Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αυθεντική είναι μία αυτοπροσωπογραφία του Βίνσεντ Βαν Γκονγκ που θεωρούνταν πλαστή

Μία σπά­νια αυτο­προ­σω­πο­γρα­φία του διά­ση­μου ζωγρά­φου Βίν­σεντ Βαν Γκογκ, που οι κρι­τι­κοί έρι­ζαν για την αυθε­ντι­κό­τη­τά της, αφού θεω­ρεί­το έργο πλα­στο­γρά­φου για πολ­λές δεκα­ε­τί­ες, είναι τελι­κά γνή­σιος πίνα­κας του Ολλαν­δού δημιουρ­γού, κατέ­λη­ξαν οι ερευ­νη­τές έπει­τα από έξι χρό­νια επι­στα­μέ­νης εξέ­τα­σής της.

Σήμε­ρα, το Μου­σείο Βαν Γκονγκ στο Άμστερ­νταμ ανα­κοί­νω­σε πως ο εν λόγω πίνα­κας είναι πιθα­νόν το μονα­δι­κό έργο που ο Βαν Γκογκ φιλο­τέ­χνη­σε κατά τη διάρ­κεια ενός ψυχω­σι­κού επει­σο­δί­ου το καλο­καί­ρι του 1889, όταν είχε μετα­φερ­θεί στο νοσο­κο­μείο της γαλ­λι­κής πόλης Σεν Ρεμί. Ο Βαν Γκογκ στο μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της ζωής του πάλε­ψε με τους δαί­μο­νες της παρά­νοιας, ίσα­με τον θάνα­τό του το 1890 σε ηλι­κία 37 ετών, ως απο­τέ­λε­σμα αυτοπυροβολισμού.

Ο πίνα­κας απο­κτή­θη­κε από το Εθνι­κό Μου­σείο της Νορ­βη­γί­ας το 1910 ένα­ντι 10.000 γαλ­λι­κών φρά­γκων, ποσό που ισο­δυ­να­μεί σε 100.000 σημε­ρι­νά ευρώ.

Η αυθε­ντι­κό­τη­τα του πίνα­κα απο­τέ­λε­σε το μήλον της Έρι­δος για τους ειδι­κούς έπει­τα από ένα άρθρο που δημο­σιεύ­θη­κε σε διε­θνές περιο­δι­κό Τέχνης το 1970, στο οποίο υπο­στη­ρι­ζό­ταν πως η χρω­μα­τι­κή παλέ­τα και η χρή­ση σπά­του­λας διέ­φε­ρε από τον τρό­πο εκτέ­λε­σης των άλλων αυτο­προ­σω­πο­γρα­φιών του καλλιτέχνη.

«Η αβε­βαιό­τη­τα αυτή απαι­τού­σε άμε­ση δρά­ση» δήλω­σε η Μάι Μπριτ Γκού­λενγκ, επι­με­λή­τρια του Εθνι­κού Μου­σεί­ου της Νορ­βη­γί­ας, όπου εκτί­θε­ται ο πίνα­κας. «Όταν το 2014 παρα­δώ­σα­με τον πίνα­κα στα χέρια των ειδι­κών του Μου­σεί­ου στο Άμστερ­νταμ, οι ελπί­δες μας ήσαν αμυ­δρές», πρόσθεσε.

Μολα­ταύ­τα, ο ειδι­κός του Μου­σεί­ου Βαν Γκογκ Λού­ις βαν Τίλ­μποργκ τόνι­σε πως η λεπτο­με­ρής ανά­λυ­ση του πίνα­κα απέ­δει­ξε πως οι αμφι­σβη­τί­ες της αυθε­ντι­κό­τη­τάς του είχαν άδι­κο. «Εάν εξε­τά­σεις πλή­ρως τον πίνα­κα, θα δεις πως υπάρ­χουν πραγ­μα­τι­κά ομοιό­τη­τες με τα άλλα έργα του Βαν Γκογκ», τόνι­σε ο ίδιος σε συνέ­ντευ­ξη Τύπου.

Όπως αιτιο­λό­γη­σε ο ίδιος, οι αρχι­κές δια­φω­νί­ες προ­έ­κυ­ψαν από το γεγο­νός ότι ο ίδιος ο Βαν Γκογκ επι­χεί­ρη­σε να ανα­πα­ρα­στή­σει τη δική του νοη­τι­κή παρα­ζά­λη, ενός «φοβι­σμέ­νου ασθε­νούς», όπως τονί­ζει ο βαν Τίλ­μποργκ, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας σκο­τει­νό­τε­ρα και πιο μου­ντά χρώ­μα­τα, και όχι τα συνή­θη έντο­να κίτρι­να, μπλε και πράσινα.

Η ανά­λυ­ση απέ­δει­ξε πως η μπο­γιά που χρη­σι­μο­ποιεί­ται είναι ίδια με τους άλλους πίνα­κες του Ολλαν­δού ‘μαέ­στρου του χρω­στή­ρα’ , ενώ κι ο ίδιος ανα­φέ­ρει την ύπαρ­ξή του στην αλλη­λο­γρα­φία του κατά τις έξι εβδο­μά­δες που παρέ­μει­νε στο γαλ­λι­κό νοσκο­μείο. Όπως πλη­ρο­φο­ρεί σε μία επι­στο­λή του στον αδελ­φό του Τεό, ο πίνα­κας «είναι μία προ­σπά­θεια μέσα στην αρρώ­στια μου».

Ο πίνα­κας θα επι­στρέ­ψει στο Όσλο, έπει­τα από την επί­δει­ξή του στη θεμα­τι­κή έκθε­ση «Μέσα στον πίνα­κα», που θα διορ­γα­νω­θεί στο Μου­σείο Βαν Γκογκ στο Άμστερ­νταμ στις 21 Φεβρουαρίου.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο