(τέτοιες μέρες πριν 10 χρόνια)
Ο πόλεμος στη Συρία, στο πλαίσιο της λεγόμενης Αραβικής «Άνοιξης», με αντικυβερνητικές διαδηλώσεις κατά του Άσαντ, αφήνει πίσω της εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, σακατεμένους και εκατομμύρια ξεριζωμένους και ξεσπιτωμένους.
Σήμερα, καμία από όλες αυτές τις αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις, που απροκάλυπτα διέδιδαν εκείνα τα χρόνια τα ιμπεριαλιστικά φληναφήματα περί «αποκατάστασης της δημοκρατίας» και «αντιμετώπισης της τρομοκρατίας», ενώ χαιρέτιζαν ως «αντιπολιτευτικές δυνάμεις» τις διάφορες ομάδες, που έγιναν φυτώρια του «Ισλαμικού Κράτους» και στηρίχτηκαν άμεσα και έμμεσα από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και άλλα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη, δεν τολμάνε να κάνουν την παραμικρή αυτοκριτική.
Και στην περίπτωση της Συρίας, καθώς το «Ισλαμικό Κράτος» είναι σε φθίνουσα πορεία, αναδεικνύεται με τον πιο τραγικό τρόπο για το λαό ο σφοδρός ανταγωνισμός ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσίας, Τουρκίας, Ισραήλ, των μοναρχιών του Κόλπου.
Οι αιτίες της ιμπεριαλιστικής επέμβασης στη Συρία, αρχικά από τις ΗΠΑ και στη συνέχεια η εμπλοκή της Ρωσίας, όχι μόνο δεν εξαλείφθηκαν, αλλά κάθε τόσο φουντώσουν.
Πέρα από την «πίτα» της ανοικοδόμησης, των υποδομών που κατέστρεψαν οι βόμβες των ιμπεριαλιστών, ο ενεργειακός πλούτος της Συρίας είναι ξανά το «μήλον της Εριδος».
Μάλιστα, τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στη Συρία υπολογίζεται ότι είναι δεκαπλάσια των κοιτασμάτων του Ισραήλ και μεγαλύτερα από το μεγάλο κοίτασμα ΖΟΡ στην αιγυπτιακή ΑΟΖ. Πάω απ’ όλα όμως, είναι η γεωστρατηγική της θέση.
Στη Λιβύη, η «επανάσταση της Αραβικής Άνοιξης», οι υποκινούμενες (από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους) εξεγέρσεις, με τη συμμετοχή ισλαμιστών μισθοφόρων που δημιουργήθηκαν, εκπαιδεύτηκαν, εξοπλίστηκαν και χρηματοδοτήθηκαν ως εργαλείο ανατροπής και δολοφονίας του τότε Προέδρου Μουαμάρ Καντάφι, τον Οκτώβρη του 2011, μετέτρεψαν σταδιακά τη χώρα στο σημερινό χάος των αντίπαλων ένοπλων ομάδων.
Οχι μόνο δεν έφεραν περισσότερη δημοκρατία και ελευθερία στο λαό, αλλά αυξήθηκαν οι συγκρούσεις αντίπαλων φατριών με δύο κυβερνήσεις, στο Τομπρούκ και την Τρίπολη και ανοιχτό νέο αιματοκύλισμα και πάλι με το πρόσχημα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Στην πραγματικότητα, για το ξαναμοίρασμα του λιβυκού ενεργειακού πλούτου. Δηλαδή, επιστρέφουμε στην ίδια αιτία που ανατράπηκε το καθεστώς Καντάφι, όταν επιχείρησε πιο συμφέρουσες μπίζνες από αυτές που είχε για χρόνια με μονοπώλια της Δύσης, με ρωσικούς και κινεζικούς ομίλους.
Στην Υεμένη ασταμάτητες είναι οι «σφαγές» του λαού από την ιμπεριαλιστική επέμβαση της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της από το Μάρτη του 2015. Οι δήθεν ευαίσθητοι σήμερα ηγέτες της ΕΕ, που είναι συγκλονισμένοι από την ανθρωπιστική καταστροφή στη χώρα αυτή, έχουν το δικό τους μερτικό στο αιματοκύλισμα.
Οι «πληγές» του Ιράκ δεν έχουν κλείσει, ενώ η καπιταλιστική βαρβαρότητα και η ανέχεια σε Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική προκαλούν νέα καραβάνια ξεριζωμένων.
Η Αραβική Άνοιξη (όνομα που έδωσαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις [ΗΠΑ-ΕΕ]) υποδαυλίζοντας διαμάχες στις χώρες της Βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, πέτυχε ‑τουλάχιστον σε μια πρώτη φάση το στόχο.
Οι πρώην ηγέτες σύμμαχοι έγιναν εχθροί, διαπομπεύτηκαν, εκτελέστηκαν από ένα εξαγριωμένο πλήθος ‚όπου παρά τις μεγαλειώδεις λαϊκές διαδηλώσεις που ξεκινούσαν από δίκαια αιτήματα, έστρεφαν την ικανοποίησή τους στην κυβερνητική εναλλαγή, οδηγήθηκαν στην πλειοψηφία τους, στην ουρά της αστικής τάξης, και των ιμπεριαλιστικών της συμμαχιών.
Διδάσκοντας μέσα από τις αρνητικές εξελίξεις, πολύτιμα πολιτικά συμπεράσματα για το εργατικό κίνημα, το πλαίσιο πάλης ενάντια στον ταξικό αντίπαλο.
Εκκίνηση της «άνοιξης», θεωρείται η Τυνησία και το γεγονός που πυροδότησε τις εξελίξεις ήταν η αυτοπυρπόληση του Μοχάμετ Μπουαζίζι, ενός πλανόδιου πωλητή στον οποίο «φέρθηκε υπερβολικά αυστηρά η δημοτική αστυνομία».
Οι ταραχές που ακολούθησαν έδωσαν φαινομενικά ορατό πολιτικό αποτέλεσμα. Με τίμημα περίπου τετρακόσιους νεκρούς και με πολλούς ενδιάμεσους σταθμούς και πισωγυρίσματα, τα αιτήματα των διαδηλωτών θεωρητικά ικανοποιήθηκαν.
Χρησιμοποιούμε τον όρο «θεωρητικά» γιατί τα αιτήματα αυτά ήταν εξαιρετικά αόριστα και σχεδόν φιλοσοφικά στις διαστάσεις τους. Το αίτημα για «ανθρώπινα δικαιώματα», για «ελευθερία» ή «ελευθερία του λόγου», για «πάταξη της αυθαιρεσίας και της διαφθοράς» των κυβερνώντων δεν συνοδευόταν από οποιοδήποτε συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα και έθιγε μόνο επιφανειακά την ίδια την κοινωνική ανισότητα και την εκμετάλλευση της εργασίας, που ήταν ακριβώς οι πηγές και οι αιτίες της γενικευμένης δυσπραγίας που διέτρεχε τη χώρα.
Γενικά, η πρώτη αυτή γενική δοκιμή της «αραβικής άνοιξης» αποδείχθηκε επιτυχημένη.
Τον Οκτώβρη του 2011 η χώρα απέκτησε ένα πολυφωνικό Κοινοβούλιο και στις αρχές του 2014 ένα «δυτικό» Σύνταγμα, όπου κατοχυρώνονταν η «ανοικτή διακυβέρνηση» (open government), τα «ανθρώπινα δικαιώματα», η «ισότητα των φύλων», ενώ η καταστολή ονομάστηκε «προστασία του πολίτη».
Η επιτυχία θεωρήθηκε δεδομένη, γεγονός που αποτυπώθηκε με την απονομή του βραβείου Νόμπελ για την Ειρήνη του 2015, στο «Κουαρτέτο για τον Εθνικό Διάλογο» της χώρας, θεσμός που οδήγησε — κατά το σκεπτικό της απονομής — στη δημιουργία μιας πλουραλιστικής δημοκρατίας στην Τυνησία.
Τις λαϊκές κινητοποιήσεις, με νεκρούς και τραυματίες, που έγιναν ‑εκτός από την Τυνησία, σε Αίγυπτο, Λιβύη, Συρία, Μπαχρέιν και Υεμένη, αλλά και (σποραδικά) σε Αλγερία, Ιράν, Ιράκ, Ιορδανία, Μαρόκο, Ομάν, Τζιμπουτί, Κουβέιτ, Λίβανο, Μαυριτανία, Σαουδική Αραβία, Σουδάν, αστικά και οπορτουνιστικά κόμματα, ΜΜΕ κ.λπ. έσπευσαν να τις χαρακτηρίσουν ακόμη και «επαναστάσεις», ενώ εκθείαζαν τα δήθεν πολιτικά «ακηδεμόνευτα» και «αυθόρμητα κινήματα», που «οργανώθηκαν» υποτίθεται μέσα από μέσα κοινωνικής δικτύωσης («Facebook», «Twitter», «YouTube»).
Η εφαρμογή της συνταγής
Η «αραβική άνοιξη» εφαρμόστηκε στη συνέχεια στην Αίγυπτο, στη Λιβύη, στην Υεμένη και τη Συρία.
Στο πρώτο από αυτά τα κράτη οι μαζικές κινητοποιήσεις στην πλατεία Ταχρίρ ή στην Αλεξάνδρεια, παρά τη βιαιότητα των συγκρούσεων (περίπου 900 θύματα), έδειξαν να οδηγούν σε ανάλογο με την Τυνησία αποτέλεσμα.
Το Φλεβάρη του 2011 η κυβέρνηση του Χόσνι Μουμπάρακ ανατράπηκε, αργότερα έγιναν εκλογές, οι εκλογές δεν έβγαλαν αυτό που ο δυτικός κόσμος επιθυμούσε (τις κέρδισε το κίνημα των «Αδελφών Μουσουλμάνων»), οπότε οι νικητές των εκλογών αποπέμφθηκαν από την κυβερνητική εξουσία με μέριμνα και έξοδα του στρατού και ο επικεφαλής των «Αδελφών», ο Μόρσι, βρέθηκε υπόδικος.
Όλες, σχεδόν οι αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις υποστήριξαν ανοιχτά τις εξελίξεις που διαμορφώθηκαν στο έδαφος των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών (και επεμβάσεων στη συνέχεια), τις προσπάθειες των κατά τόπους αστών να εκσυγχρονίσουν το πολιτικό σύστημα, παρατείνοντας την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από ντόπια και ξένα μονοπώλια.
Στην πραγματικότητα, αυτό που ξεκίνησε, αξιοποιώντας υπαρκτά λαϊκά προβλήματα από καθεστώτα που υπήρξαν σύμμαχοι για πολλά χρόνια των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ήταν η παραπέρα προώθηση του σχεδίου για τη «Μεγάλη Μέση Ανατολή», το οποίο επεξεργάστηκαν αρχικά οι ΗΠΑ, προκειμένου να ελέγξουν ακόμα πιο αυστηρά την περιοχή ‑με τη Μέση Ανατολή στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας και να κερδίσουν στην κούρσα του ανταγωνισμού με τη Ρωσία και την Κίνα.
Βέβαια, από τότε πολλά έχουν αποκαλυφθεί. Για το ρόλο αμερικανικών και άλλων μυστικών υπηρεσιών. Για την οργανωμένη παρέμβαση πολυεθνικών, όπως η «Google», π.χ. στην Τυνησία και την Αίγυπτο, όπου πρωτοστάτησε ο διευθυντής της γι’ αυτήν την περιοχή.
Για τα ιμπεριαλιστικά σχέδια να αλλάξει ο χάρτης σε Βόρεια Αφρική και Μέση Ανατολή. Και αποδείχτηκε ακόμη πως οι σφοδροί ανταγωνισμοί όχι μόνο δεν «προώθησαν» τα εργασιακά και ανθρώπινα δικαιώματα, όχι μόνο δεν έφεραν την «άνοιξη» στους λαούς, αλλά οι τελευταίοι νιώθουν στο πετσί τους πιο οδυνηρά την καπιταλιστική εκμετάλλευση, ζουν την εξαθλίωση, την καταπίεση, τους πολέμους, τον ξεριζωμό και την αναγκαστική προσφυγιά.
Η «Αραβική Άνοιξη», δηλαδή, έγινε πραγματικός «χειμώνας» για εκατομμύρια απλών λαϊκών ανθρώπων.
Μόνο το ΚΚΕ αποκάλυψε από την πρώτη στιγμή την αλήθεια στο λαό
Στον αντίποδα όλων των «θαυμαστών» της «Αραβικής Ανοιξης», το ΚΚΕ έγκαιρα αντιπάλεψε τα ιμπεριαλιστικά προσχήματα και τις στοχεύσεις τους, αναφέρθηκε στο ρόλο των ΗΠΑ, των ειδικών υπηρεσιών ευρωπαϊκών κρατών, της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ κ.ά., στη συγκρότηση, χρηματοδότηση, εκπαίδευση, εξοπλισμό του «Ισλαμικού Κράτους», στο ρόλο της Ρωσίας, ανέδειξε τις πραγματικές αιτίες των πολέμων.
Μέσα στο εχθρικό κλίμα των αστικών και οπορτουνιστικών παρεμβάσεων που μιλούσαν για «επανάσταση», για «αναμφισβήτητη φιλολαϊκή εξέλιξη», για την «πλατεία Ταχρίρ» (της Αιγύπτου), που πρέπει να γίνει η Αθήνα, μέσα σε κλίμα ψεύτικων προσδοκιών που έσπερναν οι καπιταλιστικοί προπαγανδιστικοί μηχανισμοί, υπερασπίστηκε την αλήθεια, αποκάλυψε το ρόλο του λεγόμενου «πολιτικού Ισλάμ», στο πλαίσιο των γενικότερων ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων.
Το ΚΚΕ φώτισε τις ενδοαστικές αντιπαραθέσεις στην Τυνησία, στην Αίγυπτο, τους κινδύνους χειραγώγησης της λαϊκής πάλης. Εξήγησε τη συνέχιση μιας πολύ επικίνδυνης πορείας, που άρχισε μετά τις αντεπαναστατικές ανατροπές στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης τη δεκαετία του ’90 και συνεχίστηκε με τον πόλεμο στο Αφγανιστάν (2001) και το Ιράκ (2003) και κλιμακώθηκε με νέες επεμβάσεις και πολέμους, όπως κι έγινε στη συνέχεια, στη Λιβύη, στη Συρία, στην Ουκρανία, σε χώρες της Αφρικής.
Κατήγγειλε το ρόλο των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων που το έπαιζαν και το παίζουν «αθώες του αίματος» αλλά συμμετέχουν ενεργά στα ευρωΝΑΤΟικά σχέδια και επεμβάσεις προσδοκώντας κέρδη για λογαριασμό του ελληνικού κεφαλαίου.
Μόνο το ΚΚΕ επισήμανε τον ενδοαστικό χαρακτήρα της αντιπαράθεσης στις χώρες που έγιναν οι επεμβάσεις, τον κλιμακούμενο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τον έλεγχο πλουτοπαραγωγικών πηγών και οδών μεταφοράς τους, των σφαιρών επιρροής. Μόνο το ΚΚΕ αποσυνέδεσε τους πόθους των λαών της περιοχής για μια καλύτερη ζωή από τη δράση — οικονομική και στρατιωτική — των κάθε λογής μονοπωλιακών ομίλων και ανέδειξε την αναγκαιότητα της οργανωμένης σύγκρουσης με ντόπιους και ξένους εκμεταλλευτές, με την καπιταλιστική εξουσία σε κάθε χώρα.