Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιάννης Ρίτσος: Δεν είμαι από φυσικού μου παλικαράς

Με το χου­ντι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα, την τρί­τη μέρα μας είχαν φέρει τον Ρίτσο. Την προη­γού­με­νη στον Ιππό­δρο­μο σκό­τω­σαν τον Πανα­γιώ­τη Ελή, μας πέτα­ξαν μισο­πε­θα­μέ­νο από το ξύλο τον Ηλία Ηλιού και είχε στρέ­ψει η φρου­ρά πάνω μας τα αυτό­μα­τα. Θυμά­μαι τον Ρίτσο ήρε­μο να έχει ξαπλώ­σει στην κου­βερ­τού­λα του και να καπνί­ζει απα­νω­τά τα τσι­γά­ρα. Το περισ­σό­τε­ρο εμείς οι νεώ­τε­ροι πηγαί­να­με κοντά του να κου­βε­ντιά­σου­με τα πάντα, εκτός από την επι­και­ρό­τη­τα των όσων συνέ­βαι­ναν. Και ήτα­νε θαρ­ρείς μια νησί­δα γαλή­νης μέσα σε εκεί­νη τη φορ­τι­σμέ­νη ατμόσφαιρα.

Στη Γυά­ρο, κάποια φορά, τον είχα ρωτή­σει αν ήταν συνει­δη­τή η επι­λο­γή του να προ­σα­να­το­λί­ζει αλλού την κουβέντα.

«Και βέβαια ήταν, μου απα­ντά, κι ας είχα να υπερ­νι­κή­σω προ­σω­πι­κή αγω­νία και φόβους. Δεν είμαι από φυσι­κού μου παλι­κα­ράς και στο Μακρο­νή­σι είχα νιώ­σει πολ­λές φορές την αντο­χή μου να καταρ­ρέ­ει. Και μόνο το ότι ρωτού­σαν οι άλλοι αν κρα­τά­ει ο Ρίτσος και το αίσθη­μα ευθύ­νης, μου έδι­ναν κου­ρά­γιο και άντε­ξα. Όμως σήμε­ρα πια γνω­ρί­ζω τ’ αντί­τι­μο και λέω πως κι αν δε βγω ζωντα­νός από δω, θα έχω προ­σθέ­σει στο έργο μου το καλύ­τε­ρό του κεφάλαιο.

Κοί­τα­ξε όμως τον μπάρ­μπα Θοδω­ρή», μου λέει σε λίγο, «με τα ογδό­ντα πέντε του, σακα­τε­μέ­νος και άρρω­στος, μια ζωή νερο­κου­βα­λη­τής μέσα στο κίνη­μα». Μου έδει­ξε γράμ­μα του. «Αχα­ΐ­ρευ­τε», του γρά­φει η γυναί­κα του, «να υπο­γρά­ψεις και να τσα­κι­στείς να γυρί­σεις, να συμ­μα­ζέ­ψεις το γιο σου που αλή­τε­ψε και την κόρη σου που πήρε τους δρόμους…».

Όμως, ο μπάρ­μπα Θοδω­ρής δε βγή­κε με τους πρώ­τους για δήλω­ση. Κι όταν πεθά­νει ίσως να μη βρε­θεί να τον κλά­ψει κανέ­νας! Κι ανα­λο­γί­ζο­μαι άρα­γε πόσο μετρά­ει μπρο­στά στο δικό του δόσι­μο χωρίς μισθό, η δική μου η προσφορά».

Από το βιβλίο του Γιώρ­γου Φαρ­σα­κί­δη «Πολι­τι­στι­κά και ευτράπελα»

Στη φωτο­γρα­φία ο Γιάν­νης Ρίτσος στον Αϊ-Στράτη.

Για την αντι­γρα­φή Ηρα­κλής Κακαβάνης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο