Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…

Επι­μέ­λεια: Οικο­δό­μος //

Ο Τάσος Λει­βα­δί­της γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να στις 20 Απρί­λη του 1922. Αγω­νι­στής της ΕΑΜι­κής Εθνι­κής Αντί­στα­σης, εξο­ρί­στη­κε για τις πολι­τι­κές του ιδέ­ες στον Μού­δρο, στον Αη Στρά­τη και τη Μακρό­νη­σο. Λαο­γέν­νη­τος ποι­η­τής, ο Λει­βα­δί­της αγκά­λια­σε με τα πελώ­ρια απλω­μέ­να χέρια των στί­χων του τα σκιρ­τή­μα­τα της ψυχής και των ονεί­ρων μας. Με το έργο του στη­ρί­ζει τα βήμα­τά μας στα δυσκο­λο­διά­βα­τα μονο­πά­τια των σύγ­χρο­νων και­ρών και κρα­τά­ει ανοι­χτή την πόρ­τα της αδι­καί­ω­της ελπί­δας, μέχρι αυτή «ν’ ανθί­σει μες στην καρ­βου­νό­σκο­νη, σαν εν’ άσπρο τρια­ντά­φυλ­λο». Έφυ­γε από τη ζωή μόλις στα 66 του χρό­νια, στις 30 Οκτώ­βρη του 1988.

Ο Κώστας Καζά­κος δια­βά­ζει το ποί­η­μα του Τάσου Λει­βα­δί­τη “Aν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος”:

ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΛΕΓΕΣΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγ­μή ν’ αγω­νί­ζε­σαι για την ειρή­νη και
για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρό­μους, θα φωνά­ξεις, τα χεί­λια σου θα
ματώ­σουν απ’ τις φωνές
το πρό­σω­πό σου θα ματώ­σει από τις σφαί­ρες ― μα ούτε βήμα
πίσω.
Κάθε κραυ­γή σου μια πετριά στα τζά­μια των πολεμοκάπηλων
κάθε χει­ρο­νο­μία σου σα να γκρε­μί­ζεις την αδικία.
Και πρό­σε­ξε: μη ξεχα­στείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμη­θείς τα παι­δι­κά σου χρόνια
αφί­νεις χιλιά­δες παι­διά να κομ­μα­τιά­ζο­νται την ώρα που παίζουν
ανύ­πο­πτα στις πολιτείες
μια στιγ­μή αν κοι­τά­ξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρω­ποι θα χάνου­νται στη νύχτα του πολέμου
έτσι και στα­μα­τή­σεις μια στιγ­μή να ονειρευτείς
εκα­τομ­μύ­ρια ανθρώ­πι­να όνει­ρα θα γίνουν στά­χτη κάτω απ’
τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις και­ρό για τον εαυ­τό σου
αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος
μπο­ρεί να χρεια­στεί ν’ αφί­σεις τη μάνα σου, την αγαπημένη
ή το παι­δί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ’ απαρ­νη­θείς τη λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρ­νη­θείς τη βρα­δι­νή ξεκού­ρα­ση στο σπι­τι­κό κατώφλι
για το τρα­χύ δρό­μο που πάει στο αύριο.
Μπρο­στά σε τίπο­τα δε θα δει­λιά­σεις κι ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορ­φο ν’ ακούς μια φυσαρ­μό­νι­κα το βράδι,
να κοι­τάς εν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορ­φο σκυμ­μέ­νος πάνω απ’ το κόκ­κι­νο στό­μα της
αγά­πης σου
να την ακούς να σου λέει τα όνει­ρά της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέ­πει να τ’ απο­χαι­ρε­τή­σεις όλ’ αυτά και να
ξεκινήσεις
για­τί εσύ είσαι υπεύ­θυ­νος για όλες τις φυσαρ­μό­νι­κες του
κόσμου, για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και
για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος
μπο­ρεί να χρεια­στεί να σε κλεί­σουν φυλα­κή για είκο­σι ή
και περισ­σό­τε­ρα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλα­κή θα θυμά­σαι πάντο­τε την άνοιξη,
τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ’ το τετρα­γω­νι­κό μέτρο του κελ­λιού σου
θα συνε­χί­ζεις τον δρό­μο σου πάνω στη γη.
Κι όταν μες στην απέ­ρα­ντη σιω­πή, τη νύχτα
θα χτυ­πάς τον τοί­χο του κελ­λιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοί­χου θα σου απα­ντά­ει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέ­πεις να περ­νάν τα χρό­νια σου και ν΄ ασπρίζουν
τα μαλ­λιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλα­κή κάθε πρωί θα ξημε­ρώ­νε­σαι πιο
νέος
αφού όλο και νέοι αγώ­νες θ’ αρχί­ζου­νε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος.

Αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος
θα πρέ­πει να μπο­ρείς να πεθά­νεις ένα οποιο­δή­πο­τε πρωινό.
Απο­βρα­δίς στην απο­μό­νω­ση θα γρά­ψεις ένα μεγά­λο τρυφερό
γράμ­μα στη μάνα σου
θα γρά­ψεις στον τοί­χο την ημε­ρο­μη­νία, τ’ αρχι­κά του ονό­μα­τός σου και μια λέξη: Ειρήνη
σα να υπο­γρά­φεις όλη την ιστο­ρία της ζωής σου.
Να μπο­ρείς να πεθά­νεις ένα οποιο­δή­πο­τε πρωινό
να μπο­ρείς να στα­θείς μπρο­στά στα έξη ντουφέκια
σα να στε­κό­σου­να μπρο­στά σ’ ολά­και­ρο το μέλλον.
Να μπο­ρείς, απά­νω απ’ την ομο­βρο­ντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκα­τομ­μύ­ρια των απλών ανθρώ­πων που
τρα­γου­δώ­ντας πολε­μά­νε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγε­σαι άνθρωπος.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
[ΠΟΙΗΣΗ, τόμος 1, εκδ. ΚΕΔΡΟΣ]

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο