­νι­κά είχα βρε­θεί σε άλλη επο­χή. Η μου­σι­κή ήταν τόσο ήρε­μη σωστή και ακρι­βής. Ξέρε­τε, όποιον και να στα­μα­τή­σεις στην Κού­βα σίγου­ρα θα παί­ζει καλύ­τε­ρη κιθά­ρα από τον καλύ­τε­ρο ευρω­παίο κιθα­ρί­στα. Ακού­γε­τε παρά­λο­γο και όμως είναι αλήθεια.

Όμορ­φη καλο­και­ρι­νή βρα­διά και εγώ κάπνι­ζα και απο­λάμ­βα­να μια ται­νία επο­χής να ξετυ­λί­γε­ται μπρο­στά μου. Ξαφ­νι­κά κάτι δια­φο­ρε­τι­κό τρά­βη­ξε το μάτι μου. Ένας παπ­πούς με ένα άσπρο φανε­λά­κι και ένα σορ­τσά­κι “πεί­ρα­ζε” μια Κου­βα­νή. Φλέρ­τα­ρε, την γαρ­γα­λού­σε και προ­σπα­θού­σε να την φιλή­σει ενώ αυτή το απέ­φευ­γε για να το παί­ξει δύσκο­λη. Μέσα μου έκα­να μια κρυ­φή σκέ­ψη που ακό­μη και τον εαυ­τό μου δεν άφη­να να την ακού­σει. Είπα, αυτός μοιά­ζει με Έλλη­να. Αυτό­μα­τα σκέ­φτη­κα ότι απο­κλεί­ε­ται και η σκέ­ψη αυτή πήρε περίπατο.

Όταν πια η βρα­διά έφτα­σε στο τέλος της, ένας κύριος που είχα­με συζη­τή­σει πιο πριν έτρε­ξε και με ξανα­βρή­κε. Είπες είσαι από την Ελλά­δα, ρώτη­σε. Ναι, είπα. Ο κύριος Δημή­τρης είναι από την Ελλά­δα. Τον έφε­ρε και συστη­θή­κα­με. Τον ρώτη­σα αν μιλά­ει ελλη­νι­κά και μου είπε ναι. Δεν το πίστε­ψα για κάποιο λόγο και του είπα να μου μιλή­σει. Άρχι­σε να μιλά­ει, όχι σπα­στά αλλά φάνη­κε ότι είχε και­ρό να το κάνει. Τελι­κά η κρυ­φή μου σκέ­ψη ήταν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Την επό­με­νη μέρα ήπια­με καφέ και του ζήτη­σα να μου παρα­χω­ρή­σει μια συνέ­ντευ­ξη για την ζωή του. Μου έδω­σε να κατα­λά­βω ότι η Κού­βα είναι ο τελευ­ταί­ος του σταθ­μός. Αυτός λοι­πόν είναι ο κύριος Δημήτρης…

 

Ο κύριος Δημή­τρης σε μερι­κά απο­στάγ­μα­τα ζωής και πολιτικής
Φωτο­γρα­φί­ες / Video: Στυ­λια­νός Παπαρδέλας

Πηγή: popaganda.gr

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο