Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αποχαιρετισμός στον σκιτσογράφο Γιάννη Καλαϊτζή

Επι­μέ­λεια Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Ο Γιάν­νης Καλαϊ­τζής, ένας από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους και πιο επι­δρα­στι­κούς σκι­τσο­γρά­φους στην Ελλά­δα, γνω­στός για την αιχ­μη­ρή, καυ­στι­κή και αρι­στο­φα­νι­κή πένα του, με μακρά πορεία στον χώρο του Τύπου, έφυ­γε από τη ζωή ύστε­ρα από μακρά μάχη με τον καρκίνο.

Γεν­νή­θη­κε στις 11 Νοεμ­βρί­ου του 1945, ο Γιάν­νης Καλαϊ­τζής υπήρ­ξε ενερ­γός για αρκε­τές δεκα­ε­τί­ες και μέχρι πρό­σφα­τα και έχει συνει­σφέ­ρει με σκί­τσα σε έντυ­πα όπως «Παν­σπου­δα­στι­κή», «Δρό­μοι της Ειρή­νης», «Αυγή», «Αντί», «Ελευ­θε­ρο­τυ­πία», «Σχο­λια­στής», «Ντέ­φι», «Βαβέλ», «ΔΗΩ», «Σχο­λια­στής», «Γαλέ­ρα» «Εφη­με­ρί­δα των Συντακτών».

Το 1976 σχε­δί­α­σε τα σκη­νι­κά και τα κοστού­μια για την ται­νία του Παντε­λή Βούλ­γα­ρη Happy Day. Εξέ­δω­σε επί­σης τα άλμπουμ Τσιγ­γά­νι­κη ορχή­στρα, Το μαύ­ρο είδω­λο της Αφρο­δί­της, Τυφών, Για­τα­λε­φτά Νοέμ­βρη, 2000 στα 4. Ήταν μέλος της λέσχης γελοιο­γρά­φων της ΕΣΗΕΑ και είχε εκλε­γεί σε συνέ­δρια της ΠΟΕΣΥ.

Υπήρ­ξε ένας από τους κύριους συντε­λε­στές του περιο­δι­κού «Γαλέ­ρα», του οποί­ου υπήρ­ξε διευ­θυ­ντής μέχρι το 2010 όταν και έκλει­σε, ενώ βρέ­θη­κε στην «Ελευ­θε­ρο­τυ­πία» και στη συνέ­χεια στην «Εφη­με­ρί­δα των Συντα­κτών» από την πρώ­τη ημέ­ρα της κυκλο­φο­ρί­ας της και δημο­σί­ευ­σε το τελευ­ταίο του σκί­τσο στις 5 Φλε­βά­ρη με θέμα το φλέ­γον ζήτη­μα του αγρο­τι­κού και του ασφαλιστικού.

Η δου­λειά του θα μεί­νει φάρος φωτει­νός και παρά­δειγ­μα τολ­μη­ρού κι ανυ­πό­τα­κτου θάρ­ρους και χιού­μορ για όλους μας.

Για το τέλος κι αντί απο­χαι­ρε­τι­σμού δημο­σιεύ­ου­με σχε­τι­κό σχό­λιο του συνερ­γά­τη του περιο­δι­κού μας κι επί­σης σκι­τσο­γρά­φου, Πάνου Ζάχαρη:

“Το σκί­τσο του, πλη­θω­ρι­κό, πλού­σιο όσο δεν πάει, γλεν­τζέ­δι­κο και διο­νυ­σια­κό το θεω­ρώ αμίμητο.Σκίτσο ”βρώ­μι­κο” και φασα­ριό­ζι­κο, σκί­τσο που σε αιφ­νι­διά­ζει και σε ανα­στα­τώ­νει. Το κοι­τάω, το θαυ­μά­ζω και υπο­κλί­νο­μαι σ’ ένα ιερό τέρας που δεν είναι πια ανά­με­σα μας.”

Kalaitzis1Μεγά­λω­σα στο καφε­νείο του πατέ­ρα μου στην Κοκ­κι­νιά. Πάνω στα τρα­πέ­ζια κυκλο­φο­ρού­σαν δύο-τρεις εφη­με­ρί­δες. Γελοιο­γρα­φι­κά σκί­τσα κάνω από μωρό. Ήμουν παρα­τη­ρη­τι­κό και κακό και το ‘δει­χνα. Το περι­βάλ­λον μου ένοιω­σε την απει­λή. Χάριν εξευ­με­νι­σμού μου διέ­θε­σε μια απο­δο­χή διαρ­κεί­ας. Το να επι­δο­θώ στην πολι­τι­κή σάτι­ρα ήταν αυτο­νό­η­το. Ήμα­σταν αρι­στε­ροί, το κρά­τος μας έκα­νε και ρατσιστές.
Η δεξιά, η εξου­σία, οι αρχές ήταν έξω από την κοι­νω­νία μας, ήταν το ξένο, το άλλο. Μου την είχε στη­μέ­νη στο νηπια­γω­γείο. Κατα­νά­γκα­ζαν εμέ­να το σκι­τσο­γρά­φο να πλέ­κω καλα­θά­κια και να κεντάω με μπρι­σί­μι μηλα­ρά­κια σε χαρ­τό­νι. Για να με σπά­σουν. Δε μίλη­σα. Κατα­δι­κά­στη­κα σε δωδε­κα­ε­τή εκπαί­δευ­ση. Μου’ριξαν και έναν χρό­νο επι πλέ­ον ως μη συνερ­γά­σι­μο. Δρα­πέ­τευ­σα πριν εκτί­σω την ποινή.
Ακο­λού­θη­σε ο κατή­φο­ρος. Από τα χαμαι­τυ­πία της Αρι­στε­ράς στα κατα­γώ­για των Καλών Τεχνών. Έμα­θα κινη­μα­το­γρά­φο στους κινη­μα­το­γρά­φους, θέα­τρο στο θέα­τρο, μου­σι­κή την νύχτα και εικό­νες στο πεζο­δρό­μιο. «Παν­σπου­δα­στι­κή», «Δρό­μοι της Ειρή­νης», «Αυγή».
Ακου­λου­θεί μια χού­ντα που επι 40 χρό­νια παρα­μέ­νει 7 ετών. Σκι­τσά­ρω αγω­νιό­ντας να κατα­νο­ή­σω το προηγούμενο (…)
Γαλέ­ρα στους πέρα κάμπους

Γιάν­νης Καλαϊτζής»

Kalaitzis3

 

Kalaitzis2

 

Kalaitzis4

 

Kalaitzis5

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο