Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Έφυγε από τη ζωή ο Ντ. Α. Πενεμπέικερ, πρωτοπόρος κινηματογραφιστής

Σε ηλι­κία 94 ετών έφυ­γε από τη ζωή την 1η Αυγού­στου στην κατοι­κία του στο Λονγκ Άιλαντ των ΗΠΑ ο Ντ. Α. Πενε­μπέι­κερ, ένας μεγά­λος σκη­νο­θέ­της, που υπέ­γρα­ψε ορι­σμέ­να από τα πιο εμβλη­μα­τι­κά ντο­κι­μα­ντέρ στην ιστο­ρία του Ροκ. Μετα­ξύ αυτών το κορυ­φαίο Don’t Look Back του 1967 για την περιο­δεία του Μπόμπ Ντύ­λαν και το Ziggy Stardust and the Spiders from Mars του 1973 του Ντέι­βιντ Μπό­ουϊ. Μάλι­στα το 2007 κυκλο­φό­ρη­σε το 65 Revisited, όπου περιέ­λα­βε και υλι­κό που δεν είχε περι­λη­φθεί στο πρώ­το ντο­κι­μα­ντέρ για τον Ντίλαν.

Γεν­νη­μέ­νος το 1925 στο Ίβαν­στον του Ιλι­νόις, ο Πενε­μπέι­κερ, γιός ενός φωτο­γρά­φου, ήταν ο πρω­τερ­γά­της σε μία ολά­κε­ρη γενιά κινη­μα­το­γρα­φι­στών στη δεκα­ε­τία του ’60 που έφε­ραν κι επέ­βαλ­λαν σημα­ντι­κές και­νο­το­μί­ες στις τεχνι­κές λήψης –ο ίδιος ήταν πρω­το­πό­ρος στη χρή­ση φορη­τής κάμε­ρας– και υιο­θέ­τη­σαν ένα προ­σω­πι­κό ύφος, του κινη­μα­το­γρά­φος-αλή­θεια (cinema-verite’). Ο ίδιος μάλι­στα ήταν ο «εφευ­ρέ­της» του μοντέρ­νου πολι­τι­κού ντο­κι­μα­ντέρ με το Primacy, που αφο­ρού­σε τη νίκη του Τζ.Φ.Κένεντι στις εκλο­γές των Δημο­κρα­τι­κών για το χρί­σμα της προ­ε­δρί­ας των ΗΠΑ στο Ουϊσκόνσιν.

Ο Πενε­μπέι­κερ απο­φοί­τη­σε το 1947 από το Παν/μιο Γειλ με πτυ­χίο μηχα­νο­λό­γου μηχα­νι­κού και δού­λε­ψε στις πρώ­τες πει­ρα­μα­τι­κές από­πει­ρας χρή­σης των υπο­λο­γι­στών , δημιουρ­γώ­ντας τη δική του εται­ρεία που επε­ξερ­γά­σθη­κε ένα και­νο­τό­μο πρό­γραμ­μα αερο­πο­ρι­κών κρατήσεων.

Pennebaker

«Μέσα σε εκεί­νο το «πανη­γύ­ρι» του ανορ­θο­λο­γι­σμού (του οποί­ου δια­φο­ρε­τι­κή, αλλά εξί­σου έντο­νη εκδο­χή ζού­με στις μέρες μας) ο, νεα­ρός τότε, Βορειο­α­με­ρι­κα­νός σκη­νο­θέ­της Ντ. Α. Πενε­μπέι­κερ απο­φά­σι­σε, το καλο­καί­ρι του 1959, να πάρει μια κάμε­ρα και ένα απλό μαγνη­τό­φω­νο και να πάει στη Μόσχα. Αν και ήδη προ­δια­τε­θει­μέ­νος ότι δεν επρό­κει­το να συνα­ντή­σει αυτά που φαντά­ζο­νταν οι συμπα­τριώ­τες του, ωστό­σο, η αλή­θεια τον συγκλό­νι­σε. Θυμά­ται ότι του είχαν πει πως η Μόσχα ήταν «σαν μια μεγά­λη φυλα­κή» και ότι όλοι εδώ ήταν «εχθροί» του. «Δεν ήταν αλή­θεια, οι άνθρω­ποι εδώ σε κοι­τά­νε κατα­πρό­σω­πο και αυτό με αιφ­νι­δί­α­σε», λέει σήμε­ρα. Το απο­τέ­λε­σμα αυτού του ταξι­διού ήταν το ντο­κι­μα­ντέρ με το συμ­βο­λι­κό τίτλο «Ανοιγ­μα στη Μόσχα», όπου η κάμε­ρα απο­κα­λύ­πτει μια πανέ­μορ­φη πόλη, με ανέγ­γι­χτους τους λιθό­στρω­τους δρό­μους της, τα φαντα­χτε­ρά βαμ­μέ­να τρό­λεϊ, τα τερά­στια οικο­δο­μή­μα­τα και κάτι που τον έχει εντυ­πω­σιά­σει μέχρι σήμε­ρα: Τα ανοι­χτά χαμό­γε­λα ενός λαού που είχε σπι­λω­θεί ως «εχθρός» από τη δυτι­κή προπαγάνδα.

Ηθε­λε να δώσει μία μη πολι­τι­κή ματιά στη ζωή στη Μόσχα, νομί­ζο­ντας ότι για τους Αμε­ρι­κα­νούς θα ήταν πολύ ενδια­φέ­ρου­σα, αλλά οι προσ­δο­κί­ες του δεν επι­βε­βαιώ­θη­καν. «Κανέ­νας δεν ήθε­λε να το δει και τελι­κά το έβα­λα σε ένα κου­τί όπου έμει­νε έκτο­τε χωρίς να το έχει δει κανέ­νας», είπε» (Πηγή — Γρη­γό­ρης Τραγγανίδας).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο