Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ανατόλι Β. Λουνατσάρσκι: “Ο αληθινός δάσκαλος — πρέπει πάνω απ’ όλα να είναι μαζί με τους ανθρώπους σε όλες τους τις εμπειρίες, ακόμη και στις πλάνες τους” (ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ)

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζηκώστας

Παρου­σιά­ζου­με σήμε­ρα (σε αρκε­τή πιστή μετά­φρα­ση) ένα από τα πρώ­τα ντο­κου­μέ­ντα για τα ζήτη­μα αυτά πρό­κει­ται για επι­στο­λή του Ανα­τό­λι Βασί­λιε­βιτς Λου­να­τσάρ­σκι προς όλους τους μαθη­τές που δημο­σιεύ­τη­κε στον αριθ­μό 11 της εφη­με­ρί­δας της Προ­σω­ρι­νής Κυβέρ­νη­σης Εργα­τών και Αγρο­τών της 16ης Νοεμ­βρί­ου 1917.
(Πηγή: Συλ­λο­γή κυβερ­νη­τι­κών νόμων και κανο­νι­σμών για το 1917–1918. Δια­χεί­ρι­ση των υπο­θέ­σε­ων του Sovnarkom της ΕΣΣΔ Μ. 1942, σσ. 71–73)

Στο ντο­κου­μέ­ντο αυτό καθο­ρί­ζο­νται σε αδρές γραμ­μές ο ιδε­ο­λο­γι­κός προ­σα­να­το­λι­σμός της νέας σοσια­λι­στι­κής Παι­δεί­ας, καθώς και δίνο­νται απα­ντή­σεις σε ζητή­μα­τα που αφο­ρούν τον ρόλο των δασκά­λων-δια­νό­η­σης στο χτες αλλά και στο σήμε­ρα της επα­να­στα­τι­κής διαδικασίας.

Το ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

«Παράρ­τη­μα αριθ. 1.
Από τον Λαϊ­κό Επί­τρο­πο Παιδείας.
Σε όλους τους μαθητές.

Σύντρο­φοι!

Επί δεκα­ε­τί­ες το καλύ­τε­ρο μέρος της ρωσι­κής δια­νό­η­σης υπη­ρε­τού­σε τον λαό και ήταν υπε­ρή­φα­νο για την υπη­ρε­σία αυτή. Θεω­ρού­σε την υπό­θε­ση του δια­φω­τι­σμού, την υπό­θε­ση της αφύ­πνι­σης της συνεί­δη­σης των λαϊ­κών μαζών, ως ένα ιδιαί­τε­ρα σημα­ντι­κό καθήκον.

Οι καλύ­τε­ροι της δια­νό­η­σης δεν φαντά­ζο­νταν τους εαυ­τούς τους ως τους εκλε­κτούς σοφούς και φορείς του ανώ­τε­ρου πολι­τι­σμού, που καλού­νταν να κηρύ­ξουν κάποιο έτοι­μο ευαγ­γέ­λιο στους “βαρ­βά­ρους”.

Αντί­θε­τα, περί­με­ναν από τις αφυ­πνι­σμέ­νες μάζες τη δημιουρ­γι­κό­τη­τα, την αυτο­δυ­να­μία και τη δημιουρ­γία ενός νέου κοι­νω­νι­κού, ηθι­κού και καλ­λι­τε­χνι­κού κόσμου.

Οι δια­νο­ού­με­νοι άσκη­σαν σημα­ντι­κή επιρ­ροή στην αφύ­πνι­ση του λαού, στη δια­δι­κα­σία με την οποία η ενστι­κτώ­δης δίψα των κατα­πιε­σμέ­νων για δικαιο­σύ­νη μετα­τρά­πη­κε σε επα­να­στα­τι­κή συνεί­δη­ση, σε έντο­νη κοι­νω­νι­κή δραστηριότητα.

Τον Φεβρουά­ριο του 1917, ο λαός, σαν σε μισο­κοι­μι­σμέ­νο ύπνο, σπρωγ­μέ­νος από την ανά­γκη, ανέ­τρε­ψε τον σάπιο θρό­νο και στα­μά­τη­σε, ένας μισό­τυ­φλος γίγα­ντας, χωρίς να ξέρει τι να κάνει στη συνέχεια.

Ανέ­θε­σε την τύχη του, τη νίκη του, στους άξιους αγω­νι­στές της επα­νά­στα­σης, σε ένα μεγά­λο μπλοκ από τα πιο ηχη­ρά ονό­μα­τα του επα­να­στα­τι­κού κόσμου.

Αλλά μετα­ξύ αυτών των ντό­πιων δια­νο­ου­μέ­νων επι­κρα­τού­σαν δύο ιδέ­ες: η ανά­γκη να συνε­χι­στεί ο πόλε­μος και η ανά­γκη να συνε­χι­στεί η κοι­νω­νι­κή ειρή­νη με τη δική τους αστι­κή τάξη.

Και οι δύο αυτές ιδέ­ες ήταν βαθιά αντι­λαϊ­κές. Όμως οι μάζες πεί­στη­καν — παρά τις ακό­μα αμυ­δρές προει­δο­ποι­ή­σεις του κόμ­μα­τος, το οποίο είχε αντι­λη­φθεί το νόη­μα των γεγο­νό­των, το επερ­χό­με­νο εύρος τους, τις κρυ­φές προσ­δο­κί­ες της λαϊ­κής ψυχής.

Ο δρό­μος που η δια­νό­η­ση, συγκε­ντρω­μέ­νη στο Κόμ­μα Άμυ­νας, οδη­γού­σε τη χώρα μαζί με την αντε­πα­να­στα­τι­κή αστι­κή τάξη, οδη­γού­σε τη Ρωσία στο χεί­λος της κατα­στρο­φής. Οι μάζες έκα­ναν μια σπα­σμω­δι­κή προ­σπά­θεια να σώσουν τον εαυ­τό τους, να σώσουν τη Ρωσία και την επανάσταση.

Δεν ήταν μόνο η συνεί­δη­ση της επι­κίν­δυ­νης κατά­στα­σης που ώθη­σε τις μάζες στην τρί­τη επα­νά­στα­ση, στην εξέ­γερ­ση της 25ης Οκτω­βρί­ου, η οποία ανέ­τρε­ψε την κυβέρ­νη­ση συνα­σπι­σμού, αλλά και η δίψα για κοι­νω­νι­κή δικαιο­σύ­νη, η οποία δυνά­μω­σε και εκφρά­στη­κε με τη θέλη­ση για ριζι­κές κοι­νω­νι­κές μεταρ­ρυθ­μί­σεις, για την άμε­ση εφαρ­μο­γή ορι­σμέ­νων από τα πρώ­τα βήμα­τα του στα­δια­κού σοσια­λι­στι­κού προγράμματος.

Για πρώ­τη φορά στη Ρωσία, οι μάζες ξεση­κώ­θη­καν μόνες τους, με το δικό τους πρό­γραμ­μα και με την επι­θυ­μία να πάρουν την εξου­σία στα χέρια τους.

Πώς υπο­δέ­χτη­κε η δια­νό­η­ση την ηρω­ι­κή προ­σπά­θεια του προ­λε­τα­ριά­του, στο χεί­λος του θανά­του, να δημιουρ­γή­σει μια ισχυ­ρή, βαθιά εξου­σία, να οργα­νώ­σει τη χώρα, να βάλει τέλος στον πόλεμο.

Αντι­με­τώ­πι­σε αυτή την προ­σπά­θεια με μίσος. Όχι μόνο αρνεί­ται να βοη­θή­σει το προ­λε­τα­ριά­το, αλλά χαί­ρε­ται με κάθε συζή­τη­ση ενα­ντί­ον του, θλί­βε­ται όταν ο νεα­ρός ήρω­ας συν­θλί­βει ξανά και ξανά το νικη­φό­ρο πέμ­πτο κεφά­λι του φιδιού. Με δηλη­τη­ρια­σμέ­νη χαι­ρε­κα­κία δια­πι­στώ­νει την αδυ­να­μία του στρα­τη­γεί­ου της μη προ­νο­μιού­χου τάξης, που έχει τόσο λίγους αξιω­μα­τι­κούς πιστούς σ’ αυτήν σε όλους τους τομείς.

Περι­μέ­νει με ανυ­πο­μο­νη­σία τις συμ­φο­ρές. Αυτή, μαζί με τον Μιλιού­κοφ, είναι έτοι­μη να προ­τι­μή­σει την ήττα από τη συνέ­χι­ση της μεγά­λης λαϊ­κής επα­νά­στα­σης, μαζί με τον Ρια­μπου­σίν­σκι να περι­μέ­νει με ανυ­πο­μο­νη­σία το κοκά­λι­νο χέρι της πεί­νας που βρί­σκε­ται ήδη στο λαι­μό του λαού.

Και για να μην ντρέ­πε­ται αυτή — η λαο­φι­λής, αυτή — η σοσια­λι­στι­κή και επα­να­στα­τι­κή δια­νό­η­ση — κατα­φεύ­γει ασυ­νεί­δη­τα σε μια χιλιοει­πω­μέ­νη θεω­ρία πίσω από την οποία κάπο­τε κρύ­φτη­κε από τον εαυ­τό της και από τις εκφρά­σεις των λαϊ­κών αιτη­μά­των που είχε οργα­νώ­σει στο παρελ­θόν — την απο­λυ­ταρ­χία. Βλέ­πε­τε — η μεγά­λη επα­νά­στα­ση που έθε­σε τη μισή Ρωσία, ή και περισ­σό­τε­ρο, στα χέρια των Σοβιέτ είναι έργο των κακών Μπολσεβίκων.

Όλα καταλήγουν στους υποκινητές, στους ταραχοποιούς, στους δημαγωγούς!

Και οι Μπολ­σε­βί­κοι έμει­ναν μόνοι τους με το προ­λε­τα­ριά­το. Μόνο αυτοί είχαν το συντρι­πτι­κό καθή­κον να εκπρο­σω­πή­σουν το σύνο­λο της δια­νό­η­σης του νέου λαϊ­κού κρά­τους. Λάθη. Πράγματι.

Αλλά αν γίνο­νται λάθη, αν η κατά­στα­ση στη χώρα γίνε­ται όλο και χει­ρό­τε­ρη, για­τί δεν πάτε να βοη­θή­σε­τε τη χώρα να τα διορ­θώ­σει; Δεν συμ­φω­νεί­τε με τις πολι­τι­κές του προ­λε­τα­ριά­του. Πολύ καλά. Κρι­τι­κή. Δεν είναι αλή­θεια ότι έχε­τε στε­ρη­θεί την ελευ­θε­ρία της προ­πα­γάν­δας σας: οι σοσια­λι­στι­κές εφη­με­ρί­δες των Υπε­ρα­σπι­στών καλούν ανοι­χτά σε ένο­πλη μάχη ενά­ντια στη δια­φώ­τι­ση του λαού και συνε­χί­ζουν να βγαίνουν.

Ποτέ καμιά εφη­με­ρί­δα των Μαύ­ρων Εκα­τό­νταρ­χων δεν κυκλο­φό­ρη­σε με τον τόνο της φρε­νί­τι­δας με τον οποίο οι δεξιοί σοσια­λι­στές κυκλο­φο­ρούν τις εφη­με­ρί­δες τους. Και όσον αφο­ρά την πιο μετριο­πα­θή και επι­χει­ρη­σια­κή κρι­τι­κή, μόνο ένας συνει­δη­τά αδί­στα­κτος μπο­ρεί να μιλή­σει για την απου­σία της.

Αλλά ας αφή­σου­με στο πεδίο της πολι­τι­κής, εκτός από την πιο αυστη­ρή κατα­δί­κη και εκτός από τον αγώ­να, η δια­νό­η­ση δεν μπο­ρεί να δώσει τίπο­τα στο προ­λε­τα­ριά­το, στο κρά­τος του — τι σημαί­νει το μποϊ­κο­τάζ ολό­κλη­ρου του οικο­νο­μι­κού, ολό­κλη­ρου του δια­τρο­φι­κού μηχα­νι­σμού της χώρας; Μόνο για να ανα­στα­τώ­σει τους Μπολ­σε­βί­κους; Ας χαθεί ο κόσμος, όσο οι μιση­τοί “δημα­γω­γοί” θάβο­νται κάτω από τα ερεί­πιά του.

Αλλά έχου­με συνη­θί­σει να μπο­ρού­με να μετα­φρά­ζου­με τέτοιες αντι­πά­θειες σε ταξι­κή γλώσ­σα. Η δια­νό­η­ση, που δού­λε­ψε σε ουδέ­τε­ρες περιο­χές με τους στραγ­γα­λι­στές των Ρομα­νόφ, που οδή­γη­σε τη χώρα φιλι­κά στην κατα­στρο­φή μέσω ενός παρα­τε­τα­μέ­νου πολέ­μου και της αστι­κής κερ­δο­σκο­πί­ας μαζί με τους καπι­τα­λι­στές, βρέ­θη­κε ανί­κα­νη να συνερ­γα­στεί με το προ­λε­τα­ριά­το! Επί­σης, θα μπο­ρού­σα­τε να δώσε­τε τον κόπο σας, τη σκέ­ψη σας, τη ζωή σας για το λαό, αλλά μόνο όσο μπο­ρού­σα­τε να τον πατρο­νά­ρει, και δεν βρή­κα­τε τίπο­τε άλλο παρά μοχθη­ρά σοφί­σμα­τα για το προ­λε­τα­ριά­το στη φοβε­ρή ώρα της ριψο­κίν­δυ­νης και ανα­γκα­στι­κής πρώ­της εξέ­γερ­σης και πορεί­ας προς την εξου­σία στη Ρωσία.

Τι είναι αυτό; Είναι η απελ­πι­στι­κή αντί­θε­ση της μικρο­α­στι­κής τάξης με τις εργα­τι­κές μάζες! Είναι όντως ένα μέσο που κάνει τη δια­νό­η­ση, σοσια­λι­στι­κή στα λόγια, να είναι στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα περισ­σό­τε­ρο προ­ση­λω­μέ­νη στους εκμε­ταλ­λευ­τές παρά στους εκμεταλλευόμενους;

Ναι. Στην ουσία της, η δια­νό­η­ση είναι μικρο­α­στι­κή στις μάζες. Αλλά είναι επί­σης ο φορέ­ας των ειδι­κών λει­τουρ­γιών της κοι­νω­νί­ας, ο υπη­ρέ­της και το όργα­νο της κοι­νω­νι­κής γνώ­σης και του κοι­νω­νι­κού συναι­σθή­μα­τος. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, σύμ­φω­να με τον Lassalle, η συμ­μα­χία μετα­ξύ της επι­στή­μης και της τέταρ­της εξου­σί­ας είναι κάτι φυσι­κό. Για­τί ο αλη­θι­νός καλ­λι­τέ­χνης πρέ­πει να είναι ευαί­σθη­τος στην αλή­θεια, στην ομορ­φιά του ηρω­ι­σμού και στη θέλη­ση για ελευ­θε­ρία. Για­τί ο δάσκα­λος, ο αλη­θι­νός δάσκα­λος, ο δάσκα­λος όπως πρέ­πει να είναι — πρέ­πει πάνω απ’ όλα να είναι μαζί με τους ανθρώ­πους σε όλες τους τις εμπει­ρί­ες, ακό­μη και στις περι­πλα­νή­σεις τους.

Ελά­τε να τον βοη­θή­σε­τε. Είναι γεμά­τος δύνα­μη, αλλά περι­τρι­γυ­ρι­σμέ­νος από προ­βλή­μα­τα. Δόξα σ’ αυτούς που στη δύσκο­λη ώρα της δοκι­μα­σί­ας από φωτιά — βρί­σκο­νται με τους ανθρώ­πους όπως είναι.

Ντρο­πή σ’ αυτούς που τον εγκα­τα­λεί­πουν. Και να ξέρε­τε ότι η εξέ­γερ­ση — η άσχη­μη εξέ­γερ­ση της δια­νό­η­σης ενά­ντια στους εργα­ζό­με­νους, αν συνε­χι­ζό­ταν, θα έστρω­νε το ήδη πολύ­πα­θο μονο­πά­τι της με νέα αγκά­θια — αλλά το άρμα της δεν θα την σταματούσε.

Ο λαός σας καλεί να συνερ­γα­στεί­τε — θα κάνει το έργο του μόνος του με τους πιστούς συνερ­γά­τες και τις εθε­λο­ντι­κές δυνά­μεις του.

Δεν υπάρ­χει επι­στρο­φή στους παλιούς τρόπους.

Λαϊ­κός Επί­τρο­πος Δημό­σιας Εκπαί­δευ­σης A. Lunacharsky.
Δημο­σιεύ­θη­κε στο Νο 11 της Εφη­με­ρί­δας της Προ­σω­ρι­νής Κυβέρ­νη­σης των Εργα­τών και των Αγρο­τών της 16ης Νοεμ­βρί­ου 1917.”

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο