Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γεώργιο Ιακωβίδης: Ο ζωγράφος της παιδικής ηλικίας

Στον ζωγρά­φο Γεώρ­γιο Ιακω­βί­δη (1853–1932), πρώ­το διευ­θυ­ντή της Εθνι­κής Πινα­κο­θή­κης και διευ­θυ­ντή της Σχο­λής Καλών Τεχνών, αφιε­ρώ­νε­ται η έκθε­ση που φιλο­ξε­νεί­ται στην Εθνι­κή Πινα­κο­θή­κη — Μου­σείο Αλέ­ξαν­δρου Σού­τζου. Δια­κό­σιοι περί­που πίνα­κες καλύ­πτουν όλο το φάσμα της δημιουρ­γί­ας του, από τα πρώ­τα σπου­δα­στι­κά του έργα (γύρω στο 1875), έως το τέλος του (1932). Η έκθε­ση ξεκι­νά από τα έργα της μαθη­τεί­ας στο Σχο­λείο των Τεχνών της Αθή­νας, συνε­χί­ζει με τις μυθο­λο­γι­κές σκη­νές των πρώ­των χρό­νων των σπου­δών του στο Μόνα­χο και κατα­λή­γει στη χαρα­κτη­ρι­στι­κή ηθο­γρα­φι­κή ζωγρα­φι­κή του, με θέμα­τα από την ειδυλ­λια­κή ζωή της οικο­γέ­νειας. Παράλ­λη­λα, εκτί­θε­νται προ­σω­πο­γρα­φί­ες, νεκρές φύσεις και τοπία, τα οποία δημιουρ­γού­σε στο περι­θώ­ριο της ηθο­γρα­φί­ας. Την παρου­σί­α­ση ολο­κλη­ρώ­νουν σχέ­δια, εικο­νο­γρα­φή­σεις, γλυ­πτά, μετάλ­λια και νομίσματα.

iakovidis3

Γεν­νη­μέ­νος στη Λέσβο το 1853, ο Γ. Ιακω­βί­δης έδει­ξε από μικρός την κλί­ση του στη ζωγρα­φι­κή. Το 1870 εγκα­θί­στα­ται στην Αθή­να, όπου για επτά χρό­νια (1870–1877) φοι­τά στο «Σχο­λεί­ον των Τεχνών» με δασκά­λους τον Βικέ­ντιο Λάν­τσα και τον Νικη­φό­ρο Λύτρα. Τελειώ­νο­ντας τις σπου­δές του, φεύ­γει, με υπο­τρο­φία, για το Μόνα­χο. Εκεί, μαζί με τους Ν. Γύζη, Ν. Λύτρα, Κ. Βολα­νά­κη και άλλους επι­φα­νείς Ελλη­νες ζωγρά­φους, δημιουρ­γούν τη «Σχο­λή του Μονάχου».

Οπως ανα­φέ­ρει η επι­με­λή­τρια της έκθε­σης Ολγα Μεν­τζα­φού, «στη δεκα­ε­τία 1891–1900 ο ρόλος του φωτός απέ­κτη­σε έναν ιδιά­ζο­ντα χαρα­κτή­ρα στο έργο του, στο οποίο κυριάρ­χη­σε η έντο­νη αντί­θε­ση σκιε­ρών και φωτει­νών με τονι­σμό των περι­γραμ­μά­των στα σημεία που πέφτει το φως, στοι­χεία που είχαν ήδη επι­ση­μαν­θεί στα έργα των Γερ­μα­νών Ιμπρε­σιο­νι­στών. Συγ­χρό­νως τη δεκα­ε­τία αυτή, στην απει­κό­νι­ση προ­σώ­πων του οικεί­ου περι­βάλ­λο­ντός του, απο­μα­κρύν­θη­κε από τη συμ­βα­τή προ­σω­πο­γρα­φία και ζωγρά­φι­σε τις μορ­φές “εν υπαί­θρω” όπως σημειώ­νει ο ίδιος».

iakovidis4

Με την επι­στρο­φή του στην Ελλά­δα, η ενα­σχό­λη­σή του τόσο στην Εθνι­κή Πινα­κο­θή­κη όσο και στη Σχο­λή Καλών Τεχνών απορ­ρό­φη­σε μεγά­λο μέρος της δρα­στη­ριό­τη­τάς του. Ετσι, η θεμα­το­γρα­φία του περιο­ρί­ζε­ται κατά κύριο λόγο σε προ­σω­πο­γρα­φί­ες και νεκρές φύσεις και πολύ λιγό­τε­ρο στις συνθέσεις.

iakovidis5

«Ο Ιακω­βί­δης για τριά­ντα περί­που χρό­νια διευ­θυ­ντής της Εθνι­κής Πινα­κο­θή­κης ή καθη­γη­τής της Σχο­λής Καλών Τεχνών», σημειώ­νει η Ολγα Μεν­τζα­φού, «έπαι­ξε κυρί­αρ­χο ρόλο στη δια­μόρ­φω­ση του καλ­λι­τε­χνι­κού κλί­μα­τος της επο­χής του. Εκφρα­στής του πνεύ­μα­τος που κυριαρ­χού­σε στην καλ­λι­τε­χνι­κή ζωή του Μονά­χου με τις διά­φο­ρες τάσεις που είχαν ανα­πτυ­χθεί εκεί και τις μετα­ξύ τους αλλη­λε­πι­δρά­σεις, άρι­στος σχε­δια­στής, ικα­νό­τα­τος χει­ρι­στής του χρώ­μα­τος και εκ φύσε­ως προ­ση­νής, μετέ­δω­σε στους μαθη­τές του τις γνώ­σεις του, οι οποί­ες δια­φαί­νο­νται στο έργο του, παρά το γεγο­νός ότι οι περισ­σό­τε­ροι από αυτούς ακο­λού­θη­σαν εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κούς δρό­μους από το δάσκα­λό τους».

iakovidis6

Ο Γ. Ιακω­βί­δης μας άφη­σε παρα­κα­τα­θή­κη περισ­σό­τε­ρα από 200 έργα, τα περισ­σό­τε­ρα ενυ­πό­γρα­φα και χρο­νο­λο­γη­μέ­να. Ισως, το πιο διά­ση­μο από αυτά είναι η «Παι­δι­κή συναυ­λία» (1900). Από τις παι­δι­κές σκη­νές, σημειώ­νου­με ακό­μα τον «Κακό εγγο­νό» (1884), το «Κτέ­νι­σμα» (1886), τα «Πρώ­τα βήμα­τα» (1892), τον «Χαϊ­δε­μέ­νο» (1890). Στις μυθο­λο­γι­κές και ιστο­ρι­κές σκη­νές ανή­κουν τα έργα: «Κρέ­ου­σα», «Νοσταλ­γού­σα Ιφι­γέ­νεια», «Οχθη ποτα­μού» κ.ά. Από τις νεκρές φύσεις ανα­φέ­ρου­με τα «Ρόδια», την «Πια­τέ­λα με όστρα­κα», τα «Τρια­ντά­φυλ­λα και κοσμή­μα­τα», ενώ στις ηθο­γρα­φι­κές σκη­νές ανή­κουν η «Κοι­μι­σμέ­νη ανθο­πώ­λις» και ο «Μικρός βιοπαλεστής».

iakovidis7

Οπως σημειώ­νει η διευ­θύ­ντρια της Εθνι­κής Πινα­κο­θή­κης, Μαρί­να Λαμπρά­κη — Πλά­κα, «ο Ιακω­βί­δης οδή­γη­σε τη ζωγρα­φι­κή της Σχο­λής του Μονά­χου στα ακραία της όρια. Δεν ήταν επα­να­στά­της. Υπήρ­ξε όμως σπου­δαί­ος τεχνί­της, απα­ρά­μιλ­λος σχε­δια­στής. Κυρί­ως, μας απο­κά­λυ­ψε με την τέχνη του έναν κόσμο βαθιά ανθρώ­πι­νο, πλού­σιο σε αισθή­μα­τα και συγκι­νή­σεις». Η έκθε­ση θα διαρ­κέ­σει έως τις 30 του Γενάρη.

 

Ριζο­σπά­στης / Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο