Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αντώνης Συκάρης: Η τελευταία ανάβαση του κορυφαίου Έλληνα αλπινιστή

«Είμαι ένας απλός ορει­βά­της, ένας άνθρω­πος που αγα­πά­ει τα βου­νά και ασχο­λεί­ται 31 χρό­νια με αυτό το άθλη­μα», είχε σημειώ­σει πριν από λίγο και­ρό ο Αντώ­νης Συκά­ρης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, από το Ισλα­μα­μπάντ του Πακι­στάν, όπου συνέ­χι­ζε την απο­θε­ρα­πεία του μετά τη μάχη με την κορυ­φή Κ2, την πιο δύσκο­λη στον πλα­νή­τη. Ο απλός αυτός, στη διά­δρα­σή του με όλους άνθρω­πος, ο οποί­ος έχει λάβει πια δια­στά­σεις μύθου δεν είναι πλέ­ον κοντά μας.

Τον επί­λο­γο της ζωής του τον έγρα­ψε στο βου­νό, με την ιστο­σε­λί­δα thehimalayantimes.com, να ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά στην αντα­πό­κρι­ση της 12ης Απρι­λί­ου από το Νεπάλ:

«Το Βου­νό Dhaulagiri ενέ­γρα­ψε την πρώ­τη του απώ­λεια σε αυτή την αναρ­ρι­χη­τι­κή περί­ο­δο καθώς ένα δια­κε­κρι­μέ­νος ορει­βά­της από την Ελλά­δα άφη­σε την τελευ­ταία του πνοή, ενώ κατερ­χό­ταν από την κορυ­φή, νωρίς σήμε­ρα το πρωί, επι­βε­βαιώ­νουν πηγές από το καμπ. Ο Αντώ­νιος Συκά­ρης, που αρρώ­στη­σε πιο κάτω από την κορυ­φή ενώ κατέ­βαι­νε το βου­νό, έφυ­γε από τη ζωή σε υψό­με­τρο 7.400 μέτρων, σύμ­φω­να με πηγές. Ο Αντώ­νιος Συκά­ρης ήταν μαζί με τον Dawa Sherpa. Ο Έλλη­νας αλπι­νι­στής, μαζί με τον οδη­γό του Dawa Sherpa σκαρ­φά­λω­σαν στο βου­νό των 8.167 μέτρων την περα­σμέ­νη Δευ­τέ­ρα. Μέλος της απο­στο­λής που δια­χει­ρι­ζό­ταν η Seven Summit Treks, ο Αντώ­νιος είχε ήδη ανε­βεί ‑μετα­ξύ άλλων- στο Όρος Everest, στο Όρος Lhotse και στο Όρος Annapurna. Ο Dawa, που βοή­θη­σε τον αναρ­ρι­χη­τή για ώρες στην κατά­βα­σή του, ανα­μέ­νει επί­σης την ομά­δα διά­σω­σης κοντά στο Camp III, όπως επί­σης μετέ­φε­ραν πηγές. Η Seven Summit Treks έχει ενερ­γο­ποι­ή­σει μια ομά­δα για να δια­σώ­σει τον Dawa και να περι­συλ­λέ­ξει το σώμα του Αντώ­νιου από το ψηλό σημείο, όπως είπε ο πρό­ε­δρος του SST Mingma Sherpa. Η οικο­γέ­νειά του έχει ενη­με­ρω­θεί για το συμβάν».

Είναι η στιγ­μή, στα μέσα Απρι­λί­ου, που το μακρι­νό Νεπάλ φέρ­νει, για μια φορά μετά τόσες χαρές, μια είδη­ση που συγκλο­νί­ζει την ελλη­νι­κή αλλά και την παγκό­σμια ορει­βα­τι­κή κοινότητα.

Φώτης Θεο­χά­ρης, σχοι­νο­σύ­ντρο­φος του Αντώ­νη Συκά­ρη: Ήταν δάσκα­λος και πατέρας

«Είναι μεγά­λη απώ­λεια για την ορει­βα­τι­κή κοι­νό­τη­τα, απο­τε­λεί έμπνευ­ση και πρό­τυ­πο για πολ­λά παι­διά που ασχο­λού­νται με την ορει­βα­σία. Ήταν ένας πρό­σχα­ρος άνθρω­πος, ένας ορει­βά­της που είχε να δώσει πολ­λά στο χώρο. Κυνη­γού­σε τα όνει­ρά του… Για εμέ­να ήταν δάσκα­λος και πατέ­ρας», τονί­ζει ο Φώτης Θεο­χά­ρης, σχοι­νο­σύ­ντρο­φος του Αντώ­νη Συκά­ρη. Οι δυο τους είχαν ανα­πνεύ­σει μαζί τον ίδιο αραιό αέρα της κορυ­φής το 2017. Ήταν οι πρώ­τοι Έλλη­νες που κατέ­κτη­σαν την Kangchenjunga, τη δυσκο­λό­τε­ρη κορυ­φή των Ιμα­λα­ΐ­ων, ύψους 8.586 μέτρων.

Ο Φώτης Θεο­χά­ρης ορει­βα­τεί εδώ και 15 χρό­νια και στα 31 του σήμε­ρα, εξη­γεί στον ραδιο­φω­νι­κό σταθ­μό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρα­κτο­ρείο 104,9 FM» τι συμ­βαί­νει εκεί, πάνω από τα 7.000 μέτρα, όπου ο άνθρω­πος φυσιο­λο­γι­κά δεν βρί­σκε­ται και δεν αναπνέει.

«Η δια­δι­κα­σία μιας τέτοιας ανά­βα­σης είναι πολύ σκλη­ρή, η δύνα­μη όμως και η θέλη­ση που έχου­με ως ορει­βά­τες, για να ανέ­βου­με σε μια κορυ­φή και να επι­στρέ­ψου­με πίσω, δίνει μεγά­λη χαρά. Ήταν μια πολύ έντο­νη στιγ­μή, όταν με τον Αντώ­νη ανε­βή­κα­με στα 8.586 μέτρα. Όταν βρε­θή­κα­με στην κορυ­φή και η δίμη­νη παρα­μο­νή μας στο βου­νό ολο­κλη­ρώ­θη­κε με επι­τυ­χία, είχα­με αγκα­λια­στεί και κλαί­γα­με από χαρά. Το να ανέ­βεις στο final push απαι­τεί να βρί­σκε­σαι σε μια άλλη ψυχο­λο­γι­κή κατά­στα­ση, είναι πολ­λά πράγ­μα­τα που συμ­βαί­νουν στον οργα­νι­σμό σου, στον οποίο έχει επί­δρα­ση το υψό­με­τρο. Μια φωνή ακού­γε­ται μέσα σου και σου λέει να γυρί­σεις πίσω, η θέλη­ση σου όμως είναι πιο μεγά­λη. Έρχε­σαι σε σύγκρου­ση με τον οργα­νι­σμό σου, τα κατα­φέρ­νεις όμως με τη δύνα­μη του μυα­λού σου. Ο Αντώ­νης ήταν πολύ δυνα­τός σε αυτό, είχε πολύ καλή ψυχο­λο­γία στα βου­νά. Ήταν έμπει­ρος, με πολ­λά χρό­νια στα βου­νά υψο­μέ­τρου», ανα­φέ­ρει ο έμπει­ρος Έλλη­νας ορειβάτης.

Μια «οχτά­ρα» κορυ­φή όμως είναι επί­τευγ­μα που ακό­μη και για μια φορά ‑πόσο μάλ­λον έξι- δύσκο­λα θα κατα­φέ­ρει ένας άνθρω­πος. «Σε αυτά τα βου­νά, ο μεγα­λύ­τε­ρος κίν­δυ­νος είναι το ίδιο το υψό­με­τρο. Όταν ανέ­βεις γρή­γο­ρα σε ένα τέτοιο βου­νό είναι πιθα­νό να πάθεις οξεία νόσο του υψο­μέ­τρου», εξη­γεί ο κ. Θεο­χά­ρης και παρα­δέ­χε­ται πως με τα επι­τεύγ­μα­τα του Αντώ­νη Συκά­ρη, το βου­νό έγι­νε στό­χος για περισ­σό­τε­ρους. «Τα τελευ­ταία χρό­νια είναι θετι­κό και ενδια­φέ­ρον το ότι περισ­σό­τε­ρος κόσμος κάνει ορει­βα­σία», τονίζει.

Ο ίδιος ο Αντώ­νης Συκά­ρης, που κατέ­κτη­σε το 2017 την Kangchenjunga, έχο­ντας βρε­θεί και στο Έβε­ρεστ είχε μιλή­σει και πάλι τότε στο «Πρα­κτο­ρείο FM» για την ιστο­ρι­κή επι­τυ­χία, τις δυσκο­λί­ες της ανά­βα­σης, τις θερ­μο­κρα­σί­ες και τις σωμα­τι­κές απαι­τή­σεις που έπρε­πε το ορει­βα­τι­κό δίδυ­μο να ξεπε­ρά­σει, ώστε να εισέλ­θει σε ένα κλει­στό «κλαμπ» 358 ατό­μων από όλο τον κόσμο, μια επι­τυ­χία που είχε «χαλυ­βδώ­σει», όπως είχε πει, τους Έλλη­νες ορει­βά­τες. «Μας γεμί­ζει με αυτο­πε­ποί­θη­ση και δύνα­μη για να μπο­ρέ­σου­με να συνε­χί­σου­με την κανο­νι­κή και την ορει­βα­τι­κή ζωή μας, η οποία έχει συνέ­χεια, για­τί τα όνει­ρα δεν τελειώ­νουν ποτέ. Η κατά­κτη­ση ενός ονεί­ρου, αμέ­σως απο­κα­λύ­πτει το επό­με­νο», είχε ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Αντώ­νης Συκάρης.

Ο μεγα­λύ­τε­ρος ‑μέχρι σήμε­ρα- ορει­βά­της της Ελλά­δας είχε τονί­σει τη σχέ­ση του υψο­μέ­τρου με την επι­βί­ω­ση: «Ο αέρας είναι πάρα πολύ περιο­ρι­σμέ­νος. Να ανα­φέ­ρου­με πως πάνω από τα 8000 μέτρα είναι “Ζώνη Θανά­του” και το ποσο­στό του οξυ­γό­νου φτά­νει μόνο το 18% με 20% σε περιε­κτι­κό­τη­τα σε σχέ­ση με την επι­φά­νεια της θάλασ­σας. Αυτό σημαί­νει ότι η προ­σπά­θεια συνο­λι­κά είναι πάρα πολύ δύσκο­λη λόγω του μειω­μέ­νου οξυ­γό­νου, του κρύ­ου που υπάρ­χει εκεί αλλά και της δυσκο­λί­ας. Μέσα σε αυτές τις συν­θή­κες, λοι­πόν, πρέ­πει να σκαρ­φα­λώ­σεις όλα αυτά τα μέτρα για να φτά­σεις στην κορυ­φή και εν συνε­χεία — που είναι και το πιο δύσκο­λο- να κατέ­βεις από αυτό το πεδίο. Είναι πρώ­τα από όλα η εξά­ντλη­ση και δεύ­τε­ρον ότι απαι­τεί­ται χρό­νος που πολ­λές φορές δεν φτά­νει», είχε ανα­φέ­ρει ο Αντώ­νης Συκά­ρης, έχο­ντας από­λυ­τη επί­γνω­ση της πολύ μεγά­λης δυσκο­λί­ας αυτών των προσπαθειών.

Για τον Έλλη­να ορει­βά­τη, το από­λυ­το… μυστι­κό για να κάνει κάποιος μια τέτοια κορυ­φή ήταν η «άρι­στη ημέ­ρα και­ρού». Με τον αέρα των 60 ή 80χλμ/ώρα, το κρύο πολ­λα­πλα­σιά­ζε­ται, κάτι που οι ορει­βά­τες ονο­μά­ζουν chill factor. «Στους ‑30 βαθ­μούς Κελ­σί­ου που είχε όταν ανε­βή­κα­με, αισθά­νε­σαι ‑70. Είναι αδύ­να­το να σκαρ­φα­λώ­σεις με τέτοιες θερ­μο­κρα­σί­ες. Κι αν βεβαί­ως επι­λέ­ξεις να σκαρ­φα­λώ­σεις σε μια τέτοια ημέ­ρα, χωρίς να το γνω­ρί­ζεις ‑για­τί σε αυτό το σημείο δεν μπο­ρείς να έχεις ακρι­βή πρό­βλε­ψη- είναι πάρα πολύ πιθα­νό, όπως έχει συμ­βεί και με άλλους επι­βά­τες, να πάθεις κρυο­πα­γή­μα­τα ή να πεθά­νεις από το ψύχος», είχε εξηγήσει.

Σε αυτές τις απο­στο­λές και για να νική­σεις τον ίδιο σου τον εαυ­τό, για να επι­κρα­τή­σει η επι­θυ­μία της λογι­κής ‑ειδι­κά από τα 8000 μέτρα και πάνω- η δου­λειά της προ­ε­τοι­μα­σί­ας ήταν πάντα ένα μεγά­λο όπλο του Αντώ­νη Συκάρη.

Αυτή ‑η σκλη­ρή δου­λειά- είναι και η συμ­βου­λή του σχοι­νο­συ­ντρό­φου του Αντώ­νη Συκά­ρη, Φώτη Θεο­χά­ρη, για όσους θελή­σουν να ακο­λου­θή­σουν μια πορεία ορει­βα­σί­ας υπε­ρυ­ψη­λών επι­δό­σε­ων. Το βου­νό θέλει βου­νό. «Για κάποιον που θέλει να ασχο­λη­θεί, χρειά­ζε­ται να κάνει συνέ­χεια ανα­βά­σεις, αναρ­ρί­χη­ση, ποδή­λα­το στο βου­νό, να αυξή­σει την αερό­βιά του άσκη­ση, να βρί­σκε­σαι στο τερέν όπου θα ανέ­βει. Πρέ­πει να είσαι πρω­τα­θλη­τής. Να ακο­λου­θείς τα πρό­τυ­πα της ζωής ενός πρω­τα­θλη­τή», εξηγεί.

Γιώρ­γος Βρουλ­λής, υπεύ­θυ­νος Ορει­νής Διά­σω­σης, Ελλη­νι­κή Ομά­δα Διά­σω­σης: Φαι­νό­ταν στα μάτια του η αγά­πη για το ονει­ρό του

«Συζη­τού­σα­με με τον Αντώ­νη, ένα σχέ­διο που έμει­νε μοι­ραία στη μέση: να ετοι­μά­σου­με ένα κοι­νό πρό­γραμ­μα εκπαί­δευ­σης», σχο­λιά­ζει ο Γιώρ­γος Βρουλ­λής, υπεύ­θυ­νος Ορει­νής Διά­σω­σης της Ελλη­νι­κής Ομά­δας Διά­σω­σης, περι­γρά­φο­ντας τις εντυ­πώ­σεις των μελών της ομά­δας από την συνά­ντη­ση, του Έλλη­να ορει­βά­τη με το κοι­νό, στα τέλη του 2021, στη Θεσσαλονίκη.

«Δύο πράγ­μα­τα είναι, που έκα­ναν εντύ­πω­ση στον Αντώ­νη Συκά­ρη. Το ένα ήταν ότι πάντα φρό­ντι­ζε στο τέλος της συνο­μι­λί­ας του να λέει: “σας αγα­πώ πολύ”. Ήταν σαν να ένιω­θε μέσα του πως, κάτι μπο­ρεί να… παρα­φυ­λά­ει στη ζωή του, και με αυτόν τον άνθρω­πο με τον οποίο συνο­μι­λού­σε, να μην μιλή­σει ξανά. Ήταν σαν να το είχε μέσα του αυτό», ανα­φέ­ρει συγκινημένος.

«Ταυ­τό­χρο­να, μαζί του ένιω­θες ότι, ο χρό­νος είναι “συμπυ­κνω­μέ­νος”. Κι αυτό ήταν που έκα­νε ο Αντώ­νης στη ζωή του. Πριν ξεκι­νή­σει να ορει­βα­τεί ‑του­λά­χι­στον με αυτόν τον ρυθ­μό και σε αυτά τα στά­δια στα οποία έφτα­σε- ήταν ένας επι­χει­ρη­μα­τί­ας, ο οποί­ος έκα­νε μια ολό­κλη­ρη επι­χει­ρη­μα­τι­κή ζωή, έναν κύκλο, τον έκλει­σε ‑κάτι που άλλοι θέλουν μια ζωή και δεν τους φτά­νει- και ξεκί­νη­σε μετά αυτόν τον τερά­στιο ορει­βα­τι­κό του κύκλο. Έζη­σε μια ζωή συμπυ­κνω­μέ­νη, την “εκμε­ταλ­λεύ­τη­κε” με τον καλύ­τε­ρο δυνα­τό τρό­πο», επι­ση­μαί­νει το στέ­λε­χος της ΕΟΔ, που επι­μέ­νει πως το στίγ­μα του Αντώ­νη Συκά­ρη για την πλειο­νό­τη­τα, όσων γνώ­ρι­ζαν τη δρά­ση του, δεν ήταν οι αθλη­τι­κές του επι­τυ­χί­ες μόνο. «Πάντα φαι­νό­ταν στα μάτια του η αγά­πη για το ονει­ρό του και δεν παρέ­λει­πε ποτέ να δεί­χνει την αγά­πη του για τους δικούς του ανθρώ­πους και την οικο­γέ­νειά του», εξηγεί.

Μιχά­λης Στύλ­λας: Οι ρόλοι αλλά­ζουν στα ψηλά βουνά…

Έμπει­ρος ορει­βά­της, ο Μιχά­λης Στύλ­λας, expeditions leader του παγκό­σμιου ερευ­νη­τι­κού προ­γράμ­μα­τος «Αλπι­κοί παγε­τώ­νες, Vanising Glaciers», με το οποίο γυρί­ζει τον πλα­νή­τη Γη τα τελευ­ταία περί­που τέσ­σε­ρα χρό­νια, έχει επι­σκε­φτεί τέσ­σε­ρις κορυ­φές οχτά­ρες και έχει κατα­φέ­ρει αισί­ως να δει δύο φορές τον κόσμο πάνω από τα 8000 μέτρα.

«Έχω κατα­λά­βει πως η ζωή πάνω από τα 7000 μέτρα δεν είναι για τον άνθρω­πο. Εκεί πάμε με τη δική μας θέλη­ση ‑δεν σε σπρώ­χνει κανείς να πας εκεί- και πρέ­πει πάντα να έχεις στο μυα­λό σου ότι το τίμη­μα ‑χωρίς να φταις μάλι­στα πολ­λές φορές, καθώς υπάρ­χουν χίλιοι δύο αντι­κει­με­νι­κοί κίν­δυ­νοι- είναι το να γίνει οτι­δή­πο­τε, ανά πάσα στιγ­μή», λέει, περι­γρά­φο­ντας τι συμ­βαί­νει εκεί, στις σκέ­πες του πλα­νή­τη μας, την ώρα της αναρ­ρι­χη­τι­κής αγωνίας.

«Οι ρόλοι αλλά­ζουν στα ψηλά βου­νά», εξο­μο­λο­γεί­ται ο Μιχά­λης Στύλ­λας, συντε­τριμ­μέ­νος από την άσχη­μη είδη­ση της απώ­λειας του Αντώ­νη Συκά­ρη. Εξη­γώ­ντας τι μπο­ρεί να συμ­βεί πάνω στα βου­νά ‑αυτά τα μυθι­κά για τους περισ­σό­τε­ρους από εμάς, που κατα­κτούν λιγο­στοί «ημί­θε­οι» ηγέ­τες της παγκό­σμιας ορει­βα­σί­ας- ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά: «Κάθε ορει­βά­της μπο­ρεί εκεί τη μια στιγ­μή να αισθά­νε­ται δυνα­τός και την επό­με­νη, με αιτία τις συν­θή­κες στο περι­βάλ­λον και την ψυχο­λο­γία, ενώ πιστεύ­ει πως ηγεί­ται και έχει την κατά­στα­ση στο χέρι του, στο τέλος να μην έχει τίπο­τα στο χέρι του. Αρκε­τές φορές, ειδι­κά στα μεγά­λα υψό­με­τρα, όπως στα βου­νά των Ιμα­λα­ΐ­ων, αυτό μπο­ρεί να απο­βεί μοιραίο».

Όπως λέει, εκεί­νες τις στιγ­μές το σώμα και η ψυχή δου­λεύ­ουν συνέ­χεια στο 110%. «Επει­δή δε η κατά­στα­ση είναι τέτοια, ειδι­κά στα μεγά­λα υψό­με­τρα, αλλά και σε κάθε βου­νό, από τη μεγά­λη χαρά μπο­ρεί να πας στις χει­ρό­τε­ρες κατα­στά­σεις σε πολύ μικρό χώρο και χρό­νο», ανα­φέ­ρει χαρακτηριστικά.

Για­τί υπάρ­χει ο πόθος για την κορυ­φή; «Ο άνθρω­πος έχει την τάση να ξεφεύ­γει από τα όρια που του βάζουν», απα­ντά. «Η ορει­βα­σία ‑κακά τα ψέμα­τα- όπως και ο αλπι­νι­σμός, ειδι­κά όταν το βιω­τι­κό επί­πε­δο π.χ στην Ευρώ­πη ανέ­βη­κε, δημιουρ­γούν τον τρό­πο για να πάει κανείς και να γευ­τεί τη φύση, τη δυνα­μι­κή της και να γίνει ένα με το περι­βάλ­λον στο ακραίο σημείο. Να πάει στα πιο ψηλά μέρη, στην Αρκτι­κή, στην Ανταρ­κτι­κή, στον Βόρειο Πόλο, κάτι που συνέ­βη ήδη από τη Βικτω­ρια­νή επο­χή», λέει, περι­γρά­φο­ντας τη φιλο­σο­φι­κή θεώ­ρη­ση αυτών των τολ­μη­μά­των. «Όλα αυτά έρχο­νται, όπως πολ­λά πράγ­μα­τα στη ζωή, με κάποιο τίμη­μα. Κάποιες φορές το τίμη­μα αυτό είναι η απώ­λεια της ανθρώ­πι­νης ζωής», ομολογεί.

Με θέα από τις ψηλές κορυφές

Τα νέα της απώ­λειας του Αντώ­νη Συκά­ρη έφτα­σαν σε κάθε σημείο, όπου δρα­στη­ριο­ποιού­νται μέλη των κορυ­φαί­ων ορει­βα­τι­κών κοι­νο­τή­των. Ο ορει­βά­της Mingma G, με τον οποίο ο Αντώ­νης Συκά­ρης, όπως έγρα­ψε στις 14 Απρι­λί­ου για τον φίλο του ο ηγέ­της της ομά­δας Nanga parbat 2022 στο Dhaulagiri, είχε ανέ­βει στην κορυ­φή του Όρους Manalsu το 2018 και του Lhotse το 2019, από το μακρι­νό Νεπάλ εξη­γού­σε πόσο αδύ­να­το του ήταν να δεχτεί τα νέα της μεγά­λης απώ­λειας. Όπως εξη­γού­σε, του ήταν δύσκο­λο να το απο­δε­χθεί καθώς ήξε­ρε «πόσο δυνα­τός ήταν» ο Έλλη­νας ορει­βά­της, ωστό­σο και ο ίδιος είχε «…σχε­δόν φύγει από τη ζωή το 2019 στο Έβε­ρεστ χωρίς κανέ­να προη­γού­με­νο σύμπτωμα».

Ο έμπει­ρος Νεπα­λέ­ζος ορει­βά­της των μεγά­λων υψο­μέ­τρων, εμφα­νώς συντε­τριμ­μέ­νος, εξη­γού­σε στην ανάρ­τη­σή του πως σε τέτοιες υπερ­προ­σπά­θειες όλα σχε­τί­ζο­νται με το πώς «αντι­δρά κάθε σώμα δια­φο­ρε­τι­κά στα μεγά­λα υψό­με­τρα». Δεν παρέ­λει­πε δε να μετα­φέ­ρει τα συλ­λυ­πη­τή­ρια και τις προ­σευ­χές του στην οικο­γέ­νεια του Αντώ­νη Συκά­ρη, αλλά και την ορει­βα­τι­κή κοι­νό­τη­τα στην Ελλάδα.

Οι προ­σευ­χές, που έστει­λε ο Mingma G μαζί με την πλημ­μυ­ρί­δα των αντι­δρά­σε­ων στην Ελλά­δα στο άκου­σμα της είδη­σης του θανά­του του Αντώ­νη Συκά­ρη, δεν στα­μά­τη­σαν τη γυναί­κα της ζωής του, Καλ­λιό­πη, από το να δώσει σε όλους ως επι­θυ­μη­τή «κατεύ­θυν­ση» των εκφρά­σε­ων του κοι­νού, αυτή της χαράς και μόνο… «Ο Αντώ­νης ήταν άνθρω­πος της χαράς. Ο Αντώ­νης δεν ήταν άνθρω­πος της λύπης, αλλά πάντα εστί­α­ζε στη χαρά και έτσι ήθε­λε να αντι­με­τω­πί­ζει και να αντι­με­τω­πί­ζου­με όλοι τη ζωή…», δήλω­σε στο ΑΠΕ ΜΠΕ η σύντρο­φος ζωής του μεγα­λύ­τε­ρου Έλλη­να ορει­βά­τη στην ιστο­ρία. Ήταν άλλω­στε αυτό και μόνο το δόγ­μα μιας ζωής γεμά­της με θετι­κή ενέρ­γεια επί­τευ­ξης στό­χων. Μιας ζωής, στη διάρ­κεια της οποί­ας, ο Αντώ­νης Συκά­ρης, για 32 χρό­νια, βίω­σε ορει­βα­τι­κές εμπει­ρί­ες μοναδικές.

Πριν να αντι­κρί­σει άλλω­στε τη θέα από το Dhaulagiri, ο Αντώ­νης Συκά­ρης είχε ανέ­βει με επι­τυ­χία 169 κορυ­φές στο εξω­τε­ρι­κό, πραγ­μα­το­ποί­η­σε 65 ορει­βα­τι­κές απο­στο­λές σε 18 χώρες του κόσμου (Αλβα­νία, Αργε­ντι­νή, Γαλ­λία, Γεωρ­γία, Ελβε­τία Θιβέτ, Ιράν, Ιτα­λία, Κανα­δάς, Κένυα, Κίνα, Κιρ­γι­στάν, Μαρό­κο, Νεπάλ, Πακι­στάν, Περού, Ρωσία Ταν­ζα­νία. Ορει­νά συγκρο­τή­μα­τα: Άλπεις, Άνδεις, Ιμα­λάια, Καρα­κο­ρούμ, Canadian Rocky Mountains, Παμίρ) χωρίς να στα­μα­τή­σει να χαί­ρε­ται τις στιγ­μές στα ψηλά.

Έως σήμε­ρα, ο Έλλη­νας υπε­ρα­θλη­τής της ορει­βα­σί­ας παρα­μέ­νει ο μόνος Έλλη­νας, που έχει σκαρ­φα­λώ­σει 6 από τις 14 κορυ­φές άνω των 8000 μέτρων, 63 κορυ­φές πάνω από τα 4000 μέτρα στις Άλπεις. Η προ­σπά­θειά του για το ορει­βα­τι­κό Grand Slam μπο­ρεί να έμει­νε ημι­τε­λής, ολο­κλή­ρω­σε όμως το δικό του final push προς την παγκό­σμια κατα­ξί­ω­ση με τα κέρ­δη, που πάντα επι­δί­ω­κε: τη διά­δο­ση του μηνύ­μα­τος της αγά­πης και της ανά­γκης για χάρα­ξη πορεί­ας προς τους μεγά­λους στό­χους από τον καθέ­ναν μας.

«Η επι­τυ­χία με την κατα­στρο­φή και τον όλε­θρο βρί­σκο­νται πάνω σε μια λεπτή γραμ­μή και μπο­ρεί να συμ­βεί το οτι­δή­πο­τε», μου είχε πει ο Αντώ­νης Συκά­ρης στην κου­βέ­ντα, που κάνα­με μετά την άνι­ση μάχη του με τη δια­βό­η­τη κορυ­φή Κ2 ‑τη δεύ­τε­ρη ψηλό­τε­ρη του κόσμου και τη δυσκο­λό­τε­ρη από όλες που ξεπερ­νούν τα 8000 μέτρα- και τη συγκλο­νι­στι­κή «…αναρ­ρί­χη­ση της επι­τυ­χί­ας του 3%» που έκα­νε τον Φεβρουά­ριο του 2021.

Το ότι μια ολό­κλη­ρη Ελλά­δα, ειδι­κά στα τελευ­ταία αυτά χρό­νια των μεγά­λων επι­τυ­χιών του, απο­φά­σι­σε να… σηκω­θεί από τον κανα­πέ της και να ξεκι­νή­σει, από τις πεζο­πο­ρί­ες έστω, το νέο της «φλερτ» με το ανά­γλυ­φο, το βου­νό, είναι μια επι­τυ­χία που πιστώ­νε­ται εν πολ­λοίς στον Αντώ­νη Συκά­ρη. Ένας εθνι­κός ‑θα λέγα­με- στό­χος, που επι­τεύ­χθη­κε από την πλέ­ον εμβλη­μα­τι­κή φυσιο­γνω­μία των μεγά­λων υψο­μέ­τρων στην ελλη­νι­κή ιστορία.

ΑΠΕ-ΜΠΕ.

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο