Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ένα ακόμη “Πάρκο Νίκης” πεθαίνει

Η περιο­χή του σημε­ρι­νού Πάρ­κου Νίκης στην Pārdaugavā σημα­ντι­κή ως μνη­μεια­κός χώρος από πάντα στην πρω­τεύ­ου­σα της Λετο­νί­ας, με πλού­σια ιστο­ρία σε πολε­ο­δο­μι­κό σχε­δια­σμό και εθνι­κές παρα­δό­σεις επεν­δύ­ε­ται με 3,8 εκα­τομ­μύ­ρια ευρώ για ανα­και­νί­σεις, που –ακό­μη και οι ίδιοι θεω­ρούν «αμφι­σβη­τή­σι­μες και μονό­πλευ­ρες πολιτικά».

Μια μακρά ιστορία

Αρχι­κά, το 1910, το νεο­σύ­στα­το πάρ­κο της πόλης ήταν αφιε­ρω­μέ­νο στον Πέτρο Α’ ‑200 χρό­νια από τότε που η Ρίγα περι­λή­φθη­κε στη Ρωσι­κή Αυτο­κρα­το­ρία και μετο­νο­μά­στη­κε σε Πάρ­κο Νίκης αφιε­ρω­μέ­νο στον αγώ­να για την απε­λευ­θέ­ρω­ση της Λετο­νί­ας και μετά τον 2ο Παγκό­σμιο Πόλε­μο στον αγώ­να κατά του ναζι­σμού. Μετά τις ανα­τρο­πές στο σοσια­λι­στι­κό οικο­δό­μη­μα (και εποι­κο­δό­μη­μα) και την «ανε­ξαρ­τη­σία» της χώρας, το πάρ­κο εξα­κο­λου­θεί να ανα­ζη­τά την ταυ­τό­τη­τά του, με 10άδες έργα, που κανέ­να δεν έχει ολο­κλη­ρω­θεί και με το λαό να έχει πλη­ρώ­σει το «μάρ­μα­ρο» εκα­το­ντά­δων εκατομμυρίων €.

Τον 17ο αιώ­να υπήρ­χαν μεγά­λες λιβα­δι­κές εκτά­σεις, με απα­γό­ρευ­ση κτι­σμά­των και τον 19ο επι­τρε­πό­ταν μόνο η κοπή χόρ­του και άλλες δρα­στη­ριό­τη­τες ήταν εντε­λώς απα­γο­ρευ­μέ­νες και μόνο το 1908, ο δήμαρ­χος της Ρίγας, κατά­φε­ρε να άρει την απα­γό­ρευ­ση από το ρωσι­κό Υπουρ­γείο Πολέ­μου και Εσωτερικών.

Ο Georg Kufalt (Γκέ­οργκ Κού­φαλντ — σημα­ντι­κός Γερ­μα­νός αρχι­τέ­κτο­νας τοπί­ου, κηπου­ρός και δεν­δρο­λό­γος της Ρωσι­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας, που 27 ετών, προ­ή­χθη διευ­θυ­ντής των κήπων και πάρ­κων της πόλης στη Ρίγα), που ήδη εργά­ζε­ται στο έργο Ķeizarmeža, πρό­τει­νε την κατα­σκευή ενός πάρ­κου –εννο­εί­ται κλει­στό στο λαό ‑στην οδό Kobronskanši και στο υπό­λοι­πο τμή­μα εξο­χι­κές κατοι­κί­ες για τους αρι­στο­κρά­τες. Προ­ε­τοί­μα­σε το έργο κατα­σκευ­ής πάρ­κου. Εκεί που ήταν φτω­χό το έδα­φος, σχε­διά­στη­καν μονο­πά­τια για περ­πά­τη­μα και ιππα­σία, φαρ­δείς τεχνη­τοί χλο­ο­τά­πη­τες και δέντρα, καθώς και γήπε­δα μέχρι και παι­δι­κές χαρές στην άκρη υδά­τι­νων επι­φα­νειών για τα πλου­σιό­παι­δα. Η προ­γραμ­μα­τι­σμέ­νη έκτα­ση του πάρ­κου ήταν 520,25 στρέμματα.

Στην περιο­χή, όπου οι συν­θή­κες του εδά­φους ήταν κατάλ­λη­λες για κατα­σκευή, σχε­διά­στη­καν τετρά­γω­να εξο­χι­κών κατοι­κιών, έτσι ώστε, όπως και στο Mežapark, με την πώλη­ση των οικο­πέ­δων να εξα­σφα­λι­στούν κεφά­λαια για τη δημιουρ­γία του πάρ­κου. Το έργο περι­λάμ­βα­νε φαρ­διές λεω­φό­ρους με τέσ­σε­ρις σει­ρές δέντρων και πλα­κό­στρω­το οδό­στρω­μα, ξεχω­ρι­στές λωρί­δες για πεζούς, ιππείς και ποδη­λα­τό­δρο­μους. Γύρω από το πάρ­κο σχε­διά­στη­κε ένας περι­φε­ρεια­κός δρό­μος με μια λεω­φό­ρο δύο σει­ρών δέντρων

Το δημο­τι­κό συμ­βού­λιο απο­δέ­χθη­κε το έργο στις 30-Νοε-1909 ως «αφιε­ρω­μέ­νο στην 200ή επέ­τειο από την προ­σάρ­τη­ση της Ρίγας και του Βιτζέ­με στη Ρωσία (σσ. μία από τις τέσ­σε­ρις ιστο­ρι­κές και πολι­τι­στι­κές περιο­χές της Λετο­νί­ας ‑κυριο­λε­κτι­κά σημαί­νει «η Μέση Γη» και βρί­σκε­ται ΒΑ, βόρεια του ποτα­μού Ντα­ου­γκά­βα ‑εμβα­δόν: 25.683 km²) γι’ αυτό και ονο­μά­στη­κε Πάρ­κο του Πέτρου. 400 χιλιά­δες ρού­βλια και έσο­δα από τα οικό­πε­δα προς πώλη­ση δια­τέ­θη­καν σε πρώ­τη φάση στο έργο.

Επρό­κει­το για φαρα­ω­νι­κό έργο της επο­χής, μια και οι αρι­στο­κρά­τες της αστι­κής τάξης έλυ­ναν κι έδε­ναν με τον κατα­δι­κα­σμέ­νο στην πεί­να λαό να πλη­ρώ­νει δυσβά­στα­χτους φόρους. Αφού εγκρί­θη­κε σαν έργο, ξεκί­νη­σε η κατα­σκευή του πάρ­κου, αφαι­ρέ­θη­κε το μαύ­ρο χώμα στα χαμη­λό­τε­ρα σημεία, γέμι­σε με άμμο Daugava και στη συνέ­χεια καλύ­φθη­κε ξανά με γόνι­μο χώμα…1,5 εκα­τομ­μύ­ριο κυβι­κά μέτρα άμμου απο­στραγ­γί­στη­καν από το Daugava.

Το 1915, μια λεω­φό­ρος με ολλαν­δι­κές φλα­μου­ριές φυτεύ­τη­κε κατά μήκος της σημε­ρι­νής λεω­φό­ρου Uzvaras, εγκα­τα­στά­θη­καν παι­δι­κές χαρές και τα αθλη­τι­κά γήπε­δα, κατα­σκευά­στη­κε στί­βος για να δια­τη­ρού­νται σε φόρ­μα οι πλούσιοι

“Ευγενής Λετονικός λαός”

Κατά τη διάρ­κεια του Πρώ­του Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, οι εργα­σί­ες στο πάρ­κο στα­μά­τη­σαν και η επι­κρά­τειά του κατα­λή­φθη­κε από οικο­γε­νεια­κούς κήπους. Στη 10ετία του 1920 ‑το 1923, το πάρ­κο μετο­νο­μά­στη­κε σε Πάρ­κο Νίκης “σε ανά­μνη­ση της απε­λευ­θέ­ρω­σης της Λετο­νί­ας” (σσ. από τη Ρωσι­κή αυτο­κρα­το­ρία –είχε στο μετα­ξύ πραγ­μα­το­ποι­η­θεί η επα­νά­στα­ση των μπολ­σε­βί­κων) και το 1930, υπό την ηγε­σία του διευ­θυ­ντή της Αρχής Πάρ­κων της Ρίγας, Andrejs Zeidaks, άρχι­σε η βελ­τί­ω­ση του. Δημιουρ­γή­θη­κε μια μεγά­λη πλα­τεία για στρα­τιω­τι­κές παρε­λά­σεις και λαϊ­κά φεστι­βάλ, τα οποία μέχρι τότε πραγ­μα­το­ποιού­νταν στο κέντρο της πόλης — την Esplanade.

Η απο­κα­τά­στα­ση του συζη­τή­θη­κε δημό­σια το 1936, με μεγά­λες φαν­φά­ρες ως συνώ­νυ­μο της εθνι­κής ενό­τη­τας. Πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε εκτε­τα­μέ­νη εκστρα­τεία συγκέ­ντρω­σης κεφα­λαί­ων, έγι­ναν δωρε­ές, παράλ­λη­λα με την μεγα­λύ­τε­ρη εθνι­κή λαχειο­φό­ρο μέχρι τότε στη Λετο­νία. Η τιμή ενός λαχνού ήταν πέντε λατ και το συνο­λι­κό ποσό που συγκε­ντρώ­θη­κε από τον κόσμο ήταν 1.250.000λατ (σε σημε­ρι­νές τιμές 1,42€ = LVL).

Παρα­θέ­του­με από­σπα­σμα από το τεύ­χος 30 Μαΐ­ου 1936 των Jaunāko Ziņu (Τελευ­ταί­ων Ειδή­σε­ων): «Η μεγά­λη πρό­τα­ση για την κατα­σκευή και τη χρη­μα­το­δό­τη­ση του Πάρ­κου Νίκης θα είναι η καλύ­τε­ρη μαρ­τυ­ρία για την ενό­τη­τα του λαού. Θα αρχί­σου­με να δου­λεύ­ου­με ενω­μέ­νοι: αγρό­τες και κάτοι­κοι της πόλης, όλοι οι εργα­ζό­με­νοι, και μάρ­τυ­ρας αυτής της ακλό­νη­της ενό­τη­τας για γενιές, η υπό­σχε­ση για το μελ­λο­ντι­κό μας έργο θα είναι το Πάρ­κο Νίκης. Θα είναι ο μεγα­λύ­τε­ρη κάθαρ­ση που έχει βιώ­σει ποτέ το λετο­νι­κό έθνος, όπου ο κόσμος θα χαρεί με τρα­γού­δια και ζητω­κραυ­γές, ελεύ­θε­ρος και ενω­μέ­νος. Θα είμα­στε περή­φα­νοι για το έργο μας και τη μνή­μη του πάρ­κου. Στο Uzvaras parka, μετά την ολο­κλή­ρω­ση του οποί­ου θα διε­ξα­χθούν εκεί οι μεγα­λύ­τε­ρες εκδη­λώ­σεις, θα γρά­ψου­με με σιγου­ριά τις λέξεις – “χτί­στη­κε από τον λετο­νι­κό λαό”».

Η κατα­σκευή του στα μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’30 μιλού­σε για κάτι μυθι­κό και ευγε­νές — αν και το ίδιο το πάρ­κο δεν είχε ακό­μη δημιουρ­γη­θεί: οι άνθρω­ποι μιλού­σαν ήδη για την επιρ­ροή του στο μέλ­λον τους και το συμ­βο­λι­σμό του ως «νέα μεγά­λη εποχή».

Γήπεδο, Φεστιβάλ Τραγουδιού, παρελάσεις

Κοι­νός σε όλα τα έργα ήταν ο κεντρι­κός άξο­νας του πάρ­κου — η τότε πλω­τή γέφυ­ρα (τώρα πέτρι­νη) σχε­διά­στη­κε επί­σης ένα στά­διο η πλα­τεί­ας Φεστι­βάλ Τρα­γου­διού και η Πλα­τεία Παρέ­λα­σης (του στρατού).

Το 1936, η επι­τρο­πή για την κατα­σκευή της Πλα­τεί­ας Νίκης, με επί­ση­μα επι­κε­φα­λής τον ίδιο τον Kārlis Ulmanis, ανα­κοί­νω­σε δια­γω­νι­σμό εθνι­κής κλί­μα­κας για τη δημιουρ­γία της πλα­τεί­ας: «Το έργο της Πλα­τεί­ας Νίκης πρέ­πει να εκφρά­ζε­ται ξεκά­θα­ρα και ευδιά­κρι­τα στις ιδέ­ες του έργου. — να είναι μια μνη­μειώ­δης τεκ­μη­ρί­ω­ση της ανα­νε­ω­μέ­νης ευη­με­ρί­ας της Λετο­νί­ας». Το καλο­καί­ρι του 1938 πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε εκεί το 9ο  φεστι­βάλ λετο­νι­κού τραγουδιού

Το μεγά­λο πρό­γραμ­μα κατα­σκευ­ής της Πλα­τεί­ας Νίκης περιε­λάμ­βα­νε τη δημιουρ­γία εορ­τα­στι­κού χώρου για παρε­λά­σεις στρα­τού και το Φεστι­βάλ Τρα­γου­διού, που θα μπο­ρού­σε να φιλο­ξε­νή­σει περί­που 200.000 συμ­με­τέ­χο­ντες, το Κεντρι­κό Στά­διο 2.500 θέσε­ων, την εγκα­τά­στα­ση ξεχω­ρι­στών γηπέ­δων παι­χνι­διού και εκπαί­δευ­σης, καθώς και «την κατα­σκευή ενός συμ­βο­λι­κά σημα­ντι­κού μνη­μεί­ου», ενός palais de sport αθλη­τι­κών συνα­ντή­σε­ων, ενώ  συν­δύ­α­σε την εκπρο­σώ­πη­ση της χώρας με τη δημιουρ­γία ενός συγκρο­τή­μα­τος δημό­σιων κτι­ρί­ων και μεμο­νω­μέ­νων αθλη­τι­κών εγκα­τα­στά­σε­ων. Ο δια­γω­νι­σμός του έργου έλη­ξε στις 30 Δεκεμ­βρί­ου 1938.

Από τα 44 έργα που υπο­βλή­θη­καν, η κρι­τι­κή επι­τρο­πή επέ­λε­ξε το έργο των αρχι­τε­κτό­νων Fridrich Skujiņas και Georg Daugas. Μέχρι τον Ιανουά­ριο του 1940, είχαν συγκε­ντρω­θεί περισ­σό­τε­ρα από οκτώ εκα­τομ­μύ­ρια λάτ για τη δημιουρ­γία της Πλα­τεί­ας Νίκης με τη βοή­θεια δωρε­ών και λαχεί­ου, αλλά τα σχέ­δια στα­μά­τη­σαν από τον πόλεμο.

Μετά το τέλος του 2ου Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, στις 3 Φεβρουα­ρί­ου 1946, επτά κατα­δι­κα­σμέ­νοι αξιω­μα­τι­κοί του γερ­μα­νι­κού στρα­τού εκτε­λέ­στη­καν με απαγ­χο­νι­σμό ‑ανά­με­σά τους ήταν ο Φρί­ντριχ Τζέ­κελν, διοι­κη­τής των SS στο Όστλαντ.

Το 1961, η επι­τρο­πή Ρίγας του ΚΚ πήρε από­φα­ση για τη δημιουρ­γία του XXII συνε­δρια­κού πάρ­κου του ΚΚΣΕ. Και το 1963, οι αρχι­τέ­κτο­νες V. Dorofejevs και E. Fogelis του ινστι­τού­του σχε­δια­σμού Pilsētprojekts ανέ­πτυ­ξαν ένα νέο έργο λαϊ­κού πλέ­ον πάρ­κου, για ενερ­γό ανα­ψυ­χή — σχε­διά­στη­κε ένας μεγά­λος αθλη­τι­κός τομέ­ας, παι­δι­κά αθλή­μα­τα και παι­δι­κές χαρές, καφε­τέ­ριες, σκη­νές, κινη­μα­το­γρά­φοι, αίθου­σες συναυ­λιών, περί­πτε­ρα χορού κ.λπ. με πρω­το­πο­ρια­κές τεχνι­κές σύν­θε­σης κήπου τοπί­ου — φαρ­διούς χλο­ο­τά­πη­τες με ομά­δες δέντρων και θάμνων στις άκρες τους, βρα­χό­κη­πους, τις σημύ­δες σε διά­φο­ρα σημεία του πάρ­κου να χρη­σι­μεύ­ουν ως το ενο­ποι­η­τι­κό μοτί­βο του τοπί­ου και πολυ­ε­τείς φυτεί­ες να ενώ­νουν τις ομά­δες δέντρων και θάμνων.

Η εκτε­τα­μέ­νη απο­κα­τά­στα­ση ξεκί­νη­σε το 1963 και συνε­χί­στη­κε το 1966 όταν δημιουρ­γή­θη­καν και ασφαλ­το­στρω­μέ­νοι δρό­μοι με πολύ νέο πρά­σι­νο, ενώ το 1973 κατα­σκευά­στη­καν κατα­σκη­νώ­σεις, πάρ­κα κυκλο­φο­ρια­κής αγω­γής για παι­διά …και μια πίστα καρτ..

Το επίμαχο Μνημείο

Στην 40ή επέ­τειο από το τέλος του 2ου Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, το 1985, ένα αλλη­γο­ρι­κό μνη­μείο — εγκα­τα­στά­θη­κε στο Πάρ­κο Νίκης. Στο κέντρο του βρί­σκε­ται ένας οβε­λί­σκος ύψους 79 μέτρων, που σχη­μα­τί­ζε­ται από πέντε όψεις δια­φο­ρε­τι­κού ύψους και στέ­φε­ται από πεντά­κτι­να αστέ­ρια, συμ­βο­λί­ζο­ντας τα πέντε χρό­νια πολέ­μου και τον χαι­ρε­τι­σμό νίκης. Στη βάση του οβε­λί­σκου είναι χαραγ­μέ­να τα έτη 1941–1945, ενώ μια ομά­δα χάλ­κι­νων στρα­τιω­τών εκφρά­ζει τη χαρά της για τη νίκη και η αλλη­γο­ρία μιας γυναί­κας ντυ­μέ­νης με έναν κυμα­τι­στό μαν­δύα παρό­μοιο με τη θεά της νίκης, ερμη­νεύ­ε­ται ως Πατρίδα.

Δημιουρ­γοί οι γλύ­πτες L.Bukovskis, A.Gulbis, L.Kristovskis, οι αρχι­τέ­κτο­νες E.Bāliņš, E.Vecumnieks, V.Zilgalvis, ο σχε­δια­στής A.Bugajevs, οι μηχα­νι­κοί-κατα­σκευα­στές G.Beitiņš, H.Lācis.

Η επί­ση­μη ονο­μα­σία του «Μνη­μείο των Στρα­τιω­τών του Σοβιε­τι­κού Στρα­τού — Απε­λευ­θε­ρω­τή της Σοβιε­τι­κής Λετο­νί­ας και της Ρίγας από τους Γερ­μα­νούς στους φασί­στες εισβο­λείς». Ταυ­τό­χρο­να με τα απο­κα­λυ­πτή­ρια του μνη­μεί­ου ανα­νε­ώ­θη­κε η ονο­μα­σία Πάρ­κο Νίκης. Η εναλ­λα­κτι­κή ιδέα του γλύ­πτη Aivars Gulbja — να δημιουρ­γή­σει μια ανθρώ­πι­νη εικό­να μιας μητέ­ρας με ένα παι­δί στην αγκα­λιά της — δεν υλοποιήθηκε.

Οι ανατροπές

Στις αρχές της 10ετίας του 1990, με την καπι­τα­λι­στι­κή παλι­νόρ­θω­ση στις σοσια­λι­στι­κές χώρες, ακού­στη­καν οι πρώ­τε «φωνές» πως «η κοι­νω­νία θεω­ρεί ότι το Μνη­μείο της Νίκης έχει χάσει τη σημα­σία του και στα­δια­κά μετα­τρέ­πε­ται σε ένα από τα κει­μή­λια της σοβιε­τι­κής επο­χής» ‑ήρθε και η πρό­τα­ση του εξό­ρι­στου Λετ­το­νού αρχι­τέ­κτο­να Raimonds Slaidiņš για την ανα­κα­τα­σκευή του, «δημιουρ­γώ­ντας εδώ ένα μνη­μείο της σοβιε­τι­κής κατο­χής» που δεν υλο­ποι­ή­θη­κε για οικο­νο­μι­κούς λόγους.

Η προ­σπά­θεια των μελών της παρα­φα­σι­στι­κής οργά­νω­σης Pērkoņkrusts να ανα­τι­νά­ξουν τον οβε­λί­σκο (2 φορές Μάρ­τη και Ιού­νη του 1997) δεν είχε απο­τέ­λε­σμα, ενώ η πρό­τα­ση για κατε­δά­φι­ση του μνη­μεί­ου απορ­ρί­φθη­κε, καθώς θα έρχο­νταν σε αντί­θε­ση με τη συμ­φω­νία του 1994 μετα­ξύ Λετο­νί­ας και Ρωσι­κής Ομο­σπον­δί­ας για την προ­στα­σία των στρα­τιω­τι­κών μνη­μεί­ων και των τόπων μαζι­κής ταφής και άρχι­σαν οι συζη­τή­σεις για τις δυνα­τό­τη­τες μετα­κί­νη­σης του.

Μερι­κοί από τους δημιουρ­γούς του — ο αρχι­τέ­κτο­νας Viktors Zilgalvis, ο καλ­λι­τέ­χνης Aleksandrs Bugajevs και ο γλύ­πτης Leonids Kristovskis — πρό­τει­ναν τη μετα­τρο­πή του σε μνη­μείο του αντι­φα­σι­στι­κού συνα­σπι­σμού, άλλοι — ο αρχι­τέ­κτο­νας Edvīns Vecumnieks και ο πολι­τι­κός μηχα­νι­κός Henrijs Lācis — το απέρ­ρι­ψαν και ζητού­σαν την τοπο­θέ­τη­ση μιας ενη­με­ρω­τι­κής πλά­κας κοντά, που θα εξη­γού­σε «το πλαί­σιο της σοβιε­τι­κής κατο­χής» (;;) ενώ ο γλύ­πτης Aivars Gulbis αντι­τά­χθη­κε κατη­γο­ρη­μα­τι­κά σε οποια­δή­πο­τε τρο­πο­ποί­η­ση του.

Μοντέλο “πολεοδομικού σχεδιασμού”

Το θέμα του Πάρ­κου Νίκης γίνε­ται άβο­λο …το 2002, με κινη­το­ποι­ή­σεις απέ­τρε­ψαν προ­σπά­θειες ιδιω­τών επεν­δυ­τών (με την υπο­στή­ρι­ξη του ΔΣ της Ρίγας) «να σχε­διά­σουν τη Νέα Ρίγα με κέντρα ανα­ψυ­χής, εμπο­ρί­ου και πολυ­λει­τουρ­γι­κών κέντρων» στο Πάρ­κο, ενώ στο πρό­γραμ­μα «Ρίγα 2006–2018» προ­τά­θη­κε η αλλα­γή του ιδιο­κτη­σια­κού καθε­στώ­τος σε «πρά­σι­νη περιο­χή με κτί­ρια», ανοί­γο­ντας το δρό­μο για οικο­πε­δο­ποί­η­ση και «άγνω­στες» κατα­σκευ­ές. (…) Οι συζη­τή­σεις για το μέλ­λον του Μνη­μεί­ου της Νίκης συνεχίζονται…Το 2019, έρι­ξαν την ιδέα να μετο­νο­μα­στεί, να απο­συ­ναρ­μο­λο­γη­θεί ή να δημιουρ­γη­θεί μουσείο.

Πηγές:

Dāvidsone, Riga gardens and parks, Riga, Liesma, 1988.
Kruks, Σημειω­τι­σμός της πόλης: πολι­τι­κή τελε­τουρ­γία και καλ­λι­τε­χνι­κή συγκυ­ρία στην κατα­σκευή μνη­μεί­ων στη Σοβιε­τι­κή Λετο­νία, Letonica αρ. 18, 2008.
Lejnieks, Riga, kuras nav, Riga, Zinātne, 1998.
Muižnieks και V. Zelče (επιμ.). Η πολε­μι­κή μνήμη.
16 Μαρ­τί­ου και 9 Μαΐ­ου, Ρίγα, Zinātne, 2011.
περιοδικά.lv

Το ΚΚΕ για την κατα­στρο­φή σοβιε­τι­κού μνη­μεί­ου στη Λετο­νία: «Κάτω τα χέρια από τα αντι­φα­σι­στι­κά μνη­μεία της Ευρώπης!»

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο