Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ασπροπάρης και κιρκινέζι, τα χαρακτηριστικά είδη αρπακτικών στην περιοχή των Τρικάλων

«Ο νομός Τρι­κά­λων χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από μεγά­λη ετε­ρο­γέ­νεια βιο­τό­πων: ψηλά βου­νά, λόφοι και πεδιά­δα συν­θέ­τουν ένα τρισ­διά­στα­το μωσαϊ­κό. Αυτή η ποι­κι­λία οικο­συ­στη­μά­των έχει σαν απο­τέ­λε­σμα μια πλού­σια βιο­ποι­κι­λό­τη­τα με μεγά­λη ποι­κι­λία ειδών. Όπως σε κάθε ισορ­ρο­πη­μέ­νο οικο­σύ­στη­μα η πλη­θώ­ρα ειδών προ­σελ­κύ­ει πολ­λούς κορυ­φαί­ους θηρευ­τές ειδι­κά τα αρπα­κτι­κά που­λιά. Από τα 48 είδη ημε­ρό­βιων και νυκτό­βιων αρπα­κτι­κών που­λιών της χώρας, τα 31 (65%) έχουν κατα­γρα­φεί στον νομό Τρι­κά­λων, ενώ τα 23 από αυτά ανα­πα­ρά­γο­νται». Αυτά επι­ση­μαί­νει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Δημή­τρης Βαβύ­λης, ορνι­θο­λό­γος και τοπι­κός υπεύ­θυ­νος του δικτύ­ου ενά­ντια στα δηλη­τη­ρια­σμέ­να δολώ­μα­τα για την Ελλη­νι­κή Ορνι­θο­λο­γι­κή Εται­ρεία. Ο ίδιος ανα­φε­ρό­με­νος στους μόνι­μους κατοί­κους, τονί­ζει μετα­ξύ άλλων, πως κάποια από τα αρπα­κτι­κά που­λιά επι­λέ­γουν να περά­σουν όλη τη χρο­νιά στην περιο­χή, για να εξη­γή­σει: «Το πιο κοι­νό αρπα­κτι­κό είναι η γερα­κί­να και ίσως αυτός είναι ο λόγος που ο Τρι­κα­λι­νός συν­θέ­της Κ. Βίρ­βος την έκα­νε “ πρω­τα­γω­νί­στρια” σε ένα από τα πιο γνω­στά του τρα­γού­δια, “ Της Γερα­κί­νας Γιός”. Απα­ντά­ται σχε­δόν παντού από τον κάμπο μέχρι την καρ­διά της Πίν­δου. Ο εμβλη­μα­τι­κός xρυ­σα­ε­τός, ακό­μη κατοι­κεί στις βου­νο­κορ­φές του Κόζια­κα και της Τριγ­γί­ας, εκμε­ταλ­λευό­με­νος την πλη­θώ­ρα χελω­νών που είναι και η αγα­πη­μέ­νη του τρο­φή. Περί­που 1–2 ζευ­γά­ρια αυτού του μυθι­κού που­λιού έχουν πλέ­ον απο­μεί­νει στην ευρύ­τε­ρη περιο­χή. Στους βρά­χους των Μετε­ώ­ρων κατοι­κεί το πιο γρή­γο­ρο ζώο του κόσμου, ο πετρί­της, που σε κάθε­τη εφόρ­μη­ση μπο­ρεί να φτά­σει σχε­δόν τα 400 χλμ./ώρα. Το ακρι­βο­θώ­ρη­το χρυ­σο­γέ­ρα­κο, είδος συγ­γε­νι­κό του Πετρί­τη, επί­σης μοι­ρά­ζε­ται τα ίδια βρά­χια με αυτόν. Από τα περί­που 60 ζευ­γά­ρια της χώρας τα 4–5 βρί­σκο­νται στην περιοχή».

Ο Δημή­τρης Βαβύ­λης μιλά­ει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και για τους χει­μω­νιά­τι­κους επι­σκέ­πτες: «Τον χει­μώ­να η φύση πέφτει σε νάρ­κη. Τα που­λιά σχε­δόν δεν κελαη­δούν και η γη περι­μέ­νει την άνοι­ξη. Έτσι και τα αρπα­κτι­κά που­λιά που δια­βιούν στην περιο­χή τον χει­μώ­να είναι λιγό­τε­ρα. Εξαί­ρε­ση απο­τε­λεί η γερα­κί­να και ο χει­μω­νό­κιρ­κος. Εκα­το­ντά­δες αν όχι χιλιά­δες γερα­κί­νες κατα­κλύ­ζουν τον Θεσ­σα­λι­κό κάμπο από διά­φο­ρες μεριές της Ελλά­δας. Εκεί η ανεύ­ρε­ση τρο­φής είναι πιο εύκο­λη και αν κάποιος παρα­τη­ρή­σει προ­σε­κτι­κά θα δει ότι κάθε καλό σημείο θέας (ένα ψηλό δέντρο, μια κολώ­να της ΔΕΗ) κατα­λαμ­βά­νε­ται από μια γερα­κί­να που επο­πτεύ­ει από εκεί τον χώρο ψάχνο­ντας τη λεία της. Ο χει­μω­νό­κιρ­κος, όπως μαρ­τυ­ρεί και το όνο­μα του, είναι ένα που­λί που εμφα­νί­ζε­ται στην Ελλά­δα τον χει­μώ­να. Ο θεσ­σα­λι­κός κάμπος είναι ο ιδα­νι­κός κυνη­γό­το­πος για αυτόν. Το αση­μέ­νιο-γαλά­ζιο σώμα του με τις μαύ­ρες άκρες φτε­ρών είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κή φιγού­ρα του χει­μώ­να που πετά­ει χαμη­λά πάνω από τα χωρά­φια προ­σπα­θώ­ντας να εντο­πί­σει κάποιο θήραμα».

Αδιαμ­φι­σβή­τη­τα, σημειώ­νει επί­σης ο κ. Βαβύ­λης, πως δύο είναι τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά είδη αρπα­κτι­κών του νομού Τρι­κά­λων την άνοι­ξη, ο ασπρο­πά­ρης και το κιρ­κι­νέ­ζι, για να εξη­γή­σει: «Ο ασπρο­πά­ρης είναι ο μικρό­τε­ρος γύπας της Ευρώ­πης και ο μόνος που μετα­να­στεύ­ει. Φτά­νει στην Ελλά­δα στα μέσα Μάρ­τη και φεύ­γει στις αρχές Σεπτέμ­βρη. Είναι το πιο σπά­νιο και απει­λού­με­νο είδος που­λιού της χώρας και μπο­ρεί κανείς πλέ­ον να τον δει μόνο στα Μετέ­ω­ρα, τη Θρά­κη και στην Ήπει­ρο στα σύνο­ρα με την Αλβα­νία. Το πάλαι ποτέ βασί­λειο του ασπρο­πά­ρη, τα Μετέ­ω­ρα, φιλο­ξε­νού­σαν τη δεκα­ε­τία του 80′ πάνω από 50 ζευ­γά­ρια του είδους. Το 2019 είχαν απο­μεί­νει στην περιο­χή μόνο δυο αρσε­νι­κά που­λιά… Κύρια αιτία για την κατάρ­ρευ­ση του πλη­θυ­σμού του είδους είναι τα δηλη­τη­ρια­σμέ­να δολώ­μα­τα, κοι­νώς φόλες, που μπαί­νουν παρα­νό­μως στην ύπαι­θρο. Ο Ασπρο­πά­ρης ως πτω­μα­το­φά­γο που­λί τρέ­φε­ται από τα δηλη­τη­ρια­σμέ­να ζώα και δηλη­τη­ριά­ζε­ται και ο ίδιος δευ­τε­ρο­γε­νώς». Από το 2012 έως και σήμε­ρα, σύμ­φω­να με τον κ. Βαβύ­λη, γίνο­νται εντα­τι­κές προ­σπά­θειες στην περιο­χή από την Ελλη­νι­κή Ορνι­θο­λο­γι­κή Εται­ρεία στο πλαί­σιο δύο προ­γραμ­μά­των LIFE («Η Επι­στρο­φή του Ασπρο­πά­ρη», «Ζωή για τον Ασπρο­πά­ρη») για να ανα­σχε­θεί η εξα­φά­νι­ση του είδους, για να κατα­λή­ξει τονί­ζο­ντας: «Το που­λί-σύμ­βο­λο της πόλης των Τρι­κά­λων είναι το κιρ­κι­νέ­ζι. Αυτό το μικρό μετα­να­στευ­τι­κό γερά­κι φτά­νει στην περιο­χή στις αρχές Μάρ­τη και η “παπα­γα­λί­σια” του φωνή απο­τε­λεί κομ­μά­τι του ηχο­το­πί­ου της πόλης. Η ιδιαι­τε­ρό­τη­τα του συγκε­κρι­μέ­νου είδους είναι ότι έχει επι­λέ­ξει τα κτή­ρια της πόλης να κάνει της φωλιές του. Περισ­σό­τε­ρα από 200–300 ζευ­γά­ρια φωλιά­ζουν λοι­πόν στο κέντρο της πόλης των Τρι­κά­λων, καθι­στώ­ντας την επά­ξια την «πόλη των γερα­κιών» της Ελλά­δας. Κάθε μέρα εφορ­μούν από τις φωλιές τους στα χωρά­φια περι­φε­ρεια­κά της πόλης για να τρα­φούν με ακρί­δες, άλλα έντο­μα και μικρά τρω­κτι­κά. Αξί­ζει να σημειω­θεί ότι πρό­κει­ται για έναν «βιο­λο­γι­κό σύμ­μα­χο» του αγρό­τη καθώς κάθε ζευ­γά­ρι κιρ­κι­νε­ζιών κατα­να­λώ­νει 160 ακρί­δες την μέρα. Ένα ακό­μη εμβλη­μα­τι­κό είδος που κατα­φθά­νει την άνοι­ξη, είναι ο κραυ­γα­ε­τός, 3–4 ζευ­γά­ρια του οποί­ου φωλιά­ζουν στα δάση των Χασίων/Αντιχασίων και τρέ­φο­νται γύρω από τον Ίωνα και Πηνειό ποταμό».

Σε όλα τα παρα­πά­νω προ­σθέ­τει και τους κυνη­γούς της νύχτας. Όταν η νύχτα πέφτει, τον ρόλο του κυνη­γού, εξη­γεί, ανα­λαμ­βά­νουν τα νυκτό­βια αρπα­κτι­κά ή αλλιώς οι κου­κου­βά­γιες όπως είναι ευρέ­ως γνω­στά. Από τα 9 είδη νυκτό­βιων αρπα­κτι­κών της χώρας τα 6 απα­ντώ­νται στην περιο­χή και μάλι­στα τα 5 αυτά μέσα στον αστι­κό ιστό. Οι νανό­μπου­φοι πετούν συνε­χώς πάνω από την κεντρι­κή γέφυ­ρα των Τρι­κά­λων χρη­σι­μο­ποιώ­ντας το ποτά­μι ως έναν αόρα­το διά­δρο­μο, η τυτώ καρα­δο­κεί στα παλιά σπί­τια του Βαρου­σί­ου, ο γκιώ­νης καλεί υπο­μο­νε­τι­κά από κάποιο ψηλό δέντρο, η κου­κου­βά­για στέ­κε­ται στα σύρ­μα­τα του ρεύ­μα­τος περι­μέ­νο­ντας κάποιο τρω­κτι­κό να ξεμυ­τί­σει ενώ ο χου­χου­ρι­στής παρα­μο­νεύ­ει δίπλα από το ρολόι του Φρου­ρί­ου. Λίγο έξω από την πόλη και σε βρα­χώ­δεις περιο­χές βρί­σκε­ται ο κυρί­αρ­χος της νύχτας, ο μπού­φος, που τόσο τον αδι­κεί το όνο­μα του. Για να κατα­λή­ξει μιλώ­ντας για τα είδη που χάθη­καν: «Δύο εμβλη­μα­τι­κά είδη που φώλια­ζαν στην περιο­χή των Τρι­κά­λων έχουν πλέ­ον εξα­φα­νι­στεί. Ο γυπα­ε­τός και το όρνιο. Αμφό­τε­ρα είναι γύπες και άρα πτω­μα­το­φά­γα που­λιά και εξα­φα­νί­στη­καν και αυτά εξαι­τί­ας των δηλη­τη­ρια­σμέ­νων δολω­μά­των. Τα όρνια του­λά­χι­στον μέχρι το 1996 φώλια­ζαν σε μεγά­λη αποι­κία στα βρά­χια του Κοτρω­νί­ου ενώ ακό­μη παλιό­τε­ρα στα Μετέ­ω­ρα. Ο γυπα­ε­τός εξα­φα­νί­στη­κε και αυτός στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του ‘90 και έκτο­τε δεν έχει παρα­τη­ρη­θεί ποτέ στην κεντρι­κή Πίν­δο ενώ πλέ­ον ανα­πα­ρά­γε­ται μόνο στην Κρήτη».

Πηγή: ΑΠΕ

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο