Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ήταν καλός γονιός ο Στάλιν;

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Μία από τις πολ­λές συκο­φα­ντί­ες σε βάρος του Ι.Β. Στά­λιν ήταν και αυτή για τις σχέ­σεις του με τα παι­διά του. Άλλω­στε ένας «αιμο­δι­ψής δικτά­το­ρας» όπως τον παρου­σιά­ζουν δεν θα μπο­ρού­σε να είναι τρυ­φε­ρός προς τα παι­διά του.
Χωρίς να επι­διώ­κου­με να παρου­σιά­σου­με ανα­λυ­τι­κά το θέμα αξιο­ποιού­με ορι­σμέ­να απο­σπά­σμα­τα από τον βιβλίο «Η Κόρης του Στά­λιν» (Rosemary Sullivan – εκδό­σεις ΠΑΤΑΚΗ 2017). Πρό­κει­ται για ένα βιβλίο που προ­φα­νώς δεν είναι φιλι­κά προ­σκεί­με­νο προς τον Στά­λιν (κάθε άλλο μάλι­στα) που όμως δίνει κάποιες χρή­σι­μες «λεπτο­μέ­ρειες» για τη στά­ση απέ­να­ντι στην κόρη του Σβε­τλά­να (που το 1967 κατέ­φυ­γε στη Δύση) ώστε να βγουν κάποια ανα­γκαία συμπεράσματα…
Δια­βά­ζου­με:

-«Ο Στά­λιν είχε βγά­λει διά­φο­ρα χαϊ­δευ­τι­κά ονό­μα­τα στην κόρη του. Η Σβε­τλά­να ήταν η «πετα­λου­δί­τσα» του, η «μυγού­λα» του, το «σπουρ­γι­τά­κι» του. Σκά­ρω­νε ένα παι­χνί­δι για χάρη της, που οι δυό τους το έπαι­ζαν ακό­μη και όταν η Σβε­τλά­να είχε φτά­σει δεκα­έ­ξι ετών. Όπο­τε εκεί­νη του ζητού­σε κάτι, ο Στά­λιν έλε­γε: «Για­τί απλώς ζητάς; Δια­τα­γή δώσε, κι εγώ θα το φρο­ντί­σω αμέ­σως». Την απο­κα­λού­σε οικο­δέ­σποι­νά του και της έλε­γε ότι ο ίδιος ήταν ο γραμ­μα­τέ­ας της, εκεί­νη ήταν το αφε­ντι­κό. Ο Στά­λιν συνή­θι­ζε, κατε­βαί­νο­ντας από το γρα­φείο του, που βρι­σκό­ταν στον πάνω όρο­φο του «Κίτρι­νου Παλα­τιού» και κατευ­θυ­νό­με­νος στο χολ, να φωνά­ζει: «Οικο­δέ­σποι­να».

-«Ο πατέ­ρας της τη κάθι­ζε στα δεξιά του. Ενώ οι άνδρες συζη­τού­σαν κρα­τι­κές υπο­θέ­σεις εκεί­νη, εκεί­νη κάρ­φω­νε το βλέμ­μα της στην κορ­νι­ζα­ρι­σμέ­νη φωτο­γρα­φία της μητέ­ρας της πάνω από τον μπου­φέ. Ο πατέ­ρας της στρε­φό­ταν προς το μέρος της και τη ρωτού­σε για τους βαθ­μούς της στο σχο­λείο και υπέ­γρα­φε το σχο­λι­κό της ημερολόγιο…Μερικές φορές ανέ­βαι­νε στο δωμά­τιο της κόρης του που κοι­μό­ταν για να την καλη­νυ­χτί­σει με ένα φιλί».

Όταν απου­σί­α­ζε έστελ­νε γράμ­μα στη μικρή του κόρη. Ας δού­με δύο από αυτά:

«Στην οικο­δέ­σποι­νά μου Σβετάνκα

-«Δε γρά­φεις στον μπα­μπα­κού­λη σου. Μου φαί­νε­ται πώς τον ξέχα­σες. Πώς είναι η υγεία σου; Δεν πιστεύω να είσαι άρρω­στη, ε; Τι κάνεις, πώς περ­νάς; Έχεις δει τη Λιόλ­κα; Πώς είναι οι κού­κλες; Περί­με­να να λάβω σύντο­μα μία δια­τα­γή σου, αλλά τζί­φος. Κρί­μα. Τον στε­να­χω­ρείς τον μπα­μπά­κα σου. Δεν πει­ρά­ζει. Σε φιλώ. Ανα­μέ­νω νέα σου.

Ο μπα­μπα­κού­λης»

-«18 Απρι­λί­ου 1933

Γεια σου μικρή μου οικοδέσποινα!

Σου στέλ­νω ρόδια, μαντα­ρί­νια και μερι­κά φρουι γλα­σέ. Να τα φας και να τα ευχα­ρι­στη­θείς, μικρή μου οικο­δέ­σποι­να… .έχω να ανα­φέ­ρω, συντρό­φισ­σα οικο­δέ­σποι­να, ότι ήμουν στην Τιφλί­δα για μία μέρα.. Είχα πάει στης μητέ­ρας μου και της έδω­σα χαι­ρε­τί­σμα­τα από σένα και τον Βάσια. Η για­γιά είναι καλά σε γενι­κές γραμ­μές και στέλ­νει και στους δυο σας ένα μεγά­λο φιλί. Αυτά λοι­πόν για την ώρα. Σου στέλ­νω ένα φιλί. Θα σε δω σύντομα».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο