Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αργύρης Εφταλιώτης, ένας από αυτούς που διαμόρφωσαν τη γλώσσα της λογοτεχνίας

Γρά­φει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Αργύ­ρης Εφτα­λιώ­της, φιλο­λο­γι­κό ψευ­δώ­νυ­μο του Έλλη­να λογο­τέ­χνη (ποι­η­τή και πεζο­γρά­φου) Κλε­άν­θη Μιχαη­λί­δη. Το ψευ­δώ­νυ­μό του προ­έρ­χε­ται από το όνο­μα της τοπο­θε­σί­ας Εφτα­λού στα βόρεια της γενέ­θλιας κωμό­πο­λης, το Μόλυ­βο της Λέσβου όπου ο πατέ­ρας του ήταν δάσκα­λος. Το μικρό του όνο­μα Αργύ­ρης το πήρε από τους αγί­ους της ημέ­ρας που γεν­νή­θη­κε – 1 Ιού­λη των Αγί­ων Αναρ­γύ­ρων. Γεν­νή­θη­κε στα 1849 και πέθα­νε στα 1923 στο Αντίπ της νότιας Γαλλίας.

Εκτός από το σχο­λείο όπου δίδα­σκε ο πατέ­ρας του (οπα­δός του Βερ­να­δά­κη και της «Δοκί­μου Αττι­κής Δια­λέ­κτου») δεν πήγε σε άλλο σκο­λείο. Ξενι­τεύ­τη­κε  και εργά­στη­κε στις επι­χει­ρή­σεις του Ράλ­λη στην Αγγλία και στο Λον­δί­νο. Εκεί γνω­ρί­στη­κε με τους Πάλ­λη, Πετρο­κόκ­κι­νο, Βλα­στό. Με τον Πάλ­λη μάλι­στα ανέ­πτυ­ξε βαθιά φιλία. Στη Βομ­βάη ζού­σαν στο ίδιο σπί­τι. Εκεί «θυμά­μαι σαν  να ήτα­νε χτες αkό­μα, όταν άξαφ­να μας ήρθε του Ψυχά­ρη το περί­φη­μο ‘’Ταξί­δι’’. Τονέ θυμά­μαι τον Πάλ­λη, όταν ένα πρωί με το ‘’Ταξί­δι’’ στο χέρι, μου φώνα­ξε ‘’να τα εκεί­να που λέγα­με. Τα είπε όλα ο φίλος. Ζήτω ο Ψυχά­ρης, κάτω εσείς οι σκο­λα­στι­κοί. Από τη στιγ­μή εκεί­νη ψεύ­τι­κο είδω­λο δε λάτρε­ψε η ψυχή μας. Ήμα­σταν όλοι τρεις τότες και ο πλα­τω­νι­κός μας ερα­στής ο Ροΐ­δης. Αρχί­σα­με τη δου­λειά στα γερά… Τα απο­τε­λέ­σμα­τα τα γνωρίζεται…».

Ολο του το έργο υπη­ρε­τού­σε την Ιδέα του Δημο­τι­κι­σμού. Είναι ένας από αυτούς που δια­μόρ­φω­σαν τη γλώσ­σα της λογο­τε­χνί­ας.  Είχε όμως μια στα­τι­κή αντί­λη­ψη για τη γλώσ­σα. Πίστευε ότι η υιο­θέ­τη­ση ης δημο­τι­κής γλώσ­σας θα έλυ­νε όλα τα προ­βλή­μα­τα του έθνους.

Οι «Φυλ­λά­δες του Γερο­δή­μου» (ιστο­ρι­κό ανά­γνω­σμα για παι­διά) είναι ένα μικρό ευαγ­γέ­λιο του δημο­τι­κι­σμού. Και η «Ιστο­ρία της Ρωμιο­σύ­νης» εκτός από το διδα­χτι­κό της χαρα­κτή­ρα εξυ­πη­ρε­τού­σε τη γλωσ­σι­κή προ­πα­γάν­δα «να δεί­ξει πως στην Εθνι­κή μας τη γλώσ­σα μπο­ρεί να γρα­φτεί η εθνι­κή μας κιό­λας ιστο­ρία». Μόλις το βιβλίο εμφα­νί­στη­κε στις προ­θή­κες των βιβλιο­πω­λεί­ων, εκεί­νο το «ρωμιο­σύ­νης» θεω­ρή­θη­κε εθνι­κό κακούρ­γη­μα από το Μιστριώ­τη και δημο­τι­κι­στι­κή μωρία από πολ­λούς καθη­γη­τές του πανε­πι­στη­μί­ου. Χατζι­δά­κης, Γ. Σωτη­ριά­δης, Ν. Πολί­της από τη μια πλευ­ρά και από την άλλη ο Παλα­μάς να λέει ότι είμα­στε και Ελλη­νες και ρωμιοί.

Ο Αργ. Εφτα­λιώ­της θα μεί­νει στην ιστο­ρία των Ελλη­νι­κών γραμ­μά­των κυρί­ως με τη μετά­φρα­ση της Οδύσ­σειας του Ομή­ρου. Είναι ένα μνη­μείο της επο­χής του μαχη­τι­κού δημο­τι­κι­σμού όπως και η αντί­στοι­χη της Ιλιά­δας από τον Αλέ­ξαν­δρο Πάλλη.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο