Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλεξάντρ Πούσκιν: Ο νέγρος προπάππος μου κι εγώ…

 Γρά­φει η Τασ­σώ Γαΐ­λα //
Αρθρογράφος-Ερευνήτρια

Παγκό­σμια ημέ­ρα Ρωσι­κής γλώσ­σας η 6η Ιου­νί­ου, Ρωσι­κής γλώσ­σας της κορω­νί­δας των σλα­βι­κών γλωσ­σών και μου­σι­κό­τε­ρης γλώσ­σας του κόσμου και ως παγκό­σμια ημέ­ρα καθιε­ρώ­θη­κε προς τιμήν του Αλε­ξά­ντρ Πού­σκιν του εθνι­κού ποι­η­τή της Ρωσί­ας και ταυ­τό­χρο­να κορυ­φαί­ου παγκο­σμί­ως ποι­η­τή του 19ου αιώνα.

Και ναι μεν η 6η Ιου­νί­ου καθιε­ρώ­θη­κε ως παγκό­σμια ημέ­ρα Ρωσι­κής γλώσ­σας με αφορ­μή τη γέν­νη­ση του ποι­η­τή στις 6 Ιού­νη 1799 (26 Μαΐ­ου π.ημερ.), άγνω­στο όμως παρα­μέ­νει αν πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε εφέ­τος κάποια σχε­τι­κή εκδή­λω­ση στις ΗΠΑ κι αυτό για­τί η Ρωσία πριν λίγες μέρες ακύ­ρω­σε το μνη­μό­νιο συνερ­γα­σί­ας στον Πολι­τι­σμό και τις Τέχνες που ίσχυε ανά­με­σα στις δύο χώρες από την 10ετία του ’80.

Προς τιμήν των γενε­θλί­ων του μέγα ποι­η­τή αλλά και τιμή στη Ρώσι­κη γλώσ­σα μικρό αφιέ­ρω­μα σε ένα έργο του ποι­η­τή το «Ο νέγρος του Μεγά­λου Πέτρου» (Arap Petra Belikayia) ημι­τε­λές έργο του, ένα από τα ημι­τε­λή που είχε αρχί­σει να γρά­φει μετά την επι­στρο­φή του από την εξο­ρία (1827).

«Ο νέγρος του Μεγάλου Πέτρου».

Αυτός είναι ο τίτλος του ημι­τε­λούς έργου του Εθνι­κού ποι­η­τή της Ρωσί­ας. Αυτόν τον τίτλο έδω­σε στο έργο όπου θα παρου­σί­α­ζε την βιο­γρα­φία του νέγρου προ­πάπ­που του από την πλευ­ρά της μητέ­ρας του. Αν κι αρι­στο­κρά­της ο Αλε­ξά­ντρ Πού­σκιν κινού­με­νος σε κύκλο ρηχών αρι­στο­κρα­τών που θεω­ρού­σαν «αγκά­θι» την κατα­γω­γή από σκλά­βο Αφρι­κα­νό στη­ρί­ζο­ντας την δική τους ανω­τε­ρό­τη­τα στην αρι­στο­κρα­τι­κή κατα­γω­γή, ο ποι­η­τής δεν δίστα­ζε να δηλώ­νει τον θαυ­μα­σμό του για τον προ­πάπ­πο του από τον οποίο όπως έλε­γε είχε κλη­ρο­νο­μή­σει όχι μόνο τα σγου­ρά του μαλ­λιά, αλλά και το ταλέ­ντο του, το πάθος του για τη ζωή και τον έρωτα.

Ο Αλε­ξά­ντρ Πού­σκιν — ρωσι­κά: Александр Сергеевич Пушкин- γεν­νή­θη­κε στη Μόσχα στις 6 Ιού­νη του 1799 (26 Μάη π.ημ.), κι ήταν ο πρω­τό­το­κος γιός δυο αρι­στο­κρα­τών. Του Σερ­γκέι Λβό­βιτς Πού­σκιν και της Ναντέζ­ντα Όσι­πνο­βα Χάν­νι­μπαλ που είχε παπ­πού …τον νέγρο σκλά­βο του Μέγα Πέτρου.

Αν και θα υπέ­θε­τε κανείς ότι τα παι­δι­κά χρό­νια του ποι­η­τή θα ήταν ευτυ­χι­σμέ­να συνέ­βη το αντί­θε­το εφό­σον οι δυο ευγε­νείς γονείς του παρα­με­λού­σαν τα παι­διά τους κι η μητέ­ρα του Πού­σκιν αγα­πού­σε κι έδει­χνε χωρίς δισταγ­μό την αδυ­να­μία της στα δυο μικρό­τε­ρα αδέλ­φια του Αλε­ξά­ντρ ‚την Όλγα και τον Λέβ ‑πράγ­μα που έκα­νε τον Αλε­ξά­ντρ ένα πολύ εσω­στρε­φές παι­δί -,ενώ στον ανυ­πά­κουο ‚παχύ κι αδέ­ξιο μικρό Αλε­ξά­ντρ επέ­βα­λε συνε­χώς τιμωρίες.

Στο σπί­τι οι ευγε­νείς γονείς του μιλού­σαν σύμ­φω­να με τη μόδα της επο­χής απο­κλει­στι­κά Γαλ­λι­κά κι ο μικρός Αλε­ξά­ντρ ‚ο θεμε­λιω­τής της Ρώσι­κης γλώσ­σας, τα Ρώσι­κα τα έμα­θε… από την για­γιά του από την πλευ­ρά της μητέ­ρας του κι από δύο δου­λο­πά­ροι­κους που άσκη­σαν μεγά­λη επιρ­ροή επά­νω του κι ό ένας μάλι­στα από αυτούς ο Νικο­λάι Κοζ­λόφ έμει­νε κοντά στον ποι­η­τή ακό­μη κι όταν αυτός μεγά­λω­σε. Στην εκμά­θι­ση της Ρωσι­κής συνέ­βα­λε κι η τρο­φός του Αρί­να Ροντιό­νοβ­να μέσω της οποί­ας έμα­θε τη Ρώσι­κη λαϊ­κή ποί­η­ση. Ο ποι­η­τής αγα­πού­σε ιδιαί­τε­ρα το θείο του ποι­η­τή Βασί­λι Πού­σκιν (αδελ­φό του πατέ­ρα του) που τον βοή­θη­σε στα πρώ­τα καλ­λι­τε­χνι­κά βήμα­τα του.

Από την για­γιά του λοι­πόν, πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε και τα σχε­τι­κά με τον νέγρο προ­πάπ­πο του τον… Αβρα­άμ Πετρόβιτς.

Ο Ρώσος Τσά­ρος Πέτρος ο Α’ (1672–1725) αγό­ρα­σε από τον Τούρ­κο σουλ­τά­νο στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη έναν Αφρι­κα­νό σκλά­βο, τον Αμπράμ Χάν­νι­μπαλ, που ήταν γιός πρί­γκη­πα της Αβησ­συ­νί­ας, άνθρω­πο ικα­νό­τα­το και πανέ­ξυ­πνο. Αφού τον βάπτι­σε Ορθό­δο­ξο Χρι­στια­νό ανέ­λα­βε ο ίδιος την κηδε­μο­νία του. Ο Αβρα­άμ Πετρό­βιτς ‑αυτό είναι πλέ­ον το όνο­μα του νέγρου Αφρι­κα­νού- έγι­νε στη συνέ­χεια ένας πολύ μορ­φω­μέ­νος στρα­τιω­τι­κός και αυθε­ντία σε θέμα­τα μηχα­νι­κής. Ο Αβρα­άμ Πετρό­βιτς, ο αγα­πη­μέ­νος προ­στα­τευό­με­νος του Τσά­ρου, ήταν ο παπ­πούς της Ναντέζ­ντα Χ, μητέ­ρας του Αλε­ξά­ντρ Πού­σκιν. Σε πρώ­το γάμο –ο Αβρα­άμ είχε παντρευ­τεί μία Ελλη­νί­δα, την Πολυ­ξέ­νη, κόρη Έλλη­να πλοιάρ­χου του Τσά­ρου, και σε δεύ­τε­ρο γάμο με Ρωσί­δα θα προ­κύ­ψει η εγγο­νή του Ναντέζντα(Νάντια) η μητέ­ρα του Αλεξάντρ.

Το έργο — δυστυ­χώς- έμει­νε ημιτελές.

Αυτό που προ­κα­λεί κι εύλο­γα εντύ­πω­ση είναι ότι ο πατέ­ρας του Αλε­ξά­ντρ Σερ­γκέ­γιε­βιτς Πού­σκιν κατα­γό­ταν από μία από τις παλιό­τε­ρες αρι­στο­κρα­τι­κές οικο­γέ­νειες της Ρωσί­ας με ιστο­ρία 600 ετών και θα μπο­ρού­σε να γρά­ψει τη βιο­γρα­φία κάποιου από αυτούς τους προ­γό­νους του, εν τού­τοις από όλους τους ευγε­νείς προ­γό­νους του αυτός επέ­λε­ξε τον σκλά­βο πρό­γο­νο του για να γρά­ψει την βιο­γρα­φία του!

Ο Α. Σ. Πού­σκιν απε­βί­ω­σε στις 20 Ιανουα­ρί­ου 1837 στην Αγία Πετρούπολη.

Σημείωση: Δυο λόγια για τον πίνακα-πορτρέτο του Πούσκιν.

Το πορ­τρέ­το του Πού­σκιν φιλο­τέ­χνη­σε ο διά­ση­μος Ρώσος ζωγρά­φος Ορέστ Κιπρέν­σκι (1782–1836) που τότε ήταν ο αγα­πη­μέ­νος καλ­λι­τέ­χνης των Ρώσων αρι­στο­κρα­τών. Τον Μάη του 1827 ο φίλος του ποι­η­τή Άντον Ντέλ­βιγκ του ζήτη­σε να ποζά­ρει για τον Κιπρέν­σκι. Ο Πού­σκιν που καθό­λου δεν του άρε­σε η εμφά­νι­ση του και την ειρω­νευό­ταν συνε­χώς τελι­κά συμ­φώ­νη­σε και το πορ­τρέ­το φιλο­τε­χνή­θη­κε στο σπί­τι του κόμη Ντμί­τρι Σερε­μέ­τεφ τον Μάη του 1827.

Αυτό το πορ­τρέ­το στο οποίο ο ζωγρά­φος ήθε­λε το κοι­νό να βλέ­πει τον ποι­η­τή σαν χαρού­με­νο και ήρε­μο ή σαν στο­χα­στι­κό και λυπη­μέ­νο και τελι­κά τα κατά­φε­ρε, θεω­ρεί­ται το καλύ­τε­ρο έργο-πορ­τρέ­το του καλ­λι­τέ­χνη και φυσι­κά δημιούρ­γη­σε μια εικό­να του ζωντα­νού, κινη­τι­κού και συναι­σθη­μα­τι­κού ποι­η­τή ανα­φιο­ρά στις επό­με­νες γενιές.

Πηγή:H Ρώσι­κη σελί­δα Slied Orfea, Kultura, Literatura i Iskystvo
 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο