Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Αντιφασιστικό — προοδευτικό μέτωπο»: Ο λαός κάτω από ξένη σημαία

Σε μια σει­ρά από χώρες της Ευρω­παϊ­κής Ενω­σης (και στην Ελλά­δα) πυκνώ­νουν οι φωνές αστι­κών πολι­τι­κών δυνά­με­ων, οι οποί­ες καλούν στη συγκρό­τη­ση ενός αντι­φα­σι­στι­κού (ή αντι-ακρο­δε­ξιού — αντι­ρα­τσι­στι­κού — αντινεοφιλελεύθερου/προοδευτικού) μετώ­που, για να αντι­με­τω­πι­στούν, όπως λένε, οι ακραί­οι πολι­τι­κοί σχη­μα­τι­σμοί τύπου Λεπέν, Ορμπαν κ.ά.

Προ­βάλ­λουν, λοι­πόν, τον δια­χω­ρι­σμό «δημο­κρα­τι­κές — φασι­στι­κές δυνά­μεις», έναν δια­χω­ρι­σμό που αφο­ρά υπαρ­κτές αστι­κές πολι­τι­κές αντι­θέ­σεις, αλλά που επι­διώ­κουν να συγκα­λύ­ψει την κύρια αντί­θε­ση: Κεφά­λαιο — εργα­σία. Αλλιώς, την αντί­θε­ση ανά­με­σα στις δυο βασι­κές τάξεις της κοι­νω­νί­ας, ανά­με­σα σε αυτούς που παρά­γουν τον κοι­νω­νι­κό πλού­το και στα παρά­σι­τα που ιδιο­ποιού­νται το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος του. Ταυ­τό­χρο­να, επι­διώ­κε­ται να συγκα­λυ­φθεί ότι η φασι­στι­κή και η δημο­κρα­τι­κή εκδο­χή είναι μορ­φές άσκη­σης της καπι­τα­λι­στι­κής εξουσίας.

Ισχυ­ρί­ζο­νται ότι οι λεγό­με­νοι «ευρω­σκε­πτι­κι­στές» απει­λούν την ίδια την ύπαρ­ξη της ΕΕ, ενώ με αφορ­μή το Προ­σφυ­γι­κό, υπο­νο­μεύ­ουν τις αξί­ες πάνω στις οποί­ες συγκρο­τή­θη­κε, δηλα­δή τη δικαιο­σύ­νη, την αλλη­λεγ­γύη κ.λπ.

Φυσι­κά, φρο­νί­μως ποιού­ντες, δεν θίγουν καν τις αιτί­ες διό­γκω­σης της πολι­τι­κής επιρ­ρο­ής των «ευρω­σκε­πτι­κι­στών» και φασι­στι­κών δυνά­με­ων. Δεν μιλούν για τη συμ­φω­νία «ευρω­παϊ­στών» και «ευρω­σκε­πτι­κι­στών» στη μεί­ω­ση της αξί­ας της εργα­τι­κής δύνα­μης και στη συντρι­βή των εργα­τι­κών — λαϊ­κών δικαιω­μά­των στο όνο­μα της παρα­γω­γι­κό­τη­τας και της αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας της καπι­τα­λι­στι­κής οικονομίας.

Δεν μιλούν για τον καπι­τα­λι­στι­κό αντα­γω­νι­σμό, για το μοί­ρα­σμα των αγο­ρών και των πηγών πρώ­των υλών, που οδη­γεί σε ιμπε­ρια­λι­στι­κές επεμ­βά­σεις και στο προ­σφυ­γι­κό κύμα που προ­ξέ­νη­σαν και φού­σκω­σαν τα πανιά του «ευρω­σκε­πτι­κι­σμού».

Με βάση αυτά ισχυ­ρί­ζο­νται ότι, για να αντι­με­τω­πι­στεί το ακρο­δε­ξιό ρεύ­μα, χρειά­ζε­ται να συμπρά­ξουν όλες οι σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές και «αρι­στε­ρές» και άλλες «προ­ο­δευ­τι­κές» δυνάμεις…

Ομως η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι δια­φο­ρε­τι­κή. Για­τί οι λεγό­με­νες ευρω­σκε­πτι­κι­στι­κές δυνά­μεις εκφρά­ζουν τμή­μα­τα μονο­πω­λια­κών ομί­λων που βρί­σκο­νται σε σκλη­ρό αντα­γω­νι­σμό με άλλους επι­χει­ρη­μα­τι­κούς ομί­λους, τόσο στο εσω­τε­ρι­κό των κρα­τών όσο και σε δια­κρα­τι­κό επί­πε­δο (ΗΠΑ — Γερ­μα­νία, Μ. Βρε­τα­νία — Γερ­μα­νία κ.λπ.).

Οι αντι­θέ­σεις εκφρά­ζο­νται στο σύνο­λο του αστι­κού πολι­τι­κού συστή­μα­τος. Για παρά­δειγ­μα, κατά του Brexit τάσ­σο­νται και μια σει­ρά από βου­λευ­τές του Συντη­ρη­τι­κού Κόμ­μα­τος Μ. Βρε­τα­νί­ας, στο οποίο πλειο­ψη­φεί το Brexit. Επί­σης, η συντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία των Φιλε­λεύ­θε­ρων Δημο­κρα­τών, των Σκο­τσέ­ζων Εθνι­κι­στών κ.ά.

Αντί­θε­τα, υπέρ του Brexit τάσ­σο­νται και βου­λευ­τές του Εργα­τι­κού Κόμ­μα­τος Μ. Βρε­τα­νί­ας, στο οποίο πλειο­ψη­φεί η αντί­θε­ση στο Brexit. Επο­μέ­νως, οι ονο­μα­ζό­με­νοι «λαϊ­κι­στές» δεν βρί­σκο­νται μόνο στο αστι­κό τμή­μα που κατα­τάσ­σε­ται ως ακρο­δε­ξιό, αλλά και σε πολι­τι­κές δυνά­μεις, όπως το Εργα­τι­κό Κόμ­μα Μ. Βρε­τα­νί­ας, που κατα­τάσ­σε­ται στα σοσιαλδημοκρατικά.

Να αξιο­ποι­η­θεί η πείρα…

Σήμε­ρα υπάρ­χει πολ­λή εμπει­ρία για να βγουν συμπε­ρά­σμα­τα, προ­κει­μέ­νου η εργα­τι­κή τάξη και τα φτω­χά τμή­μα­τα των αυτο­α­πα­σχο­λου­μέ­νων να μην τρέ­χουν πίσω από τη μια ή την άλλη μερί­δα του κεφα­λαί­ου. Μια σει­ρά από καλέ­σμα­τα στο παρελ­θόν για να αντι­με­τω­πι­στεί ο φασι­σμός, μαζί με την αρνη­τι­κή για τους λαούς κατά­λη­ξη, έχουν και τη φαι­δρή τους διά­στα­ση, όπως δεί­χνει το παρά­δειγ­μα που ακολουθεί.

Στις προ­ε­δρι­κές εκλο­γές της Γαλ­λί­ας, το 2002, ο «δεξιός» Σιράκ πήρε το 19,7% των ψήφων. Ο Λεπέν συγκέ­ντρω­σε το 16,8% και μαζί με τον Σιράκ πέρα­σαν στον β’ γύρο. Ο σοσια­λι­στής Ζοσπέν, με 16,2% και έχο­ντας χάσει 7% από τις βου­λευ­τι­κές εκλο­γές του 1997, έμει­νε εκτός. Το ίδιο και το Γαλ­λι­κό ΚΚ, που ο υπο­ψή­φιός του Ρομπέρ Υ πήρε 3,3%, από 10% που είχε πάρει το ΓΚΚ.

Ετσι έχο­ντας τα πράγ­μα­τα, το ΓΚΚ κάλε­σε στον β’ γύρο σε υπερ­ψή­φι­ση του «δεξιού» Σιράκ, για να μη βγει ο Λεπέν. Ενώ το 1997 είχε συνερ­γα­στεί με τον Ζοσπέν, για να μη βγει ο «δεξιός» Σιράκ και για να σχη­μα­τι­στεί «προ­ο­δευ­τι­κή κυβέρ­νη­ση κομ­μου­νι­στών — σοσια­λι­στών». Η κυβέρ­νη­ση, που πράγ­μα­τι σχη­μα­τί­στη­κε (μάλι­στα ο ΣΥΝ την ύμνη­σε), υλο­ποί­η­σε όλα τα μέτρα που απαι­τού­σε το γαλ­λι­κό κεφά­λαιο. Ετσι το Κομ­μου­νι­στι­κό και το Σοσια­λι­στι­κό Κόμ­μα, αφού με την αντι­λαϊ­κή πολι­τι­κή τους φού­σκω­σαν τα πανιά του Λεπέν, σε συνέ­χεια κάλε­σαν τους ψηφο­φό­ρους τους να φρά­ξουν τον δρό­μο στον Λεπέν…

Μαζί με την τελευ­ταία, υπάρ­χει και μία ακό­μα πρό­κλη­ση: Για να είναι κάποιος υπο­ψή­φιος Πρό­ε­δρος στη Γαλ­λία, απαι­τεί­ται η συγκέ­ντρω­ση 500 υπο­γρα­φών εκλεγ­μέ­νων (δημάρ­χων, δημο­τι­κών συμ­βού­λων κ.λπ.). Ανά­με­σα στις 500 υπο­γρα­φές του Λεπέν υπήρ­χαν και υπο­γρα­φές Σοσια­λι­στών. Επι­βε­βαιώ­θη­κε λοι­πόν, για μια ακό­μα φορά, η καταγ­γε­λία του Λαζουα­νί, υπο­ψή­φιου του ΓΚΚ στις προ­ε­δρι­κές του 1990, ότι το κόμ­μα του Λεπέν το ενί­σχυ­σε ποι­κι­λο­τρό­πως ο σοσια­λι­στής Φραν­σουά Μιτε­ράν. Κι αυτό για­τί ο Μιτε­ράν γνώ­ρι­ζε ότι ο Λεπέν «τρα­βού­σε» ψήφους από τον «δεξιό» Σιράκ… Παρ’ όλα αυτά (και άλλα), το ΓΚΚ συνερ­γα­ζό­ταν με τον Μιτε­ράν για να φτά­σει η εργα­τι­κή τάξη στο σοσιαλισμό!

Ξέπλυ­μα στις σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές αμαρτίες

Την ανά­γκη, όπως ισχυ­ρί­στη­κε, να συγκρο­τη­θεί και στην Ελλά­δα ένα αντι­φα­σι­στι­κό μέτω­πο, υπο­στή­ρι­ξε και ο Αλ. Τσί­πρας στο συνέ­δριο του SPD (της αμαρ­τω­λής γερ­μα­νι­κής σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας). Ο Τσί­πρας, τονί­ζο­ντας μάλι­στα αναι­δώς ότι η σοσιαλ­δη­μο­κρα­τία οφεί­λει να επι­στρέ­ψει στις ρίζες της, «ξέχα­σε», προ­φα­νώς, ότι οι ρίζες της ευρω­παϊ­κής σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας είναι βαθιά ποτι­σμέ­νες με το αίμα χιλιά­δων Γερ­μα­νών, Ούγ­γρων και Φιν­λαν­δών εργα­τών, που οι σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές ηγε­σί­ες σφά­για­σαν στις προ­λε­τα­ρια­κές επα­να­στά­σεις του 1918 — 1923.

Αλλά και όταν ο Χίτλερ ανέ­λα­βε τη δια­κυ­βέρ­νη­ση, το SPD απέρ­ρι­ψε την πρό­τα­ση του ΚΚ Γερ­μα­νί­ας για κήρυ­ξη πολι­τι­κής απερ­γί­ας. Ισχυ­ρί­στη­κε ότι «το μπα­ρού­τι της απερ­γί­ας» έπρε­πε να δια­φυ­λα­χτεί και ότι ο Χίτλερ εκλέ­χτη­κε από τον λαό.

«Ξέχα­σε» ακό­μα ο Αλ. Τσί­πρας ότι μια σει­ρά από αυτές τις ηγε­σί­ες (Σου­η­δί­ας, Δανί­ας κ.ά.) συνερ­γά­στη­καν ως κυβερ­νή­σεις με τον Χίτλερ στη διάρ­κεια του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου. Και βέβαια, «ξέχα­σε» το ρόλο της γερ­μα­νι­κής, ιτα­λι­κής, γαλ­λι­κής κ.λπ. σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας στο δια­με­λι­σμό της ενιαί­ας Γιου­γκο­σλα­βί­ας και στη σφα­γή χιλιά­δων από τα ΝΑΤΟι­κά αερο­πλά­να («παρά­πλευ­ρες απώλειες»).

Από την άλλη, τόσο ο πρω­θυ­πουρ­γός όσο και η ηγε­σία του ΠΑΣΟΚ απο­κρύ­πτουν ότι το λεγό­με­νο κοι­νω­νι­κό κρά­τος πρώ­τος στη Γερ­μα­νία το δια­μόρ­φω­σε ο μιλι­τα­ρι­στής Μπί­σμαρκ, από το 1880, ενώ ο χρι­στια­νο­δη­μο­κρά­της Αντε­νά­ου­ερ ακο­λού­θη­σε ανά­λο­γη πολι­τι­κή μετά από τον Β’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο. Ο Μπί­σμαρκ, δίνο­ντας παρο­χές στην εργα­τι­κή τάξη (αυξή­σεις μισθών, επι­δό­μα­τα κ.ά.), επι­δί­ω­κε να ενσω­μα­τώ­σει το SPD, που απο­τε­λού­σε τη ναυαρ­χί­δα της ευρω­παϊ­κής σοσιαλδημοκρατίας.

Σε παρό­μοιες κινή­σεις προ­χώ­ρη­σαν οι αστι­κές τάξεις όλων των ισχυ­ρών καπι­τα­λι­στι­κά ευρω­παϊ­κών κρα­τών, οι οποί­ες, μέσα από τα ιμπε­ρια­λι­στι­κά υπερ­κέρ­δη, τρο­φο­δό­τη­σαν μια εργα­τι­κή αρι­στο­κρα­τία που πρω­το­στά­τη­σε στη μετάλ­λα­ξη των σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κομ­μά­των και στην ενσω­μά­τω­σή τους στις επι­διώ­ξεις της αστι­κής τάξης. Το αντί­τι­μο των «παρο­χών» που πλή­ρω­σε η εργα­τι­κή τάξη ήταν τα 20.000.000 νεκροί της και πολ­λοί άλλοι τραυ­μα­τί­ες στον Α’ Παγκό­σμιο Πόλεμο.

Βέβαια, τις τότε δυνα­τό­τη­τες του κεφα­λαί­ου να προ­χω­ρεί σε παρο­χές ενσω­μά­τω­σης τις έχει κατά πολύ εξα­νε­μί­σει σήμε­ρα ο σκλη­ρός αντα­γω­νι­σμός στο κυνή­γι του μέγι­στου δυνα­τού κέρ­δους, σε συν­θή­κες ανα­κα­τα­τά­ξε­ων στην παγκό­σμια αγο­ρά εμπο­ρευ­μά­των και εργα­τι­κού δυνα­μι­κού, στη δια­μόρ­φω­ση της αξί­ας των οποί­ων παί­ζουν ρόλο η Κίνα, η Ινδία κ.λπ.

Αν και λόγω της ανι­σό­με­τρης καπι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης συνε­χί­ζουν να υπάρ­χουν σημα­ντι­κές απο­κλί­σεις στους μισθούς από χώρα σε χώρα, ακό­μα και στη Δυτι­κή Ευρώ­πη, η γενι­κή τάση είναι η συρ­ρί­κνω­σή τους. Σε χώρες δε που βίω­σαν πιο έντο­νη και παρα­τε­τα­μέ­νη οικο­νο­μι­κή κρί­ση (Πορ­το­γα­λία, Ελλά­δα), λόγος γίνε­ται για παρο­χές κατω­τά­του επι­πέ­δου. Για­τί η οικο­νο­μία (δηλα­δή το κεφά­λαιο) δεν αντέχει…

Και τρέ­χου­σες διεργασίες

Τι επι­διώ­κει η ηγε­σία του ΣΥΡΙΖΑ και που το εξέ­φρα­σε στη Γερ­μα­νία ο Αλ. Τσί­πρας; Να τρα­βή­ξει το ΚΙΝΑΛ (ίσως και άλλους) σε συμ­μα­χία με τον ΣΥΡΙΖΑ, γεγο­νός που θα προσ­δώ­σει κυβερ­νη­τι­κή ισχύ στο κόμ­μα του, ενώ ταυ­τό­χρο­να θα δυνα­μώ­σει το αστι­κό πολι­τι­κό σύστημα.

Το ίδιο υπο­στη­ρί­ζει για την Ελλά­δα και το SPD, ψάχνο­ντας ταυ­τό­χρο­να και το ίδιο να δει τι θα κάνει στη Γερ­μα­νία, μετά από σει­ρά συγκυ­βερ­νή­σε­ων με την «επά­ρα­το δεξιά» του Κολ, της Μέρ­κελ κ.λπ.

Επί­σης, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσί­πρας, αφού συγκυ­βερ­νώ­ντας με τους ΑΝΕΛ και τον Καμ­μέ­νο αλφα­διά­στη­καν στη «νεο­φι­λε­λεύ­θε­ρη» γραμ­μή του Eurogroup, της Κομι­σιόν, της ΕΚΤ και όλων των μηχα­νι­σμών και αφού ανέ­χτη­καν τα ακρο­δε­ξιά επι­χει­ρή­μα­τα των ΑΝΕΛ, τώρα φλερ­τά­ρουν με το συγ­γε­νι­κό ΚΙΝΑΛ.

Ταυ­τό­χρο­να, συνυ­πάρ­χει ο μετα­ξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ αντα­γω­νι­σμός για το ποιος θα ηγη­θεί της «κεντρο­α­ρι­στε­ράς» ως πόλου απέ­να­ντι στην «κεντρο­δε­ξιά» της ΝΔ. Με τον εγκλω­βι­σμό του λαού θα είναι πιο σίγου­ρη η κατα­κρε­ούρ­γη­ση των δικαιω­μά­των του. Για να αντι­με­τω­πι­στεί η ακροδεξιά!

***

Η εργα­τι­κή τάξη και τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα των αυτο­α­πα­σχο­λού­με­νων έχουν συμ­φέ­ρον με την πάλη τους να δυσκο­λεύ­ουν την αντι­λαϊ­κή «στα­θε­ρό­τη­τα» του αστι­κού πολι­τι­κού συστή­μα­τος. Οσο πιο στα­θε­ρό είναι, τόσο πιο στα­θε­ρά θα εφαρ­μό­ζε­ται η αντι­λαϊ­κή πολι­τι­κή, όποιο κόμ­μα ή συνα­σπι­σμός κι αν βρί­σκε­ται στη δια­κυ­βέρ­νη­ση. Το συμ­φέ­ρον των εργα­ζο­μέ­νων είναι να εγκα­τα­λεί­πουν τις διά­φο­ρες εκδο­χές του αστι­κού πολι­τι­κού συστή­μα­τος, να αλλά­ζουν οι συσχε­τι­σμοί υπέρ των δικών τους συμ­φε­ρό­ντων, να το αδυ­να­τί­ζουν, να ανοί­ξουν τον δρό­μο για την ανα­τρο­πή του.

Η ιστο­ρι­κή πεί­ρα έχει απα­ντή­σει επαρ­κώς: Την απά­ντη­ση στο φασι­σμό μπο­ρεί να τη δώσει, απο­φα­σι­στι­κά και ριζι­κά, μόνο η Κοι­νω­νι­κή Συμ­μα­χία εργα­ζο­μέ­νων, φτω­χών αυτο­α­πα­σχο­λού­με­νων της πόλης και του χωριού, που έχει αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κό, αντι­μο­νο­πω­λια­κό περιε­χό­με­νο και στο­χεύ­ει στην ανα­τρο­πή της καπι­τα­λι­στι­κής εξου­σί­ας και στην εγκα­θί­δρυ­ση της εξου­σί­ας της εργα­τι­κής τάξης.

Για­τί; Για­τί μόνο με αυτήν τη γραμ­μή μπαί­νουν στο στό­χα­στρο οι πραγ­μα­τι­κές αιτί­ες που γεν­νά­νε τον φασι­σμό, δηλα­δή το ίδιο το κεφά­λαιο, η εξου­σία του. Για­τί η εργα­τι­κή εξου­σία θα υπε­ρα­σπί­σει τα εργα­τι­κά — λαϊ­κά συμ­φέ­ρο­ντα με κάθε μέσο, θα κοι­νω­νι­κο­ποι­ή­σει τα μέσα παρα­γω­γής, δηλα­δή θα αφαι­ρέ­σει την οικο­νο­μι­κή βάση στην οποία στη­ρί­ζε­ται ο φασι­σμός, την καπι­τα­λι­στι­κή ιδιοκτησία.

Του Μάκη Μαΐ­λη / Ριζοσπάστης.
*μέλος της ΚΕ και υπεύ­θυ­νος του Τμή­μα­τος Ιστο­ρί­ας της ΚΕ του ΚΚΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο