Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ

Γρά­φει η Φαί­δρα Ζαμπα­θά-Παγου­λά­του //

Από­ψε  καλω­σο­ρί­ζου­με έναν αγα­πη­τό συνά­δελ­φο, εξαί­ρε­το συγ­γρα­φέα, από την πλη­γω­μέ­νη αλλά πάντα αγα­πη­μέ­νη Κύπρο μας.
Τον Αντρέα Ονου­φρί­ου. Ένα πονε­μέ­νο πρό­σφυ­γα στην ίδια του την Πατρί­δα. Ο Αντρέ­ας και η αγα­πη­μέ­νη του σύντρο­φος Ντί­να καθα­ρό­αι­μη ελλη­νί­δα από το Δερ­βέ­νι Κοριν­θί­ας βρέ­θη­καν ξαφ­νι­κά έξω από το σπί­τι τους στην Αμμό­χω­στο όταν άρχι­σαν οι βομ­βαρ­δι­σμοί και έκτο­τε δεν ξανα­γύ­ρι­σαν  ποτέ. Έζη­σαν ένα τρα­γι­κό οδοι­πο­ρι­κό για να κατα­λή­ξουν κατε­στραμ­μέ­νοι στην Αθή­να όπου και γνω­ρι­στή­κα­με  και από τότε νιώ­θω ευτυ­χής που απέ­κτη­σα  αδέρφια.

O Αντρέ­ας Ονουφρίου

Γνή­σιο παι­δί της Κύπρου. Αγω­νι­στής συγ­γρα­φέ­ας  με τερά­στιους αγώ­νες στη ζωή του από τότε που κατά­λα­βε τον εαυ­τόν του αλλά και τον κόσμο. Λόγω της ιδιαι­τε­ρό­τη­τας του, αυτής της λεύ­καν­σης που λέγε­ται Αλπί­νο, ήρθε αντι­μέ­τω­πος  με την άγνοια των ανθρώ­πων και με μια ιδιό­μορ­φη  συμπε­ρι­φο­ρά σκλη­ρή που του έδει­ξαν μικροί και μεγά­λοι. Ωστό­σο ο Ανδρέ­ας δυνα­τός με θέλη­ση και σθέ­νος αν και πλη­γώ­θη­κε  αρκε­τές φορές στά­θη­κε ακλό­νη­τος στη ζωή του και στο όνει­ρο του. Πολυ­ε­δρι­κός  συγ­γρα­φέ­ας  πρώ­τα της καρ­διάς και μετά του στο­χα­σμού και της φιλο­σο­φι­κής σκέ­ψης. Στη συνέ­χεια  οφεί­λου­με ν ανα­φερ­θού­με στο ταλέ­ντο, την οξύ­νοια και την ικα­νό­τη­τα της γρα­φής. Στην πορεία του θα ασχο­λη­θεί με θέμα­τα  χει­ρο­πια­στά, κυνη­γά την αλή­θεια μέσα στην καθη­με­ρι­νή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Με μια λέξη  μπαί­νει στο κύτ­τα­ρο της ίδιας της ζωής , σε θέμα­τα που άπτο­νται και της πολι­τι­κής ακό­μα. Κι όταν ανα­φέ­ρο­μαι στη λέξη «Πολι­τι­κή»  μη νομί­ζε­τε ότι ο Αντρέ­ας  έγρα­ψε  πολι­τι­κά κεί­με­να ,  Μανι­φέ­στα ή πολι­τι­κές Μπρο­σού­ρες. Όχι.  Όμως Πολι­τι­κή είναι  η τιμή του ψωμιού , η τιμή του γάλα­κτος , πολι­τι­κή είναι όταν ο γεί­το­νας έρχε­ται και σε διώ­χνει από την καρέ­κλα σου που κάθε­σαι και που ίδρω­σες να την απο­κτή­σεις. Αυτά έζη­σε ο αγα­πη­τός μας συνά­δελ­φος από την  ματω­μέ­νη μας Κύπρο που εξα­κο­λου­θεί να ζει  χωρι­σμέ­νη στα δύο, κι ο Αντρέ­ας πρό­σφυ­γας, μακριά από τη γενέ­θλια Γη.

Το ιστο­ρι­κό Βιβλίο του με τίτλο «Η ΓΗ  ΠΟΥ ΜΑΣ ΓΕΝΝΗΣΕ »  για τα γεγο­νό­τα της Κύπρου είναι απο­κα­λυ­πτι­κό . Μέσα σε 380 σελί­δες μεγά­λου σχή­μα­τος ο ανα­γνώ­στης ζει βήμα βήμα  τον Αττι­λα , τους βομ­βαρ­δι­σμούς των χωριών  και των Πόλε­ων καθώς και των Λιμα­νιων,  την επέ­λα­ση των κατα­κτη­τών και τις θηριω­δί­ες. Oι  ήρω­ες ανα­λύ­ο­νται με  τέτοια ζωντά­νια που νομί­ζεις ότι ζεις κοντά τους το δρά­μα τους, το φόβο τους , το θυμό τους. Κι όλα αυτά  περι­γρά­φο­νται  θα έλε­γα, με τον πιο απλό αλλά  αλη­θι­νό τρό­πο, υπο­γραμ­μί­ζο­ντας τα  τερά­στια  αλλά και τα τερα­τώ­δη λάθη που έγι­ναν, όπως η εγκα­τά­λει­ψη της ιδιαί­τε­ρης πατρί­δας του, της Αμμο­χώ­στου, όπου οι εισβο­λείς την κατέ­λα­βαν χωρίς να είναι στα σχέ­δια τους, ανο­χύ­ρω­τη όπως την βρή­καν. Μέσα στο βιβλίο αυτό αλλά και σε πολ­λά άλλα προ­χω­ρεί σε λεπτο­με­ρείς ανα­λύ­σεις, κι ανα­φο­ρές σε οικο­γέ­νειες που κυριο­λε­κτι­κά δια­λύ­θη­καν, ερω­τι­κές σχέ­σεις με δυνα­τά συναι­σθή­μα­τα που σπά­ρα­ξαν  στη λαί­λα­πα του πολέ­μου και χώρι­σαν κι ίσως ποτέ δεν ξανα­βρέ­θη­καν, όταν ο θάνα­τος παρα­φύ­λα­γε και θέρι­ζε στα τυφλά, Μανά­δες που έχα­σαν τα παι­διά τους κι οι περισ­σό­τε­ρες δεν τα ξανα­βρή­καν αφού κατα­γρά­φη­καν στους μακρο­σκε­λείς κατα­λό­γους των χιλιά­δων αγνο­ου­μέ­νων . Για το βιβλίο αυτό έγρα­ψε ο Νίκος Κρα­νι­διώ­της τότε  μετα­ξύ άλλων «Αυτή η ανθρώ­πι­νη διά­στα­ση της ιστο­ρί­ας, που τόσο άνε­τα προ­σφέ­ρεις στο βιβλίο σου, δίδει μια σφαι­ρι­κή εικό­να των γεγο­νό­των και ενη­με­ρώ­νει υπο­βλη­τι­κά τον ανα­γνώ­στη, καλύ­τε­ρα από ένα ιστο­ρι­κό κεί­με­νο». Κι αλλού ο ίδιος συνε­χί­ζει, «Το μυθι­στό­ρη­μα σου είναι το σύγ­χρο­νο έπος της Κύπρου. Πρέ­πει να το δια­βά­σουν όλοι οι Κύπριοι και όλοι, γενι­κά, οι Έλλη­νες, για να δουν  την ανθρώ­πι­νη πτυ­χή του προ­βλή­μα­τος.»  Ένα άλλο  σημα­ντι­κό θέμα που τον απα­σχο­λεί είναι οι νέοι.

Με ιδιαί­τε­ρη ευαι­σθη­σία ο συγ­γρα­φέ­ας μας  θα στα­θεί δίπλα στη νέα γενιά όπου ανα­λύ­ει απλά κι ανθρώ­πι­να χαρα­κτή­ρες ηρώ­ων  αλλά  με  συγκί­νη­ση και πόνο.  Για τη γενιά που αγω­νί­ζε­ται για την ίδια τη ζωή  έστω κι αν ένα κομ­μά­τι της ξεπέ­φτει στα ναρ­κω­τι­κά και οδη­γεί­ται νομο­τε­λεια­κά στο θάνα­το. Θίγει το θέμα με λεβε­ντιά μπαί­νο­ντας στη λαθε­μέ­νη,  υπα­γο­ρευ­μέ­νη φιλο­σο­φία του συστή­μα­τος για τον αφα­νι­σμό των νέων.  Είναι τρα­γι­κό και υπο­γραμ­μί­ζε­ται έντο­να από τον Ανδρέα Ονου­φρί­ου το αυρια­νό δυνα­μι­κό μιας χώρας να σέρ­νε­ται θύμα εμπό­ρων θανά­του  και πλη­ρω­μέ­νων εγκληματιών.

Σε όλα του τα βιβλία χρη­σι­μο­ποιεί ένα κρυ­στάλ­λι­νο λόγο που τρέ­χει και σε συνε­παίρ­νει. Στις περι­γρα­φές του  κεντά­ει πραγ­μα­τι­κά και ζωγρα­φί­ζει συγ­χρό­νως με λυρι­κές πινε­λιές. Τα κεί­με­να του έχουν μια ανθρω­πιά και μια ζεστα­σιά ανά­με­σα στις σχέ­σεις των ανθρώ­πων.  Πλέ­κει τις ιστο­ρί­ες του με δεξιο­τε­χνία που μαρ­τυ­ρά­ει την άνε­ση, το ταλέ­ντο, και τις αρε­τές της γρα­φί­δας του. Ο συγ­γρα­φέ­ας δεν θα πάψει ν ανα­ζη­τά­ει το φως της επό­με­νης μέρας και πάντα  ψάχνει ανά­με­σα σε σκυ­θρω­πά κατα­κερ­μα­τι­σμέ­να πρό­σω­πα οριο­θε­τώ­ντας ένα αύριο που ονει­ρεύ­ε­ται και ο ίδιος μακριά από τη φρί­κη  και την τρα­γι­κό­τη­τα του Πολέμου.

Ο Αντρέ­ας έγρα­ψε πολ­λά Βιβλία και σε όλα μιλά­ει για την Ειρήνη.

Όταν ανα­φέ­ρε­ται στη μητρό­τη­τα γίνε­ται λυρι­κός, γλυ­κός και μαζί σκλη­ρός. Στο Βιβλίο  «Η καρ­διά της Λύκαι­νας» ξεπερ­νά­ει και τον ίδιο τον εαυ­τόν του  στο ψυχο­γρά­φη­μα της Μάνας  που επι­χει­ρεί, ώστε καθη­λώ­νει τον ανα­γνώ­στη μ ένα τερά­στιο δίλημ­μα.  Η Αγά­πη της  για το παι­δί του πρώ­του έρω­τα, και το παι­δί ενός κατά συν­θή­κη γάμου μπαί­νει σε μια ζυγα­ριά που δεν μπο­ρεί να ισορ­ρο­πή­σει.  Στο σημείο αυτό  ο συγ­γρα­φέ­ας ανα­λύ­ει, επε­ξη­γεί κι ανα­δει­κνύ­ει το σθέ­νος ‚τη δύνα­μη  της ψυχο­λο­γι­κής εξι­σορ­ρό­πη­σης της καρ­διάς μιας Μάνας σε δύο ψυχές που βγή­καν από την ίδια Μήτρα με μια δια­φο­ρά συναι­σθή­μα­τος.  Εκεί παί­ζε­ται ο μεγά­λος ρόλος της λέξης «Μητρό­τη­τα» και το ηθι­κό μέρος της. Ωστό­σο ο Αντρέ­ας  θα βρει τις σωστές ψηφί­δες του μωσαϊ­κού ώστε να μη κατα­στρα­φεί η ιερή   και  άγια μορ­φή της Μάνας .

Στο βιβλίο «Το Σωσί­βιο»  ο συγ­γρα­φέ­ας μας δίνει ρεσι­τάλ για  δυο  δια­φο­ρε­τι­κές ψυχο­συν­θέ­σεις, δύο δια­φο­ρε­τι­κών χαρα­κτή­ρων, ενός αγο­ριού καθη­λω­μέ­νου σε ένα καρο­τσά­κι μετά από ένα τρο­χαίο και του αδερ­φού του που εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται την κατά­στα­ση και βέβαια καλο­περ­νά­ει, αδιά­φο­ρος για το δρά­μα του αδερ­φού του και των γονέ­ων που ζού­νε. Ο κυριό­τε­ρος ρόλος ανα­τί­θε­ται στον για­τρό που έχει ανα­λά­βει τον άρρω­στο. Στο σημείο αυτό ο Αντρέ­ας  έχει  κατα­φέ­ρει να προ­βλη­μα­τί­σει τον ανα­γνώ­στη, να τον συγκι­νή­σει και να τον πάρει με το μέρος του για­τρού και κατ επέ­κτα­ση και με το μέρος του άρρω­στου παι­διού.  Ένα νευ­ρω­τι­κό πλά­σμα γεμά­το άρνη­ση , που δεν θέλει να μιλά­ει, δεν θέλει να τρώ­ει, αρνεί­ται να συμ­με­τέ­χει στη ζωή του σπι­τιού και ξαφ­νι­κά  μεταλ­λάσ­σε­ται σε ήρε­μο άνθρω­πο, συζη­τή­σι­μο που έχει αρχί­σει να δια­βά­ζει, να έχει απο­ρί­ες  ν ακού­ει μου­σι­κή, να κάνει ερω­τή­σεις, και να πηγαί­νει κοντι­νές εκδρο­μές με το για­τρό που κατά­φε­ρε να αλλά­ξει τη ζωή αυτού του παι­διού, μέσα από την αγά­πη, και γίνε­ται το Σωσί­βιο αυτής της πλη­γω­μέ­νης ψυχής.

Ο συγ­γρα­φέ­ας  από τη   μαρ­τυ­ρι­κή Κύπρο έχει προ­σφέ­ρει σελί­δες  στο ανα­γνω­στι­κό του κοι­νό που καθη­λώ­νουν και συγκι­νούν με τον γλα­φυ­ρό ανθρώ­πι­νο λόγο που ρέει σαν γάρ­γα­ρο νερό στις παρα­μυ­θέ­νιες Πλά­τρες, για τις οποί­ες γρά­φει ο Σεφέ­ρης ότι δεν τον άφη­ναν τ’ αηδό­νια να κοιμηθεί.
Κι ο Αντρέ­ας Ονου­φρί­ου δεν αφή­νει τον ανα­γνώ­στη του να κλεί­σει  οποιο­δή­πο­τε Βιβλίο του δια­βά­ζει πριν το τελειώσει.
Εύχο­μαι από καρ­διάς Αδερ­φέ Αντρέα να είσαι καλά και να μας χαρί­ζεις όμορ­φα Βιβλία γεμά­τα ανθρω­πιά κι αγάπη.

ΦΑΙΔΡΑ  ΖΑΜΠΑΘΑ – ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ

21 Οκτώ­βρη 2015

ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο