Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλίντα Δημητρίου: «Το μήνυμά μου είναι η πίστη στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος θα παλεύει πάντα για το δίκιο»

Ένα καθα­ρό, στο ήθος, συνε­πές, στην κοι­νω­νι­κή του απο­στο­λή, και ευαί­σθη­το, στην προ­σέγ­γι­ση των «ανω­νύ­μων» αγω­νι­στών που την έγρα­ψαν, κινη­μα­το­γρα­φι­κό «βλέμ­μα», στις 30 Ιου­λί­ου 2013 , σε ηλι­κία 80 ετών. Αφή­νο­ντας τον ελλη­νι­κό κινη­μα­το­γρά­φο σαφώς φτω­χό­τε­ρο, αλλά και ένα έργο από­λυ­τα ανα­γκαίο στην πάλη ενά­ντια στη λήθη, τη συκο­φά­ντη­ση και τη δια­στρέ­βλω­ση που επι­χει­ρεί η εξου­σία των μονο­πω­λί­ων ενα­ντί­ον αυτών που την αμφι­σβη­τούν και παλεύ­ουν για την ανα­τρο­πή της.

Η Αλί­ντα Δημη­τρί­ου γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να το 1933. Σπού­δα­σε σκη­νο­θε­σία στη σχο­λή Σταυ­ρά­κου. Εγρα­ψε το βιβλίο «Φιλ­μο­γρα­φία ται­νιών μικρού μήκους (1939–1979)», και το «Λεξι­κό ται­νιών μικρού μήκους».

«Εκεί­νο που με ενδια­φέ­ρει είναι οι απλοί άνθρω­ποι, που στρα­τεύ­θη­καν, τα έδω­σαν όλα και στο τέλος δεν ζήτη­σαν τίπο­τα. Οι “ανώ­νυ­μοι”. Αυτούς εκτι­μώ. Και όταν θέλω να δώσω περισ­σό­τε­ρη έμφα­ση, λέω οι “ξυπό­λυ­τοι”» έλε­γε στη συνέ­ντευ­ξή της στο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» το 2009, με αφορ­μή τη δεύ­τε­ρη ται­νία της τρι­λο­γί­ας της για τη γυναί­κα στην Αντί­στα­ση, «Η ζωή στους βρά­χους», που ήταν αφιε­ρω­μέ­νη στις γυναί­κες μαχή­τριες του Δημο­κρα­τι­κού Στρα­τού Ελλάδας.

Οντως έτσι ήταν. Η Αλί­ντα Δημη­τρί­ου από το 1977 έως το 1994 γύρι­σε περισ­σό­τε­ρα από 50 ντο­κι­μα­ντέρ για την τηλε­ό­ρα­ση και το υπουρ­γείο Πολι­τι­σμού (π.χ. Το Θέα­τρο στο βου­νό, Ανθρώ­πι­να Δικαιώ­μα­τα (10 ημί­ω­ρα), Γυναί­κες (6 ημί­ω­ρα). Από το 1994 — 2003 ασχο­λή­θη­κε με το βιο­μη­χα­νι­κό ντο­κι­μα­ντέρ, κάνο­ντας 15 ται­νί­ες για τη ΔΕΗ. Σε όλο της το έργο και ειδι­κά στην τρι­λο­γία της, που ξεκί­νη­σε το 2008 με τα «Που­λιά στο βάλ­το» για τις γυναί­κες στην Εθνι­κή Αντί­στα­ση (απο­σπώ­ντας επτά βρα­βεία, ενώ μια κόπια της βρί­σκε­ται στα Γενι­κά Αρχεία της Σόφιας), συνε­χί­στη­κε το 2009 με τη «Ζωή στους βρά­χους» και ολο­κλη­ρώ­θη­κε το 2011 με τα «Τα κορί­τσια της βρο­χής» για τις γυναί­κες αγω­νί­στριες την περί­ο­δο της χού­ντας, απου­σιά­ζει κάθε ακα­δη­μαϊ­σμός, διδα­κτι­σμός ή επι­τή­δευ­ση. Αφή­νει τις πρω­τα­γω­νί­στριες να μιλή­σουν απλά, καθά­ρια γι’ αυτά που είδαν, έζη­σαν, πίστε­ψαν και εξα­κο­λου­θούν να πιστεύ­ουν. Διό­τι όταν σκο­πός ενός κινη­μα­το­γρα­φι­στή είναι η ειλι­κρι­νής του πρό­θε­ση να ανα­ζη­τή­σει την αλή­θεια, αρκεί μία κάμε­ρα, μία φόρ­μα κοντι­νών πλά­νων στην «πηγή» και πραγ­μα­τι­κό θάρ­ρος να αντέ­ξει την αλήθεια.

Το περιε­χό­με­νο ήταν ο «μπού­σου­λας» του σινε­μά το οποίο πίστευε και υπη­ρέ­τη­σε η Αλί­ντα Δημη­τρί­ου και γι’ αυτό θα μεί­νει άφθαρ­το. Σε αυτό το «περιε­χό­με­νο» υπο­κλί­θη­κε. Ελε­γε στο «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» για τις αγω­νί­στριες γυναί­κες: «Είμαι περή­φα­νη που τις συνά­ντη­σα. Μου ανέ­βα­σαν τον πήχη του κόσμου πιο ψηλά. Μου ξανα­μπό­λια­σαν την αξιο­πρέ­πεια, το ήθος τους, το πεί­σμα τους, την αντο­χή τους. Αλλά και τη σεμνό­τη­τά τους. Η οποία είναι φοβε­ρή. Καμιά από αυτές δεν θέλει να παρου­σια­στεί και να βγει μπρο­στά. Καμία δεν βγαί­νει μπρο­στά. Μία από τις γυναί­κες, στην πρώ­τη ται­νία, μου διη­γού­νταν πώς τους κάνα­νε μαρ­τύ­ρια στην οδό Ελπί­δος, στην πλα­τεία Βικτω­ρί­ας. Ενα κολα­στή­ριο ανά­λο­γο της Μέρ­λιν. Και της λέω “για στά­σου, μη μου τα λες έτσι, μου τα λες με έναν τρό­πο σα να έφα­γες σου­βλά­κια χθες το βρά­δυ”. Μου λέει “τι πάθος θες; Ξέρεις πόσοι ήταν εκεί μέσα; Ενα πετρα­δά­κι ήμουν εγώ”. Αυτή η σεμνό­τη­τά τους με συγκλό­νι­σε. Με συγκλό­νι­σε το πεί­σμα τους σε αυτά που πιστεύ­α­νε. Δεν υπέ­γρα­ψαν (σ.σ. “δήλω­ση”), όχι για­τί τους ήρθε κάποια “δια­τα­γή” να μην υπο­γρά­ψουν. Ηταν θέμα αξιο­πρέ­πειας γι’ αυτές: “Ποιος είσαι εσύ, που μου ζητάς να υπο­γρά­ψω;” (…) Το μήνυ­μά μου είναι η πίστη στον άνθρω­πο. Ο άνθρω­πος θα παλεύ­ει πάντα για το δίκιο».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο