Τη δεύτερη μερική συμφωνία υπέγραψε το περασμένο Σάββατο στο Μεξικό η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση της Βενεζουέλας του Νικολάς Μαδούρο με την αντιπολίτευση της λεγόμενης «Ενιαίας Πλατφόρμας», με υποτιθέμενο στόχο «την προστασία του λαού της Βενεζουέλας».
Με τη συμφωνία στο πλαίσιο του διαλόγου που επανεκκίνησε με την μεσολάβηση των κυβερνήσεων του Μεξικού και της Νορβηγίας, συνεχίζεται η προσπάθεια δημιουργίας νέων συνεργασιών τμημάτων της αστικής τάξης της χώρας που εδώ και χρόνια και πιο έντονα από το 2018 επιτίθενται σε όποιες κατακτήσεις και δικαιώματα είχαν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα από την περίοδο της διακυβέρνησης Τσάβες, που με επιδοματική πολιτική επιχείρησε να αμβλύνει την ακραία φτώχεια.
Ωστόσο η κατάσταση που βιώνει ο λαός είναι η συνεχής υποχώρηση του βιοτικού του επιπέδου και της αγοραστικής του δύναμης, ως αποτέλεσμα των κυρώσεων από τις ΗΠΑ, τους συμμάχους τους και την ΕΕ, της καπιταλιστικής κρίσης και της αντιλαϊκής διαχείρισης της κυβέρνησης Μαδούρο. Μια κυβέρνηση που προχώρησε στην κατάργηση των Συλλογικών Συμβάσεων, στην ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, στις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων εταιρειών και υπηρεσιών και τις επιδοτήσεις προς το κεφάλαιο με στόχο την ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας. Επίσης έχει προχωρήσει σε διώξεις κομμουνιστών και άλλων ταξικών αγωνιστών που παλεύουν για τα δικαιώματα της εργατικής τάξης και μια αξιοπρεπή ζωή.
Στη μερική συμφωνία προβλέπεται στο όνομα «της αντιμετώπισης ζωτικών κοινωνικών αναγκών του πληθυσμού ανάκτηση νόμιμων πόρων, περιουσιακών στοιχείων του κράτους της Βενεζουέλας, που εμποδίζονται παράνομα από τα μονομερή περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ και άλλα έθνη στη χώρα της Νότιας Αμερικής». Δηλώνεται ότι οι πόροι με τη μεσολάβηση και του ΟΗΕ θα κατευθυνθούν προς την ενίσχυση των ενεργειακών υποδομών, της Εκπαίδευσης, της αντιμετώπισης προβλημάτων από φυσικές καταστροφές.
Η συμφωνία αυτή έχει επίσης τη στήριξη της κυβέρνησης των ΗΠΑ, που θέλει να αξιοποιήσει νέες συμφωνίες με την κυβέρνηση Μαδούρο για μονοπωλιακούς της ομίλους στην Ενέργεια, με αφορμή και τις δυσκολίες σε διεθνές επίπεδο λόγω της σύγκρουσης στην Ουκρανία. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι οι ΗΠΑ στηρίζουν τις δυνάμεις αντιπολίτευσης, που έσπευσαν να πουν ότι η συνέχεια του διαλόγου θα μπει και σε πιο κρίσιμα ζητήματα που αφορούν στο πολιτικό σύστημα, τον καθορισμό των επόμενων εκλογών του 2024 και αυτό που ονομάζουν πολιτικούς κρατούμενους, χωρίς βέβαια να θεωρούν τέτοιους τους πραγματικούς λαϊκούς αγωνιστές που διώκονται. Η όλη προσπάθεια της αντιπολίτευσης με τη στήριξη των ΗΠΑ αποσκοπεί στο να υπάρξει η λεγόμενη «πολιτική αλλαγή», δηλαδή μια πιο βολική κυβέρνηση.
Ριζοσπάστης.