Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αντώνης Γιαννίδης, μεγάλη θεατρική φυσιογνωμία — Πρωταγωνιστής του αντάρτικου θεάτρου

Στις 14 Σεπτεμ­βρί­ου πεθαί­νει στη Μόσχα ο κομ­μου­νι­στής ηθο­ποιός και πολι­τι­κός πρό­σφυ­γας Αντώ­νης Γιαννίδης.

Ο Αντώ­νης Γιαν­νί­δης δεν ήταν μια μεγά­λη φυσιο­γνω­μία της θεα­τρι­κής σκη­νής, ήταν μαζί και ένας καθο­λι­κός δια­νο­ού­με­νος. Ανά­με­σα στις μεγά­λες φυσιο­γνω­μί­ες που λάμπρυ­ναν – και giannidis2λαμπρύν­θη­καν ταυ­τό­χρο­να – με τη συμ­με­το­χή τους στην Εθνι­κή Αντί­στα­ση και στους αγώ­νες του λαού. Γι’ αυτό και κατέ­χει ξεχω­ρι­στεί θέση στην καρ­διά και στη μνή­μη όσων εμπνέ­ο­νται και μάχο­νται για την κοι­νω­νι­κή αλλαγή.

Εξο­χος ηθο­ποιός, συνε­πής αγω­νι­στής, βαθιά καλ­λιερ­γη­μέ­νος, ιδε­ο­λό­γος, καλ­λι­τέ­χνης, πραγ­μα­τι­κός άνθρω­πος. Έτσι τον περι­γρά­φει ο Δημή­τρης Ραβά­νης που τον είχε δάσκα­λο και συμμαχητή.

Ο Αντώ­νης Γιαν­νί­δης (Αντώ­νης Ιωαν­νί­δης)  γεν­νή­θη­κε στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη το 1901, έκα­νε τα πρώ­τα καλ­λι­τε­χνι­κά του βήμα­τα το 1922 στη «Δρα­μα­τι­κή Σχο­λή Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως» κοντά στον Αιμί­λιο Βεά­κη, παρα­κο­λού­θη­σε μαθή­μα­τα υπο­κρι­τι­κής και σκη­νο­θε­σί­ας στο Παρί­σι και το 1926 ήρθε στην Αθήνα.

Την δεκα­ε­τία του ’30 συνερ­γά­στη­κε κυρί­ως με τον θία­σο της Μαρί­κας Κοτο­πού­λη πρώ­τα, μετά με τον θία­σο Αλί­κης – Κ. Μου­σού­ρη και με τον Κάρο­λο Κούν.

Ο Αντώνης Γιαννίδης στο έργο του Αλεξάντερ Καρνετσούκ «Μακάρ Ντουμπράβα»

Ο Αντώ­νης Γιαν­νί­δης στο έργο του Αλε­ξά­ντερ Καρ­νε­τσούκ «Μακάρ Ντουμπράβα»

Στα χρό­νια της Κατο­χής συμ­με­τέ­χει στο ΕΑΜ και μετά την Απε­λευ­θέ­ρω­ση στο θία­σο «Ενω­μέ­νων Καλ­λι­τε­χνών», που συνέ­χι­σε την προ­σπά­θεια του ΕΑΜι­κού «Λαϊ­κού Θεά­τρου». Το 1947 ξανα­γυρ­νά για λίγο στο Παρί­σι και στη συνέ­χεια περιο­δεύ­ει με ερα­σι­τε­χνι­κό θία­σο (Αλέ­ξης Πάρ­νης Δημή­τρης Ραβά­νης-Ρεντής κά) στις Λαϊ­κές Δημο­κρα­τί­ες της Βουλ­γα­ρί­ας και της Ρου­μα­νί­ας. Το 1948 — ’49 επι­στρέ­φει στην Ελλά­δα, όπου μάχε­ται στο πλευ­ρό του ΔΣΕ και ορί­ζε­ται υπεύ­θυ­νος του Καλ­λι­τε­χνι­κού Συγκροτήματος.

Εκεί, στο Βίτσι, στα 2.000 μέτρα «Το συγκρό­τη­μα πάντα τρα­γου­δού­σε με επι­κε­φα­λής τον Αντώ­νη, για τη συμ­φι­λί­ω­ση με τα χωνιά κοντά κοντά στις αντι­κρι­νές θέσεις ‘’των άλλων’’.

Συνα­δέλ­φω­ση, αντάρ­τες, φαντά­ροι, φτά­νει ο πόλε­μος, το αίμα, η σκλα­βιά για να λάμ­ψει για πάντα στη γη μας δημο­κρα­τία, ειρή­νη, λευτεριά!…

Και οι άλλοι, απ’ αντί­κρυ, απα­ντού­σαν με όλμους»

Ακο­λου­θεί η πολι­τι­κή προ­σφυ­γιά στην ΕΣΣΔ, όπου το Μάρ­τη του 1951 ορί­ζε­ται διευ­θυ­ντής στο «Κεντρι­κό Συγκρό­τη­μα του Θιά­σου Πολι­τι­κών Προ­σφύ­γων» με σκη­νο­θέ­τη τον Γιώρ­γο Σεβα­στί­κο­γλου. Από το 1956 και μέχρι το θάνα­τό του, το 1968, εργά­στη­κε ως ραδιο­φω­νι­κός εκφω­νη­τής στη Μόσχα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο