Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Βαλερί Λομπανόφσκι, ο κορυφαίος προπονητής της ΕΣΣΔ, αυτός που ζευγάρωσε το ποδόσφαιρο με τα μαθηματικά!

Στις 13 Μαΐ­ου 2003 έφυ­γε από τη ζωή, σε ηλι­κία 63 χρό­νων, ένας από τους μεγα­λύ­τε­ρους δασκά­λους του ποδο­σφαί­ρου, ο Βαλε­ρί Λομπανόφσκι.

Ο Βαλε­ρί Λομπα­νόφ­σκι θεω­ρεί­ται ο άνθρω­πος που εφάρ­μο­σε από­λυ­τα στην πρά­ξη την έννοια του ολο­κλη­ρω­τι­κού ποδο­σφαί­ρου πραγ­μα­το­ποιώ­ντας σπου­δαί­ες επι­τυ­χί­ες με τις δυο αγά­πες του. Την Εθνι­κή ΕΣΣΔ και την Ντι­να­μό Κιέ­βου. Μάλι­στα η Εθνι­κή Σοβιε­τι­κής Ενω­σης που συμ­με­τεί­χε το 1986 στο Μου­ντιάλ του Μεξι­κού θεω­ρή­θη­κε η πιο πλή­ρης ομά­δα και είχε το παρω­νύ­μιο «υπε­ρη­χη­τι­κά». Η διορ­γά­νω­ση αυτή στην ιστο­ρία έχει περά­σει και η “σφα­γή” των Σοβιε­τι­κών από τον Σου­η­δό διαι­τη­τή Φρέ­ντρικ­σον, στο περί­φη­μο παι­χνί­δι με το Βέλ­γιο. Οι “διά­βο­λοι” νίκη­σαν με 4–3 στην παρά­τα­ση, αλλά τα δυο πρώ­τα τους γκολ … σημειώ­θη­καν από θέση οφ-σάιντ.

Ο «επιστήμονας προπονητής»

«Γεν­νη­μέ­νος το 1939, ο Λομπα­νόφ­σκι ήταν έφη­βος όταν η ΕΣΣΔ άνοι­ξε το πρώ­το της πυρη­νι­κό εργο­στά­σιο και έστει­λε τον Σπούτ­νικ στο διά­στη­μα, ενώ το Κίε­βο ήταν το κέντρο της σοβιε­τι­κής βιο­μη­χα­νί­ας υπο­λο­γι­στών. Εκεί λει­τούρ­γη­σε για πρώ­τη φορά και το πρώ­το ινστι­τού­το κυβερ­νη­τι­κής της ΕΣΣΔ και σύντο­μα ανα­γνω­ρί­στη­κε ως το πιο πρω­το­πο­ρια­κό σε ολό­κλη­ρο τον κόσμο, στους τομείς των αυτο­μα­το­ποι­η­μέ­νων συστη­μά­των ελέγ­χου, την τεχνη­τή νοη­μο­σύ­νη και τη δημιουρ­γία μαθη­μα­τι­κών μοντέ­λων πρό­βλε­ψης. Εκεί ήταν που δημιουρ­γή­θη­κε το 1963 ένα πρώ­ι­μο πρω­τό­τυ­πο του προ­σω­πι­κού υπο­λο­γι­στή τού σήμερα.

Εκεί­νη την επο­χή ο Λομπα­νόφ­σκι σπού­δα­ζε στο Ινστι­τού­το Επι­στη­μών του Κιέ­βου θερ­μο­δυ­να­μι­κή και τις δυνα­τό­τη­τες χρή­σης των υπο­λο­γι­στών, καθώς και τις επι­πτώ­σεις τους σε όλα τα επι­στη­μο­νι­κά πεδία. Ήταν κάτι νέο, συναρ­πα­στι­κό και επα­να­στα­τι­κό και δεν απο­τε­λού­σε έκπλη­ξη το γεγο­νός ότι ο Λομπα­νόφ­σκι θα ακο­λου­θού­σε αυτό το ρεύ­μα τεχνο­λο­γι­κής αισιο­δο­ξί­ας. Μέσα του γινό­ταν η μεγά­λη και παρα­δο­σια­κή πάλη. Η πάλη ανά­με­σα στην ατο­μι­κό­τη­τα και το σύστη­μα. Ο ποδο­σφαι­ρι­στής μέσα του ήθε­λε να κάνει ντρί­μπλες, να βρει και­νούρ­για κόλ­πα, να κοροϊ­δέ­ψει τους αντι­πά­λους του, αλλά όπως παρα­δέ­χθη­κε αργό­τε­ρα, η εκπαί­δευ­σή του στο Ινστι­τού­το Επι­στη­μών του Κιέ­βου τον βοή­θη­σε να υιο­θε­τή­σει μία δια­φο­ρε­τι­κή προ­σέγ­γι­ση στο σύστη­μα και να απο­συ­ναρ­μο­λο­γή­σει το παι­χνί­δι στα μέρη που το αποτελούν.

Το ποδό­σφαι­ρο, όπως είχε πει αργό­τε­ρα, άρχι­σε να το βλέ­πει σαν ένα σύστη­μα που το απο­τε­λού­σαν δύο υπο­συ­στή­μα­τα με έντε­κα στοι­χεία το καθέ­να, τα οποία κινού­νταν μέσα σε έναν προ­κα­θο­ρι­σμέ­νο χώρο (το γήπε­δο) και υπό­κει­νταν σε μία σει­ρά περιο­ρι­σμών (τους κανό­νες του παι­χνι­διού). Αν τα δύο υπο­συ­στή­μα­τα ήταν ίσα, το απο­τέ­λε­σμα θα ήταν ισο­πα­λία. Αν το ένα ήταν ισχυ­ρό­τε­ρο, θα νικού­σε. Εκεί­νο το στοι­χείο που ο Λομπα­νόφ­σκι βρή­κε γοη­τευ­τι­κό ήταν πως τα δύο υπο­συ­στή­μα­τα υπά­κουαν σε μία ιδιομορφία.

Η απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα των υπο­συ­στη­μά­των είναι μεγα­λύ­τε­ρη από το ποσό της απο­δο­τι­κό­τη­τας των στοι­χεί­ων που τα απο­τε­λούν. Αυτό, όπως το είδε ο Λομπα­νόφ­σκι, σήμαι­νε πως το ποδό­σφαι­ρο ήταν ώρι­μο να υιο­θε­τή­σει τις τεχνι­κές της κυβερ­νη­τι­κής μηχα­νι­κής που διδά­σκο­νταν στο ινστι­τού­το επι­στη­μών του Κιέ­βου. Στην άπο­ψη που δια­μόρ­φω­σε, το ποδό­σφαι­ρο είχε να κάνει λιγό­τε­ρο με τα άτο­μα και περισ­σό­τε­ρο με συνα­σπι­σμούς και τις συν­δέ­σεις μετα­ξύ τους. «Όλη η ζωή, είναι ένας αριθ­μός», είπε κάπο­τε» (sigmalive).

Ο Λομπα­νόφ­σκι ξεκί­νη­σε την καριέ­ρα του ως ποδο­σφαι­ρι­στής, επι­θε­τι­κός της Ντι­να­μό Κιέ­βου το 1958 ως το 1964 κατα­κτώ­ντας ένα πρω­τά­θλη­μα (1961). Ξεκί­νη­σε την προ­πο­νη­τι­κή του καριέ­ρα από την Ντνιέ­πρ (1968 — ’73) και ακο­λού­θη­σαν τρεις θητεί­ες στην Ντι­να­μό: από το 1973 ως το 1982, από το 1984 ως το 1990 και από το 1997 μέχρι το 2002. Μαζί της κέρ­δι­σε τα πρω­τα­θλή­μα­τα 1974, 1975, 1977, 1980, 1981, 1985, 1986 και 1990 και τα Κύπελ­λα 1974, 1978, 1982, 1985, 1987, 1990 αλλά οι κορυ­φαί­ες στιγ­μές ήταν τα δύο Κύπελ­λα Κυπελ­λού­χων του 1975 και του 1986 αλλά και το Σού­περ Καπ του 1975, έχο­ντας αιχ­μή του δόρα­τος τον Ολεγκ Μπλα­χίν. Με την Εθνι­κή της Σοβιε­τι­κής Ενω­σης βγή­κε δεύ­τε­ρος στο Ευρω­παϊ­κό του 1988 αλλά και το χάλ­κι­νο μετάλ­λιο στην Ολυ­μπιά­δα του 1976 στο Μόντρε­αλ. Μετά την ανα­τρο­πή της ΕΣΣΔ δού­λε­ψε στην Ουκρα­νία όπου κατέ­κτη­σε με την Ντι­να­μό τον τίτλο πέντε φορές (1997, 1998, 1999, 2000, 2001) και το Κύπελ­λο τρεις φορές (1998, 1999, 2000).

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο