Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλέκος Χατζηκώστας: Όταν σταμάτησε η κούρσα του … Κ. Καραμανλή! (Διήγημα)

Οι εκλο­γές τον Μάη του 1958 και η επι­τυ­χία της ΕΔΑ , που ήταν πια αξιω­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση, έδω­σε φτε­ρά στα όνει­ρα του.

«Τώρα μπο­ρού­με να ανα­σά­νου­με γυναί­κα. Να στα­μα­τή­σου­με να ζού­με στα νοί­κια. Με τα λεφτά που έχω στην άκρη και την προί­κα που μου έδω­σες, να αγο­ρά­σου­με εκεί­νο το οικό­πε­δο και να στε­γά­σου­με τα όνει­ρα μας», είπε ο πατέ­ρας γεμά­τος χαρά.

Είχαν 3 χρό­νια παντρε­μέ­νοι και είχαν κου­ρα­στεί από τις μετα­κι­νή­σεις και κυρί­ως τώρα που εδώ και δύο χρό­νια είχαν απο­κτή­σει την κορού­λα τους.

Αρχές Ιού­νη είχε ολο­κλη­ρω­θεί η αγο­ρά οικο­πέ­δου και χάρη στο «σινά­φι» που ήταν κομ­μά­τι του (φορ­τη­γα­τζής γαρ) είχαν αρχί­σει να πέφτουν και τα θεμέ­λια. Τα 3–4 διπλα­νά οικό­πε­δα που είχαν αγο­ρα­στεί στην έρη­μη τότε περιο­χή της επαρ­χια­κής πόλης, είχαν και αυτά αρχί­σει να φτιά­χνουν τα θεμέλια.

Όμως να, άρχι­σαν και οι πρώ­τες παρεμ­βά­σεις. Ο χωρο­φύ­λα­κας της περιο­χής ‚με ύφος, τους ανα­κοί­νω­σε ότι αυτό που κάνουν είναι παρά­νο­μο «για­τί η περιο­χή είναι εκτός σχε­δί­ου πόλε­ως» και ότι «αι αρχαί του τόπου δεν θα επι­τρέ­ψουν την ανομίαν».

Δεν έδω­σαν μεγά­λη σημασία.

«Γυναί­κα τώρα με την ΕΔΑ αξιω­μα­τι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση, δεν θα μπο­ρούν οι εθνι­κό­φρο­νες να κάνουν ότι θέλουν. Δεν περ­νά όπως παλιό­τε­ρα η μπο­γιά τους» υπο­στή­ρι­ξε με σθέ­νος ο πατέρας.

Με την απο­κο­τιά της ανά­γκης για «κερα­μί­δι» αλλά και τις αυτα­πά­τες της… «αξιω­μα­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­ση» ξεκί­νη­σαν να φτιά­χνουν το πρώ­το δωμά­τιο, σύμ­φω­να με το σχέ­διο του εργο­λά­βου και των μαστό­ρων (πού τότε μηχα­νι­κοί και αρχιτέκτονες…)

Η φαγά­να όμως της νομαρ­χί­ας έκα­νε την εμφά­νι­ση της, συνο­δευό­με­νη από χωροφύλακες.

«Σας προει­δο­ποι­ή­σα­με ότι αυτό που κάνε­τε είναι παρά­νο­μο. Η δια­τα­γή είναι το γκρεμίσουμε»

Παρά τα κλά­μα­τα και τα παρα­κά­λια της μητέ­ρας (ο σύζυ­γος έλει­πε στη δου­λειά) η φαγά­να έκα­νε το «θεά­ρε­στο έργο της». Το ίδιο άλλω­στε έκα­νε και στα γει­το­νι­κά οικόπεδα.

Η αγα­νά­κτη­ση τον οδή­γη­σε την άλλη μέρα στο γρα­φείο του Νομάρχη.

Το θάρ­ρος του παλιού ΕΠΟ­Νι­τη ξύπνη­σε μέσα του:

«Τι είναι αυτά που κάνε­τε. Το οικό­πε­δο είναι νόμι­μο και η υπό­σχε­ση του δημάρ­χου είναι ότι θα μπει η περιο­χή γρή­γο­ρα στο σχέ­διο πόλης. Τι μανία τέλος πάντως σας έχει πιά­σει να γκρε­μί­ζε­ται τα σπί­τια μεροκαματιάρηδων;»

Ο νομάρ­χης, παρά τη γνω­ρι­μία τους, τον απά­ντη­σε κοφτά:

«Άρχι­σες τα παλιά πάλι; Εφαρ­μό­ζου­με τον νόμο, δεν είναι αντάρ­τι­κο εδώ».

Η ιδέα ήταν δική του και την μετέ­φε­ρε και στους γείτονες.

«Συνεν­νο­ή­θη­κα με τους εργά­τες. Θα χτί­ζου­με το βρά­δυ με τις γκα­ζό­λα­μπες και το πρωί θα απλώ­νου­με σε όσα κτί­σα­με την Ελλη­νι­κή σημαία. Δεν πιστεύω ότι θα τολ­μή­σουν να γκρε­μί­σουν κτί­σμα­τα που έχουν τη σημαία πάνω τους. Θα την σεβαστούν»

Οι πρώ­τες μέρες κύλη­σαν σύμ­φω­να με το σχέ­διο. Ήδη είχαν χτι­στεί τα δύο πρώ­τα δωμά­τια και συνέχιζαν.

Όμως στο τέλος της βδο­μά­δας η φαγά­να έκα­νε και πάλι την εμφά­νι­σή της συνο­δευό­με­νη αυτή τη φορά και με τον εισαγ­γε­λέα της περιο­χής και πλή­θος αστυνομικών.

Οι φωνές ότι «δεν σέβε­στε το σύμ­βο­λο του Έθνους» πήγαν στον βρό­ντο. Η σημαία διπλώ­θη­κε αφού διπλώ­θη­κε προ­σε­κτι­κά, στη συνέ­χεια η μπουλ­ντό­ζα γκρέ­μι­σε ξανά ότι με κόπο είχε φτιαχτεί.

Είχε φτά­σει Οκτώ­βριος και η κατά­στα­ση δεν προ­χω­ρού­σε. Η μητέ­ρα διά­βα­ζε πάντα προ­σε­κτι­κά τις ειδή­σεις από την ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ που αγό­ρα­ζε, μια και η ΑΥΓΗ, δύσκο­λα βρι­σκό­ταν στα περί­πτε­ρα της περιοχής.

«Στις 27 θα έλθει εις την….ο πρω­θυ­πουρ­γός Κων­στα­ντί­νος Καρα­μαν­λής προ­κει­μέ­νου, επι­κε­φα­λής κυβερ­νη­τι­κού κλι­μα­κί­ου εγκαι­νιά­σει το φράγ­μα του ποτα­μού Αλιάκ­μο­να που θα δώσει ανά­σαν εις την ευρύ­τε­ρην περιοχήν.»

Ο δρό­μος για το φράγ­μα περ­νού­σε μπρο­στά από τον δρό­μο της νέας αυτής γει­το­νιάς. Μία παρά­τολ­μη ιδέα της ήλθε στο μυα­λό. Μάζε­ψε τις υπό­λοι­πες γυναί­κες και κατέ­στρω­σαν το σχέδιο.

Από το πρωί περί­με­ναν την κυβερ­νη­τι­κή πομπή, κρα­τώ­ντας όσες είχαν τα νεο­γέν­νη­τα παι­διά τους στην αγκα­λιά, ενώ όσες δεν είχαν κρα­τώ­ντας ..ευαγ­γέ­λια.

Όταν είδαν την πομπή με τις μαύ­ρες υπη­ρε­σια­κές κούρ­σες να πλη­σιά­ζει βγή­καν και έκλει­σαν τον δρό­μο. Ο τοπι­κός βου­λευ­τής της ΕΡΕ, έβα­λε τις φωνές, ενώ αμέ­σως τους κύκλω­σε η αστυ­νο­μι­κή δύναμη.

Οι γυναί­κες φώνα­ζαν, τα παι­διά έκλαι­γαν, ενώ κάποιες έψελ­ναν το «Υπερ­μά­χω».

Και τότε τον είδαν να βγαί­νει από το αυτο­κί­νη­τό του. Φορού­σε πλα­τό γκρί­ζο και δια­κρι­νό­ταν αμέ­σως για το ύψος του. Όλοι παρα­μέ­ρι­σαν στο πέρα­σμα του.

«Τι συμ­βαί­νει εδώ; Για­τί τόση φασα­ρία;» ρώτη­σε με εκεί­νη την χαρα­κτη­ρι­στι­κή Σερ­ραϊ­κή προ­φο­ρά του.

«Κύριε πρω­θυ­πουρ­γέ, γυναί­κες της περιο­χής είναι που εμπο­δί­ζουν να περά­σου­με» του είπε ο τοπι­κός βου­λευ­τής, που σίγου­ρα αισθα­νό­ταν ότι όλο αυτό το γεγο­νός «χαλού­σε το προ­φίλ του» και ίσως και τα όνει­ρα αργό­τε­ρα για καμία υφυπουργοποίηση.

Με γορ­γά απο­φα­σι­στι­κά βήμα­τα, η μητέ­ρα τον έφτα­σε και του είπε την ιστο­ρία μονορούφι.

Έδει­ξε να τη ακού­ει προ­σε­κτι­κά. Φώνα­ξε δίπλα του τον νομάρ­χη, τον δήμαρ­χο και τον τοπι­κό βουλευτή.

«Δίνω εντο­λή να μπει η περιο­χή σε δύο μήνες στο Σχέ­διο Πόλε­ως. Μέχρι τότε να μην γκρε­μι­στεί κανέ­να σπίτι».

Η πομπή συνέ­χι­σε το δρό­μο της, αφού οι γυναί­κες της γει­το­νιάς είχαν πετύ­χει μία πρώ­τη νίκη.

Το βρά­δυ, όταν ο πατέ­ρας έμα­θε την ιστο­ρία απλά χαμο­γέ­λα­σε και είπε στην μητέρα:

«Θα σε γρά­ψει η ιστο­ρία. Ήσουν αυτή που στα­μά­τη­σε την κούρ­σα του Πρωθυπουργού»

(Διή­γη­μα που στη­ρί­ζε­ται σε πραγ­μα­τι­κά γεγο­νό­τα, από τις ιστο­ρί­ες της μητέ­ρας μου, που «χάθη­κε» πρόσφατα)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο