Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
φιλόλογος – κριτικός λογοτεχνίας
Η Γαλάτεια με τα πρώτα της διηγήματα κιόλας, ξεσκεπάζει την υποκρισία, την απανθρωπιά, την αδικία της κοινωνίας γύρω της, τα ανήθικα και ψεύτικα «ιδανικά». Αναστατώνει και, όπως το διατυπώνει η ίδια «Στα ασάλευτα νερά του βάλτου, που ως τότε καθρέφτιζαν τον ουρανό, ξάφνου έπεσε μια πέτρα και όλος ο βούρκος, ο κατακαθισμένος στο βυθό, ανέβηκε στην επιφάνεια».
Η προοδευτική ιδεολογική της τοποθέτηση δεν χρονολογείται από την πρώτη της εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα. Αυτό έγινε, όταν το εργατικό κίνημα της χώρας απόκτησε τη δική του ιδεολογική και πολιτική υπόσταση. Το βούρκο της αστικής κοινωνίας συνέχιζε να τον φέρνει στην επιφάνεια σ’ όλο το έργο της, στα ποιήματα, στα διηγήματα, στις νουβέλες, στα μυθιστορήματα, στα θεατρικά. Όλα αυτά τα είδη τα καλλιέργησε με επιτυχία. Επίσης έγραψε και παιδικά βιβλία, καθώς και εξαιρετικές μελέτες για τους Γκόρκι, Γκόγκολ, Καβάφη και μετάφρασε αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, όπως τον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου. Οι πρωταγωνιστές των έργων της είναι γυναίκες όλων των κοινωνικών στρωμάτων: μεροκαματιάρισσες, αγρότισσες, υπάλληλοι,νοικοκυρές και πόρνες, δηλαδή το «επάγγελμα» που συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη κοινωνική υποκρισία. Πολλοί λοιπόν σοκαρίστηκαν. Κλασικό έχει μείνει το ποίημα «Ναυάγιο» για την κοινή γυναίκα, την πόρνη, που τα λόγια της μαστιγώνουν την αστική κοινωνία και που καταλήγει με τα πασίγνωστα πια λόγια «…Πνιμένου καραβιού σάπιο σανίδι/ όλη η ζωή μου του χαμού./ Μ’από την κολασή μου σ’ το φωνάζω: εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω!» Πριν από το ποίημα υπάρχουν τα εξής λόγια από την Παλαιά Διαθήκη «Και εποίησεν αυτόν κατ’ εικόνα και ομοίωσιν αυτού».
«Ατόφια κομμάτια ζωής»
Ο Μάρκος Αυγέρης, ο δεύτερος σύζυγος της Γαλάτειας από το 1926 μέχρι το θάνατό της το 1962, θα πει σε άγνωστο κείμενό του δημοσιευμένο στο «Ριζοσπάστη» της 14-11-1977: «Η Γαλάτεια δίνει ατόφια κομμάτια ζωής που τ’ αποσπά από τα πλούσια μεταλλεία της χωρίς προσπάθεια!…»Η έκφραση της Γαλάτειας ήταν ένας ρεαλισμός χωρίς μανιέρες, μια άμεση παράταση. «Μια τέχνη χωρίς τεχνάσματα’, όπως έλεγε η ίδια, «σε ‘αμεση επαφή με τη ζωή» που συνέχιζε την παράδοση του ρεαλισμού, όπως τον είχαν διαμορφώσει οι προηγούμενοι κλασικοί Έλληνες πεζογράφοι».
Πολύ ενόχλησε δεξιούς και «αριστερούς» και το «Ανθρωποι και Υπεράνθρωποι» που κυκλοφόρησε το 1957. Στο έργο γίνεται μια ανατομία του ψυχικού κόσμου του μικροαστού διανοούμενου πετυχαίνοντας τα βασικά χαρακτηριστικά μιας κατηγορίας διανοουμένων. Σχετικά με το θέμα αυτό ο Μάρκος Αυγέρης θα πει στο ίδιο κείμενο: «Το μυθιστόρημα «Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι» που και γι’ αυτό η αριστερή κριτική δν κατόρθωσε να δώσει τη δική της γραμμή, η δεξιά προσπάθησε να το μειώσει με τον ισχυρισμό πως δεν είναι μυθιστόρημα. Συχνά η κριτική μας βρίσκεται σε σύγχυση μπροστά στα είδη του λόγου, που ακολουθούν ένα γνήσιο ρεαλισμό και δεν αποφεύγουν τα θέματα της καθημερινής ζωής. Αυτά τα θέματα, που είναι θέματα της ζωής όλων μας, αδύνατο να τα τοποθετήσουν. Αλλά κανένας τους δεν επιχείρησε ποτέ να καθορίσει τι είναι και τι πρωτοείναι το μυθιστόρημα σήμερα, που πάει να κλείσει μέσα του από το δοκίμιο και την επιστημονική διατριβή, από την ποίηση, το έπος και το δράμα, ως το ιστόρημα και το χρονικό ή και το χρονογράφημα».
Τα έργα της Γαλάτειας στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα και προκαλούσαν μεγάλη αίσθηση, θετική και αρνητική. Δίνουν τον κλονισμό της αναγνώρισης. Πολλοί και πολλές βλέπουν τον εαυτό τους μέσα σ’ αυτά και η αναγνώριση αυτή δεν είναι πάντα και η πιο ευχάριστη, η πιο κολακευτική και μαζί μ’ αυτό «έφαγε» και η δημιουργός το ανάθεμα και την αποσιώπησή της από μια κοινωνία που δεν θέλει να βλέπει τον αληθινό εαυτό της στον καθρέφτη.
Επτά γυναίκες, επτά διαφορετικές κοινωνικές τάξεις
Το μυθιστόρημα «Γυναίκες» (1933) ρίχνει φως σε πλευρές της γυναικείας ψυχολογίας με ταξικό υπόβαθρο που δεν είχαν αναδειχθεί ακόμα τόσο γλαφυρά στη νεοελληνική λογοτεχνία. Στο έργο αυτό τα 7 πρόσωπα- οι πρωταγωνίστριες – παρουσιάζουν αντιθέσεις, γιατί ανήκουν σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Ωστόσο, μέσα απ’ αυτές τις αντιθέσεις αποτελούν μια ενότητα, έναν ιστό που δίνει την ενιαία κοσμοθεωρία της συγγραφέα. Μέσα στα 7 πρόσωπα μαθαίνουμε ή και αναγνωρίζουμε, τις πιο βασικές στάσεις ζωής, τις νοοτροπίες που υπάρχουν στην κοινωνία απέναντι στο γυναικείο πληθυσμό διαταξικά. Οι 7 πρωταγωνίστριες είναι αδερφές. Η ταξική τους προέλευση είναι ίδια, δηλαδή. Όμως, μέσα από το γάμο κάποιες έχουν αλλάξει τάξη. Οι αδερφές απευθύνονται η μία στην άλλη ή και σε τρίτο πρόσωπο ή διαβάζουν από ημερολόγιο. Μιλούν για όλα τα προβλήματα της καθημερινής ζωής τους, αλλά δεν πρόκειται, όμως, για ατομικές ιστοριούλες για την κακιά τη μοίρα τους. Η συγγραφέας ξεκινώντας από τις ατομικές περιπτώσεις γενικεύει δείχνοντας ότι δεν είναι η προσωπική μοίρα αυτών των γυναικών, αλλά από πίσω από το ατομικό βρίσκονται τα κοινωνικά αίτια και όχι αποκλειστικά το άλλο φύλο. Η Γαλάτεια αντιπαραθέτει τη γυναίκα με την κοινωνία και όχι με τον άντρα και το κάνει με ρεαλισμό, κάτι το οποίο έγινε για πρώτη φορά στη νεοελληνική πεζογραφία και ποίηση. Με λίγα λόγια: φέρνει την κοινωνική ανησυχία στη γυναικεία λογοτεχνία πατώντας στο στέρεο εδαφος της πραγματικότητας. Υποδείχνει ότι η άρνηση των αξιών που επικρατούν, μπορεί να μετατραπεί σε θετική ανατρεπτική δράση. Οι αντιπαραθέσεις στο βιβλίο γίνονται σε κοινωνικό επίπεδο. Πίσω από τη συμπεριφορά που φέρνει γυναίκα και άντρα σε αντιπαράθεση, ακόμα σε σύγκρουση, βρίσκεται πάντα ο κοινωνικός παράγοντας των από την αρχαιότητα και ιδιαίτερα των πρώτων ταξικών κοινωνιών καθιερωμέων ρόλων. Ποτέ δεν φταίει “η «ιώνια μάχη ανάμεσα στα δύο φύλα».
Η γραφή της Γαλάτειας είναι εξωστραφής. Δεν μοιάζει με το γυναικείο γράψιμο που αναφέραμε στο πρώτο μέρος του αφιερώματος και που λειτουργεί σαν θεραπεία για να «βγάλει» την τραυματική κληρονομιά της φίμωσης της γυναικείας πνευματικής δημιουργίας εξαιτίας της κοινωνικής της θέσης και του εκ γενετής προκαθορισμένου ρόλου της. Η Γαλάτεια κάνει τα βιβλία της όπλα στη μάχη για τη χειραφέτηση της γυναίκας, αλλά και του ανθρώπου γενικότερα.
Το όραμα της Νίνας
Στο πρόσωπο της Δήμητρας, της μικροαστής, βλέπουμε τον εαυτουλισμό σ’ όλο το μεγαλείο του. Στο πρόσωπο της Νίνας, της κομμουνίστριας, βλέπουμε την άρνηση που μετατρέπεται σε θετική δράση. Η Δήμητρα και η Φανή κρύβονται υποκριτικά πίσω από την πλάτη των συζύγων τους για να δικαιολογήσουν την ακαρδία τους απέναντι στη φυματική αδερφή Άννα. Η συμφεροντολογία και η υποκρισία δίνουν και παίρνουν κάτω από την πένα-νυστέρι της κοινωνικής ανατομίας της Γαλάτειας η οποία απογυμνώνει με τρόπο λεπτό, αλλά ανελέητα τις άθλιες κοινωνικές δομές και με ποιο τρόπο οι γυναίκες παγιδεύονται σε σχέσεις που μπορεί να μοιάζουν λυτρωτικές, αλλά που τις βυθίζουν στον ασφυκτικό κλοιό της υποταγής και της εκπόρνευσης με τη στενή και την ευρύτερη έννοια της λέξης. Η μόνη πραγματική εναλλακτική λύση προσωποποιείται στην κομμουνίστρια Νίνα, χαρακτήρα ρωμαλέο, απαλλαγμένο από μικρο- και μεγαλοαστικές μικροπρέπειες, από τη μοιρολατρική υποκρισία, τους γεροντοκορισμούς και τις νευρασθένειες. Η Γαλάτεια μας γνωστοποιεί τις ιδέες της μέσα από τις ηρωίδες της. Η Αίμη, η διανοούμενη αδερφή, εμπιστεύει στο ημερολόγιό της τις σκέψεις της σχετικά με την τέχνη. Είναι σελίδες μεστές, είναι οι ιδέες της Γαλάτειας, που μας δείχνουν το βαθύ ρεαλισμό της σ’ ό, τι αφορά το ρόλο που κατά τη γνώμη της πρέπει να παίζει η τέχνη στην κοινωνία. Πίστευε ότι η τέχνη χάνει τη δύναμή της όταν δεν βασίζεται στο εδαφός των προσδοκιών και της ζωής των ανθρώπων. Όσο μεγάλωναν οι κοινωνικές αντιθέσεις, τόσο αντανακλούνται στα έργα της Γαλάτειας προκαλώντας τη σφοδρή αντίδραση των συντηρητικών, αλλά και των ανανιψάντων «αριστερών». Ωστόσο, ο ρεαλισμός της Γαλάτειας δεν στερείται λυρισμού. Επιπλέον, τα έργα της είναι απόλυτρα προσιτά για το ευρύτερο κοινό, ακριβώς γιατί όλοι μπορούν να αναγνωρίσουν σε αυτά τη δική τους πραγματικότητα. Αυτό συνδυάζεται με την ικανότητα της συγγραφέα να δίνει μια ανεβασμένη καλλιτεχνική μορφή στην αναπαράσταση ατομικών-κοινωνικών βιωμάτων. Η συμπεριφορά των ηρωίδων μπορεί να υπακούει σε παμπάλαιες κοινωνικές υπαγορρεύσεις που μας έρχονται από το βάθος των αιώνων σαν απόμυχες καταβολές και συχνά δεν έχουν καν ανεβεί στα επίπεδα του συνειδητού. Τα «εκ φύσεως» δεδομένα δύσκολα ξεμπλέκονται από τα κοινωνικά δεδομένα και δύσκολα οριοθετούνται, αφού συνεχώς αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοεξαρτιώνται. Έτσι, με την πρώτη ματιά, μπορεί να μας φαίνεται ότι οι ηρωίδες λειτουργούν σύμφωνα με τα φυσικά τους ένστικτα. Ωστόσο, η Γαλάτεια προσγειώνει τον αναγνώστη και καταλαβαίνει ότι ακόμα και η πιο «φυσική» συμπεριφορά υπακούει σε νόμους της κοινωνίας.
Το βιβλίο τελείωνει με γράμμα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, το οποίο η δασκάλα Νίνα στέλνει στην απελπισμένη της αδερφή Καίτη. Η Νίνα διώχνεται από νησί σε νησί, από τη μία μετάθεση στην άλλη και σε όλο και χειρότερες θέσεις κατηγορούμενη για κομμουνιστική προπαγάνδα. Η Καίτη, ψάχνοντας τη λύτρωση, της απαντάει: «Έρχομαι στο νησί σου. Έρχομαι με την ψυχή γυμνή, αποσταμένη, νεκρή. Έρχομαι σε σένα, όπως οι άρρωστοι του Ευαγγελίου πήγαιναν στον Ιησού. Κάμε το θαύμα σου».
Η Γαλάτεια έκαμε το θαύμα της. Μας κληρονόμησε το αξέχαστο, επαναστατικό έργο της.
Πηγές:
-Γ. Καζαντζάκη, Γυναίκες (εκδόσεις «Μπαρμπουνάκης»)
-Γ. Καζαντζάκη, Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι (εκδόσεις «Μπαρμπουνάκης»
-Ν. Καζαντζάκης, Επιστολές προς Γαλάτεια (εκδόσεις «Δίφρος»)
-Τάκης Αδάμος, Πνευματικές Γνωριμίες (εκδόσεις «Καστανιώτης»)
-Ριζοσπάστης 14-11-1977 και 16-11-1977
ΓΑΛΑΤΕΙΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ-ΑΛΕΞΙΟΥ, Η «ΚΑΤΑΚΟΚΚΙΝΗ ΑΝΤΑΡΤΙΣΣΑ ΠΑΡΑΦΩΝΙΑ»