Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βαγγελιώ Καρακατσάνη: Καρναβάλι

Φτά­σα­νε οι απο­κριές, κου­ζου­λέ­νουν γέρους, γριές, αλλά φέτος πάω πάσο, μην κολ­λή­σω και αγιάσω!
Με τον κορο­νο­ϊό αδερ­φό εξ’ αγχι­στεί­ας, το γαϊ­τα­νά­κι της ευθύ­νης θα ξεπλέ­ξω ο… κακομοίρης.
Ένα τσίρ­κο ειν’ η ζωή μας, ΜΑΤαιώ­της η στο­λή μας, κι ένα δυο στρα­τιω­τά­κια να μας κόβουν ραβασάκια.
Κι εγώ θα μεί­νω μέσα και σας το ξηγιέ­μαι μπέ­σα, δεν φοβά­μαι απλώς φυλάω 300άρι να μην φάω…
Τι κι αν ειν’ Καθα­ρή Δευ­τέ­ρα, τι κι αν το επι­βά­λει η μέρα, έξω τα κεφά­λια μάγκες με του αγώ­να τις αβάντες.
Και θα μπει η σαρα­κο­στή, πέρα ως πέρα ξακου­στή και από κοντά Πάσχα όλοι πίσω από μια μάσκα.
Το εμβό­λιο θα αργή­σει, πριν το κάνεις θα κολ­λή­σεις, στη δου­λειά, στα λεω­φο­ρεία… Δεν υπάρ­χει σωτηρία!
Και αυτοί που κυβερ­νά­νε, χώρα των ηρώ­ων γιά­νε! Πώς κατά­ντη­σες σαν τσίρ­κο, ποιοι το πήρα­νε το ρίσκο;
Οι λεβέ­ντες της Νου Δου και του Τσί­πρα οι όξω από δω, κατα­στρέ­ψα­νε τη χώρα για τα αμέ­ρι­κανς τα ντόλαρς.
Κι έρχο­νται οι Αμε­ρι­κά­νοι στο ΝΑΤΟϊ­κό λιμά­νι για να σκιά­ζο­νται οι Τούρ­κοι, πώς θα βγού­με από το λούκι;
Και από κοντά η σπεί­ρα των εφο­πλι­στών η πεί­ρα: να μαζεύ­ου­νε το χρή­μα και να τους πηγαί­νει πρίμα!
Και οι τρά­πε­ζες πιο δίπλα, δεν αντέ­χου­νε την πίκρα να ‘ναι δεύ­τε­ρες στην κούρ­σα με τα τόσο ωραία λούσα.
Τι να πεις για τους ομί­λους και του Κού­λη μας τους φίλους που αυξά­νου­νε τα κέρ­δη, άλλο κακό να μη μας έβρει!
Από όσα κατα­λά­βα­τε είμα­στε καρ­να­βά­λι, του χρό­νου-τέτοια επο­χή τα ίδια θα λέμε πάλι!

Τα ανα­γκαία, της Βαγ­γε­λιώς Καρακατσάνη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο