Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αζίζ Νεσίν «Γράφω για τον τουρκικό λαό»

Επι­μέ­λεια Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Ο Αζίζ Νεσίν (Νου­σμέτ Νεσίν το πραγ­μα­τι­κό του όνο­μα) γεν­νή­θη­κε στην Πόλη στις 20 Δεκεμ­βρί­ου 1915 από φτω­χή μικρο­α­στι­κή οικο­γέ­νεια. «Οι δύσκο­λες μες στην παι­δι­κή μου ηλι­κία ήταν πολ­λές. Ούτε μια στιγ­μή στα παι­δι­κά μου χρό­νια δεν ήμουν παιδί».

Οι γονείς του ήθε­λαν να μορ­φω­θεί ο γιος τους, να γίνει σπου­δαί­ος. Η μόρ­φω­ση συν­δυά­στη­κε με ένα θρη­σκευ­τι­κό σχο­λείο όπου οι μαθη­τές μαθαί­ναν να δια­βά­ζουν το Κορά­νι και στη συνέ­χεια να το απο­στη­θί­ζουν. Έτσι ο Ισλα­μι­σμός κάλυ­ψε τη βασι­κή του εκπαίδευση.

«Πάλε­ψα πολύ για να ξεπε­ρά­σω τη θρη­σκευ­τι­κή επί­δρα­ση πάνω μου, χαί­ρο­μαι να βλέ­πω σήμε­ρα νέους να σκέ­φτο­νται προ­ο­δευ­τι­κά, πράγ­μα­τα που εγώ πέτυ­χα πολύ αργά, 32 χρόνων».

Τα τελευ­ταία χρό­νια της ζωής του αφιε­ρώ­θη­κε στη μάχη κατά του θρη­σκευ­τι­κού φανα­τι­σμού και ανα­δεί­χθη­κε ένας από τους ασυμ­βί­βα­στους επι­κρι­τές του Ισλάμ. Στις 2 Ιου­λί­ου 1993, ενώ παρα­κο­λου­θού­σε μια πολι­τι­στι­κή εκδή­λω­ση των Αλε­βι­τών στην πόλη Σιβάς (Σεβά­στεια), ένα εξα­γριω­μέ­νο πλή­θος φανα­τι­κών μου­σουλ­μά­νων πολιόρ­κη­σε το ξενο­δο­χείο και στη συνέ­χεια το πυρ­πό­λη­σε. Ο Αζίζ Νεσίν επέ­ζη­σε, αλλά 37 άνθρω­ποι έχα­σαν τη ζωή τους. Η κυβέρ­νη­ση κατη­γό­ρη­σε δια στό­μα­τος της πρω­θυ­πουρ­γού Ταν­σού Τσι­λέρ τον ίδιο τον Νεσίν, επει­δή είχε «προ­κα­λέ­σει το πλήθος».

***

Η λαχτά­ρα του για μάθη­ση τον κάνει να μπει στη σχο­λή αξιω­μα­τι­κών του τουρ­κι­κού στρα­τού. Εκεί μπό­ρε­σε να βρει βιβλία. Το 1935 απο­φοί­τη­σε από τη Σχο­λή Ευελ­πί­δων και ονο­μά­στη­κε αξιω­μα­τι­κός του τουρ­κι­κού στρα­τού. Το 1937 τελεί­ω­σε τη Σχο­λή Πολέ­μου. Σαν αξιω­μα­τι­κός παρα­κο­λού­θη­σε τη Φυσι­κο­μα­θη­μα­τι­κή Σχο­λή απ’ όπου απο­φοί­τη­σε το 1939. Φοί­τη­σε επί­σης και δύο χρό­νια στη Σχο­λή Καλών Τεχνών.

Δεν είναι παρά­ξε­νο που ο μαρ­ξι­στής Αζίζ Νεσίν πέρα­σε 6 χρό­νια στο στρα­τό. Το 1944 απο­μα­κρύν­θη­κε από το στρά­τευ­μα και ακο­λού­θη­σε διά­φο­ρα επαγ­γέλ­μα­τα, ώσπου να κατα­λή­ξει στη δημο­σιο­γρα­φία και στη λογοτεχνία.

«Στην Τουρ­κία μάθα­με το σοσια­λι­σμό συναι­σθη­μα­τι­κά. Πρώ­τα είδα­με την αδι­κία, τη φτώ­χεια. Αυτά μας δημιούρ­γη­σαν τα ερω­τη­μα­τι­κά. Αυτό δεν ήταν μόνο σε εμέ­να, αλλά και για πολ­λούς άλλους διανοούμενους».

Για τις προ­ο­δευ­τι­κές ιδέ­ες του και για τους αγώ­νες του για τη δημο­κρα­τία και τη δημο­κρα­τι­κή ανα­γέν­νη­ση της Τουρ­κί­ας διώ­χτη­κε από το ανε­λεύ­θε­ρο καθε­στώς της χώρας του και στάλ­θη­κε επα­νει­λημ­μέ­να στη φυλα­κή και στην εξορία.

«Εγώ δεν έκα­να πολ­λά χρό­νια στη φυλα­κή. Μόνο 5,5 χρό­νια ανά­με­σα στα έτη 1946–1960. Εμέ­να του­λά­χι­στον με πιά­να­νε αλλά και με άφη­ναν για λίγο. Όμως ο Ναζίμ Χικ­μέτ ήταν 15 χρό­νια φυλα­κή συνέ­χεια. Φυσι­κά, απο­τέ­λε­σμα αυτού του κατα­τρεγ­μού, ήταν ότι δεν μπο­ρού­σα να δου­λέ­ψω, δεν μπο­ρού­σα να απο­δώ­σω στο έργο μου»

Τη δεκα­ε­τία του ’80, όταν την Τουρ­κία κυβερ­νού­σε η χού­ντα του στρα­τη­γού Εβρέν, ο Νεσίν ύψω­σε φωνή δια­μαρ­τυ­ρί­ας και ανέ­λα­βε την πρω­το­βου­λία για τη γνω­στή «Επι­στο­λή των Δια­νο­ου­μέ­νων» («Aydünlar Dilekçeci»), που ασκού­σε κρι­τι­κή στο καθε­στώς και ζητού­σε την επα­να­φο­ρά της Δημο­κρα­τί­ας. Ακο­λού­θη­σε φυσι­κά δίκη και καταδίκη.

***

Πολυ­γρα­φό­τα­τος, έχει εκδώ­σει πολ­λούς τόμους με διη­γή­μα­τα και θεα­τρι­κά έργα. Πολ­λά διη­γή­μα­τά του και έργα του έχουν μετα­φρα­στεί σε ξένες γλώσ­σες, 23 συνολικά.

Γνω­στός και στην Ελλά­δα από τις ιστο­ρί­ες του «Ο Σίσυ­φος με τα 8 πόδια», «Οι ιστο­ρί­ες ενός εξό­ρι­στου», και «Ο καφές και η δημο­κρα­τία» (το πιο αντι­προ­σω­πευ­τι­κό του έργο).

«Για μένα το χιού­μορ είναι ένα θέμα πολύ σοβα­ρό», λέει ο ίδιος. «Δεν είναι εύκο­λο να απα­ντή­σω στο ερώ­τη­μα για­τί χρη­σι­μο­ποιώ τόσο συχνά τη σάτι­ρα. Εγώ προ­σπα­θώ να συνται­ριά­σω ανό­μοια πράγ­μα­τα και παίρ­νω από το ένα μέρος τον Σοφο­κλή και από το άλλο τον Ναστρα­ντίν Χότζα.

Οι τότε Αθη­ναϊ­κές ιμπε­ρια­λι­στι­κές βλέ­ψεις, η προ­ε­τοι­μα­σία του αθη­ναϊ­κού λαού για πόλε­μο και η άσχη­μη οικο­νο­μι­κή κατά­στα­ση του λαού αυτού, είναι που ανέ­δει­ξαν τον Σοφο­κλή σαν ένα μεγά­λο συγγραφέα.

Και εγώ γρά­φω για τον τουρ­κι­κό λαό, μια και έζη­σα στην Τουρ­κία στις πιο δύσκο­λες οικο­νο­μι­κές συν­θή­κες, χωρίς αυτό βέβαια να σημαί­νει ότι είμαι Σοφοκλής.

Στην τουρ­κι­κή παρά­δο­ση υπάρ­χουν δύο ρίζες της φιλο­σο­φί­ας από παλιά. Είναι μια πλού­σια παρά­δο­ση 800–900 χρό­νων. Η μια ρίζα είναι η σατι­ρι­κή πεζο­γρα­φία και η άλλη η ποί­η­ση. Από αυτό το μαντέ­μι, εγώ παίρ­νω πολ­λά στοι­χεία και τα συντε­ριά­ζω στα έργα μου».

Στις μικρές ιστο­ρί­ες του σατι­ρί­ζει με καυ­στι­κό­τη­τα όλα τα κακώς κεί­με­να της τουρ­κι­κής κοι­νω­νί­ας Τη σάτι­ρα τη μετα­χει­ρί­ζε­ται σαν καρ­φί για να τσι­γκλί­σει το ανθρώ­πι­νο μυα­λό. Χτυ­πά­ει ό,τι είναι κοντό­φθαλ­μο και βρί­σκει χώρο για σάτι­ρα ακό­μη και στις «Ιστο­ρί­ες ενός εξό­ρι­στου» ή όταν γρά­φει για τη φυλα­κή. Τιμη­μέ­νος με 4 διε­θνή βρα­βεία για την καλύ­τε­ρη χιου­μο­ρι­στι­κή ιστο­ρία, το 1956 και το 1957 στην Ιτα­λία, το 1966 στη Βουλ­γα­ρία, το 1969 στη Σοβιε­τι­κή Ένω­ση. Τιμη­μέ­νος και με το πρώ­το βρα­βείο αφρι­κα­νο­α­σια­τι­κής λογο­τε­χνί­ας το 1974.

***

Φεύ­γο­ντας από το στρα­τό το 1944 δου­λεύ­ει μέσα σε αφά­ντα­στα δύσκο­λες συν­θή­κες της επο­χής σαν δημο­σιο­γρά­φος. Η σάτι­ρά του και η ανοι­χτή πολε­μι­κή του στά­ση κατά των ΗΠΑ του χάρι­σε 5,5 χρό­νια φυλα­κής και εξο­ρί­ας, τα 2,5 απ’ αυτά κρα­τού­με­νος. Χωρίς να παρα­πεμ­φθεί σε δίκη. Ένα άρθρο του κατά της στρα­τιω­τι­κής βοή­θειας των ΗΠΑ στην Τουρ­κία του στοι­χί­ζει 10 μήνες φυλα­κή και 4 εξο­ρία, ενώ η συνερ­γα­σία του με τον Σαμπα­τίν Αλή (γνω­στό συγ­γρα­φέα δολο­φο­νη­μέ­νο το 1963) στο χιου­μο­ρι­στι­κό περιο­δι­κό «Μάρ­κο Ρόζα» το 1946, είχε σαν απο­τέ­λε­σμα διώ­ξεις, χάσι­μο δου­λειάς, σύλ­λη­ψη κλπ.

Στις φτω­χο­γει­το­νιές της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης, μικρός ο Νεσίν, θυμά­ται ότι τα του­υρ­κό­που­λα ποτέ δε φόρα­γαν μπλε – άσπρες φανέ­λες, τα χρώ­μα­τα της ελλη­νι­κής σημαί­ας. Και τα ελλη­νό­που­λα ποτέ δε φόρα­γαν κόκ­κι­νες άσπρες φανέ­λες, χρώ­μα­τα της τουρ­κι­κής σημαί­ας. Έτσι τα μαθαίνανε.

Αυτή του την ανά­μνη­ση χρη­σι­μο­ποιεί ο Αζίζ Νεσίν στον πρό­λο­γό του στην ελλη­νι­κή επα­νέκ­δο­ση του έργου του «Ο καφές και η δημοκρατία».

***

«Η θέση του δια­νο­ού­με­νου είναι ασφα­λώς δίπλα στο λαό, και είναι χρέ­ος του να αγω­νί­ζε­ται συνέ­χεια γι’ αυτόν είτε μέσα από τις οργα­νώ­σεις των δια­νο­ου­μέ­νων ή μέσα από τις γραμ­μές του κόμ­μα­τος της εργα­τι­κής τάξης».

***

Ο Αζίζ Νεσίν με πολ­λά προ­βλή­μα­τα υγεί­ας άφη­σε την τελευ­ταία του πνοή στις 6 Ιου­λί­ου 1995. Υπέ­στη καρ­δια­κή προ­σβο­λή την ώρα που υπέ­γρα­φε βιβλία του σε βιβλιο­πω­λείο της Σμύρνης.

 

(Αξιο­ποι­ή­θη­καν δημο­σιεύ­μα­τα και συνε­ντεύ­ξεις του Αζίζ Νεσίν στον Ριζοσπάστη)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο