Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ατζέρ Ιχτιάρ: «Δως μου την καρδιά σου»

Παρου­σιά­ζει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Η ευχή μας να ξανα­βρε­θού­με με την Ατζέρ Ιχτιάρ και τις δημιουρ­γί­ες της στο περιο­δι­κό Ατέ­χνως έγι­νε πραγ­μα­τι­κό­τη­τα! Έτσι λοι­πόν, δημο­σιεύ­ου­με σήμε­ρα άλλα δύο ποι­ή­μα­τα της Ατζέρ, το «Δως μου την καρ­διά σου» και το «Κάθε βρά­δυ».

Δύο ερω­τι­κά ποι­ή­μα­τα, που όπως και το «Πέρα­σα και έφυ­γα» που δημο­σιεύ­σα­με σε προη­γού­με­νη παρου­σί­α­ση μας κι όπου θα βρεί­τε περισ­σό­τε­ρα στοι­χεία για την Ατζέρ, που ψάχνουν τον αλη­θι­νό έρω­τα – τον έρω­τα που θα δώσει σώμα και ψυχή για να ικα­νο­ποι­ή­σει τις επι­θυ­μί­ες του, για να κρα­τή­σει δίπλα του το υπο­κεί­με­νο του συναι­σθή­μα­τος του, για χωθεί σε ζεστή αγκα­λιά, σε κρυ­φή ακρο­για­λιά, ακό­μα κι αν αύριο μεί­νει ανεκπλήρωτος…

Αλλά η φλυα­ρία δεν έχει θέση σε τού­τη τη δημο­σί­ευ­ση, στα­μα­τάω εδώ. Ας αφή­σου­με τα ποι­ή­μα­τα να μιλήσουν…

ΠΟΙΗΜΑΤΑ:

ΔΩΣ ΜΟΥ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΣΟΥ                                                                                                                                                    

Δως μου την καρ­διά σου
και τα όμορ­φα φιλιά σου
για μια ατέ­λειω­τη ζωή
θα είμα­στε εμείς οι δύο
μαζί!

Δως μου φως μια βραδιά
που θα ‘μαστε σε μια αμμουδιά
με χορό, τρε­λούς ρυθμούς
και με φίλους μας πολλούς.

Δως μου όλα τα αστέρια
κρά­τα μου σφι­χτά τα χέρια
με το κόσμο εμείς οι δύο
θα είμα­στε στο ίδιο σημείο.

Δως μου αγό­ρι το κορ­μί σου
ένα χάδι, το φιλί σου
Θέλω ζέστη, αγκαλιά
σε κρυ­φή ακρογιαλιά.

ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ

Κάθε βρά­δυ πού πάω να κοιμηθώ
σαν όνει­ρο σε καρτερώ,
σε βλέ­πω μες στα όνει­ρα μου
και πεθαί­νω με την πρώ­τη σου ματιά.
κοι­τώ­ντας σε παραμιλώ
και ξεχνιέ­μαι ότι είμαι εγώ!

Η αλή­θεια χάνει και η εικό­να κερδίζει
και αυτό την καρ­δού­λα μου ραγίζει.

Καθι­σμέ­νη στην πολυ­θρό­να μου
προ­σπα­θώ να σε ξεχάσω
με την λογι­κή μου,
μα, που να πάρει,
η καρ­διά μου σε ξαναγράφει
πάλι!

Δακρύ­ζω και λυγίζω
από τον πόνο μου,
μα, έλα που δεν σε νοιάζει
το τι τρα­βάω και τι περνάω.

Θα ‘πρε­πε να μη αρά­ζω στου καρα­βιού την πλώρη
Μα, ευτυ­χώς που με ξύπνη­σε του καπε­τάν η κόρη.

Σαν άνε­μος τρι­γυ­ρί­ζεις παντού!
και εγώ σαν χαμέ­νο ψάρι
προ­σπα­θώ να βρω το λιμάνι
πού θα απογειωθώ.

Τελι­κά, μάταια όλα όσα έκανα
μα, η πυξί­δα της καρ­διά μου
εσέ­να δεί­χνει πάλι!  

 

Ο πίνα­κας που συνο­δεύ­ει την δημο­σί­ευ­ση είναι του Edvard Munch — Μελαγ­χο­λία (1894)

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο