Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αναστημένοι θεοί από την αρχαιότητα μέχρι τον Ιησού

Η κάθε θρη­σκεία διεκ­δι­κεί την πρω­το­πο­ρία σε διά­φο­ρες πτυ­χές της πίστης της. Στην ουσία όμως καμία πίστη και καμία δοξα­σία δεν είναι αυθύ­παρ­κτη. Είναι όλες επη­ρε­α­σμέ­νες από προη­γού­με­νες θρη­σκεί­ες, μύθους και δοξα­σί­ες που προ­σαρ­μό­ζο­νται στα δεδο­μέ­να της νεό­τε­ρης θρη­σκεί­ας και παρου­σιά­ζε­ται ως κάτι το νέο. Προς αυτή την κατεύ­θυν­ση είναι ίσως και
η ανα­νοη­μα­το­δό­τη­ση που δίνε­ται σε ένα γεγο­νός, δηλα­δή η προ­σαρ­μο­γή του μηνύ­μα­τός του στα νέα δεδο­μέ­να. Αυτό συνέ­βη και με την περί­πτω­ση της ανά­στα­σης του Ιησού.

Κατα­νοώ ότι αυτό το σημεί­ω­μα μπο­ρεί να θεω­ρη­θεί ως βλά­σφη­μο από μερι­κούς. Ωστό­σο η πρό­θε­σή μας δεν είναι αυτή. Αντι­με­τω­πί­ζου­με την ανά­στα­ση όχι ως ζήτη­μα θρη­σκευ­τι­κής πίστης, αλλά ως ιστο­ρι­κό γεγονός.

afroditi

Θεοί που πεθαίνουν και ανασταίνονται την άνοιξη

Η ιστο­ρι­κή έρευ­να κατα­γρά­φει θρύ­λους, μύθους και διη­γή­σεις για ανα­στά­σεις θεών μέσα στην άνοι­ξη. Αυτό δεν είναι τυχαίο αφού την άνοι­ξη έχου­με την ανα­γέν­νη­ση της φύσης. Και μέσα από τις ανα­στά­σεις τους οι διά­φο­ροι θεοί ήθε­λαν να στεί­λουν το μήνυ­μα της ανα­γέν­νη­σης του ανθρώπου.

Η ιστο­ρι­κή έρευ­να, λοι­πόν, κατα­δει­κνύ­ει ότι η πίστη στο θάνα­το και στην ανά­στα­ση δεν απο­τε­λεί χρι­στια­νι­κή ανα­κά­λυ­ψη. Ακό­μα θα λέγα­με πως ορι­σμέ­να χρι­στια­νι­κά τελε­τουρ­γι­κά τυπι­κά του Πάσχα είναι αντι­γρα­φή και ανα­προ­σαρ­μο­γή τελε­τών που γίνο­νται προς τιμή παλαιό­τε­ρων «ειδω­λο­λα­τρι­κών» θεών.

Επί­σης, θάνα­τοι θεών (και μάλι­στα με σταύ­ρω­ση) και ανά­στα­σή τους κατα­γρά­φο­νται σχε­δόν σε όλον τον γνω­στό κόσμο από αρχαιο­τά­των χρό­νων, αιώ­νες πριν την εμφά­νι­ση του χριστιανισμού.

Στην αμερικανική ήπειρο

Όσο κι αν ακου­στεί περί­ερ­γο, ανά­στα­ση θεού είχα­με και στη μακρι­νή σε μας αμε­ρι­κα­νι­κή ήπει­ρο. Ο Εμμα­νου­ήλ Για­ρο­σλάφ­σκι στο βιβλίο του «Πώς γεν­νιού­νται, ζουν και πεθαί­νουν οι
θεοί και οι θεές» σημειώ­νει: «… όταν οι Ευρω­παί­οι ανα­κά­λυ­ψαν τη Νότια Αμε­ρι­κή και γνώ­ρι­σαν τη θρη­σκεία των εκεί λαών, δια­πί­στω­σαν με κατά­πλη­ξη ότι ανά­με­σα σ’ εκεί­νους τους λαούς, που ως τότε δεν είχαν έλθει σ’ επα­φή με τον χρι­στια­νι­κό κόσμο, υπήρ­χε η ίδια πίστη σ’ ένα θεό που πεθαί­νει και ανασταίνεται».

Σύμ­φω­να με τους μεξι­κά­νι­κους θρύ­λους, ο θεός Κου­ε­τζαλ­κο­άτλ είχε σταυ­ρω­θεί σ’ έναν ξύλι­νο σταυ­ρό. Οι Μεξι­κα­νοί πίστευαν ότι ο θεός είχε φονευ­θεί μ’ αυτόν τον βάρ­βα­ρο τρό­πο για­τί εκεί­νοι, που ήρθε να σώσει, στά­θη­καν αγνώμονες.

Ο Κου­ε­τζαλ­κο­άτλ σταυ­ρώ­θη­κε πάνω σε ένα βου­νό εν μέσω δύο εγκλη­μα­τιών, τάφη­κε για τρεις ημέ­ρες και ανα­στή­θη­κε από τους νεκρούς, υπο­σχό­με­νος ότι θα επι­στρέ­ψει ως νέος ήλιος σε μία δεύ­τε­ρη παρου­σία του επί γης που θα σώσει ορι­στι­κά το γένος των ανθρώ­πων. Οι ομοιό­τη­τες που παρου­σιά­ζει αυτός ο θρύ­λος με τα όσα γνω­ρί­ζου­με για τον Ιησού είναι αξιοσημείωτες.

Στην εργα­σία του «Το αρχαίο Μεξι­κό», ο Κίν­γκ­σμπο Ρονγκ λέει ότι οι αρχαί­οι κάτοι­κοι της χερ­σο­νή­σου Γιου­κά­ταν λάτρευαν ένα σωτή­ρα που τον έλε­γαν Μπα­κάμπ και είχε γεν­νη­θεί από την άμω­μο παρ­θέ­να Τσι­ρι­μπί­ρας και ήταν στε­φα­νω­μέ­νος με ακάν­θι­νο στε­φά­νι. Σύμ­φω­να με την παρά­δο­ση κι αυτός σταυ­ρώ­θη­κε πάνω σ’ έναν ξύλι­νο σταυ­ρό. Έμει­νε πεθα­μέ­νος 3 μέρες, ανα­στή­θη­κε και ανα­λή­φθη­κε στον ουρανό.

Ανά­με­σα στους δεκά­δες «μαρ­τυ­ρή­σα­ντες» για το καλό των ανθρώ­πων θεούς, ξεχω­ρί­ζει και ο ύπα­τος του Σκαν­δι­να­βο-γερ­μα­νι­κού Παν­θέ­ου, Θεός Όντιν, που σταυ­ρώ­θη­κε πάνω στο Δέν­δρο της Ζωής.

Στη Μέση Ανατολή

Ερχό­με­νοι κοντά στην περιο­χή μας συνα­ντού­με μέσα στους βαβυ­λω­νια­κούς θρύ­λους τον Μαρ­ντούκ, ο οποί­ος ήταν ο δημιουρ­γός, ο λυτρω­τής και ο σωτή­ρας του κόσμου. Αυτός που απάλ­λα­ξε τουςosiris ανθρώ­πους από κάθε ανά­γκη, θερα­πεύ­ο­ντας αρρώ­στους και ανα­σταί­νο­ντας νεκρούς. Εκεί­νοι που προ­σκυ­νού­σαν τον Μαρ­ντούκ πίστευαν ότι πεθαί­νει το χει­μώ­να και ανα­σταί­νε­ται την άνοιξη.

Πλα­τιά δια­δε­δο­μέ­νη σ’ ολό­κλη­ρη την Ανα­το­λή ήταν και η λατρεία του θεού Άδω­νη, η λατρεία του οποί­ου έφτα­σε και μέχρι την Ιου­δαία, στην οποία γεν­νή­θη­κε πολύ αργό­τε­ρα ο Ιησούς Χριστός.

Σύμ­φω­να με το θρύ­λο, ο Άδω­νις πεθαί­νει αλλά ύστε­ρα από τρεις ημέ­ρες ανα­σταί­νε­ται. Οι τελε­τουρ­γί­ες της ταφής του θεού αυτού μοιά­ζουν πολύ με τις τελε­τουρ­γί­ες της χρι­στια­νι­κής παρά­δο­σης σε σχέ­ση με τον επιτάφιο.

Το ίδιο δια­δε­δο­μέ­νη ήταν και η λατρεία του θεού Άττι και της μητέ­ρας του, της «μεγα­λό­πρε­πης μάνας» των θεών, Κυβέ­λης, θεάς της Φρυ­γί­ας, όπως και του Μελ­κάρτ, του θεού των Φοι­νί­κων της Τύρας, η οποία είχε δια­δο­θεί πάνω από 1.000 χρό­νια, πριν την εμφά­νι­ση του χριστιανισμού.

Παρό­μοια περί­πτω­ση είναι επί­σης ο θεός Σαντάν και ο θεός Ιμπρα­έζ στην Καππαδοκία.

Οι ιστο­ρι­κοί της προ­γε­νέ­στε­ρης του χρι­στια­νι­σμού επο­χής περιέ­γρα­ψαν λεπτο­με­ρεια­κά την πλα­τιά δια­δε­δο­μέ­νη λατρεία της Αιγύ­πτιας θεάς Ίσι­δας και του θεού Σερά­πι­δα (Όσι­ρις). Αυτή η λατρεία ήταν γνω­στή σ’ όλα τα παρά­λια της Μεσο­γεί­ου, δηλα­δή εκεί ακρι­βώς όπου έμελ­λε να δια­δο­θεί αργό­τε­ρα ο χρι­στια­νι­σμός. Τον και­ρό των Πτο­λε­μαί­ων η λατρεία αυτή ήταν η πιο  δια­δε­δο­μέ­νη στον ελλη­νο­ρω­μαϊ­κό κόσμο. Όπως οι χρι­στια­νοί χρη­σι­μο­ποί­η­σαν αργό­τε­ρα, με τον τρό­πο τους, τις αιγυ­πτια­κές συρια­κές, ασσυ­ρια­κές κλπ παρα­δό­σεις και δοξα­σί­ες, το ίδιο και οι Ρωμαί­οι προ­σπά­θη­σαν να προ­σαρ­μό­σουν στις αντι­λή­ψεις τους τη λατρεία της Ίσι­δας και του Σέραπι.

Ο Μίθρας

Ας δού­με όμως και τον Μίθρα που πάνω από 1.000 χρό­νια πριν το χρι­στια­νι­σμό θεω­ρεί­το θεός των φυτών, θεός της γονι­μό­τη­τας και η λατρεία του ήταν πολύ δια­δε­δο­μέ­νη στις χώρες όπου οι άνθρω­ποι ασχο­λού­νταν με τη γεωρ­γία. Ο Μίθρας ήταν γιος θεού και γεν­νή­θη­κε σε μία σπηλιά!

Οι οπα­δοί του Μίθρα συνή­θι­ζαν το τελε­τουρ­γι­κό δεί­πνο, που προ­σο­μοιά­ζει με τον μυστι­κό δεί­πνο του Ιησού, στο οποίο έτρω­γαν αγια­σμέ­νο ψωμί και έπι­ναν κρα­σί, κοι­νω­νώ­ντας από το σώμα και το αίμα του Μίθρα. Επί­σης, τα πλυ­σί­μα­τα που συνή­θι­ζαν να κάνουν οι λάτρεις του Μίθρα μοιά­ζουν πάρα πολύ με το χρι­στια­νι­κό μυστή­ριο της βάπτισης.

Στην Ελλάδα

Ας έρθου­με όμως στα πιο κοντι­νά μας, στην Ελλάδα.

Ο εσταυρωμένος Διόνυσος (Ορφέας) Βάκχος

Ο εσταυ­ρω­μέ­νος Διό­νυ­σος (Ορφέ­ας) Βάκχος

Στα ελλη­νι­κά θρη­σκευ­τι­κά δρώ­με­να έχου­με αρκε­τές περι­πτώ­σεις που προ­σο­μοιά­ζουν με τα χρι­στια­νι­κά. Έχου­με τον σταυ­ρω­μέ­νο Προ­μη­θέα, τον Ιδαίο Δία της Κρή­της που κάθε χρό­νο γιορ­τα­ζό­ταν ο θάνα­τος και η ανά­στα­σή του στα Κρη­τι­κά μυστή­ρια και τέλος τον Διό­νυ­σο που πεθαί­νει σαν Διό­νυ­σος Ζαγρέ­ας για να ανα­στη­θεί σαν Διό­νυ­σος Ελευ­θε­ρέ­ας, σωτή­ρας και
ελευ­θε­ρω­τής των ώρι­μων ψυχών.

Λόγω του περιο­ρι­σμέ­νου χώρου που έχου­με στη διά­θε­σή μας θα ανα­φερ­θού­με επι­γραμ­μα­τι­κά σε αυτά.  Την άνοι­ξη, λοι­πόν, στην Ελλά­δα πανη­γύ­ρι­ζαν τη γιορ­τή της ανά­στα­σης του θεού Διό­νυ­σου (Βάκ­χος).

Σύμ­φω­να μ’ ένα μύθο, ο Διό­νυ­σος είναι γιος του Δία και της Περ­σε­φό­νης. Κατα­διώ­κε­ται από τους Τιτά­νες που τους στέλ­νει η Ήρα. Ο Διό­νυ­σος συλ­λαμ­βά­νε­ται και κατα­τε­μα­χί­ζε­ται, αλλά μένει μόνον η καρ­διά του. Τότε ο Δίας ανα­σταί­νει τον Διό­νυ­σο. Η ανά­στα­ση του Διό­νυ­σου γιορ­τα­ζό­ταν την άνοι­ξη. Οι ανα­στά­σι­μες τελε­τές γίνο­νταν σε όλη την Ελλά­δα και αυτό γινό­ταν πολύ πριν την εμφά­νι­ση του χριστιανισμού.

Παρό­μοια λατρεία συνα­ντού­με και στην περί­πτω­ση του Κρη­τα­γε­νούς Ζεύς ή Φελ­χα­νού που πεθαί­νει και ανα­σταί­νε­ται. Ο θάνα­τός του συμ­βο­λι­κά απει­κο­νί­ζε­ται πάνω σε ισο­σκε­λή σταυ­ρό, στις τέσ­σε­ρις δηλα­δή δυνά­μεις της (ανα)δημιουργίας και στα τέσ­σε­ρα σημεία του ορί­ζο­ντα, γήι­να και συμπαντικά.

Εδώ πρέ­πει να σημειώ­σου­με την εκτε­τα­μέ­νη θρη­σκευ­τι­κή, λυτρω­τι­κή χρή­ση του σταυ­ρού και στον ελλα­δι­κό και νοτιοϊ­τα­λι­κό χώρο, αλλά και από τους Αιγύ­πτιους πολύ πριν την εμφά­νι­ση του χριστιανισμού.

Ο συμβολισμός

Ιστο­ρι­κά βλέ­πο­ντας και ανα­λύ­ο­ντας τους μύθους και τις δοξα­σί­ες, ο καθη­γη­τής της Κλα­σι­κής Αρχαιο­λο­γί­ας στο Αρι­στο­τέ­λειο Πανε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης Μιχά­λης Α. Τιβέ­ριος σημειώ­νει σε άρθρο του στο «Βήμα» των Αθη­νών (17–01-1999):

anastasi«Έχο­ντας όλα αυτά υπό­ψη και συγ­χρό­νως το δέος που αισθά­νο­νταν τότε οι πιστοί, καθώς έβλε­παν τον μυστη­ριώ­δη και ανε­ξή­γη­το τρό­πο με τον οποίο ο μού­στος μετα­τρε­πό­ταν σε κρα­σί, κατα­νο­ού­με καλύ­τε­ρα και το για­τί η νέα θρη­σκεία του Ναζω­ραί­ου θέλη­σε να οικειο­ποι­η­θεί τόσο το θείο αυτό δώρο του Διο­νύ­σου όσο και ένα από τα βασι­κά σύμ­βο­λά του, την κλη­μα­τα­ριά. Το γεγο­νός αυτό προ­κά­λε­σε τις αντι­δρά­σεις των οπα­δών της παλαιάς θρη­σκεί­ας, που κατη­γο­ρού­σαν τους χρι­στια­νούς ότι τους υφαρ­πά­ζουν τα ιερά και τα όσιά τους. (…) Αλλά το γεγο­νός ότι ο χρι­στια­νι­σμός υιο­θέ­τη­σε τα σύμ­βο­λα αυτά της παλαιάς θρη­σκεί­ας είχε απο­τέ­λε­σμα να μην μπο­ρέ­σει να απαλ­λα­γεί εύκο­λα από τον Διό­νυ­σο, παρ’ όλο που από πολύ νωρίς τον ενέ­τα­ξε στους μεγα­λύ­τε­ρους πολέ­μιους του Ιησού».

Βιβλιο­γρα­φία
• Ακα­δη­μία Επι­στη­μών ΕΣΣΔ «Επι­στή­μη και Θρη­σκεία», Μόσχα 1960, Αθή­να 1962.
• Κάρεν Άρμ­στρονγκ «Η ιστο­ρία του Θεού», εκδ. Φιλί­στωρ, β’ έκδο­ση 1998.
• Γιάν­νη Κορ­δά­του «Αρχαί­ες Θρη­σκεί­ες και χρι­στια­νι­σμός», εκδ. Μπου­κου­μά­νη 1973.
• Harvey Spencer Lewis «Η μυστι­κι­στι­κή ζωή του Ιησού», εκδ. Τετρα­κτύς, πρώ­τη έκδο­ση 1929.
• Γιάν­νη Κορ­δά­του «Ιησούς Χρι­στός και Χρι­στια­νι­σμός», τόμ. Α’ και Β’, εκδ. Μπου­κου­μά­νη, 1975.
• Λιλή Ζωγρά­φου «ΑΝΤΙΓΝΩΣΗ τα δεκα­νί­κια του καπι­τα­λι­σμού», εκδό­σεις Αλε­ξάν­δρεια, 1974.
• Θωμά Μάρα «Οι αντι­φά­σεις της Και­νής Δια­θή­κης», εκδ. Δίβρης, 1979.
• Γ. Γρη­γο­ρο­μι­χε­λά­κης «Δεκα­πέ­ντε εσταυ­ρω­μέ­νοι και ανα­στη­μέ­νοι σωτή­ρες», εκδό­σεις Δαδού­χος, 2003.

Επι­μέ­λεια: Μιχά­λης Μιχα­ήλ / Χαραυγή

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο